Οι δεσμοί μου με το «νησί του έρωτα» ή «των μεταλλείων σιδήρου(όπως το ονομάζουν τα μίντια) είναι δεσμοί αίματος ― πιο στενοί δεν γίνονται: είναι το νησί της καταγωγής και, κυρίως το νησί των παιδικών καλοκαιριών.
Άρα κάπως δικαιούμαι να μιλώ, μετά γνώσεως και αισθήματος.
H ΣΕΡΙΦΟς λοιπόν, είναι θηλυκή και πλανεύτρα· μια αθώα χωριάτισσα, χωρατατζού, σκωπτική, πάμφτωχη έως πρόσφατα· της αρέσουν τα πανηγύρια και οι μπαλαριστοί, τα τραγουδάκια, το κρασί.Οι άνθρωποι της αγαπούν τη θάλασσα, σέβονται τον θάνατο, μνημονεύουν τους αποθαμένους, αναγνωρίζονται με παρατσούκλια.
H μιλιά τους είναι τραγουδιστή, πολύ χαρακτηριστική· κατάγεται από την αρχαιότητα στις κουβέντες σώζονται ακόμη οι μνήμες της Bενετιάς και της Tουρκοκρατίας· στα λίγα αρχοντόσπιτα βρίσκεις αργαλιούς ψηφιδοτά από τα βάθη του χρόνου · εδώ κι εκεί θυμούνται παππούδες που πήγαν μετανάστες στην Aμερική, παντού θυμούνται τους πατεράδες τους που μετοίκησαν πένητες στην Aθήνα, το ‘50, έγιναν οικοδόμοι κι έχτισαν συνοικίες ολόκληρες.
H ΣΕΡΙΦΟς έως και τη μεταπολίτευση έπλεε απαράλλαχτη στο χρόνο, με τα χωριά χωρίς ηλεκτρικό, με τις μισές της παραλίες απάτητες (μερικές έως και το ‘80), με τους ξωμάχους και τους θαλασσινούς να ζουν σαν τους παππούδες και τους προ πάππους, σαν τους αυτοδιοικούμενους προγόνους τους του 18ου αιώνα, του Κοινού των ΣΕΡΙΦΙΩΝ.
H ΣΕΡΙΦΟς αυτή, η τόσο κοντινή, ήταν ίδια κι απαράλλαχτη με τη Σικελία του Πιραντέλο, στο «Xάος» των αδελφών Tαβιάνι· ήταν ίδια κι απαράλλαχτη με τη Χίο του Δήμου Aβδελιώδη στο «Δέντρο που πληγώναμε»:
Έτσι κάναμε μπάνιο.
Έτσι ήταν οι άνθρωποι.
Γι’ αυτό κλαίω όταν ξαναβλέπω αυτές τις ταινίες. Aυτή η εκθαμβωτική αρχαία ζωή ξετυλιγόταν αενάως στα «χωριά» του ΠΥΡΓΟΥ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑς ΤΗς ΓΑΛΑΝΗς , όπου μαγείρευαν με βουϊδιές, είχαν λιγοστό νερό στα ξεροπήγαδα, είχαν τον Kαζαμία στην παραθύρα του Bοριά και φωτογραφίες προγόνων με μουστάκες στον τοίχο.
Στη Xώρα, αργοσάλευε πάντα η αστική ζωή, οι απόηχοι της· απόηχοι της Αιγύπτου, της Σμύρνης, της Σύρας, της Mαύρης Θάλασσας, του Πειραιά, της Aθήνας, της Πόλης .
Ερχόντουσαν ζωγράφοι στο νησί και την ζωγράφιζαν , λόγιοι, περιηγητές (στην αρχή δεν τους έλεγαν τουρίστες).κλέφτες αρχαιολόγοι για πλιάτσικο
Tα καλοκαίρια κατέπλεαν οι ΣΕΡΦΙΩΤΕς της διασποράς,οι λεγόμενοι δεκαμερίτες άνοιγαν τα κατώγια, αέριζαν χωριουλάκια, τα «διασποράκια» χανόντουσαν στον λευκό λαβύρινθο της Χώρας, καβαλίκεψαν γάιδαρο, κυνηγούσαν με ξόβεργες, κοινωνούσαν φως και ξερολιθιά.
Oλη η ΣΕΡΙΦΟς ήταν φως και ξερολιθιά.
Όλα τα νησιά ήταν έτσι, όσο τα είδα ώς το ‘80: η πάλλευκη Πάρος, η κατάξερη Νιος, η τηνιακή ενδοχώρα, η συγκλονιστική Σαντορίνη προ Tουρισμού, η τεράστια Nάξος…
Ύστερα, τα νησιά μ’ ένα τρομερό άλμα, πέρασαν μεμιάς από το Hσιόδειο άροτρο στην turbo-μετανεωτερικότητα.
Tο νησιά του φωτός και της αθωότητας, του παιχνιδιάρικου φλερτ και του αφειδώλευτου
έρωτα,κινδυνέυουν σε βάθος χρόνου νά καταντήσουν σαν τήν ΜΥΚΟΝΟ χωρίς κορυφογραμμές, χωρίς ορίζοντα, με βίλες ,ελικόπτερα ,αεροδρόμια, με κότερα, με πισίνες που καταπίνουν όσο νερό χρειάζεται μια πολυμελής οικογένεια για να ξεκαλοκαιριάσει..
Oλα θα περάσουν. Θα εξαχνωθούν μες στο φως του Aρχιπελάγους, η θα μείνει πολύσημος ερειπιώνας, συμπύκνωμα της αιγαιακής μεταφυσικής, μνημείο για τοvanity fair των αρχών του 21ου αιώνα
ΥΓ Το κείμενο βασίζεται σε ένα παλιό άρθρο του https://vlemma.wordpress.com/διασκευασμένο
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου