3 Μαρ 2014

Χρυσή Αυγή: Πολιτικά κίνητρα, αντιφασιστικές ευκολίες και κράτος δικαίου

Του ΣΤΑΥΡΟΥ ΛΥΓΕΡΟΥ
H άρση της ασυλίας και των βουλευτών της Χρυσής Αυγής στους οποίους δεν είχαν ασκηθεί ποινικές διώξεις είναι μια πρόσθετη ένδειξη ότι με νομικό όχημα την κατηγορία της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση προωθείται ο αποκλεισμός του κόμματος αυτού από τις ευρωεκλογές και πιθανότατα από τις εθνικές εκλογές.
Ο αποκλεισμός αυτός, όπως και προ καιρού η σύλληψη και προφυλάκιση ηγετικών στελεχών της, χαϊδεύει το αντιφασιστικό αίσθημα της πλειονότητας των πολιτών, αλλά αυτό δεν είναι διαβατήριο δημοκρατικότητας. Το αντίθετο μάλιστα.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά. Αναμφίβολα ο ηγετικός πυρήνας της Χρυσής Αυγής διαπνέεται από νεοναζιστική ιδεολογία. Αναμφίβολα, η Χρυσή Αυγή καλλιεργεί  την κουλτούρα της παραστρατιωτικής βίας. Αναμφίβολα, μέχρι τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, η κυβέρνηση και το κατεστημένο μιντιακό σύστημα ανέχονταν τις εμφανείς παράνομες πράξεις και δραστηριότητες της Χρυσής Αυγής. Σχεδόν έκλειναν τα μάτια σε αυτά που σήμερα υπερπροβάλλουν.
Το σοκ που προκάλεσε στην κοινή γνώμη η δολοφονία του Παύλου Φύσσα ήταν ο καταλύτης για να κάνει στροφή 180 μοιρών η «γαλάζια» ηγεσία. Στην πραγματικότητα το έδαφος είχε στρωθεί λόγω της απροθυμίας του Μιχαλολιάκου να λειτουργήσει σαν πολιτικό δεκανίκι της ΝΔ. Έτσι η ΝΔ όχι μόνο εγκατέλειψε τη στάση σχετικής ανοχής, αλλά και παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στον πόλεμο εναντίον της Χρυσής Αυγής. Δεν έδωσε, βεβαίως ποτέ πειστική απάντηση για τη μέχρι τότε στάση της. Προφανώς επειδή η στροφή της υποκρύπτει και ιδιοτελείς πολιτικές σκοπιμότητες.
Η εξήγηση για την αρχική στάση ανοχής και για τη στροφή 180 μοιρών είναι ότι ορισμένοι κύκλοι της κυβέρνησης και των αρχουσών ελίτ ερωτοτροπούσαν με την ιδέα να χρησιμοποιήσουν το κόμμα του Μιχαλολιάκου σαν πολιτικό εργαλείο εναντίον της Αριστεράς. Η θεωρία «των δύο άκρων», άλλωστε, προϋποθέτει την ύπαρξη μιας ισχυρής και προκλητικής Χρυσής Αυγής.
Ο πόλεμος εναντίον της Χρυσής Αυγής έδωσε την ευκαιρία στον Σαμαρά να σπάσει την πολιτική απομόνωσή του λόγω Μνημονίου και να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια υπόθεση, όπου η πλειονότητα των πολιτών βρίσκεται στην ίδια όχθη με αυτόν. Επιπροσθέτως στο Μαξίμου εκτιμούσαν ότι οι δικαστικές διώξεις εναντίον της Χρυσής Αυγής και η ηθική καταρράκωσή της θα συρρίκνωναν την εκλογική επιρροή της. Προσδοκούσαν, λοιπόν, ότι μια σημαντική μερίδα δεξιάς προέλευσης ψηφοφόρων της θα επέστρεφε στο «μαντρί» της ΝΔ.
Οι δημοσκοπήσεις διαψεύδουν την προσδοκία αυτή. Την οριστική απάντηση όμως θα τη δώσουν οι ευρωεκλογές εάν, βεβαίως τελικώς επιτρέψουν την κάθοδο της Χρυσής Αυγής με την ίδια ή με κάποια άλλη ονομασία. Η ιστορία πάντως διδάσκει ότι η προσπάθεια να ανασχεθεί ένα πολιτικό νόνα φέρνει το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.
Συνεκτιμώντας το γεγονός ότι στις σημερινές συνθήκες αρκετοί που έχουν αποφασίσει να ψηφίσουν τη Χρυσή Αυγή αποφεύγουν για προφανείς λόγους να το δηλώνουν στους δημοσκόπους, δεν θα είναι έκπληξη, εάν στις ευρωεκλογές το κόμμα του Μιχαλολιάκου κατακτήσει τη δεύτερη θέση. Αλλά ακόμα και εάν τελικώς απαγορευτεί η κάθοδος αυτού του πολιτικού ρεύματος στις εκλογές,η ΝΔ αναμένεται να εισπράξει ένα ασήμαντο ποσοστό ψήφων από όσους έχουν επιλέξει να ψηφίσουν τη Χρυσή Αυγή. Αφενός λόγω του έμμεσου πλην σαφούς πρωταγωνιστικού ρόλου της κυβέρνησης Σαμαρά στις δικαστικές διώξεις, αφετέρου λόγω της αντιμνημονιακής ταυτότητας αυτών των ψηφοφόρων.
Το ζήτημα όμως δεν αφορά στο αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και στις ενδεχόμενες πολιτικές επιπτώσεις του. Αφορά στον πυρήνα του δημοκρατικού πολιτεύματος. Οι δημοκρατικοί κανόνες δεν έχουν εγκαθιδρυθεί για να εφαρμόζονται αλά καρτ και βεβαίως ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα. Ούτε η δημοκρατική ευαισθησία μπορεί να έχει ιδεολογικό πρόσημο. Με αυτή την έννοια είναι ιδιαιτέρως ανησυχητικό το γεγονός ότι η κυρίαρχη τάση (και στο χώρο της Αριστεράς που έχει επώδυνη πείρα) είναι να παραβλέπει την εξόφθαλμη παραβίαση δημοκρατικών δικαιωμάτων επειδή αυτή στρέφεται εναντίον της Χρυσής Αυγής.
Η νομική έννοια της εγκληματικής οργάνωσης στική και ως εκ τούτου προσφέρεται ως εργαλείο για δικαστικές διώξεις που εξυπηρετούν  πολιτική σκοπιμότητα. Η πολιτική ιστορία διεθνώς είναι από τη φύση της συγκρουσιακή. Ενίοτε, μάλιστα, οι συγκρούσεις εκτρέπονται και σε εγκληματικές πράξεις. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τον κατά κανόνα συλλογικό χαρακτήρα της πολιτικής δράσης, είναι εύκολο αλλά εξαιρετικά επικίνδυνο να οδηγήσει την εκάστοτε εξουσία σε γενικευμένες ποινικές διώξεις αντιπάλων με βάση το νομικό όχημα περί εγκληματικής οργάνωσης.
Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για τίποτα άλλο από μια εκδοχή της ολοκληρωτικής θεωρίας περί συλλογικής ευθύνης. Δεν είναι τυχαίο ότι (σύμφωνα με μη διαψευσθέντα ρεπορτάζ) αυτός που εισηγήθηκε σε πολιτικό επίπεδο η Χρυσή Αυγή να αντιμετωπιστεί σαν εγκληματική οργάνωση είναι ο Βορίδης, με το γνωστό ακροδεξιό παρελθόν. Ο ίδιος άλλωστε, είχε προαναγγείλει ότι η κατηγορία περί εγκληματικής οργάνωσης δεν επιστρατεύτηκε για να χρησιμοποιηθεί μόνο εναντίον της Χρυσής Αυγής. Είναι κοινό μυστικό ότι ορισμένοι κύκλοι της ΝΔ προετοίμαζαν το έδαφος για να χρησιμοποιήσουν το ίδιο νομικό όπλο και εναντίον κύκλων του ΣΥΡΙΖΑ. Υπενθυμίζουμε ότι η κυβέρνηση Σαμαρά δεν έχει ποτέ αποκηρύξει τη θεωρία «των δύο άκρων».
Αναμφίβολα, χρυσαυγίτες επιδίδονταν σε εγκληματικές δραστηριότητες. Ούτε αυτές όμως ούτε η νεοναζιστική ιδεολογία της ηγετικής ομάδας της ούτε ο παραστρατιωτικός χαρακτήρας της Χρυσής Αυγής επαρκούν για να χαρακτηριστεί τυπική εγκληματική οργάνωση. Καμία εγκληματική οργάνωση δεν θα είχε ψηφιστεί από σχεδόν μισό εκατομμύριο Έλληνες. Η Χρυσή Αυγή είναι ένα απεχθές ακροδεξιό κόμμα με ισχυρή δυναμική. Γι’ αυτό και είναι μεγάλος ο κίνδυνος η δικαστική δίωξή της να τσιμεντάρει την επιρροή της, ειδικά στους κόλπους της νεολαίας. Η σημερινή εύφλεκτη οικονομικοκοινωνική συγκυρία και η απαξίωση του πολιτικού συστήματος ωθούν προς αυτή την κατεύθυνση.
Στα δημοκρατικά πολιτεύματα διώκονται παράνομες πράξεις και δραστηριότητες αλλά όχι ιδέες. Ούτε οι πιο απεχθείς και εγκληματογόνες, όπως η νεοναζιστική ιδεολογία. Οι ιδέες καταπολεμώνται με φορά και η υπεροχή της Δημοκρατίας από . Η Δημοκρατία ακυρώνει τον εαυτό της όταν καταφεύγει σε αντιδημοκρατικές μεθόδους για να καταπολεμήσει τη Χρυσή Αυγή. Εκτός αυτού, μόνο η ιδεολογική ήττα μπορεί να εξουδετερώσει οριστικά στο  πολιτικό επίπεδο το κόμμα του Μιχαλολιάκου. Στα δημοκρατικά πολιτεύματα διώκονται πράξεις. Όπως εγκαίρως υπογραμμίζαμε, η Πολιτεία όφειλε εξαρχής να  επιβάλει τον ποινικό κολασμό κάθε παράνομης πράξης και δραστηριότητας μελών της Χρυσής Αυγής. Εάν για υποθέσεις νυχτερινών επιθέσεων πρέπει να εντοπιστούν οι  δράστες, για όσες παρανομίες διέπραξαν επώνυμα στελέχη της Χρυσής Αυγής μπροστά στις κάμερες η ενοχή είναι προφανής.
Γιατί σ’ αυτές τις υποθέσεις η Δικαιοσύνη ακολουθούσε τις αργόσυρτες νωχελικές διαδικασίες που στην πράξη ισοδυναμούσαν με ατιμωρησία; Και γιατί ξαφνικά «έβαλε φτερά» στα πόδια της όταν η κυβέρνηση έκανε στροφή; Απάντηση δεν έχουν δώσει ο Βορίδης και οι άλλοι κυβερνητικοί, που υποκριτικά ισχυρίζονται ότι η κυβέρνηση δεν αναμειγνύεται και ότι οι διώξεις της Χρυσής Αυγής είναι αποκλειστικά πρωτοβουλία και υπόθεση της Δικαιοσύνης.
Είναι απαραίτητο να σεβόμαστε τους θεσμούς και ειδικότερα τη Δικαιοσύνη, αλλά όχι αυτό να μας οδηγεί σε εθελοτυφλία. Υπενθυμίζουμε ότι το Κοινοβούλιο αποφάσισε να σταματήσει τη χρηματοδότηση της Χρυσής Αυγής ενώ παραμένει νόμιμο κόμμα. Αλλά και το γεγονός ότι μεθοδεύουν τον αποκλεισμό της από τις εκλογές, ενώ όλα δείχνουν πως δυστυχώς η απήχησή της μεγαλώνει, επιβεβαιώνει ότι πρόκειται για δίωξη με σαφές πολιτικό (και μικροκομματικό) κίνητρο. Και, όπως είπαμε εξαρχής το αντιφασιστικό πρόσημο είναι στοιχείο της πολιτικής και όχι της Δικαιοσύνης.
Το κείμενο του Σταύρου Λυγερού δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ την Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2014 - www.epikaira.gr
Πηγή : 

to synoro blog

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...