16 Σεπ 2024

Νάξος – Στ. Σέργης: “Ξέρεις τι είναι να βλέπεις την μπουλντόζα να καταστρέφει το καϊκι;”.


Αν πατήσεις στο ίντερνετ θα με βρεις. Βάλε “Χριστίνα – Μαρία, βόλτα και μαγειρική με παραδοσιακό ψαροκάικο στη Νάξο”. Το βρήκες;» Ο Σταμάτης Σέργης – με καταγωγή από τη Νάξο –  είναι περήφανος για το σάιτ που του έφτιαξαν οι κόρες του. «Τέσσερα κορίτσια έχω, καμία δεν θέλει να ασχοληθεί με το καΐκι. Το καταλαβαίνω. Είναι δύσκολη δουλειά, πρέπει να αγαπάς τη μυρωδιά της θάλασσας για να θες να την κάνεις. Εμένα από 10 χρονών παιδάκι αυτή είναι η ζωή μου. Και ο πατέρας μου ψαράς ήταν».

Ο Σταμάτης και η Χριστίνα – Μαρία, το καΐκι του, είναι συνομήλικοι: 60 χρονών. «Του έχω δώσει τα ονόματα από τις μεγάλες μου κόρες. Είναι σχεδόν 15 μέτρα. Κάθε χρόνο το πηγαίνω για συντήρηση. Το έχω πολύ προσεγμένο, σαν καινούργιο». Ο Σταμάτης είναι καπετάνιος από 22 χρονών. Οπως όμως λέει στην «Καθημερινή», τα τελευταία χρόνια είχε κουραστεί.

«Ο μισθός του ανθρώπου που με βοηθούσε ήταν 2.000 ευρώ, τα χρήματα όμως που έβγαζα ήταν ελάχιστα. Οι θάλασσες πλέον δεν έχουν τα ψάρια που είχαν και εγώ μεγάλωσα, δεν είμαι αυτός που ήμουν. Εδώ και λίγους μήνες άλλαξα τη χρήση του καϊκιού. Είχα άδεια για αλιευτικό και το έκανα αλιευτικό – τουριστικό. Δείχνω στους τουρίστες το ψάρεμα με δίχτυα, τους πηγαίνω να κολυμπήσουν και τους μαγειρεύω κακαβιά, το φαγητό του ψαρά. Μένουν κατενθουσιασμένοι. Σοβαρό κέρδος δεν έχω ακόμα, αλλά ήταν και η πρώτη μου χρονιά».


Καΐκια για «κόψιμο»

Ο Σταμάτης εξηγεί πως η άλλη επιλογή που είχε ήταν να έχει σπάσει το καΐκι του, ώστε να πάρει οικονομική αποζημίωση από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Το ποσό που του έδιναν δεν ήταν καθόλου ευκαταφρόνητο αφού έφθανε τις 160.000 ευρώ. «Ουσιαστικά επιδοτούσαν τους ψαράδες προκειμένου να αποσύρουν τα καΐκια τους από την αλιεία καταστρέφοντάς τα. Είχα δώσει και εγώ ένα καΐκι για “κόψιμο”, έτσι το λέμε εμείς στη γλώσσα μας. Ηταν 11 μέτρα και είχα πάρει 80.000 ευρώ. Εκείνο όμως ήταν νεότερο, δεν είχε την ιστορία της Χριστίνας – Μαρίας. Και πάλι το είχα πονέσει. Ξέρεις τι είναι να βλέπεις την μπουλντόζα να το καταστρέφει; Σπαράζει η καρδιά σου. Ασε που αν το κατέστρεφα πού θα περνούσα τη μέρα μου; Εμένα αυτό είναι το δεύτερο σπίτι μου», λέει στην «Κ».

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Συλλόγου Προστασίας Παραδοσιακών Σκαφών, από το 1991 που η Ε.Ε. ξεκίνησε να πριμοδοτεί την καταστροφή των σκαφών, μέχρι το 2020, δόθηκαν για κόψιμο 13.500 ξύλινα παραδοσιακά αλιευτικά σκάφη. Τα ποσά που πήραν οι ιδιοκτήτες τους κυμαίνονται από 80.000 έως 160.000 ευρώ, το πρόγραμμα όμως δέχθηκε έντονες επικρίσεις καθώς η καταστροφή των καϊκιών οδήγησε σε σημαντική απώλεια της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.

Ο πρόεδρος του Συλλόγου, Νίκος Καβαλλιέρος, απόστρατος ναύαρχος του λιμενικού, με καταγωγή από τη Νάξο, θυμάται την πρώτη φορά που βρέθηκε στη Σαλαμίνα, την ώρα της καταστροφής ενός καϊκιού. «Η μητέρα του ψαρά που το είχε παραδώσει έκλαιγε γοερά. Μας έλεγε πως με αυτό το καΐκι παντρεύτηκε, με αυτό έφτιαξε το σπίτι και με αυτό μεγάλωσε τα παιδιά της. Ο γιος της κάποια στιγμή την απομάκρυνε, να μη βλέπει άλλο. Πιο φοβερό όμως και από την εικόνα της μπουλντόζας που χτυπούσε το καΐκι ήταν ο κρότος της αντίστασης του ξύλου. Αυτός ο ήχος με σημάδεψε. Η τελευταία καταστροφή έγινε πριν από τέσσερα χρόνια, γνωρίζουμε όμως πως υπάρχουν 70 καΐκια σε αναμονή, σε περίπτωση που λειτουργήσει και πάλι το πρόγραμμα».


Η ευρωπαϊκή οδηγία

Η εφαρμογή της οδηγίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης για επιδότηση της καταστροφής των αλιευτικών σκαφών τέθηκε σε εφαρμογή το 1991. Σκοπός του προγράμματος ήταν η μείωση του αλιευτικού στόλου.

Το ποσό επιδότησης κυμαίνεται από 80.000 έως 160.000 ευρώ, ενώ οι ιδιοκτήτες των καϊκιών που αντί να το καταστρέψουν αποφάσιζαν να αλλάξουν την άδεια χρήσης σε αναψυχής ή σε τουριστικό λάμβαναν μόλις το 20% αυτού του ποσού.  

Ο Σύλλογος προσπαθεί να διασώσει όχι μόνο τα αλιευτικά, αλλά όλα τα ξύλινα παραδοσιακά ελληνικά σκάφη, όσο και τον φθίνοντα αριθμό των παραδοσιακών ελληνικών ταρσανάδων – ναυπηγείων που κατασκευάζουν και επισκευάζουν καΐκια. «Για παράδειγμα υπήρχαν τα καΐκια “πέραμα”, που τα χρησιμοποιούσαν όλες οι Κυκλάδες και τα Δωδεκάνησα για τις μεταφορές τους. Είναι ζήτημα αν έχουν μείνει συνολικά 10-15 από αυτά», αναφέρει ο κύριος Καβαλλιέρος. Οσο για τα καρνάγια υπήρχαν 350 και παραδοσιακά έχουν μείνει 30-35. Η πλειονότητα έγιναν θαλάσσια μπαρ με ονομασία… “το Καρνάγιο”».


Από γενιά σε γενιά

Η Λένα Στεφάνου, δρ αρχαιολόγος μουσειολόγος, το 2014 ανέλαβε χρέη μουσειολόγου για τον σχεδιασμό της έκθεσης του Μουσείου Ναυπηγικών και Ναυτικών Τεχνών του Αιγαίου. Πλέον, 10 χρόνια αργότερα, οι εργασίες του σχεδιασμού της έκθεσης έχουν ολοκληρωθεί. «Ευελπιστούμε σε έναν χρόνο το Μουσείο να είναι επισκέψιμο. Πρόκειται για ένα θεματικό τεχνικό μουσείο από την άποψη ότι αναφερόμαστε στις τεχνικές, τα εργαλεία, αλλά και τον τρόπο που οι ναυπηγοί μαστόρευαν με τα χέρια τους. Η ξυλοναυπηγική είναι μια τέχνη προφορικά μεταδιδόμενη, από γενιά σε γενιά. Συνήθως κάποιο νεότερο μέλος της οικογένειας μαθήτευε δίπλα στον “δάσκαλο”. Είχαμε δηλαδή μία άτυπη μάθηση ιδιαιτέρως απαιτητική, καθώς πρόκειται για μια δύσκολη τεχνική, με τη δική της ορολογία».

Οπως αναφέρει η κυρία Στεφάνου, η ξυλοναυπηγική έχει πλέον καταγραφεί στο Εθνικό Ευρετήριο Αϋλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς. «Μπορεί να υπάρχουν υλικά αντικείμενα ως μέσα κατασκευής, η δύσκολη κληρονομιά όμως ήταν η προφορική γνώση που απειλείται με εξαφάνιση». Στις αίθουσες του Μουσείου ο επισκέπτης θα μπορεί να αντιληφθεί την πλούσια ιστορία των ξύλινων σκαφών ήδη από την αρχαιότητα. Εκτίθενται εργαλεία, μοντέλα μερών των πλοίων σε φυσικό μέγεθος, ενώ θα παρέχονται πληροφορίες για τις τεχνικές κατασκευής, καθώς και προφορικές μαρτυρίες καραβομαραγκών.«Ο αριθμός των συνεντεύξεων που περιλαμβάνονται στο Αρχείο Προφορικών Μαρτυριών ξεπερνά τις 200. Οι συνεντεύξεις αναφέρονται σε προσωπικές μαρτυρίες για τη ζωή, την απασχόληση, τις τεχνικές στα ξυλοναυπηγεία, τα συμπληρωματικά επαγγέλματα, τα έθιμα και τις κοινωνικές πρακτικές των ανθρώπων της θάλασσας. Επιπλέον σχεδιάζουμε να υπάρχει ανοιχτό εργαστήριο συντήρησης όπου το κοινό θα μπορεί να βλέπει, αλλά και να συμμετέχει σε μικρές κατασκευές», καταλήγει η κυρία Στεφάνου. Παράλληλα, έχει ανακοινωθεί η ίδρυση Ναυπηγικής Σχολής στη Σάμο, η οποία θα προσφέρει εκπαίδευση στις τεχνικές κατασκευής ξύλινων σκαφών, προκειμένου να προσελκύσει νέους τεχνίτες και επαγγελματίες που επιθυμούν να διατηρήσουν και να αναπτύξουν την τέχνη της ξυλοναυπηγικής.Ο Δημήτρης Σταυρακόπουλος, κάτοικος της Σύρου και λάτρης της ναυτικής παράδοσης, είναι περήφανος ιδιοκτήτης δύο καϊκιών – της Ισαβέλλα Μ., ενός παραδοσιακού σκάφους τεσσάρων μέτρων που κατασκευάστηκε το 1963 στο ναυπηγείο του Φουσκή στη Σύρο, και της Κάλλια Μ., ενός τρεχαντηριού επτά μέτρων του 1983. Και τα δύο σκάφη χρησιμοποιούνταν για αλιεία, όμως ο Δημήτρης τα απέκτησε όχι για να τα εκμεταλλευτεί εμπορικά, αλλά για να διασώσει την τέχνη της ξυλοναυπηγικής.


«Ενα ξύλινο καΐκι δεν είναι απλώς ένα σκάφος – είναι έργο τέχνης, που φέρει την υπογραφή πολλών τεχνιτών: από αυτούς που συντηρούν το ξύλο μέχρι εκείνους που φτιάχνουν τα πανιά και τα μεταλλικά εξαρτήματα. Πλέον, το ένα το έχω για προσωπική χρήση και με το άλλο προσφέρω υπηρεσίες τουρισμού». Ο ίδιος πιστεύει πως κάθε τέτοιο σκάφος αντιπροσωπεύει τη ναυτική κληρονομιά της Ελλάδας και προσφέρει μια ξεχωριστή εμπειρία σε όσους το χρησιμοποιούν, είτε για προσωπική χρήση είτε για αλιευτικό τουρισμό. «Νιώθεις μια περηφάνια μπαίνοντας μέσα σε ένα τέτοιο καΐκι. Οταν μπαίνεις στα πλαστικά τι νιώθεις; Απολύτως τίποτα».



Πηγή : 

to synoro blog

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου