«Ψάχνουμε για έναν νέο εχθρό που να μας ενώνει
και πιστεύουμε ότι… η απειλή της υπερθέρμανσης του πλανήτη
πρέπει να μας κάνει τη δουλειά.» Club de Rome, 1991
Επειδή το τελευταίο διάστημα -μερικών ετών- βομβαρδιζόμαστε με πολλά αντικρουόμενα στοιχεία σε σχέση με την κλιματική αλλαγή και την άνευ προηγουμένου σταυροφορία για την υποτιθέμενη αποτροπή της, όπου ακόμη και το πανδημικό φαινόμενο του κορωναϊού υπόρρητα αποδίδεται σε αυτήν. Επίσης και σχετικά με το κατά πόσο αυτή η κλιματική αλλαγή, ή επί το πιο τρομολαγνικό «κλιματική κρίση» οφείλεται στις ανθρώπινες δραστηριότητες που εντατικοποιούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, προσπάθησα με προσωπική διερεύνηση να κατανοήσω το θέμα και να καταλήξω σε κάποια πρώτα συμπεράσματα, με βάση τις όποιες γνώσεις που διαθέτω σχετικά.
Εκείνο που προκαλεί εντύπωση είναι όχι η προσπάθεια να παρουσιαστεί με ένα απλό και κατανοητό τρόπο, για τους μη ειδικούς, ένα τόσο εξειδικευμένο επιστημονικά ζήτημα, όπως η κλιματική αλλαγή, αλλά ο ελάχιστα επιστημονικός τρόπος που αυτό γίνεται προκειμένου να εκμαιευτούν τα επιθυμητά συμπεράσματα. Δηλαδή, ότι το φαινόμενο οφείλεται αποκλειστικά στην ανθρώπινη δραστηριότητα.
Για το λόγο αυτό, εξ αρχής δίνεται ένας «βολικός» ορισμός της κλιματικής αλλαγής ως ανθρωπογενούς, για να ακολουθήσουν στη συνέχεια οι αυθαιρεσίες και οι ακροβατισμοί που θα οδηγήσουν στο επιθυμητό συμπέρασμα.
Έτσι -και πέραν κάθε επιστημονικού κριτηρίου και αντίστοιχης μεθοδολογίας- αποκλείεται εξ αρχής η όποια αναφορά στους βασικούς (φυσικούς) παράγοντες δημιουργίας και μεταβολής του κλίματος, που ο άνθρωπος αδυνατεί να επηρεάσει. Με βάση αυτόν τον «παραλογισμό» εξαιρούνται της συζήτησης όλες οι αλλαγές που οφείλονται σε φυσικά αίτια, όπως η ηλιακή δραστηριότητα, οι ταλαντώσεις του πλανήτη, η ηφαιστειακή τέφρα κτλ, στη λογική «αφού δεν μπορούμε να τα επηρεάσουμε τα αγνοούμε».
Τα αέρια του θερμοκηπίου δεν αρκούν για την εξήγηση του φαινομένου
Και αυτό γίνεται προκειμένου να επικεντρωθεί όλο το ενδιαφέρον στα λεγόμενα αέρια του θερμοκηπίου, τα οποία, κατά το προσφιλές «αφήγημα» των θιασωτών της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής, ευθύνονται για την «υπερθέρμανση» του πλανήτη, λόγω της αύξησης των συγκεντρώσεών τους στην ατμόσφαιρα εξ αιτίας κυρίως της χρήσης ορυκτών καυσίμων.
Σημειώνεται δε, ότι τα τελευταία 400.000 μέχρι την έναρξη της βιομηχανικής επανάστασης, οι συγκεντρώσεις αυτές δεν ξεπέρασαν ποτέ τα 280 ppm (μέρη στο εκατομμύριο), ενώ σήμερα έφθασαν περίπου τα 410 ppm. Μια τέτοια αύξηση σε μόλις 200 χρόνια φαντάζει εντυπωσιακή και πράγματι δεν μπορεί να αποδοθεί παρά -κατά κύριο λόγο- στην ολοένα αυξανόμενη ανθρώπινη δραστηριότητα με τη χρήση ορυκτών καυσίμων.
Εξαιρουμένου του γεγονότος, ότι δεν γίνεται καμία αναφορά στο πως και το που μετρούνται αυτές οι τιμές, και ότι οι συγκεντρώσεις ποικίλουν ανάλογα τις εποχές και τον τόπο, ας το εξετάσουμε ως επιχείρημα. Δυστυχώς για τους θιασώτες της, αυτό έρχεται σε αντίθεση με τη θεωρία της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής, αφού είναι γνωστό, ότι και μόνον τις τελευταίες χιλιετίες υπήρξαν σοβαρές θερμοκρασιακές μεταβολές με περιόδους υπερθέρμανσης που κράτησαν ακόμη και εκατονταετίες, και άλλες ψυχρότερες, δηλαδή, όταν οι τιμές του διοξειδίου διακυμαίνονταν σε χαμηλότερα επίπεδα από τα σημερινά.
Συνεπώς από μόνο του το γεγονός της αύξησης του διοξειδίου στην εποχή μας από τις ανθρώπινες δραστηριότητες δεν αρκεί για να ερμηνεύσει το φαινόμενο και η εξ ορισμού «απαγόρευση» της αναφοράς σε άλλου τύπου -καθόλα φυσικούς- παράγοντες ως υπαίτιά του, καθίσταται αυτομάτως έωλη, αντιεπιστημονική και εν τέλει αποπροσανατολιστική.
Φυσικά και οι μη δυνάμενες να επηρεαστούν από τον άνθρωπο φυσικές δραστηριότητες, εξωπλανητικές, ή μη, υπήρχαν ανέκαθεν και καθόριζαν άμεσα το κλίμα της γης. Το γεγονός όμως ότι δεν μπορούμε να τις επηρεάσουμε, δεν σημαίνει καθόλου, ότι θα πρέπει να τις αγνοούμε στις προσεγγίσεις μας. Εάν θέλουμε να είμαστε τουλάχιστον σοβαροί.
«Τα πάντα ρει»
Οι εξωπλανητικές παρεμβάσεις (πχ ηλιακή δραστηριότητα) δεν είναι αμετάβλητες, αλλά συνεχώς εναλλάσσονται ακολουθώντας διάφορους κύκλους, σταθερούς, ή και ασταθείς. Προφανώς, παραδείγματος χάριν, είναι γνωστοί στους πάντες που ασχολούνται, οι «κύκλοι Milankovitch». Συνεπώς το κλίμα της γης ακολουθεί αυτές τις κυκλικές διακυμάνσεις και γι’ αυτό έχουμε αυτές τις εναλλασσόμενες για μεγάλα χρονικά διαστήματα μεταπτώσεις μεταξύ θερμότερων και ψυχρότερων περιόδων, διάρκειας δεκάδων, εκατοντάδων ακόμη και χιλιάδων ετών. Ούτε φυσικά θα μπορούσε να υποθέσει κανείς, ότι μέσω αυτών των εναλλαγών φτάσαμε σήμερα σε ένα σημείο «ωριμότητας». Δηλαδή, στην οριστική «α-μεταβλητότητα», όπου δεν θα υπήρχε η παραμικρή εναλλαγή και διακύμανση, εάν δεν παρενέβαινε ο άνθρωπος να διαταράξει «ισορροπία εκατομμυρίων ετών», όπως ισχυρίζονται οι ζηλωτές της κλιματικής αλλαγής. Αφού τέτοιου τύπου ισορροπία δεν υφίσταται. «Τα πάντα ρει» ανεφώνησε, ίσως πρώτος απ’ όλους, ο Ηράκλειτος!
Δεν αντιλαμβάνομαι, που ακριβώς μπορεί να στηριχθεί η άποψη, ότι η ρήση του Ηράκλειτου έπαψε να ισχύει αναφορικά με το κλίμα.
Ακολουθώντας μια προσεγγιστική πρακτική μέθοδο, ξεκινώ από αυτά που όλοι συμφωνούν (υποστηρικτές και αντίπαλοι της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής).
Όλοι συμφωνούν ότι το φαινόμενο του θερμοκηπίου είναι αυτό που κάνει τον πλανήτη μας κατοικήσιμο. Εάν δεν υπήρχε ο πλανήτης θα ήταν παγωμένος με μέσες θερμοκρασίες περίπου στου -20ο C.
Αυτό συμβαίνει επειδή η ατμόσφαιρα ενώ επιτρέπει την ηλιακή ακτινοβολία να φτάσει στην επιφάνεια της γης και να την θερμάνει, όταν η επιφάνεια ανακλά πίσω προς το διάστημα αυτή την θερμότητα υπό την μορφή υπέρυθρης ακτινοβολίας, η ατμόσφαιρα με τα αέρια που τη συνθέτουν καταφέρνει να εγκλωβίζει ένα μέρος της και να το επιστρέφει στην επιφάνεια της γης διατηρώντας τη θερμοκρασία σε επίπεδα που επιτρέπουν την ανάπτυξη και τη διατήρηση της ζωής.
Συνεπώς το φαινόμενο του θερμοκηπίου είναι κάτι αυθύπαρκτο, συνυφασμένο με τη γήινη ατμόσφαιρα και απολύτως αναγκαίο για τη ζωή στον πλανήτη.
Τα αέρια του θερμοκηπίου
Βεβαίως δεν είναι όλα τα αέρια που συνθέτουν την ατμόσφαιρα ικανά να εκτελέσουν αυτή τη διαδικασία, παρά μόνον μερικά από αυτά τα οποία ονομάζονται γι’ αυτόν τον λόγο αέρια του θερμοκηπίου.
Τα αέρια αυτά είναι με τη σειρά σπουδαιότητας για το φαινόμενο:
1. Νερό – Υδρατμοί (Η2Ο)
2. Διοξείδιο του άνθρακα (CO2)
3. Μεθάνιο (CH4)
4. Υποξείδιο του αζώτου (N2O).
Υπάρχουν και μερικά ακόμη, αλλά οι συγκεντρώσεις τους στην ατμόσφαιρα είναι απειροελάχιστες και δεν παίζουν κανέναν ιδιαίτερο ρόλο στο φαινόμενο. Πολλοί κατατάσσουν και το όζον στα αέρια του θερμοκηπίου, παρ’ όλα αυτά το όζον κατά κύριο λόγο -και στην ανώτερη ατμόσφαιρα που συγκεντρώνεται- λειτουργεί διαφορετικά. Το στρώμα που σχηματίζει στη στρατόσφαιρα εμποδίζει ένα μεγάλο μέρος της υπεριώδους ηλιακής ακτινοβολίας να περάσει, ενώ αντίθετα με τα αέρια του θερμοκηπίου επιτρέπει τη διαφυγή της υπέρυθρης ακτινοβολίας από την τροπόσφαιρα, λειτουργώντας έτσι αυτή ως ένα «ανοικτό παράθυρο» (ατμοσφαιρικό παράθυρο), που επιτρέπει ακτινοβολία συγκεκριμένου μήκους κύματος να διαφύγει χωρίς να απορροφηθεί. Συνεπώς η διερεύνησή μου αφορά αποκλειστικά στα καθ’ αυτού αέρια του θερμοκηπίου και κυρίως αυτά που θεωρούνται τα σημαντικότερα και είναι οι υδρατμοί, το νερό δηλαδή στην αέριά του κατάσταση και μορφή, καθώς και το διοξείδιο του άνθρακα.
Οι συγκεντρώσεις των αερίων αυτών στην ατμόσφαιρα είναι:
Στον πίνακα αυτόν βλέπουμε τις συγκεντρώσεις των αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα, τόσο στις απόλυτές τους τιμές, όσο και στο ποσοστό που καταλαμβάνουν στη συνολική της σύνθεση. Τα υπόλοιπα αέρια που δεν αναφέρονται εδώ και συγκροτούν με αυτά που αναφέρονται το 100% της ατμόσφαιρας είναι κυρίως το οξυγόνο (περίπου το 21%) και το άζωτο (περίπου 78%) στον ξηρό αέρα (0% υδρατμοί). Άλλα αέρια είναι το αργό, το ήλιο κτλ, που δεν αφορούν τη διερεύνησή μου. Με την προσθήκη των υδρατμών τα ποσοστά αυτά αλλάζουν λίγο, αφού οι υδρατμοί φτάνουν ακόμα και το 4% του συνόλου. Έτσι το ποσοστό το διοξειδίου του άνθρακα πέφτει στο 0,039% της συνολικής σύνθεσης της ατμόσφαιρας.
Πρώτη παρατήρηση: Φαίνεται, ότι οι περισσότεροι από τους υπερασπιστές της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής να μετρούν πάντα επί ξηρού αέρα αγνοώντας την ύπαρξη του νερού στην αέρια του κατάσταση.
Παρ’ όλα αυτά, στην ανάλυση που κάνω, υπολογιζομένων και των υδρατμών δεν αλλάζουν τα ποσοστά σε βαθμό που να επηρεάζει τη συνολική εικόνα.
Τα αέρια αυτά (του θερμοκηπίου) βεβαίως δεν είναι απολύτως ομοιόμορφα και παγίως κατανεμημένα στις συγκεντρώσεις τους σε ολόκληρη την ατμόσφαιρα. Υπάρχουν ανάλογα τις συνθήκες, την εποχή και τον τόπο διαφοροποιήσεις και μεταβλητότητα στις συγκεντρώσεις τους.
Το πλέον ευμετάβλητο στην πυκνότητά του ανάλογα με τις συνθήκες και την περιοχή αέριο είναι οι υδρατμοί, καθώς και οι συνεχείς μεταπτώσεις του νερού από την μία κατάσταση στην άλλη (υγρή, στερεά και αέρια). Οι διαφοροποιήσεις στα υπόλοιπα είναι μικρές και γενικώς δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν, μολονότι είναι σημαντικές σε μικροκλίμακα. Πχ εάν μετρήσουμε το CO2 σε μια βιομηχανική περιοχή θα το βρούμε σημαντικά αυξημένο σε σχέση με μια άλλη περιοχή πχ. σε ένα δάσος.
Οι υδρατμοί όμως συμπεριφέρονται διαφορετικά και η υγρασία αλλάζει συνεχώς ακόμη και μέσα σε λίγα λεπτά της ώρας σε έναν τόπο. Σε γενικές γραμμές όμως, οι συγκεντρώσεις των υδρατμών είναι σε πολύ υψηλά επίπεδα στην περιοχή του ισημερινού ενώ σχεδόν μηδενίζεται στους πόλους.
Για το λόγο αυτόν, στην ανάλυση χρησιμοποίησα τον μέσο όρο στις συγκεντρώσεις των υδρατμών στην ατμόσφαιρα που είναι 20.000 ppm (μέρη στο εκατομμύριο) ή το 2% στο σύνολο της ατμόσφαιρας στα κατώτερα τμήματά της (τροπόσφαιρα).
Εδώ πρέπει να παρατηρήσουμε ότι στις περιοχές της γης όπου λαμβάνουν τη μεγαλύτερη ηλιακή ακτινοβολία (ισημερινός) οι συγκεντρώσεις υδρατμών φτάνουν ακόμη και τα 40.000 ppm, ήτοι βρίσκονται σε 100πλάσια ποσότητα από ότι το CO2, το οποίο αποτελεί το δεύτερο σημαντικότερο αέριο του θερμοκηπίου. Αντίθετα στους πόλους οι υδρατμοί σχεδόν δεν υπάρχουν με συνέπεια να επιτρέπεται η μεγαλύτερη δυνατή αντανάκλαση θερμότητας στο διάστημα, βοηθούντος και της λευκής επιφανείας των πάγων. Ωστόσο στις περιοχές των πόλων, η ηλιακή ακτινοβολία που φθάνει είναι εξαιρετικά μικρότερη σε ποσότητα απ’ ότι στις υπόλοιπες περιοχές της γήινης σφαίρας. Τόσο επειδή στον μισό χρόνο επικρατεί σκοτάδι, όσο και επειδή στη διάρκεια του υπόλοιπου χρόνου η ηλιακή ακτινοβολία λόγω της πλάγιας θέσης του ηλίου στο στερέωμα διανύει εξαιρετικά μεγάλες αποστάσεις εντός της γήινης ατμόσφαιρας, με συνέπεια να φτάνει στην επιφάνεια των πόλων εξαιρετικά εξασθενημένη. Ως εκ τούτου έχουμε υψηλότατες συγκεντρώσεις υδρατμών εκεί που χρειάζεται, δηλαδή στις περιοχές όσο πλησιάζουμε προς τον ισημερινό και μικρότερες εκεί που χρειάζονται λιγότερες, προς τους πόλους, έχοντας εξασφαλίσει η φύση έτσι μια θαυμάσια ισορροπία.
Οι υδρατμοί, λοιπόν, βρίσκονται σε συγκεντρώσεις κατά μέσον όρο 50 φορές υψηλότερες από το δεύτερο κύριο αέριο του θερμοκηπίου δηλαδή το διοξείδιο του άνθρακα, καθιστώντας τους το πιο σημαντικό από αυτά τα αέρια με το μεγαλύτερο ποσοστό στην εμφάνιση του φαινομένου.
Στο 100% του συνόλου των αερίων του θερμοκηπίου, έτσι, οι υδρατμοί καταλαμβάνουν το 98,02% και τα υπόλοιπα αέρια μόλις το 1,98%, με το διοξείδιο του άνθρακα να έχει τη μερίδα του λέοντος με το 1,96% επί του συνόλου και μόνον το 0,02% τα υπόλοιπα. Συνεπώς εάν δεχθούμε ότι υπήρξε μια αύξηση του διοξειδίου της ατμόσφαιρας κατά 40% από την προβιομηχανική εποχή η ευθεία επίπτωση αυτής της ανθρωπογενούς αύξησης ανέρχεται στο 1,96Χ0,40 = 0,78%!
Η απορροφητικότητα όμως της ακτινοβολίας διαφέρει από αέριο σε αέριο, με συνέπεια η επίπτωση του κάθε αερίου στο φαινόμενο του θερμοκηπίου να μην είναι ευθέως ανάλογη της περιεκτικότητας της ατμόσφαιρας σε αυτό. Πολύ περισσότερο που κάθε αέριο διαφέρει ως προς το μήκος κύματος της ακτινοβολίας που απορροφά. Στην παρακάτω εικόνα βλέπουμε τη συμμετοχή κάθε αερίου του θερμοκηπίου στην απορρόφηση της ακτινοβολίας στα αντίστοιχα μήκη κύματος.
Το νερό
Βλέπουμε ότι οι υδρατμοί έχουν μια από τις μεγαλύτερες δυνατότητες απορρόφησης της υπέρυθρης ακτινοβολίας και μάλιστα σε μεγαλύτερο εύρος μήκους κύματος από το CO2. Το τελευταίο μόνον στην περιοχή από τα 15 μm έως τα 19,5 μm φαίνεται να έχει έως και 50% μεγαλύτερη απορροφητικότητα από τους υδρατμούς. Το γεγονός όμως αυτό ισοφαρίζεται, εάν δεν θεωρηθεί αμελητέο, από την τεράστια διαφορά στην πυκνότητα των συγκεντρώσεων των δύο υπό σύγκριση αερίων, με τους υδρατμούς να βρίσκονται κατά μέσον όρο 50 φορές σε μεγαλύτερες συγκεντρώσεις από το CO2.
Για να καταλάβουμε τη σπουδαιότητα του νερού στις τρεις καταστάσεις που αυτό υπάρχει στη γη, δηλαδή την υγρή, την αέρια και τη στερεά και της λανθάνουσας θερμότητας που απελευθερώνει όταν μεταπίπτει από την μια κατάσταση στην άλλη, και τον κυριαρχικό του ρόλο στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, ας θυμηθούμε τους λεγόμενους παγετούς ακτινοβολίας.
«Ορισμένες εποχές του χρόνου, η ψύξη του εδάφους από ακτινοβολία έχει ως αποτέλεσμα τον παγετό με καταστροφικά αποτελέσματα για τη γεωργία. Το φαινόμενο αυτό συμβαίνει διότι κατά τη διάρκεια της νύχτας (δεν υπάρχει προσπίπτουσα άμεση ηλιακή ακτινοβολία) το έδαφος συνεχίζει να εκπέμπει μεγάλου μήκους κύματος ακτινοβολία και, υπό ορισμένες προϋποθέσεις (ανέφελη και ξηρή ατμόσφαιρα), μπορεί να ψυχθεί με αποτέλεσμα να φθάσει η θερμοκρασία του αρκετούς βαθμούς χαμηλότερα από τη θερμοκρασία του ατμοσφαιρικού αέρα. Το ίδιο μπορεί να συμβεί με αγωγιμότητα στα στρώματα του αέρα κοντά στο έδαφος, που οδηγεί σε θερμοκρασιακή αναστροφή ακριβώς πάνω από το έδαφος. Ο κίνδυνος παγετού ελαττώνεται όταν υπάρχει αρκετή υγρασία (λειτουργεί όπως μια γυάλινη οροφή), η οποία απορροφά την ακτινοβολία που εκπέμπεται και λόγω του φαινομένου του θερμοκηπίου και δεν επιτρέπει την ψύξη του εδάφους και του υπερκείμενου ατμοσφαιρικού αέρα. Μια πολύ καλή προστασία είναι η παρουσία νεφών, που συμπεριφέρονται ως μελανά σώματα έχοντας το ρόλο του γυαλιού στο τεχνητό θερμοκήπιο. Όσο χαμηλότερα είναι τα σύννεφα, τόσο ψηλότερη είναι η θερμοκρασία στη βάση τους και καλύτερη η προστασία. Έτσι οι παγετοί αναπτύσσονται κυρίως κατά τη διάρκεια της νύχτας με καθαρό (ανέφελο) ουρανό και ξηρό αέρα ενώ, αντίθετα, είναι απίθανη η ύπαρξη παγετού σε συνθήκες νεφοσκεπή ουρανού και υψηλής ατμοσφαιρικής υγρασίας»[1].
Είναι αξιοσημείωτο, ότι κατά τη διαδικασία του παγετού ακτινοβολίας, ενώ θα περίμενε κανείς τη λειτουργία της υγρασίας (των υδρατμών) που λείπουν να την υποκαταστάσει το CO2 το οποίο πάντα υπάρχει, και να αποφευχθεί -εν μέρει τουλάχιστον- ο παγετός, αυτό δεν συμβαίνει. Ίσως διότι πράγματι η συμμετοχή του διοξειδίου του άνθρακα στον εγκλωβισμό της θερμότητας μέσω της απορρόφησης της υπέρυθρης ακτινοβολίας είναι μικρή και ανεπαρκής να αποτρέψει τους παγετούς. Πως θα ήταν δυνατόν -αντίστροφα- η οποιαδήποτε αυξητική μεταβολή στις συγκεντρώσεις του, είτε από ανθρωπογενή, ή άλλα αίτια, να προκαλέσει τόση αύξηση στην μέση θερμοκρασία της ατμόσφαιρας συνολικά; Θα ήταν ενδιαφέρον ένας κλιματολόγος να μας απαντούσε.
Από τα παραπάνω συνεπάγεται ότι η συμμετοχή των υδρατμών στο φαινόμενο του θερμοκηπίου είναι σχεδόν καθολική με ποσοστό συμμετοχής που ξεπερνάει το 98% με το σύνολο των υπολοίπων αερίων, να φθάνει μόλις το 2%.
Το διοξείδιο του άνθρακα
Εάν μάλιστα θεωρήσουμε ότι το διοξείδιο του άνθρακα είναι πολυτιμότατο αέριο στο οποίο οφείλεται η δημιουργία και η διατήρηση της ζωής και προϋπήρχε εξ αρχής στον πλανήτη, πολύ πριν τη χρήση από τον άνθρωπο ορυκτών καυσίμων, τότε η αύξηση του από την προβιομηχανική εποχή κατά 40% περίπου, την οποία οι θιασώτες της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής επικαλούνται για να ενοχοποιήσουν τη χρήση ορυκτών καυσίμων, η αυξημένη αυτή συμμετοχή δεν ξεπερνά το 0,80% συνολικά στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Χωρίς φυσικά να αποδεικνύεται ότι η αύξηση αυτή οφείλεται αποκλειστικά στον άνθρωπο, αφού έχει αποδειχθεί ότι υπάρχουν εποχές στην ιστορία με πολύ μεγαλύτερες συγκεντρώσεις CO2 στην ατμόσφαιρα του πλανήτη, χωρίς να υπάρξουν οι δραματικές συνέπειες στο κλίμα, που επικαλούνται.
Είναι δυνατόν, όμως, ακόμη κι αν αυτή η αύξηση οφείλεται αποκλειστικά στον άνθρωπο, η μικρή κατά μόλις 0,78% συμμετοχή -λόγω της σε μεγάλο βαθμό ανθρωπογενούς επίδρασης- των εκτός των υδρατμών (και του όζοντος) αερίων του θερμοκηπίου να προκαλεί τόσο μεγάλης έντασης κλιματική αλλαγή, ώστε να φοβόμαστε για το μέλλον του ανθρώπινου πολιτισμού στον πλανήτη;
Βέβαια εάν κάποιος επιτακτικά ζητήσει από τους θιασώτες της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής να εξηγήσουν τη συμμετοχή των υδρατμών, η εύκολη, αλλά παραπειστική, απάντησή τους είναι, ότι με την αύξηση της θερμοκρασίας αυξάνει η εξάτμιση των ωκεανών με συνέπεια την αύξηση των υδρατμών και τη περαιτέρω επιβάρυνση του φαινομένου του θερμοκηπίου συμβάλλοντας έτσι σε έναν φαύλο κύκλο.
Σωστή μεν απάντηση, αλλά δεν εξηγεί τους λόγους που «πυροδοτήθηκε» η άνοδος της θερμοκρασίας. Δηλαδή, επιστρέφουμε ξανά στο αρχικό μας ερώτημα στο πόθεν αυτή η σταδιακή άνοδος της θερμοκρασίας οφείλεται. Εάν γι’ αυτό αρκεί η οφειλόμενη στον άνθρωπο αύξηση των συγκεντρώσεων του διοξειδίου στην ατμόσφαιρα. Η συμμετοχή αυτού, όπως αποδεικνύεται, μόνον κατά 0,78% συνολικά στο φαινόμενο, μπορεί να προκαλεί τόσο μεγάλες κλιματολογικές μεταβολές, όπως τις προβλέπουν; Διότι μέχρι σήμερα κανένα επιστημονικό στοιχείο δεν υπάρχει που να αποδεικνύει την ευθύνη του διοξειδίου, πέραν της παρατήρησης ότι αυτό αυξάνει παράλληλα με την άνοδο των μέσων τιμών της θερμοκρασίας και μάλιστα η αύξηση της θερμοκρασίας προηγείται ελαφρώς της αύξησης του διοξειδίου -εάν υπάρχει τέτοια άνοδος της θερμοκρασίας και δεν πρόκειται για προσωρινού χαρακτήρα φαινόμενο, που θα το δούμε να υποχωρεί τα επόμενα χρόνια.
Ειρήσθω εν παρόδω βέβαια, ότι μερικοί από αυτούς που μας προειδοποιούν σήμερα για την υπερθέρμανση, μας προειδοποιούσαν κάποτε ότι θα επέρχονταν ψύξη στον πλανήτη (πχ ο ιδρυτής κι εκδότης του «Climatic Change» και συντονιστής στην 3η Έκθεση Αξιολόγησης της Διακυβερνητικής Ομάδας για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) κτλ, Stephen Schneider, ο οποίος, αφού αποφάσισε τελικά, ότι δεν θα πεθάνουμε από το κρύο, αλλά από τη ζέστη, απευθύνθηκε στους συναδέλφους του καλώντας τους δημόσια, προκειμένου να εξαφθεί η φαντασία του κοινού, να κατασκευάζουν τρομακτικά σενάρια, να κάνουν στα ΜΜΕ απλουστευτικές τρομακτικές δηλώσεις και να μην αναφέρονται σε οτιδήποτε θα μπορούσε να προκαλέσει αμφιβολίες για την κλιματική αλλαγή, έστω κι αν αυτό θα σήμαινε την παραβίαση κάθε επιστημονικής δεοντολογίας).
Αυτό είναι το ερώτημα, δηλαδή στο που οφείλεται ακριβώς η παρατηρούμενη προσωρινή, ή διαρκέστερη, αυτή άνοδος της μέσης θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας, που η απάντηση του απαιτεί λεπτομερή στοιχειοθέτηση και μέχρι τώρα μόνον αφοριστικές διατυπώσεις διακρίνω.
Το «greening effect»
Αυτοί που τις προβάλλουν, χρησιμοποιώντας επιστημονικοφανή στοιχεία, αποσιωπούν επίσης, χαρακτηριστικά, το γεγονός ότι το διοξείδιο του άνθρακα δεν είναι ρύπος, αλλά χωρίς αυτό δεν θα υπήρχε ζωή στον πλανήτη. Υποβαθμίζουν, αν δεν αποσιωπούν ολοκληρωτικά, το γεγονός που αναφέρεται ως «greening effect» και αποδίδεται εξ ολοκλήρου στην αύξηση του CO2 στην ατμόσφαιρα. Ένα φαινόμενο ταχύτερης και πλουσιότερης αναγέννησης και επέκτασης της χλωρίδας στη γη (δάση κτλ), η οποία με τη σειρά της καταναλώνει ολοένα και μεγαλύτερες ποσότητες διοξειδίου «καθαρίζοντας» εν μέρει την ατμόσφαιρα προσφέροντας οξυγόνο, δια μέσου της φωτοσύνθεσης. Μας δείχνουν κάθε χρόνο τις μεγάλες πυρκαγιές που κατακαίνε τα δάση στη Σιβηρία, στον Αμαζόνιο και αλλού, αλλά αποκρύπτουν το γεγονός, ότι τέτοια φαινόμενα ποτέ δεν υπήρξαν σπάνια στην ιστορία του πλανήτη και αποτελούν μια φυσική μέθοδο αναγέννησης των δασών, με την ανθρώπινη παρέμβαση πολύ μικρή συμμετοχή να έχει στις πυρκαγιές αυτές.
Η «αυτορρύθμιση» και η επίδραση του ανθρώπου
Φυσικά οι υδρατμοί «αυτορυθμίζονται», ενώ το διοξείδιο του άνθρακα αυξάνει στις μέρες μας εξ αιτίας των δράσεων του ανθρώπου. Ουδείς το αμφισβητεί αυτό. Οι συγκεντρώσεις του στην ατμόσφαιρα, όμως, εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά χαμηλές, για να υποθέσει κανείς ότι σε αυτό οφείλεται η κλιματική αλλαγή, δηλαδή, ότι η τελευταία είναι ανθρωπογενής. Εάν μάλιστα λάβουμε υπ’ όψη μας ότι μόνον το 2% του φαινομένου του θερμοκηπίου οφείλεται στα εκτός των υδρατμών αέρια, επειδή και αυτά προϋπήρχαν της βιομηχανοποίησης, συνεπάγεται ότι μόλις το 0,78% -το πολύ- του φαινομένου μπορεί να οφείλεται σε αυτήν τους την αύξηση λόγω ανθρωπογενών αιτίων. Συνεπώς αλλού θα πρέπει να ψάξουμε να βρούμε τα κύρια αίτια της υπερθέρμανσης, αν υπάρχει τέτοια, με τον άνθρωπο να αποτελεί, ίσως, έναν ελάχιστο επιβαρυντικό παράγοντα, μη ικανό από μόνον του να την «πυροδοτήσει», ή να την συντηρήσει.
Ωστόσο κανείς δεν αρνείται, ότι υπάρχει η κλιματική «αλλαγή» ως ένα διαρκές φαινόμενο, χωρίς να μπορούμε να προσδιορίσουμε επ’ ακριβώς τη διάρκεια της «υπερθέρμανσης», αν και είναι πολλοί οι επιστήμονες που παρατηρούν, ότι μάλλον βρισκόμαστε στο τέλος της, για να ακολουθήσει μια ψυχρότερη περίοδος. Κάποιοι μάλιστα ισχυρίζονται, ότι για τον λόγο αυτό σταδιακά εγκαταλείπεται ο όρος «υπερθέρμανση» και καθιερώνεται ο όρος «ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή», ή «κλιματική κρίση».
Οι δε ευθείες (γραμμικές) προβολές στο μέλλον, παρελθουσών και σημερινών καταστάσεων, είναι έτσι κι αλλιώς καταδικασμένες να αποτύχουν αναφορικά με ένα εντελώς δυναμικό, έως χαοτικό, σύστημα, που εξελίσσεται πέραν της βούλησής μας.
Η στάθμη των θαλασσών και το λειώσιμο των πάγων
Σε επίρρωση των παραπάνω έρχεται η «παραφιλολογία» περί λειώσιμου των πάγων στην Ανταρκτική που θα μας πνίξουν. Ωστόσο, αυτό είναι αστείο ακόμη και να το υποθέσει κανείς!
Και είναι αστείο, αφού η μέση ετήσια θερμοκρασία στην Ανταρκτική (σταθμός Βοστόκ) είναι μείον 58 βαθμοί Κελσίου, ενώ έχουν καταγραφεί θερμοκρασίες ακόμη και στους -93 βαθμούς, τώρα, όχι στο απώτερο παρελθόν!
Ακόμη και στα παράλια της ηπείρου, που προσεγγίζουν τον ανταρκτικό κύκλο στην ανατολική της πλευρά, 2.000 χλμ μακριά από τον Νότιο Πόλο, η μέση ετήσια θερμοκρασία είναι αρκετοί βαθμοί κάτω από το μηδέν.
Πέραν του γεγονότος των τεραστίων ποσοτήτων λανθάνουσας θερμότητας που θα απαιτούσε να απορροφήσει η τήξη τέτοιων τεραστίων όγκων πάγου, η οποία θα ήταν δυνατό να οδηγήσει σε ψύχρανση της ατμόσφαιρας κατά πολλούς βαθμούς. Ο πάγος λειώνει -ως γνωστόν- σε θερμοκρασίες από 0 βαθμούς και πάνω. Για να αρχίσουν να λειώνουν οι πάγοι της Ανταρκτικής θα πρέπει να αυξηθεί η μέση θερμοκρασία της ατμόσφαιρας κατά δεκάδες βαθμούς (κι όχι για έναν ή δύο βαθμούς που μας απειλούν οι κλιματολάγνοι), που πλέον δεν θα μπορεί να επιβιώσει κανείς. Με αυτόν τον τρόπο μόνον και στη Ανταρκτική η μέση θερμοκρασία θα φτάσει στο μηδέν και ίσως θα παραμένει υψηλότερη από αυτό για το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου, διασφαλίζοντας και υπερκεράζοντας το λανθάνον θερμικό φορτίο που απαιτεί η τήξη. Και πάλι ίσως χρειαστούν ακόμη και δεκάδες αιώνες για να λειώσουν ολοσχερώς οι πάγοι και να πνίξουν τα παράλιά μας, που όμως εμείς δεν θα μπορέσουμε ποτέ να διαπιστώσουμε ότι θα συμβεί, διότι θα έχουμε αποδημήσει κυριολεκτικά τσουρουφλισμένοι.
Οι παγετώνες της Ανταρκτικής, λοιπόν, θα συνεχίσουν να υπάρχουν, αδιαφορώντας για την αύξηση του CO2 στην ατμόσφαιρα κι αν αυτή οφείλεται στον άνθρωπο ή όχι. Θα καλύπτουν τη στεριά της Ανταρκτικής σε χιλιόμετρα ύψους, μέχρις ότου οι ίδιες γεωλογικές μεταβολές που μετέτρεψαν μια εύκρατη ήπειρο, εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια πριν, σε παγωμένη έρημο, ωθώντας την προς τον πόλο, την ωθήσουν κάποτε ξανά βορειότερα και σε μεγάλη απόσταση από τον πόλο.
Να γιατί δεν ανέβηκε η στάθμη της θάλασσας και δεν έπνιξε τα παράλιά μας, όπως ήδη από τη δεκαετία του ’80 προέβλεπαν τα μοντέλα ότι θα συμβεί με το λειώσιμο των πάγων. Οι πάγοι δεν έλειωσαν. Ενώ και αυτοί φαίνεται να ακολουθούν κύκλους αυξομείωσης, επηρεάζοντας το κλίμα και τις τοπικές συνθήκες, όπως περιγράφεται, μέσω των θαλασσίων ρευμάτων. Όμως η απειλή, ότι οδηγούμεθα σε λειώσιμο των πάγων στην ξηρά της Ανταρκτικής, που θα ανεβάσουν τη στάθμη της θάλασσας, κραδαίνεται πάνω από τα κεφάλια μας και αποτελεί προσφιλές «αφήγημα» των ΜΜΕ, των διαφόρων ακτιβιστών τύπου Γκρέτα και της μεταμοντέρνας αριστεράς της λεγόμενης «αποανάπτυξης».
Εκεί, όμως, μετράει αποκλειστικά η μέση θερμοκρασία που επικρατεί και η οποία επιμένει να είναι πολλές δεκάδες βαθμοί κάτω του μηδενός, όπως ισχυρίζομαι παραπάνω. Για το λειώσιμό των πάγων της Ανταρκτικής θα απαιτούνταν, επίσης, απορρόφηση θερμότητας σε τέτοια ασύλληπτα μεγέθη, που ενώ θα έλειωναν οι πάγοι εκεί, θα πάγωνε ο υπόλοιπος πλανήτης, ανεξαρτήτως της περιεκτικότητας της ατμόσφαιρας σε CO2 και κανένα φαινόμενο του θερμοκηπίου δεν θα στέκονταν ικανό να το εμποδίσει! Για τους θαλάσσιους πάγους περιμετρικά, ουδόλως μας απασχολεί το λειώσιμό τους ως προς την άνοδο της στάθμης του νερού των ωκεανών, αφού ισχύει παντού και πάντα η αρχή του Αρχιμήδους, επειδή το μεγαλύτερο μέρος του όγκου τους ήδη βρίσκεται μέσα στο νερό και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του σε στερεά κατάσταση. Εξ άλλου γνωρίζουμε, ότι το νερό διαστέλλεται με την πήξη του και την μετατροπή του σε πάγο και όχι αντίστροφα με την άνοδο της θερμοκρασίας και το λειώσιμο του πάγου. Ενώ η όποια διαστολή σε υψηλότερες των 2 βαθμών Κελσίου θερμοκρασίες στα επιφανειακά ύδατα είναι απειροελάχιστη για να προκαλέσει επικίνδυνη αύξηση της στάθμης των θαλασσών πέραν των μερικών χιλιοστομέτρων. Ενώ εάν η πηγή θέρμανσης είναι η επαφή του νερού με την ατμόσφαιρα και το φαινόμενο του θερμοκηπίου, θα χρειάζονταν ίσως και πολλές χιλιετίες για μια άξια λόγου αύξηση της μέσης θερμοκρασίας των περίπου 1.338.000.000 κυβικών χιλιομέτρων του θαλάσσιου ύδατος σε χιλιάδες μέτρα βάθους των ωκεανών.
Από την άλλη, σειρά δορυφορικών παρατηρήσεων δείχνουν, ότι υπάρχει ήδη αύξηση των επιφανειών των ωκεανών γύρω από τους πόλους που καλύπτονται από πάγους.
Δεν νομίζω, ότι είναι δυνατόν ο οποιοσδήποτε άνθρωπος, ή ομάδα ανθρώπων, όσο πλούσιοι και ισχυροί να είναι και όση εξουσία κι αν συγκεντρώνουν και ό,τι μέσα και να χρησιμοποιούν, να μπορέσουν να καταργήσουν ακόμη και αναλλοίωτους φυσικούς νόμους και αξιωματικές αρχές, όπως η Αρχή του Αρχιμήδους, ή τις συνθήκες διαστολής του ύδατος, προκειμένου να μας πείσουν, ότι -ντε και καλά- υπάρχει ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή, που μας απειλεί με τέτοιου είδους καταστροφές, όπως η άνοδος της στάθμης των θαλασσών.
Συνεπώς σε πείσμα των ζηλωτών της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής, ή κρίσης, οι πάγοι δεν θα λειώσουν, όσο και να αυξηθεί η μέση θερμοκρασία της γήινης ατμόσφαιρας, ούτε θα πνίξουν τα παράλια των ηπειρωτικών περιοχών και τα νησιά μας.
Ο άνθρωπος ρυπαίνει!
Βεβαίως ο άνθρωπος στην προσπάθειά του επί της γης, ρυπαίνει. Και αυτό από μόνο του είναι σοβαρότατο πρόβλημα, στο βαθμό που η φύση δεν προλαβαίνει πλέον να ανακυκλώσει τους ρύπους που δέχεται, με συνέπεια αυτοί να σωρεύονται.
Όμως το διοξείδιο του άνθρακα επ’ ουδενί είναι ρύπος. Είναι ένα απολύτως αναγκαίο συστατικό της ατμόσφαιρας για τη διατήρηση της ζωής στη γη. Χωρίς αυτό η ερημοποίηση θα επικρατήσει και η ζωή, όπως τη γνωρίζουμε θα εξαλειφθεί. Εξ άλλου, υπήρξαν μακρές περίοδοι στο παρελθόν, που οι συγκεντρώσεις του CO2 στην ατμόσφαιρα ήσαν κατά πολύ υψηλότερες των σημερινών, χωρίς να υπάρξουν προβλήματα. Μάλιστα, έχει παρατηρηθεί, ότι η αύξηση της θερμοκρασίας προηγείται -κατά κανόνα- της αύξησης του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα.
Όμως κι εδώ γίνεται μια παρανόηση. Συγχέεται η ρύπανση με την κλιματική αλλαγή, ενώ είναι δύο εντελώς διαφορετικά φαινόμενα. Το πρώτο ασφαλώς ανθρωπογενές! Το δεύτερο εικαζόμενο ως τέτοιο, χωρίς τα πραγματικά δεδομένα και οι μελέτες τους να το αποδεικνύουν. Τουλάχιστον μέχρι σήμερα, παρά τις «φιλότιμες» προσπάθειες των ζηλωτών.
Υπερπληθυσμός, κλιματική αλλαγή και η αποφυγή της «ευγονικής» του πολέμου
Βέβαια, από όλες τις τοποθετήσεις προκύπτει ότι αυτό που απασχολεί τις ελίτ είναι ο υπερπληθυσμός, που υπολογίζεται να φτάσει το 2040 τα 9,6 δισεκατομμύρια και το πως θα καλύπτονται τότε οι επισιτιστικές, οι ενεργειακές κτλ ανάγκες με συγκέντρωση ακόμη μεγαλύτερων ποσοτήτων αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα. Ωστόσο, ως επιστήμονες, όσοι από αυτούς παρουσιάζονται ως τέτοιοι, θα έπρεπε να γνωρίζουν ότι οι ευθείες προβολές στο μέλλον αποδεικνύονται σχεδόν πάντα λανθασμένες, διότι μεσολαβούν εξελίξεις και γεγονότα, τα οποία ο οποιοσδήποτε προβάλλων, είτε δεν μπορεί παρά να τα αγνοεί πλήρως, είτε υποβαθμίζει τη σημασία στην εξέλιξή τους.
Οι τεχνολογικές όμως πρόοδοι είναι εδώ και υπόσχονται πολλά για το μέλλον, μολονότι σήμερα οι «πράσινες» τεχνολογίες δεν είναι ώριμες. Παράγουν πανάκριβη «στοχαστική» ενέργεια, καθιστώντας προσώρας τα ορυκτά καύσιμα αναντικατάστατα. Προσφέρουν όμως ευρύτατο πεδίο εκμετάλλευσης και υπερκέρδους σε αυτούς που με πρόσχημα την κλιματική αλλαγή, εκβιάζουν κυβερνήσεις και λαούς επιβάλλοντας δυσβάστακτους φόρους και καθιστώντας σταδιακά την ενέργεια πανάκριβη υπόθεση και μόνον για τους πλούσιους. Ενώ ο πλανήτης είναι πλουσιότατος και μπορεί να θρέψει πολλά δισεκατομμύρια ευημερούντων, πολύ περισσότερα από τα 9,6 που αναφέρονται για το 2040. Ίσως δοθεί η ευκαιρία να αναφερθούμε μελλοντικά σε αυτό. Αρκεί να αποφύγουμε την προσπάθεια (που φαίνεται να προκρίνεται) μείωσης του πληθυσμού δια της «ευγονικής» είτε του πολέμου, είτε τώρα μέσω των «πανδημικών» κυμάτων, των βιοελέγχων κτλ, που αναπόδραστα θα οδηγήσουν στον νέο μεσαίωνα με φεουδαλικά χαρακτηριστικά κι εν τέλει στην καταστροφή της ίδιας της ανθρωπότητας.
Το ερώτημα που χρήζει απαντήσεως
Ο καθένας ας βγάλει τα συμπεράσματά του. Ωστόσο, και μολονότι τα στοιχεία που παραθέτω δεν μπορούν να αμφισβητηθούν, και είναι καθολικά αποδεκτά από την επιστημονική κοινότητα, η ανάλυση αυτή είναι αναγκαστικά πρόχειρη και καλό θα ήταν πιο εξειδικευμένοι επιστήμονες από εμένα, να απαντήσουν επιτέλους στο ερώτημα που τίθεται:
Πόσο μπορεί ένα 0,78% που «χρεώνεται» στην ανθρώπινη δραστηριότητα, να υπερκερά το υπόλοιπο 99,2%, της ατμοσφαιρικής σύστασης, επίσης της φυσικής χαοτικής λειτουργίας της ατμόσφαιρας, τη δραστηριότητα του ήλιου και τόσους άλλους παράγοντες που επηρεάζουν το κλίμα της γης και να το αλλάζει με τον δραματικό τρόπο που επικαλούνται οι διάφοροι αυτόκλητοι και μη περιβαλλοντολογούντες;
Διότι μέχρι τώρα πειστικές απαντήσεις δεν δίνονται, πέραν από τη παράθεση αμφιλεγόμενων διαγραμμάτων που δείχνουν μια ανάλογη αύξηση της θερμοκρασίας με εκείνη του CO2. Διαγράμματα, που ακόμη κι αν δεν είναι «πειραγμένα» δεν αποδεικνύουν τίποτε απολύτως, από πραγματική επιστημονική σκοπιά, πάρα τις εντυπώσεις που μπορεί να δημιουργούν σε μη σχετικούς. Ενώ τα μοντέλα που χρησιμοποιούνται για μελλοντικές προβλέψεις της εξέλιξης του κλίματος, δεν πείθουν για την ακρίβειά τους, έχοντας πέσει επανειλημμένως έξω.
Μέχρι τότε όμως επιτρέψτε μου να διατηρώ σοβαρότατες επιφυλάξεις ακόμη και για την ειλικρίνεια των προθέσεων των υπέρμαχων της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής. Προθέσεις καθαρά πολιτικο-οικονομικές των οπαδών της παγκοσμιοποίησης, που κινδυνεύουν να εξελίξουν την υπόθεση της κλιματικής αλλαγής (που είναι υπαρκτή ως ένα διαρκές φυσικό φαινόμενο που διαρκεί εδώ και 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια -τα αίτιά της, στην εποχή μας, δεν είναι ακόμη διασαφηνισμένα), στο μεγαλύτερο επιστημονικό φιάσκο όλων των εποχών, με το ήδη σημειούμενο φιάσκο της πανδημίας κορωναϊού να ωχριά μπροστά του.
Ο καπιταλισμός και η αριστερά της «αποανάπτυξης»
Είναι, όμως, απορίας άξιον, το πως άνθρωποι που ισχυρίζονται ότι είναι αριστεροί και δηλώνουν κομμουνιστές, ενστερνίζονται την μεγαλύτερη επιστημονική απάτη, μαζί με τη φασιστικοποίηση και τον βιοπολιτικό έλεγχο ένεκα της πανδημίας, που υπήρξε ποτέ μετά τα θέσφατα της Ιεράς Εξέτασης, μιλώντας για εδώ και τώρα «αποανάπτυξη», τασσόμενοι πίσω από γελοιωδέστατους δήθεν αντικαπιταλιστικούς ακτιβισμούς, που μοχλεύονται επιτηδείως από το «σύστημα».
Ανεξάρτητα το πως φαντασιώνεται ο καθένας την κομμουνιστική κοινωνία, δεν έχουμε μέχρι τώρα δείγματα για το πως αυτή θα μπορεί να λειτουργεί, οδηγώντας τους ανθρώπους στην ευτυχία. Το πλησιέστερο καθεστώς σε μια τέτοια κοινωνία, υπήρξε -κατά τεκμήριο- ο «υπαρκτός» σοσιαλισμός της ΕΣΣΔ και των «δορυφόρων» της.
Δεν νομίζω, ότι οι άνθρωποι εκεί είχαν ιδιαίτερες ευαισθησίες και δεν ακολούθησαν παράλληλους αναπτυξιακούς δρόμους με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, μολύνοντας και καταστρέφοντας εξ ίσου, αν όχι περισσότερο το περιβάλλον. Ενώ η Κίνα που ακόμα ομνύει στο όνομα του κομμουνισμού είναι -σήμερα που μιλάμε- η πιο ρυπογόνος χώρα του πλανήτη.
Έτσι, κατά τη γνώμη μου, το ζήτημα υπερβαίνει κατά πολύ τον καπιταλισμό και τις ανάγκες του, όπου πραγματικά θα βρίσκει πάντα τρόπους να σου πουλήσει ακόμη και το σκοινί που θα τον κρεμάσεις. Προς το παρόν, μας έχει όλους κρεμασμένους ανάποδα και μας πουλάει «πράσινα» φύκια για μεταξωτές κορδέλες κορωναϊού. Αφού είναι της… μόδας, και οι περισσότεροι πάντα πρόθυμοι να καταναλώσουν ό,τι τους σερβίρεται, επενδύοντάς το μάλιστα ιδεολογικά. Οι «αριστεροί» έχασαν ολοκληρωτικά τη μάχη της υποτιθέμενης κοινωνικής αλλαγής, προσαρμόζοντάς την εμμονικά ο καθένας στα δικά του μέτρα και σταθμά, και βρίσκουν τώρα καταφύγιο -δήθεν σωτηρίας- στην οικολογία, στον επιστημονισμό και τα «αφηγήματά» τους. Ο πνιγμένος από τα μαλλιά του πιάνεται, θα πει κάποιος και θα έχει δίκιο.
Ωστόσο, είναι η ίδια η έμφυτη ανάγκη του ανθρώπου για εξέλιξη και πρόοδο καθυποτάσσοντας τα πάντα γύρω του, έστω και μέσα από τη «δημιουργική» καταστροφή. Έτσι ξεφύγαμε από τις σπηλιές και φτάσαμε στο σημερινό επίπεδο πολιτισμού και τεχνολογικής έκρηξης, παρά τα απολύτως υπαρκτά αδιέξοδα που έχουν προκληθεί.
Ο πρωτόγονος «λουδιτισμός»
Ας μας πει κάποιος, από τους οπαδούς της «αποανάπτυξης» πως θα μπορούσε να ζήσει χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, χωρίς θέρμανση, ή χωρίς διυλιστήρια καθαρισμού του νερού και εκτεταμένα δίκτυα διανομής μέχρι και την τελευταία βρύση του σπιτιού του. Χωρίς μέσα μεταφοράς, χωρίς δίκτυα επικοινωνιών, χωρίς φάρμακα κτλ. Όλα αυτά όμως απαιτούν ενέργεια και εκμετάλλευση πόρων. Πολλή ενέργεια! Πόθεν; Πως;
Ας μας πει κάποιος πως ο ίδιος έχει δικαίωμα στην τηλεόραση, το κινητό και το ιδιωτικό αυτοκίνητο, στη πρόσβαση σε εξελιγμένα συστήματα υγείας και φάρμακα. Ενώ αυτό το δικαίωμα πρέπει να το στερηθεί ο Μπαγλαντεσιανός, ή ο Σομαλός, ή οποιοσδήποτε άλλος στις φτωχότερες χώρες του κόσμου, που είναι και οι περισσότερες, στο όνομα της προστασίας του πλανήτη από την κλιματική αλλαγή. Μήπως επειδή ο «δυτικάνθρωπος», μετανθρωπιζόμενος ήδη ψυχικά, έχει βαρεθεί τη ζωή του και ψάχνει να βρει «φυγές» που θα δικαιολογούν την ύπαρξή του στο νέο εκκολαπτόμενο ναζισμό;
Η απάντηση είναι ακριβώς, ότι οι αρνητικές συνέπειες, από την αλόγιστη και ασύδοτη ανάπτυξη μετά τη βιομηχανική επανάσταση, όποιες κι αν είναι αυτές, θα μειωθούν, ή θα εξαλειφθούν ολοσχερώς, ακριβώς τόσο μέσω της επιβολής ορθολογικών κανόνων, στη βάση της δημοκρατίας, όσο και κυρίως μέσω της τεχνολογικής προόδου, που προϋποθέτει κατανάλωση τεραστίων ποσοτήτων ενέργειας, κι όχι μέσα από έναν πρωτόγονο «λουδιτισμό».
Οι ελίτ και η χειραγώγηση των μαζών μέσω της απάτης
Εάν σήμερα στρεφόμαστε κατά της κλιματικής απάτης και του βιοπολιτικού ελέγχου μέσω της πανδημίας, είναι ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο. Ότι μέσω της εξαπάτησης και του τρόμου, οι κοινωνίες προετοιμάζονται ψυχολογικά και ιδεολογικά. Όχι για την εφαρμογή κανόνων και περιορισμού των επιπτώσεων της ανάπτυξης με τη σταδιακή και ισορροπημένη υιοθέτηση νέων τεχνολογιών και βελτίωσης των παλαιοτέρων, αλλά για κάτι πολύ πιο σημαντικό και καταστροφικό των κοινωνιών και του πολιτισμού. Δηλαδή, πέραν της τεράστιας κερδοσκοπίας γύρω από τις νέες «πράσινες» τεχνολογίες και αυτές της 4ης λεγόμενης βιομηχανικής επανάστασης, της ρομποτικής και της τεχνητής νοημοσύνης, μέσω της κλιματικής τρομοκρατίας, και των θεωριών της «αποεπένδυσης» και της «πράσινης» ανάπτυξης επιχειρείται η ευρύτερη προσπάθεια χειραγώγησης των μαζών, που υπήρξε ποτέ δια του τρόμου, με τη φαινομενικά άσχετη πανδημία να αποτελεί ένα χρησιμότατο εργαλείο προς υλοποίηση των πιο παράφρονων σχεδιασμών σε βάρος συνολικά της ανθρώπινης κοινότητας.
«Αποεπένδυση» και «πράσινη» ανάπτυξη υπέχουν τεράστια κόστη (90 τρις δολλάρια κατά τον ΟΗΕ), για τη βίαιη αλλαγή του μοντέλου και μείωσης του παγκόσμιου πληθυσμού που αυξάνει -τάχα- απειλητικά. Για να γίνει αυτό επιβαρύνονται οι κοινωνίες (παράλληλα με τους διάσπαρτους αιματηρότατους, όμως, πολέμους) με βαρύτατες φορολογίες κι άλλα μέσα, έτσι ώστε αυτές να μετατραπούν σταδιακά -συμβαίνει ήδη- σε άβουλες μάζες νομάδων τροφοσυλλεκτών. Μέσω, επίσης, της πλήρως απελευθέρωσης της διακίνησης κεφαλαίων, εμπορευμάτων και ανθρώπων. Το τελευταίο στο όνομα ενός φάλσου (ψευδούς, fake) ανθρωπισμού. Διότι, όλα αυτά που συμβαίνουν πάνε μαζί, ακολουθώντας έναν περίπου αυτοματοποιημένο δρόμο προς όφελος αποκλειστικά μιας μικρής παγκόσμιας ελίτ, που συγκεντρώνει σταδιακά ολοένα και περισσότερο πλούτο, αλλά κυρίως εξουσία, που κανείς δεν θα είναι πλέον σε θέση να την αμφισβητεί, υποτασσόμενος στα καπρίτσια και τις ιδεοληψίες της.
Γκλομπαλισμός έναντι πατριωτισμού
Είναι λυπηρό το παράδοξο, αλλά όχι πια ακατανόητο, το πως η αριστερά, σύρθηκε από πίσω και αποτελεί σήμερα τον κύριο στυλοβάτη αυτής της εκτρωματικής μετεξέλιξης του παγκόσμιου καπιταλισμού.
Γι’ αυτό και οι λαοί, ενστικτωδώς, της γυρίζουν παντού την πλάτη.
Διότι, η παραδοσιακή κυρίαρχη αντίθεση μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας έχει πάρει τα χαρακτηριστικά και εκφράζεται μεταξύ πατριωτισμού και γκλομπαλισμού.
Είτε αυτό γίνεται αντιληπτό, είτε όχι.
Έστω και αν αυτή η βασική διαίρεση σήμερα διατυπώθηκε τελικά δημόσια και με απόλυτη παρρησία και διαύγεια, από έναν κατ’ εξοχήν εκφραστή των συμφερόντων του ιμπεριαλισμού στο πλαίσιο της οξυμένης ενδοκαπιταλιστικής αντίθεσης στην εποχή μας. Τον «καθαιρεθέντα» Πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τράμπ!
Αντί επιλόγου
Αντιγράφω από το προφίλ του φίλου Γιάννη Κουκουφίκη στο facebook:
♦ «Δεν υπάρχει αποδεδειγμένη σύνδεση μεταξύ της υπερθέρμανσης του πλανήτη και των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Η Ευρωπαϊκή Ένωση καθόρισε με διάταγμα ότι η αύξηση της θερμοκρασίας κατά 2°C σε παγκόσμια κλίμακα θα ήταν πολύ επικίνδυνη. Ωστόσο, αυτή η τιμή δεν είναι επιστημονικά σωστή.» Yury Israel, Αντιπρόεδρος της IPCC (Novosti Μάιος 2005)
♦ «Το κλίμα σήμερα δείχνει ανησυχητικά συμπτώματα. Υπάρχει κάθε λόγος να φοβόμαστε ότι η Γη θα βιώσει μια δραματική ψύξη των θερμοκρασιών της μέσα στα επόμενα εκατό χρόνια.» Η Αμερικανική Ακαδημία Επιστημών, 1975
♦ «Ψάχνουμε για έναν νέο εχθρό που να μας ενώνει και πιστεύουμε ότι… η απειλή της υπερθέρμανσης του πλανήτη πρέπει να μας κάνει τη δουλειά.» Club de Rome, 1991
♦ «Σε δέκα χρόνια, κάθε σημαντική ζωική ύπαρξη στις θάλασσες θα εξαφανισθεί. Σημαντικές παράκτιες περιοχές θα πρέπει να εκκενωθούν λόγω της δυσοσμίας από τα νεκρά ψάρια.» Paul Ehrlich, «Earth Day» – 1970
♦ «Οι υπολογισμοί μας υποδηλώνουν συνολική ψύξη έως 3,5°C. Μια τέτοια πτώση της μέσης θερμοκρασίας της Γης, εάν συνεχιζόταν για μερικά χρόνια, θα ήταν αρκετή για να προκαλέσει μια νέα εποχή των παγετώνων.» S. Schneider, ιδρυτής του «Climate Change» και κύριος συγγραφέας του IPCC 2001, στο Science-1971
[1] https://repository.kallipos.gr/bitstream/11419/3713/1/05_chapter_05_r1.pdf
* Το άρθρο αυτό είναι επικαιροποίηση και σύμπτυξη μιας σειράς παλαιότερων άρθρων σε σχέση με την κλιματική αλλαγή.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου