H Joy Mayer ίδρυσε τον οργανισμό Trusting News το 2016, ύστερα από σταδιοδρομία 20 ετών στη δημοσιογραφία και τη διδασκαλία. Εργάστηκε 12 χρόνια στη Σχολή Δημοσιογραφίας του Μιζούρι, όπου δημιούργησε ένα πρόγραμμα εμπλοκής του κοινού στις ειδήσεις (audience engagement) και ένα πρόγραμμα σύνδεσης με τις τοπικές κοινωνίες στο newsroom της εφημερίδας Columbia Missourian. Έχει πραγματοποιήσει εκπαιδευτικά σεμινάρια σε δημοσιογράφους από 12 χώρες με αντικείμενο το καθημερινό χτίσιμο εμπιστοσύνης με το κοινό.
Τη συναντήσαμε στη διεθνή εβδομάδα δημοσιογραφίας του iMedD στο Ωδείο Αθηνών, όπου προσπάθησε να μεταδώσει ως εισηγήτρια τριήμερου σεμιναρίου την εμπειρία της για το πώς μπορούν οι δημοσιογράφοι να ξανακερδίσουν την εμπιστοσύνη του κοινού.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του iMedD, το 72% των Ελλήνων δεν εμπιστεύεται τα τηλεοπτικά ΜΜΕ, το 74,5% δεν εμπιστεύεται συνολικά τους δημοσιογράφους και το 93% θεωρεί ότι υπάρχει υπερβολική εξάρτηση των ΜΜΕ από κυβερνήσεις και κόμματα. Στη συζήτηση μαζί της προσπαθούμε να ανιχνεύσουμε εάν και πώς η ελληνική κοινωνία και τα ΜΜΕ μπορούν να σπάσουν αυτό το τείχος καχυποψίας, καθώς το 90% του κόσμου συνεχίζει να πιστεύει ότι η δημοσιογραφία είναι απαραίτητη για τη δημοκρατία.● Γιατί έχει διαβρωθεί σχεδόν παγκοσμίως η εμπιστοσύνη προς τη δημοσιογραφία; Φταίει ότι ζούμε στην εποχή του διαδικτύου και των social media ή πρόκειται για ένα θέμα με ευρύτερες κοινωνικές και ιστορικές προεκτάσεις;
Η εμπιστοσύνη στη δημοσιογραφία στις ΗΠΑ πέφτει από τα τέλη της δεκαετίας του 1970. Είχε κορυφωθεί λίγα χρόνια μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου Watergate, όμως ήδη από τη δεκαετία του 1980 με τον κατακερματισμό της ενημέρωσης από τις εκπομπές λόγου στο ραδιόφωνο και στην καλωδιακή τηλεόραση της δεκαετίας του 1990 άρχισε να κλονίζεται. Οι πολίτες άρχισαν να ενημερώνονται με έναν αποσπασματικό και εξατομικευμένο τρόπο, που απλώς επιβεβαίωνε τις δικές τους αντιλήψεις. Ετσι, άρχισαν να εμπιστεύονται λιγότερο τα κεντρικά ΜΜΕ. Δεν γίνεται να γυρίσουμε στην εποχή που υπήρχαν μόνο λίγα ΜΜΕ και τηλεοπτικά κανάλια. Ομως οι δημοσιογράφοι πρέπει να κάνουν τους πολίτες να καταλάβουν πώς και γιατί επιλέγουν και εμπιστεύονται τις πηγές ενημέρωσής τους. Οι δημοσιογράφοι δεν πρέπει να υποθέτουν ότι αξίζουν εκ των προτέρων την εμπιστοσύνη του κοινού, αλλά να του δείχνουν γιατί η δουλειά τους γίνεται με διαφάνεια, είναι αξιόπιστη και απαντά στα ερωτήματά του.
● Πώς μπορούν οι δημοσιογράφοι να επαναπροσεγγίσουν το κοινό τους και να έχουν μια πιο αποτελεσματική αλληλεπίδραση;
Πρώτα απ’ όλα πρέπει να καταλάβουν ότι είναι λογικό να υπάρχει δυσπιστία προς το επάγγελμά τους. Εχουν γίνει πολλές ανεύθυνες πράξεις στο όνομα της δημοσιογραφίας. Η καχυποψία, ο σκεπτικισμός και η σύγχυση του κοινού είναι φυσικό επακόλουθο. Οι δημοσιογράφοι πρέπει να σταματήσουν να υπερασπίζονται τη δημοσιογραφία γενικώς, γιατί πολλές μορφές της πραγματικά δεν επιδέχονται υπεράσπιση. Πρέπει όμως να βοηθήσουν το κοινό να καταλάβει τι διαχωρίζει την ανεξάρτητη και υπεύθυνη πληροφόρηση από εκείνη που χωρίς αίσθημα ευθύνης αναπαράγει επιχειρηματικές ή πολιτικές ατζέντες διαφόρων συμφερόντων.
● Η Ελλάδα παρουσιάζει σήμερα ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά εμπιστοσύνης στα ΜΜΕ στον δυτικό κόσμο. Φταίει μόνο το μοντέλο μεγάλων ελληνικών ΜΜΕ που σχετίζονται με συγκεκριμένα συμφέροντα ή οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι δεν προσπαθούν αρκετά ώστε να δείξουν ότι μπορούν να κάνουν με επαγγελματισμό τη δουλειά τους και να προσφέρουν υπεύθυνη ενημέρωση;
Δεν μπορώ να μιλήσω συγκεκριμένα για την καχυποψία ενάντια στα ελληνικά ΜΜΕ. Ομως κατά τη διάρκεια του σεμιναρίου άκουσα από δημοσιογράφους ότι πολλοί συνάδελφοί τους αισθάνονται ότι δεν μπορούν να δράσουν ανεπηρέαστοι και να πάρουν ουσιαστικές αποφάσεις για το πώς θα καλύψουν ένα θέμα, και το κοινό το αντιλαμβάνεται. Οσοι δημοσιογράφοι μπορούν να το κάνουν πρέπει να δείξουν ότι μπορούν να εργαστούν ανεπηρέαστοι από οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα. Στους πολίτες λέω να παρατηρήσουν και να ξεχωρίσουν εάν ένα συγκεκριμένο ΜΜΕ θα έγραφε κάτι αρνητικό ή «ενοχλητικό», εάν παρουσιάζει τα πραγματικά δεδομένα όποια κι αν είναι αυτά. Επίσης, τα ΜΜΕ πρέπει να χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη λογοδοσία προς το ακροατήριό τους, να εξηγούν δηλαδή γιατί και με ποια διαδικασία αποφασίζουν να καλύψουν συγκεκριμένα θέματα.
● Η ελληνική κυβέρνηση σκέφτεται να δημιουργήσει μια «επιτροπή δεοντολογίας ΜΜΕ» με τη συμμετοχή συνδικαλιστών δημοσιογράφων, ακαδημαϊκών κ.ά. Ορισμένοι υποστηρίζουν το μέτρο, όμως άλλοι μιλούν για μια απόπειρα λογοκρισίας. Μπορεί μια τέτοιου είδους επιτροπή να προσφέρει κάτι στη δημοσιογραφία;
Κάθε φορά που μιλάμε για μέτρα ρύθμισης στον δημόσιο λόγο πρέπει να δούμε ποιος θα είναι ο «ρυθμιστής». Ο Ντόναλντ Τραμπ μισούσε τους δημοσιογράφους και τους χαρακτήριζε εχθρούς του λαού. Θα θέλαμε η προεδρία του να είχε το δικαίωμα να αποφασίζει ποιος θα δημοσιοποιήσει κάτι; Κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε ποτέ να δουλέψει στις ΗΠΑ. Οι δημοσιογράφοι δεν χρειάζονται κάποιου είδους πιστοποίηση. Η δημοσιογραφία πρέπει να χαρακτηρίζεται από τον συνεχή έλεγχό της στην εξουσία. Εάν οι δημοσιογράφοι ζητούν την άδεια από διάφορους ισχυρούς για να δημοσιεύσουν κάτι, τότε δεν θα απαντήσουν ποτέ στις ανάγκες της κοινωνίας.
Πηγή : Εφημερίδα των Συντακτών/Μιχαήλ Άγγελος Κωνσταντόπουλος
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου