Ουδεμία έκπληξη προκαλεί το προφίλ του δολοφόνου, όπως σκιαγραφείται τα τελευταία εικοσιτετράωρα. Κάπως έτσι θα τον φανταζόταν ο καθένας, εμφανισιακά όσο και ψυχολογικά. Επίσης, ουδεμία έκπληξη προξενεί η ύπαρξη τέτοιου είδους ανθρώπου στους κόλπους της Χρυσής Αυγής. Και δυστυχώς, ουδεμία έκπληξη προκαλεί το γεγονός ότι ως στόχος επιλέχθηκε το συγκεκριμένο θύμα: ενεργό μέλος της χιπ χοπ κοινότητας τα περισσότερα χρόνια της ζωής του, δραστήριος και ευαίσθητος άνθρωπος, μάγκας, άνθρωπος που αγαπούσε τη ζωή, την ενότητα, τον άνθρωπο. Και θα δούμε το γιατί.
Το χιπ χοπ στην Ελλάδα
Η εγχώρια χιπ χοπ σκηνή, σε ολόκληρο το εύρος και το μήκος της διάστασής της, συνταιριάζει και εκπροσωπεί τα ακριβώς αντίθετα ιδανικά από τη Χρυσή Αυγή. Σε αντίθεση με τους ανθρώπους που τρέφονται με το μίσος, την πρόκληση πόνου, τη βία, το χιπ χοπ, σε καιρούς που ολοένα και δυσκολεύουν, δραστηριοποιείται διαρκώς και εναργέστερα, στηρίζοντας με πείσμα τα πιο αγνά, γλυκά και ανθρώπινα ιδανικά.
Κάθε καλλιτεχνικό ρεύμα και κίνημα ακολουθεί έναν συγκεκριμένο ξεχωριστό δρόμο, ανάλογα με τις συνθήκες της κοινωνικής πραγματικότητας στην οποία γεννιέται και ριζώνει. Καταλαμβάνει τον ελεύθερο χώρο και, όπου αυτός δεν υπάρχει, τον δημιουργεί ή τον ανακαλύπτει, μέσα από το στάδιο της δημιουργίας, ερχόμενο σε ρήξη ή, αντιθέτως, συμπράττοντας με άλλες δυνάμεις. Ετσι και, εκ των πραγμάτων, και λόγω της ιδιαίτερης ελληνικής πραγματικότητας που όλοι γνωρίζουμε, το χιπ χοπ στην Ελλάδα ακολούθησε μια αυτόνομη πορεία, αποτελώντας κάτι περισσότερο από την αντανάκλαση της κοινωνίας, μετουσιωμένο σε ένα πλατύ, αχανές κοινωνικό κίνημα. Ηταν και είναι εδώ για να φωνάξει αυτά που δεν πρέπει να ακουστούν, να δείξει όσα μένουν κρυμμένα (για να παραφράσω τον κατά Τζορτζ Οργουελ ορισμό της δημοσιογραφίας).
Εξαπλώθηκε ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν βλέπουν και δεν μιλάνε, σε αυτούς που καταλαβαίνουν όσα τους βολεύει να καταλάβουν. Γλίστρησε με χρώμα, ήχο, χορό και ζωή, ανάμεσα σε αυτούς που δεν υποστηρίζουν, αλλά επιμένουν να πολεμούν τον ρατσισμό, τη μισαλλοδοξία, την κοινωνική απομόνωση, προσπαθώντας τα ταρακουνήσει τη συνείδησή τους. Μπήκε σε σχολεία-φυλακές γεμάτα κάγκελα, υποκατέστησε ακατάλληλους και απρόσιτους καθηγητές αλλά και το ακραίως βαθμοθηρικό, ανταγωνιστικό σύστημα. Πήρε τον ρόλο των γονιών, αυτών που ήταν σαν να έλειπαν διαρκώς από το σπίτι αλλά και αυτών που, όταν βρίσκονταν εκεί, ήταν πνευματικώς απόντες. Ηταν ταυτόχρονα δάσκαλος, πατέρας μα και μεγαλύτερος αδερφός, μέσα από το πρόσωπο του μεγαλύτερου χιπ-χοπά της γειτονιάς, μα και των δίπλα.
Ανέλαβε να προσφέρει γνώσεις, στήριξη και παιδεία στα νέα παιδιά, συνδυάζοντας εμπειρικό κεφάλαιο και γνώση της ζωής, την καλώς εννοούμενη αλητεία και την κληρονομιά του ρεμπέτικου που διαμηνύει την άμεση, προσωπική επαφή στην εποχή της αποξένωσης, το ενδιαφέρον για τον δίπλα, ενώ όλα γύρω μας ?ίσως και το σπίτι μας? γκρεμίζονται. Ηταν εκεί για να καταγγείλει, να διαμαρτυρηθεί, να αντιδράσει, να αντισταθεί και να αφυπνίσει, μέσα στο γκρίζο, αστικό περιβάλλον. Μέσα στην ύπνωση και τον ωχαδερφισμό. Το σημαντικότερο όλων, βρέθηκε ταγμένο στην πραγματικά σπουδαία αποστολή: να ευαισθητοποιήσει, να προβληματίσει, να υποστηρίξει τη διαφορετικότητα και να ενισχύσει την ανεκτικότητα. Να υπενθυμίσει πως είμαστε άνθρωποι και πως δεν πρέπει να αφήσουμε απάνθρωπους καιρούς να μας κάνουν σαν τα μούτρα τους. Γι' αυτό νευριάζει η Χρυσή Αυγή.
Παίζουν μπάλα στο ίδιο ταλαιπωρημένο χωράφι. Στα σχολεία. Εκεί ψαρεύει η Χρυσή Αυγή τις επόμενες στρατιές φανατισμένων, εκεί βρίσκονται τοίχοι και θρανία γεμάτοι στίχους και ζωγραφιές. Κάθε σχολείο έχει παιδιά που βάφουν και ραπάρουν, λιγότερο ή περισσότερο ντροπαλά. Παιδιά που αν δεν χορεύουν και αν δεν σκρατσάρουν ή δεν σκαρώνουν μουσικές, ενθουσιάζονται στις συναυλίες όταν βλέπουν άλλους να το κάνουν. Οπως έχει και παιδιά που καταλήγουν, νωρίς, στον άλλο χώρο, στο στρατόπεδο: τα βήματα των παιδιών είναι αβέβαια σε αυτή την ηλικία και δικαιολογούνται. Υπάρχει όμως και ένα γεγονός, το οποίο οφείλει να λάβει κανείς σοβαρά υπ' όψη: η Χρυσή Αυγή δεν υπάρχει στα πανεπιστήμια ούτε πρόκειται να υπάρξει ποτέ.
Το αντίθετο ακριβώς
Τέσσερα στοιχεία: ραπ, γκραφίτι, μπρέικ ντανς, ντι τζέινγκ. Μπορεί κανείς να τα αποδεχθεί και να πιστέψει σε αυτά, ή όχι. Δεν υπάρχει αρχηγός τα μπράβο του οποίου πρέπει να επιζητείς, δεν υπάρχει κανείς που σημειώνει τις επιδόσεις σου στο τετραδιάκι, δεν υπάρχει υποχρέωση σε κανέναν παρά στον εαυτό σου. Τα τέσσερα αυτά στοιχεία συνοψίζουν την υγεία, την αγάπη. Τη ζωή.
Το ραπ είναι ελευθερία έκφρασης. Γοητευτική αμεσότητα λόγου, έκθεση συναισθημάτων και ιδεών - κάτι που θέλει θάρρος και βοηθάει. Ταυτόχρονα, είναι η ενίσχυση και ενθάρρυνση της ελευθερίας αυτής. Θέλω να μιλάς ονομάζεται ο δίσκος του Ηρωα, που κυκλοφόρησε το 2010, και το σύνθημα αυτό κυκλοφορεί ακόμη στους τοίχους των πόλεων, μέσα από στένσιλ και γκραφίτι. Η έκφραση "με όποιον τρόπο την επιτυγχάνει κανείς" είναι από τα πλέον σημαντικά στη ζωή. Εδώ, επιθυμείται: σε συναυλίες, μικρόφωνα μένουν ανοιχτά για όποιον, γνωστό ή άγνωστο, πιστεύει πως έχει κάτι να πει. Στα 2010, ένας πιτσιρικάς στα 13 μοιράζεται τη σκηνή ενός κατάμεστου ΑΝClub, με πολλά από τα γνωστότερα εγχώρια ονόματα, αφού προηγουμένως είχε συμμετάσχει στο mixtape ενός εξίσου γνωστού DJ. Σε τραγούδι της Hit N Rap ομάδας ?μιας από τις πλέον ενεργές που αποδεικνύει έμπρακτα πόσο αποτελεσματικά μπορεί να πραγματωθεί η αυτοοργάνωση όταν γίνεται με μεράκι? ένας από τους συμμετέχοντες αναφέρει: «πιστεύω στα ιδανικά θρησκεία, οικογένεια...», θέση που απέχει αρκετά από τις απόψεις των περισσοτέρων. Κανείς δεν τον μαχαίρωσε, κανείς δεν τον περίμενε έξω από καφετέρια, αντιθέτως μοιράστηκαν το τραγούδι τους μαζί του. Αυτό είναι το ραπ. Ενίσχυση της πολυφωνίας, θέληση να υπάρχουν άνθρωποι που εκφράζονται, που θα μαθαίνουν να κουβαλούν το βάρος του λόγου τους. Γιατί, αλήθεια, στην οργάνωση της Χρυσής Αυγής, ποιος μπορεί και τολμά να διαφωνήσει με τον αρχηγό; Ποιος μπορεί να τον αμφισβητήσει;
Το χιπ χοπ είναι χρώμα. Οχι μόνο στους τοίχους, που υποφέρουν από την ανάσα του καυσαερίου. Συντήρηση, αξιοποίηση και παραγωγή πολιτισμού: οι παραγωγοί στηρίζονται, σε μεγάλο βαθμό, σε ελληνικά τραγούδια περασμένων δεκαετιών, τα οποία πειράζουν - ακόμη και στο εξωτερικό χρησιμοποιούνται παραδοσιακές, ελληνικές λούπες. Το μπαγλαμαδάκι ακούγεται σε τραγούδια Κολομβιανών. Στα τραγούδια ενσωματώνονται αποσπάσματα από ελληνικές ταινίες και ομιλίες, που μοιάζουν ξεχασμένες. Επίσης, ο νέος παραγωγός, καθώς βυθίζεται στο προϋπάρχον υλικό, έρχεται σε επαφή με το βάθος της πολιτιστικής κληρονομιάς. Μαθαίνει να εκτιμάει. Οσον αφορά τα γκράφιτι, μια ώριμη ματιά στο κέντρο της πόλης αρκεί για να πείσει τον καθένα. Ο γκρι τοίχος χειρότερος δεν γίνεται, μόνο για όσους φοβούνται το χρώμα.
Γι' αυτό φοβάται η Χρυσή Αυγή το χιπ χοπ. Γιατί φοβάται το όμορφο, την αγάπη και την ενότητα. Φοβάται την ελευθερία σκέψης και έκφρασης, γιατί απειλεί το στρατιωτικής δομής, συγκεντρωτικό της σύμπλεγμα, όπου μόνο ο αρχηγός έχει το δικαίωμα να εκφέρει άποψη και τα νέα μέλη εκπαιδεύονται να τρώνε κλωτσιές, δίχως να μιλάνε. Φοβάται την αγάπη και το χαμόγελο, το γέλιο και το χρώμα.
Αρκεί για να το καταλάβει κανείς, να ρίξει μια ματιά στις φωτογραφίες από τις κατασκηνώσεις και τις συγκεντρώσεις της: η όμοια, άχρωμη ενδυμασία, τα δήθεν σοβαρά πρόσωπα, τα ξυρισμένα κεφάλια, οι φουσκωμένες εκφράσεις. Οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι ελεύθεροι και δεν θα είναι ποτέ όσο γυρεύουν την επιβράβευση του αρχηγού, όσο χρειάζονται εντολές. Και, αντίστοιχα, ο αρχηγός χωρίς αυτούς δεν είναι τίποτα.
Ο λόγος όμως, για τον οποίο, η Χρυσή Αυγή φοβάται το χιπ χοπ δεν σχετίζεται μονάχα με το ιδεολογικό πλαίσιο: πως, δηλαδή, τραγουδάει την αγάπη, ενώ αυτοί κηρύσσουν το μίσος, με φωτιά και λεπίδα. Η αιτία βρίσκεται στο γεγονός πως, καθώς πρόκειται για δυο χώρους που παίζουν μπάλα στο ίδιο χωράφι (νεολαία) και λόγω της κοινής συνύπαρξης χρόνων, βρίσκεται σε θέση να αναγνωρίσει την πραγματική της δύναμη, η οποία της χαλάει τις δουλειές.
Σε αντίθεση με τον μέσο νοικοκυραίο που γνώρισε τη Χρυσή Αυγή τους τελευταίους μήνες, με την αρωγή πολύπλευρων, αντιφατικών δράσεων, όπως επιλεκτικών συσσιτίων και αιμοδοσιών, διανομής φρούτων και κρεάτων, ναζιστικών χαιρετισμών, χαστουκιών στο σύστημα και μιας ρητορικής μίσους, η χιπ χοπ κοινότητα είχε άμεση και αντίθετη, φυσικά, σχέση με τον εν λόγω χώρο, πριν αυτός ακόμη καταλήξει στο Κοινοβούλιο. Η χιπ χοπ σκηνή ήξερε τα καλά παιδιά, που βοηθούν γιαγιάδες να κάνουν τα ψώνια τους στη λαϊκή ή να σηκώσουν τον σχεδόν ανύπαρκτο μισθό τους, πριν φορέσουν τα ψεύτικα χαμόγελα του κοινοβουλευτισμού, πριν γίνουν εξώφυλλα σε lifestyle περιοδικά: όταν δεν μαχαίρωναν Πακιστανούς, αλλά Αλβανούς.
Οσο υπάρχει ραπ στην Ελλάδα, υπάρχει αναφορά και στη δράση τους. «Νεοναζί καλός μόνο νεκρός» τραγουδούσαν οι F.F.C το 1987, ένα συγκρότημα που στη μνήμη των ακροατών θεωρείται ιερό, εκτιμάται από τους πάντες και συνεργάστηκε, μεταξύ άλλων, με τη Χαρούλα Αλεξίου. Οι Terror X Crew, εν συνεχεία, ακολούθησαν μια ιδιόμορφη πορεία, που θα αναλύσουμε παρακάτω. Πριν από το τέλος του προηγούμενου αιώνα, τάραξαν ολόκληρη την Ελλάδα με τον αντιεξουσιαστικό και ανατρεπτικό στίχο και τον επαναστατικό ήχο τους. Στο «Να τους δω να τρέχουν», θα πούνε «όντας σώφρων πολίτης, θεωρούμαι αλήτης, γιατί δεν είμαι γιάπης, δεν είμαι Χρυσαυγίτης». Αλλού: «οι παππούδες οι καημένοι, ρωτάνε σαν χαμένοι, μήπως ήρθαν οι γαμημένοι οι ναζί, που κανένας τους δεν θα 'πρεπε να ζει», «το όνομά μου σε μαύρες λίστες, επικηρυγμένος από τις αρχές και από φασίστες». Ο TNS, το 2004, στο «Οπως παλιά» θα πει: «ώσπου μια βραδιά κάτι παιδιά κύκλωσαν τον εμση, ξύλο από ναζί έβαλα στις τσέπες μου, γιατί ήτανε πολλοί», γνωρίζοντας στο κοινό τις πρακτικές τους, που τώρα βλέπουμε στην πράξη. Οι αναφορές αυτές μετράνε ήδη περισσότερα από δέκα χρόνια πίσω τους.
Εντάσσονται σε μια εποχή, όπου η Χρυσή Αυγή δεν δίσταζε να κυκλοφορεί με ναζιστικά εξώφυλλα, όπου υμνούσε τον Χίτλερ, τον Γκέμπελς, τον Ρόζεμπεργκ. Στα πιο σύγχρονα, όπου το ναζιστικό κόμμα αποποιείται του χαρακτηρισμού αυτού, πρέπει να ψάξει κανείς για επακριβή προσδιορισμό, εκτός του πλήθους που υπάρχουν γι΄ αυτούς και τους ομοίους τους, όταν δηλαδή γίνεται αναφορά για φασίστες και ναζί - δεν υπάρχει συγκρότημα, σήμερα, που να μην έχει έναν τουλάχιστον στίχο εναντίωσης.
Οι Ορθολογιστές, στο «Οσο κάτι μας ενώνει», που κυκλοφόρησαν το 2010 αυτόνομα και ανεξάρτητα περιγράφουν τη σύγχρονη πτυχή πλεύσης τους «στείλε μες στο άσυλο ασφαλίτες, χρυσαυγίτες και αφού τα κάψουν όλα πες τους φοιτητές αλήτες». Ο Αγνωστος Χειμώνας, στο κουπλέ του στο «Χτυπάνε Τύμπανα» λέει «είμαι της εποχής, που φεύγαν με κλωτσιές από τα live του Βορίδη τα παιδάκια της Αυγής».
Ο Νarrow, από τους Intifada, ένα από τα πλέον ανερχόμενα σχήματα που κάνουν αισθητή την παρουσία τους μέσα από συναυλίες σε καταλήψεις, πανεπιστήμια και πάρκα, έχει αφιερώσει το τραγούδι του «Χρυσά Αυγά» στην επίκληση αναγκαίων ανθρωπιστικών αξιών. Τέλος, το πιο τραγικό: Ο Θανάσιμος, μουσικά και όχι μόνο αδερφός του Killah-P, με συνεργασία και φιλία χρόνων πολλών, αναρωτιέται μεταξύ άλλων στο «Βόμβα», που κυκλοφόρησε το 2007 «γιατί να υπάρχει η Χρυσή Αυγή;».
Τι απάντηση να του δώσει σήμερα και ποιος.
Το αύριο όμορφο
Σήμερα, το χιπ χοπ είναι εδώ, ανταποκρινόμενο στις ανάγκες της εποχής του ως ένα ευρύ κοινωνικό κίνημα. Δίχως κομματικό ή άλλο καπέλωμα, δίχως δόγμα, ιερατείο, δεσμά και όρια. Από χρόνια φώναζε για τα προβλήματα -παρά τα όσα υπήρχαν στο εσωτερικό του, τις διχόνοιες και τις κόντρες που ταλαιπώρησαν πολύ-, παρότι δεν κατάφερε να του δώσουν σημασία ώστε να αποφευχθούν, είναι εδώ για να βοηθήσει να περαστούν.
Το χιπ χοπ τα τελευταία χρόνια δίνει και δεν παίρνει, αυτό είναι που δεν μπορεί να συλλάβει η Χρυσή Αυγή, αυτό είναι που τη φοβίζει. Οπως οι περισσότεροι δημοσιογράφοι αδυνατούν να πιστέψουν πως ο δολοφονημένος δεν ανήκε πουθενά. Οι περισσότερες συναυλίες και τα φεστιβάλ, τα τελευταία χρόνια, γίνονται για έναν σκοπό, που συχνότατα δεν αφορά οφέλη των καλλιτεχνών, οι οποίοι παίζουν δωρεάν και με ό,τι μέσα υπάρχουν. Ενδεικτικά, ανασύρει η μνήμη μου: συναυλίες για άτομα που χρήζουν ιατρικής περίθαλψης, για την προστασία πάρκων που σκοπεύεται να γίνουν πάρκινγκ, για το Χαμόγελο του Παιδιού, για τους μετανάστες, για τους απεργούς της Χαλυβουργικής, για τα δικαστικά έξοδα του Κ. Σακκά τελευταίως. Ανθρωποι τραγουδούν ενισχύοντας ανθρώπους, με τους οποίους μπορεί να μη συμφωνούν πλήρως. Αντιφασιστικές συναυλίες γίνονται σε ολόκληρη την Ελλάδα. Από την Κρήτη έως την Ξάνθη και από τη Μυτιλήνη έως την Κέρκυρα. Οι κυκλοφορίες γίνονται ανεξάρτητα και αυτόνομα, το ίδιο και οι συναυλίες. Η μουσική σκηνή συμπορεύεται με άλλες, αδελφές σκηνές, όπως η ρέγκε. Μπορεί να διαβάσει κανείς τη δημοσιευμένη ανακοίνωση του Χρήστου Πανοηλία για το ποιόν του δολοφονημένου, όταν γυρνούσε στο κέντρο της Αθήνας μοιράζοντας κουβέρτες σε αστέγους. Η μουσική δεν είναι μόνο ό,τι πιάνει το αυτί μας.
Κοινά ιδανικά
Τα άτομα του χώρου μπορεί να μην έχουν τις ίδιες ιδέες και πολιτικές θέσεις. Να μην έχουν την ίδια προοπτική για το πώς ακριβώς θα έπρεπε να είναι ο κόσμος, να διαφωνούν σε πολλά ζητήματα. Αλλοι είναι πρακτικά στρατευμένοι, μέσα από την υπεράσπιση κάποιου χώρου, και άλλοι όχι. Ισως δεν υπάρχει καν χώρος στην τελική, μόνο άνθρωποι, προσπάθεια και στιγμές. Μέσα από την τέχνη τους, όμως, συστρατεύονται όλοι στα ίδια ιδανικά, τα πραγματικά σημαντικά: την ελευθερία, την αγάπη, την αφύπνιση, την ευαισθητοποίηση και την ενίσχυση του αισθήματος της αλληλεγγύης σε όλους, για όλους. Τον σεβασμό στον άνθρωπο και τη ζωή.
Η κοινότητα περιέχει -όπως μια τοπική ποδοσφαιρική ομάδα ή ένας παραδοσιακός σύλλογος- όλα τα στοιχεία παθογένειας της ελληνικής κοινωνίας. Ωστόσο, τώρα είναι η ευκαιρία της να σταθεί στο πλευρό του πολίτη, ασπίδα μπροστά του. Να φανεί αντάξια των περιστάσεων. Είναι το λιγότερο που μπορεί να κάνει στο πρόσωπο ενός ανθρώπου που έφυγε από τη ζωή επειδή απλώς αγαπούσε τους ανθρώπους. Ο κόσμος δεν πρόκειται να αλλάξει, ίσως ούτε και η δομή της κοινωνίας αυτής, στο άμεσο μέλλον. Ενα είναι το σίγουρο όμως. Από τα σπλάχνα της κοινότητας αυτής θα βγουν παιδιά ευαίσθητα, πλακατζήδες όπως ο Killah-P, που θα αγαπάνε τη ζωή και τον άνθρωπο, τις ευθύνες και την έκφραση, θα μιλούν όταν οι άλλοι σωπαίνουν και θα μιλούν και για εκείνους που σιωπούν. Δεν θα βγουν παιδιά που κυκλοφορούν με μαχαίρια, άντρες που χτυπάνε τις γυναίκες και τα παιδιά τους, δήθεν μάγκες που ανεβάζουν το αμάξι τους στο πεζοδρόμιο, γιατί έτσι γουστάρουν. Και σίγουρα, σίγουρα όμως, δεν πρόκειται να βγουν άνθρωποι που το κινητό τους θα χτυπάει τα μεσάνυχτα, για να πάνε να καθαρίσουν κάποιον.
ΥΓ1: Οσα αναφέρονται στο άρθρο αποτελούν καθαρά προσωπική άποψη του συγγραφέα. Δεν εκπροσωπείται κανένας άλλος, πέραν αυτού.
Σταύρος Μαλιχούδης
Πηγή : http://www.ethnos.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου