19 Μαρ 2021

«Η εκπαίδευση στη Σέριφο κατά την καποδιστριακή και οθωνική περίοδο»




Οι πληροφορίες για τη Σέριφο γύρω από τα χρόνια της Επαναστάσεως είναι ελλιπείς λόγω πιθανής απώλειας του αρχείου του νησιού (Καντζελαρία) 
Την άνοιξη του 1821, σε νησιά του Αιγαίου, ένα εκ των οποίων ήταν η Σέριφος, ο Δημ. Θέμελης, στέλεχος της Φιλικής Εταιρείας, είχε επωμισθεί την ευθύνη της οργάνωσης των Εφορειών

 Μία τέτοια κίνηση αποτελεί ένδειξη πως ακόμα κι αν, εν τέλει, δεν πέρασε από εκεί, το κλίμα που επικρατούσε στη Σέριφο ήταν επαναστατικό σε κάθε περίπτωση∙ είτε υπήρχε ενεργή συμμετοχή των κατοίκων προς αυτήν την κατεύθυνση είτε σιωπηλός στωικισμός εν αναμονή κάποιου επίσημου εκπροσώπου της Επαναστάσεως που θα σήμανε ένα νέο κεφάλαιο για τον τόπο, αυτό της ελευθερίας 

Παρόλα αυτά, υπήρξαν ραδιουργίες για να αποτρέψουν τις ενέργειες προς αυτήν την κατεύθυνση, όμως, ο Βασίλειος Γρυπάρης, σε επιστολή του προς τους δημογέροντες των Σπετσών, ενημέρωνε ότι το Μάιο του 1822 κατόρθωσε, όπως γράφει, να υψωθεί η σημαία της Επαναστάσεως στο νησί

Ο Κ. Μεταξάς, αρμοστής εκείνη την περίοδο, στα Απομνημονεύματά του, αναφέρει περιστατικό, στο οποίο ήταν παρών, και έλαβε χώρα τον, πιθανώς, τον Αύγουστο του ίδιου έτους σχετικά με πιθανή τουρκική απόβαση στο νησί80.

 Ενώ ομάδα τουρκικών πολεμικών πλοίων έπλεε έξω από τη Σέριφο, εκατό Σεριφιώτες ενώθηκαν με τους πενήντα στρατιώτες της προσωπικής φρουράς του Κ. Μεταξά για να αμυνθούν, όπως κι εκείνος συνέστησε. 

Όταν η πρώτη τουρκική βάρκα αποβιβάστηκε για τον καθιερωμένο ανεφοδιασμό τροφίμων και νερού, έγινε «δεκτή» με ομαδική εκπυρσοκρότηση των όπλων με αποτέλεσμα να επιστρέψουν στα πλοία, χωρίς καν να επιχειρήσουν οι Τούρκοι ξανά να αποβιβαστούν



Κάντε αριστερο κλικ πάνω στον χάρτη για καλύτερη ευκρίνεια
 Στον χάρτη που επιμελήθηκε ο ArcGreek - τον οποίο τον ευχαριστούμε για την παραχώρηση χρήσης - παρουσιάζονται κατά προσέγγιση οι περιοχές και οι χρονολογίες οθωμανικής κατάκτησης ανά περιοχή με τις αντίστοιχες περιοχές και χρονολογίες απελευθέρωσης.

«Η εκπαίδευση στη Σέριφο κατά την καποδιστριακή και οθωνική περίοδο»

Δημητσάντου Δ. Ανδρονίκη

ΓΕΝΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 
Η μελέτη αυτή είχε ως αντικείμενο την εκπαίδευση στο νησί της Σερίφου κατά την καποδιστριακή και οθωνική περίοδο (1828 – 1862). Μέσα από την αποτύπωση του ιστορικού και νομοθετικού πλαισίου για το εν λόγω διάστημα, την καταγραφή εκπαιδευτικών διατάξεων, την επεξεργασία αρχειακού υλικού, καθώς και ελληνικής και ξενόγλωσσης βιβλιογραφίας, επιχειρήθηκε η σκιαγράφηση του κοινωνικού και εκπαιδευτικού γίγνεσθαι της τοπικής νησιωτικής κοινότητας ενώ, παράλληλα, επιχειρείται η μελέτη και αποκωδικοποίηση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών συνιστωσών που τη συγκροτούν.

 Το νησί της Σερίφου, από γεωγραφικής απόψεως, δεν ευνοούσε την άμεση επικοινωνία με άλλα νησιά, όπως αυτό της Σύρου, ή περιοχές κεντρικότερες οι οποίες, ταυτόχρονα, διαδραμάτιζαν σημαντικό ρόλο στην διεκπεραίωση των απαραίτητων διαδικασιών σχετικά με τη λειτουργία της κοινωνίας σε όλα τα επίπεδα. 

Τα χρόνια πριν από την Επανάσταση του 1821 δεν επηρεάστηκε καταπιεστικά σε μεγάλο βαθμό από την οθωμανική αυτοκρατορία λόγω της γεωγραφικής της θέσης καθώς δεν έπαιζε καίριο στρατηγικό ρόλο στην τότε διαμορφωμένη πολιτική κατάσταση. Η μορφολογία του εδάφους της ήταν μάλλον τραχειά και δεν ευνοούσε τις καλλιέργειες, αποτελούσε, όμως, με την κατάλληλη εκμετάλλευση, προστασία για τους γηγενείς. Η Χώρα χτίστηκε σε ύψωμα και πρόσφερε καταφύγιο από τις επιδρομές.

 Η οικονομία της Σερίφου δεν ήταν εύκολο, εν τοις πράγμασι, να αναπτυχθεί, γεγονός που είχε αντίκτυπο στην καθημερινή διαβίωση των κατοίκων της και, σαφώς, και στο μορφωτικό τους επίπεδο. Η παροχή της εκπαίδευσης τα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας δεν ήταν κοινή ανά τον ελληνικό χώρο, αλλά δεν ήταν ούτε και συντονισμένη ή συστηματική. Τα χρόνια που ακολούθησαν της Επανάστασης του 1821 η εκπαίδευση αφορούσε τις προσπάθειες για την κατοχύρωση της δημόσιας δωρεάν παιδείας

. Κατά τη διάρκεια της καποδιστριακής περιόδου πραγματοποιήθηκε η εισαγωγή και ενός τεχνικού προσανατολισμού που δεν επηρέασε άμεσα τη Σέριφο στην εκπαίδευση αλλά η μεγαλύτερη βαρύτητα δόθηκε στη συγκρότηση της στοιχειώδους εκπαίδευσης. 

Η δολοφονία του Καποδίστρια, πέραν όλων των άλλων προβλημάτων που ανέκυψαν, είχε ως αποτέλεσμα και το κλείσιμο ή την υπολειτουργία σχολείων, όχι όμως και στη Σέριφο. Τα χρόνια της Αντιβασιλείας (1833 – 1835), όσον αφορά στο χώρο της παιδείας, οι κινήσεις στράφηκαν προς τη διαμόρφωση ενός εκπαιδευτικού συστήματος σύγχρονου αστικού κράτους. Σε τοπικό επίπεδο η λήψη αποφάσεων λαμβανόταν από όσους ανήκαν σε ανώτερη διοικητικά βαθμίδα και, σε μεγάλο εύρος, το σύστημα διακυβέρνησης ήταν συγκεντρωτικό. 

Ο νόμος του 1834 καθιστούσε απαραίτητη την ύπαρξη δημοτικού σχολείου σε κάθε δήμο και η φοίτηση σε αυτά όφειλε να είναι υποχρεωτική και εν μέρει δωρεάν, ενώ, με διατάγματα που ακολούθησαν συμπληρωματικά τα επόμενα δώδεκα χρόνια, ρυθμίστηκαν οικονομικές παράμετροι της παιδείας, όπως η ανεύρεση πόρων και ο τρόπος καταβολής των μισθών των διδασκάλων. 

Παρατηρήθηκε, όμως, μια αδυναμία κατάλληλης ρύθμισης θεμάτων σε όλο το εκπαιδευτικό φάσμα, από την καταβολή των μισθών των διδασκάλων έως και τις κατάλληλες υποδομές εκπαιδευτικών καταστημάτων.

 Υπήρξαν πολλές προσπάθειες από τον Όθωνα από τη στιγμή που ενηλικιώθηκε και ανέλαβε την εξουσία σχετικά με τον εκσυγχρονισμό του ελληνικού κράτους. Το μεγαλύτερο μέρος, όμως, των προσπαθειών αυτών, δεν είχε νομοθετική ισχύ καθότι διατυπωνόταν, κυρίως, ως προτάσεις και όχι ως νομοθετήματα.

 Η επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843 λίγο έλειψε να του κοστήσει το θρόνο λόγω της έκτασης που έλαβαν οι διαμαρτυρίες, όμως, με την αποδοχή του να παραχωρήσει, πλέον, Σύνταγμα, παρέμεινε στη θέση του. Τα χρόνια που ακολούθησαν δεν ανέτρεψαν το κλίμα που είχε σχηματισθεί προς το πρόσωπό του. Υπήρξαν πολλές κοινωνικές αλλά και πολιτικές ανακατατάξεις καθοριστικές για το μέλλον της χώρας οι οποίες και οδήγησαν στην εκθρόνιση του Όθωνα στις 12 Οκτωβρίου 1862. 

Η εκπαιδευτική πολιτική που υιοθετήθηκε είχε θετικά αποτελέσματα καθώς αυξήθηκε ο αριθμός των μαθητών, αγοριών και κοριτσιών, που φοιτούσαν στο σχολείο, αλλά και ο αριθμός των σχολικών ιδρυμάτων. Επομένως, μειώθηκε και ο αναλφαβητισμός ο οποίος υπήρχε σε πολύ μεγάλο βαθμό και δυσχέραινε την καθημερινότητα πολλών ανθρώπων. Στα δημοτικά σχολεία χρησιμοποιούνταν η αλληλοδιδακτική μέθοδος, αλλά πέραν αλληλοδιδακτικών δημοτικών σχολείων, συντηρήθηκαν και τα «παραδοσιακά» γονεοσυντήρητα σχολεία Υπήρχαν, επίσης, και άλλα ιδιωτικά διδακτήρια. 

Οι γονείς, επομένως, ναι μεν ακολουθούσαν τους παραδοσιακούς τρόπους εκμάθησης για τα παιδιά τους, αλλά ήταν, ταυτόχρονα, και δεκτικοί, εξ ανάγκης, σε εναλλακτικές λύσεις για τη μόρφωση των παιδιών τους. Όπως ήταν αναμενόμενο, η εκπαιδευτική πραγματικότητα διέφερε κατά τόπους της ελληνικής επικράτειας. 

Οι λόγοι της διαφοροποίησης αυτής είχαν τις ρίζες τους στη σύσταση της τοπικής κοινωνίας, στις συνθήκες ίδρυσης των σχολείων όποιας μορφής και εμβέλειες και, σαφώς, στην οικονομική κατάσταση της αυτοδιοικητικής μονάδας στην οποία ανήκε το κάθε σχολείο. Ιδιαίτερα, στο νησί της Σερίφου υπήρχε μορφή εκπαίδευσης, ήδη, από τα χρόνια της οθωμανοκρατίας η οποία λάμβανε χώρα σε ιδιωτικές οικίες με την επεξεργασία εκκλησιαστικών κειμένων και λειτουργούσαν από ιδιωτικούς δημοδιδασκάλους. 

Κάτι τέτοιο δηλώνει πως η επιθυμία για μάθηση και μόρφωση εκ μέρους των κατοίκων του συγκεκριμένου νησιού ήταν ισχυρή ακόμα και τα δύσκολα εκείνα χρόνια, παρά τη δεινή οικονομική τους κατάσταση. Το Σχολείο στοιχειώδους εκπαιδεύσεως της Σερίφου ιδρύθηκε το 1813 και το Ελληνικό σχολείο το 1825.

 Επομένως, ήδη, από την καποδιστριακή εποχή είχαν γίνει κινήσεις για τη σύσταση και λειτουργία σχολείου στο νησί και, μάλιστα, δώδεκα χρόνια αργότερα, και για ανώτερου επιπέδου σχολείου. Τα αλληλοδιδακτικά σχολεία στο νησί για ένα διάστημα ήταν δύο, γεγονός που φανερώνει πως και το μαθητικό δυναμικό δημιουργούσε προϋποθέσεις για τη χάραξη ανάλογης εκπαιδευτικής πολιτικής εκ μέρους του Δήμου, μιας και το αγαθό της εκπαίδευσης τύγχανε ιδιαίτερης εκτίμησης από τους κατοίκους της Σερίφου. 

Σύμφωνα με επιστολές των δημοδιδασκάλων, ήταν πολλές οι απουσίες μαθητών από τα σχολεία προκειμένου να στηρίξουν τους γονείς τους και η φοίτησή τους χαρακτηριζόταν ελλιπής. 

Οι ανάγκες, λοιπόν, σε οικονομικό και πρακτικό επίπεδο συνέβαινε, σε ορισμένες περιπτώσεις, να παραγκωνίσουν την εκπαίδευση των νέων του νησιού παρά τις προσπάθειες των δημοδιδασκάλων για το αντίθετο.

 Σε κάποιο βαθμό, όμως, ενδεχομένως, η κοινωνία του νησιού να είχε την πεποίθηση ότι η μόρφωση, η ολοκλήρωση των σπουδών, είναι αυτό που θα καθορίσει την ποιότητα ζωής του ατόμου, την οικονομική του εξασφάλιση, και επομένως και της οικογένειάς του, αλλά θα συμβάλλει και στην κοινωνική του ανέλιξη. 

Μεγάλο πρόβλημα για την λειτουργία των σχολείων της Σερίφου αποτελούσε η οικονομική κατάσταση του Δήμου και η, ταυτόχρονη, κρατική αβελτηρία επί της αποπληρωμής των μισθών των δημοδιδασκάλων, οι οποίοι, μάλιστα, είχαν, σε ορισμένες περιπτώσεις, ελλιπείς γνώσεις. 

Η έλλειψη πλήρως καταρτισμένου προσωπικού είχε ως αποτέλεσμα να καταλαμβάνει τη θέση κάποιος με εμφανώς λιγότερες γνώσεις από τις αρμόζουσες ή που καταλάμβανε, ταυτόχρονα, άλλη θέση, όπως στην περίπτωση του Λουκά Λιβάνιου που εκτελούσε χρέη δημοδιδασκάλου ενώ, παράλληλα, ήταν και Ειρηνοδίκης. 

Τις περισσότερες φορές ο δημοδιδάσκαλος είχε εντοπιότητα. Στην πλειοψηφία τους οι δημοδιδάσκαλοι αντιμετώπιζαν σοβαρά προβλήματα οικονομικής φύσεως και πολλές φορές αναγκάζονταν να αποστέλλουν επιστολές στη Γραμματεία ζητώντας τα δεδουλευμένα τους.

 Για κάποιο χρονικό διάστημα το ένα από τα αλληλοδιδακτικά σχολεία του νησιού δεν λειτουργούσε, ενδεχομένως, λόγω οικονομικής δυσπραγίας του δήμου ο οποίος αδυνατούσε να καλύψει τις ανάγκες που συνεχώς προκύπταν ή λόγω έλλειψης δημοδιδασκάλου κατάλληλα καταρτισμένου για τη θέση. Τα μαθήματα που διδάσκονταν στα σχολεία σκοπό είχαν να ενισχύσουν το θρησκευτικό αίσθημα των παιδιών και να αφυπνίσουν την εθνική τους συνείδηση. 

Πέραν τον μαθημάτων που στόχευαν αυτά, όπως η γλώσσα και η ιστορία, διδάσκονταν σε μικρότερο ποσοστό τα θετικά μαθήματα, όπως τα μαθηματικά και η γεωγραφία. Μία απόπειρα εκσυγχρονισμού εκ μέρους της αρμόδιας Γραμματείας (=Υπουργείου) ήταν να εντάξει μαθήματα, όπως η ηθική και τα λατινικά, στο πρόγραμμα σπουδών των Ελληνικών σχολείων στην προσπάθεια να συμβαδίζουν με τα σχολεία των χωρών της Δυτικής Ευρώπης. 

Οι διδάσκαλοι δεν τύγχαναν πάντα της αποδοχής της τοπικής κοινωνίας. Πολλές φορές, όπως διαπιστώνεται από σειρά εγγράφων τόσο , αντιπαλότητες, έχθρες και προσωπική αντιζηλία, δημιουργούσε κακό κλίμα ή οδηγούσε τον διδάσκαλο σε κινήσεις διαμαρτυρίας ή, ακόμα, και σε παραίτηση ή απόλυση.

 Στην περίπτωση του αλληλοδιδάσκαλου Γεωργίου Κόντε, για κάποιο διάστημα ήταν πεπαυμένος των καθηκόντων του, καθώς είχε υπάρξει από την πλευρά του δημάρχου καταγγελία στην Γραμματεία για την ανικανότητα του Κόντε ενώ, στη συνέχεια, με επιστολή του ο ίδιος ο δήμαρχος δηλώνει πόσο αναστατωμένοι ήταν οι γονείς για την απώλεια του δημοδιδασκάλου του νησιού, ζητώντας την επαναπρόσληψή του. 

Πολλές φορές η κακή κτηριακή κατάσταση του σχολείου και η γενικότερη έλλειψη κατάλληλων υποδομών και αναγκαίων βιβλίων οδηγούσε αναπόφευκτα στην κακή λειτουργία του. Το γεγονός αυτό δυσχέραινε σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό το έργο του Δήμου και αύξανε την απροθυμία των δημοδιδασκάλων να διδάξουν, καθώς η οικονομική τους κατάσταση ήταν τόσο κακή που δεν είχαν κι αυτοί τα αναγκαία για να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες.

 Από τα διασωζόμενα μαθητολόγια διαπιστώνεται ότι οι ηλικίες των παιδιών και νέων που παρακολουθούσαν τα μαθήματα στα σχολεία της Σερίφου κυμαίνονταν από οκτώ (8) έως είκοσι (20) ετών. Ιδιαίτερα, στο Δημόσιο αλληλοδιδακτικό σχολείο φοιτούσαν παιδιά ηλικίας οκτώ (8) έως έντεκα (11) ετών, ενώ στο Ελληνικό σχολείο τα παιδιά ήταν δέκα (10) έως είκοσι (20) ετών.


 Το μορφωτικό επίπεδο των γονέων των μαθητών δεν ήταν ιδιαίτερα υψηλό καθώς στην συντριπτική πλειοψηφία τους ήταν γεωργοί. Το συγκεκριμένο επάγγελμα είχε ως αποτέλεσμα πολλοί από τους μαθητές να πρέπει να εργασθούν στο πλάι τους και να συνδράμουν με τον τρόπο αυτό στα έξοδα της οικογένειας, δεδομένου ότι όσο περισσότερα άτομα συμμετείχαν στις αγροτικές εργασίες, τόσο πιο γρήγορα ολοκληρώνονταν.

 Οι υπόλοιποι γονείς ήταν πολιτικοί, δηλαδή, ενδεχομένως, δημόσιοι υπάλληλοι, έμποροι και μυλωνάδες. Ακόμα, υπήρχε ένας ιερέας και ένας κτηματίας. Το εύρος των επαγγελμάτων των γονέων δηλώνει, επίσης, πέρα από το όχι ιδιαίτερα υψηλό μορφωτικό επίπεδο, και την οικονομική κατάστασή τους, και επιβεβαιώνει και τις δυσκολίες που καταγράφονται σε πολλά από τα έγγραφα που μελετήθηκαν σχετικά με τις πληρωμές των μισθών των δημοδιδασκάλων, όσο και την αγορά των απαραίτητων βιβλίων και σχολικού εξοπλισμού (πίνακες, πετροκόνδυλα, κτλ).
Διαβάστε παρακαλώ την διατριβή της Κας Δημητσάντου Δ. Ανδρονίκης στον σύνδεσμο 
 
Πηγή : https://pergamos

to synoro blog

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...