BRENT E. SASLEY*
Η τρίτη κυβέρνηση του Ισραηλινού πρωθυπουργού Βενιαμίν Νετανιάχου έχει πέσει, και θα πραγματοποιηθούν νέες εκλογές [2] στις 17 Μαρτίου 2015. Στο τέλος, ο συνασπισμός του, ο οποίος περιελάμβανε κόμματα με διαφορετικές, μερικές φορές αντίθετες, ατζέντες και προτεραιότητες, απλά δεν μπορούσε να κρατηθεί. Για παράδειγμα, η πρώην υπουργός Δικαιοσύνης από το κόμμα Hatnua, η Τζίπι Λίβνι, έχει δεσμευτεί στην ειρηνευτική διαδικασία και για ένα ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος, ενώ ο υπουργός Οικονομίας από το κόμμα Bayit Yehudi, ο Naftali Bennett και πολλά μέλη τού Λικούντ στην Κνεσέτ είναι πλήρως αντίθετοι με μια τέτοια έκβαση. Εν τω μεταξύ, ο Yair Lapid, ο υπουργός Οικονομικών, ο οποίος ανήκει στο κόμμα Yesh Atid, συγκρούστηκε με τον Νετανιάχου επί της οικονομικής πολιτικής.
Η διάλυση του συνασπισμού δεν είναι ασυνήθιστη. Στην πραγματικότητα, μόνο μια κυβέρνηση (η δεύτερη του Νετανιάχου, από το 2009 ως το 2013), έχει καταφέρει να κυβερνήσει στο μεγαλύτερο μέρος τής τετραετούς θητείας της από το 1996. Το ζήτημα είναι ένα πολύ βαθύτερο πρόβλημα με το εκλογικό σύστημα του Ισραήλ, πράγμα που σημαίνει ότι δεν θα εξαφανιστεί μετά από τις νέες εκλογές.
Εκλογικά, το Ισραήλ λειτουργεί ως μια ενιαία περιφέρεια. Τα κόμματα εκλέγονται στο 120 εδρών κοινοβούλιο με βάση μια από τις καθαρότερες μορφές τής αναλογικής εκπροσώπησης στον κόσμο. Χρειάζεται να περάσουν μόνο ένα χαμηλό όριο ψήφων –το οποίο ανέβηκε από το 2% στο 3,25% φέτος- για να κερδίσουν μια έδρα. Εν τω μεταξύ, οι ψηφοφόροι έχουν να επιλέξουν μεταξύ ενός συνόλου από λίστες (που περιλαμβάνουν τα μέλη των κομμάτων που κατεβαίνουν για την Κνεσέτ ή μέλη δύο ή περισσότερων κομμάτων που αποτελούν μια συμμαχία κατά την διάρκεια των εκλογών). Αυτές είναι κλειστές λίστες: Οι ψηφοφόροι δεν μπορούν να αλλάξουν τα ονόματα ή την κατάταξη σε αυτήν, τα οποία [ονόματα] επιλέγονται μέσω εσωτερικών κομματικών διαδικασιών.
Οι ρίζες τού εκλογικού συστήματος του Ισραήλ ανάγονται στην Παγκόσμια Σιωνιστική Οργάνωση που δημιουργήθηκε στα τέλη τής δεκαετίας τού 1890. Εκείνη την εποχή, οι σιωνιστές ηγέτες αισθάνθηκαν την επείγουσα ανάγκη να συγκεντρώσουν στο κίνημα όσο το δυνατόν περισσότερες διαφορετικές εβραϊκές κοινότητες από όλο τον κόσμο. Για να γίνει αυτό, επέλεξαν την αναλογική εκπροσώπηση. Στην (πριν να γίνει κράτος) εβραϊκή κοινότητα στην Παλαιστίνη, οι Σιωνιστές υιοθέτησαν τα ίδια μέτρα όταν έστησαν τους πολιτικούς θεσμούς. Και όταν το Ισραήλ ιδρύθηκε το 1948, οι ηγέτες του απλά μετέφεραν αυτούς τους κανόνες και τα συστήματα στο νέο κράτος (αρχικά ως προσωρινό μέτρο, αργότερα ως μόνιμο χαρακτηριστικό).
Το αποτέλεσμα είναι ότι το πολιτικό σύστημα του Ισραήλ περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα συμφερόντων. Είναι σύνηθες 30 ή και περισσότερα κόμματα να κάνουν καμπάνιες κατά την διάρκεια των εκλογών και δέκα ή περισσότερα κόμματα να κερδίζουν εκπροσώπηση στην Κνεσέτ. Αυτό, με την σειρά του, σημαίνει ότι κανένα κόμμα δεν έχει κερδίσει ποτέ την πλειοψηφία των εδρών (61) ή δεν σχημάτισε κυβέρνηση από μόνο του. Επειδή τα μεγαλύτερα κόμματα, για μεγάλο χρονικό διάστημα το Εργατικό από την αριστερά και το Λικούντ από την δεξιά, είχαν πρόβλημα να ξεπεράσουν τις προσωπικές και πολιτικές διαφορές τους, το καθένα έχει ζητήσει από μικρότερα, πιο στενά επικεντρωμένα κόμματα να τα υποστηρίξουν ως ανώτεροι συνεργάτες στην κυβέρνηση. Τα κόμματα αυτά ως επί το πλείστον ήταν πρόθυμα να στηρίξουν όποιο μεγάλο κόμμα ικανοποιούσε τις απαιτήσεις τους.
Οι εκλογές τού 2015 δεν θα είναι κάτι το διαφορετικό. Αν και είναι αδύνατο να προβλέψουμε το αποτέλεσμα σε αυτό το πρώιμο στάδιο (η προεκλογική εκστρατεία δεν έχει αρχίσει επίσημα), είναι πιθανό ότι θα συνεχιστούν οι ίδιες γενικές τάσεις που έχουν λειτουργήσει τα τελευταία χρόνια.
Η κοινή αντίληψη σε αυτό το σημείο είναι ότι η επόμενη κυβέρνηση θα είναι πιο δεξιόστροφη. Το Λικούντ τού Νετανιάχου κατά πάσα πιθανότητα θα διατηρήσει την πλειοψηφία των ψήφων. Και δεδομένου ότι τα κεντρώα κόμματα (το Yesh Atid και το Hatnua) δεν τα πάνε καλά στις δημοσκοπήσεις, μπορεί να στηριχθεί στους «φυσικούς» συμμάχους του -τα υπερ-ορθόδοξα κόμματα του Ηνωμένου Ιουδαϊκού Τορά και το Σας- για να οικοδομήσει μια κυβέρνηση.
Ακόμα και τότε, όμως, τα μαθηματικά απαιτούν από τον Νετανιάχου να φέρει κι άλλα κόμματα στην δεξιά, συμπεριλαμβανομένων του Bayit Yehudi και του Yisrael Beiteinu, του υπουργού Εξωτερικών Αβιγκντόρ Λίμπερμαν. Και εκεί είναι που θα μπορούσαν να αρχίσουν τα προβλήματά του. Υπάρχουν σοβαρές διαφωνίες μεταξύ της πολιτικής τού Bennett και του Λίμπερμαν από την μια πλευρά και των υπερ-ορθόδοξων κομμάτων από την άλλη. Αμφότεροι οι Bennett και Λίμπερμαν θέλουν να μειώσουν τον έλεγχο των υπερ-Ορθόδοξων επί των θρησκευτικών υποθέσεων της χώρας, και ο Λίμπερμαν θέλει να κάνει το ίδιο για τους ισραηλινούς νόμους που αφορούν στην προσωπική κατάσταση. Οι πιθανοί διαπληκτισμοί μεταξύ των πλευρών αυτών θα μπορούσαν κάλλιστα να προκαλέσουν άλλη μια κυβερνητική κατάρρευση.
Εν τω μεταξύ, αν και πολλοί Ισραηλινοί ψηφοφόροι είναι πιστοί στην αριστερά ή στην δεξιά, υπάρχει ένα μεγάλο τμήμα, περίπου 25% με 35% του εκλογικού σώματος, που τα τελευταία χρόνια έχει κολλήσει στο κέντρο. Αυτοί οι ψηφοφόροι -Ασκενάζι, κοσμικοί, μεσαία τάξη, και αστοί- δεν είναι ιδεολογικά συνδεδεμένοι με τα δύο στρατόπεδα, αλλά δυσπιστούν βαθιά προς τις λύσεις τής αριστεράς στην ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση: Βλέπουν το μήνυμα των διαπραγματεύσεων και των αποσύρσεων ως αφελές. Και παρ’ όλο που υποστηρίζουν μια λύση δύο κρατών, είναι απαισιόδοξοι για τις παλαιστινιακές προθέσεις. Η δεξιά, που αντιπροσωπεύεται από το Λικούντ, θεωρείται ως περισσότερο προσανατολισμένη στην ασφάλεια και καχύποπτη, κάτι που τους δίνει περισσότερη ηρεμία.
Περισσότερο από την ασφάλεια, όμως, οι κεντρώοι ψηφοφόροι ενδιαφέρονται για τα κοινωνικά και οικονομικά θέματα. Είναι ανοιχτοί στις πολιτικές τής αριστεράς, αλλά είναι επίσης πρόθυμοι να υποστηρίξουν κεντρώα και κεντροδεξιά κόμματα ή κόμματα πιο ακραία στο πολιτικό φάσμα εφόσον μπορούν να πείσουν ότι θα κάνουν κάτι διαφορετικό. Αυτό εξηγεί [3] την δραματική άνοδο του Yesh Atid και την υποστήριξη που κέρδισε το Bayit Yehudi το 2013 από εκείνους που δεν συμμερίζονται την θρησκευτική Σιωνιστική ταυτότητα του κόμματος. Το Yesh Atid μπορεί να έχει κερδίσει 19 έδρες σε εκείνες τις εκλογές, αλλά η κεντρώα ψήφος σπάνια παραμένει σταθερή [4]. Τα νέα κόμματα γενικώς δεν έχουν οργάνωση ή οπαδούς και οδηγούνται από άτομα που είναι δημοφιλή σε μια δεδομένη στιγμή. Όταν η δημοτικότητά τους μειώνεται, το ίδιο κάνει και το κόμμα τους. Το μόνο κεντρώο κόμμα που τα πήγε καλά σε περισσότερες από μια εκλογικές μάχες ήταν το Καντίμα, το οποίο κέρδισε 29 έδρες το 2006 και 28 το 2009, πριν πέσει στις δύο έδρες το 2013.
Στις αρχικές δημοσκοπήσεις πριν την ψηφοφορία τού επόμενου έτους, το Yesh Atid έχει πέσει σε δημοτικότητα, ενώ ένα ολοκαίνουργιο κεντρώο κόμμα έχει αρχίσει να ανεβαίνει -οι δημοσκοπήσεις τού δίνουν περίπου δέκα έδρες. Στο νέο κόμμα θα ηγείται ο πρώην λικουντικός, Moshe Kahlon. Όντας από την πλευρά των Σεφαραδιτών, ο Kahlon είναι γνωστός για την εστίασή του στα οικονομικά θέματα και για τις εκκλήσεις του για μια πιο δίκαιη κατανομή πόρων [5], αλλά είναι πιο κοντά προς την δεξιά για τις πολιτικές σχετικά με την σύγκρουση. Η ρητορική τού Kahlon είναι παρόμοια με του Lapid το 2013: Θα τραβήξει ψήφους από το Λικούντ, το Γες Ατίντ και το Εργατικό κόμμα, αλλά αναμένεται ότι θα ενταχθεί σε μια κυβέρνηση Λικούντ αν κληθεί. Τα κέρδη του θα είναι ακόμα πιο εντυπωσιακά αν οι οικονομικές ανησυχίες αρχίσουν να ξεπερνούν τις ανησυχίες για την ασφάλεια σε ένα ευρύτερο σώμα Ισραηλινών. Αυτό συνέβη το 2011, όταν οι διαμαρτυρίες για την κοινωνική δικαιοσύνη έβγαλαν τα θέματα ασφάλειας από την ατζέντα. Ένα παρόμοιο εσωτερικό ξέσπασμα θα μπορούσε να το κάνει και πάλι, δεδομένου ότι οι οικονομικές συνθήκες δεν έχουν βελτιωθεί και πολύ για την μεσαία τάξη και τους χαμηλού εισοδήματος μισθωτούς.
Από την άλλη πλευρά, η ανανεωμένη ισραηλινο-παλαιστινιακή βία θα βοηθούσε τα κόμματα της δεξιάς, όπως θα έκανε μια πυρηνική συμφωνία ΗΠΑ-Ιράν ή μια ισραηλινή επίθεση στο Ιράν. Αλλά η γενική κούραση με τον Νετανιάχου και το Λικούντ, το οποίο είναι στην εξουσία ήδη για πολλά χρόνια, επίσης θα παίξει ρόλο, όπως και η φαγωμάρα μεταξύ των φατριών στο Bayit Yehudi, το οποίο δημιουργήθηκε ως αποτέλεσμα μιας συγχώνευσης μεταξύ δύο διαφορετικών φατριών. Μια συγχώνευση ανάμεσα σε κεντρώα και αριστερά κόμματα ή αλλαγές στην εκλογική λίστα τού Λικούντ, ως αποτέλεσμα των επερχόμενων προκριματικών, θα μπορούσαν να έχουν τα δικά τους αποτελέσματα. Και δεν υπάρχει καμία εικόνα για το αν το αραβικό κοινό θα πάει να ψηφίσει, και αν ναι, ποιον. Σύμφωνα με το αυξημένο όριο για να κερδηθεί μια έδρα, τα τρία υπάρχοντα αραβικά κόμματα θα πρέπει να συνεργαστούν στενά ή να διακινδυνεύσουν να μην μπουν στην Κνεσέτ.
Η ισραηλινή εκλογική διαδικασία είναι πολύπλοκη και ασταθής. Αυτό την καθιστά ενδιαφέρουσα για παρακολούθηση, αλλά είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να προβλεφθεί. Ωστόσο, η φύση τού συστήματος και η δυσκολία δημιουργίας εκλογικών μεταρρυθμίσεων, σε συνδυασμό με την δύναμη της κεντρώας ψήφου, σημαίνουν ότι ανεξάρτητα του ποιος θα κερδίσει τον Μάρτιο, η κυβέρνηση θα πρέπει να αποτελέσει εξαίρεση στον κανόνα των τελευταίων αρκετών ετών για να κυβερνήσει την πλήρη θητεία της.
Copyright © 2002-2014 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/142413/brent-e-sasley/israels-tan…
Σύνδεσμοι:
[1] https://twitter.com/besasley
[2] http://www.timesofisrael.com/new-elections-called-for-march-17-2015/
[3] http://www.washingtonpost.com/blogs/monkey-cage/wp/2014/07/18/does-the-g…
[4] http://www.thedailybeast.com/articles/2012/11/02/of-phobias-and-white-kn…
[5] http://www.jpost.com/Israel-News/Politics-And-Diplomacy/Kahlon-positions…
: foreignaffairs.gr
Η τρίτη κυβέρνηση του Ισραηλινού πρωθυπουργού Βενιαμίν Νετανιάχου έχει πέσει, και θα πραγματοποιηθούν νέες εκλογές [2] στις 17 Μαρτίου 2015. Στο τέλος, ο συνασπισμός του, ο οποίος περιελάμβανε κόμματα με διαφορετικές, μερικές φορές αντίθετες, ατζέντες και προτεραιότητες, απλά δεν μπορούσε να κρατηθεί. Για παράδειγμα, η πρώην υπουργός Δικαιοσύνης από το κόμμα Hatnua, η Τζίπι Λίβνι, έχει δεσμευτεί στην ειρηνευτική διαδικασία και για ένα ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος, ενώ ο υπουργός Οικονομίας από το κόμμα Bayit Yehudi, ο Naftali Bennett και πολλά μέλη τού Λικούντ στην Κνεσέτ είναι πλήρως αντίθετοι με μια τέτοια έκβαση. Εν τω μεταξύ, ο Yair Lapid, ο υπουργός Οικονομικών, ο οποίος ανήκει στο κόμμα Yesh Atid, συγκρούστηκε με τον Νετανιάχου επί της οικονομικής πολιτικής.
Η διάλυση του συνασπισμού δεν είναι ασυνήθιστη. Στην πραγματικότητα, μόνο μια κυβέρνηση (η δεύτερη του Νετανιάχου, από το 2009 ως το 2013), έχει καταφέρει να κυβερνήσει στο μεγαλύτερο μέρος τής τετραετούς θητείας της από το 1996. Το ζήτημα είναι ένα πολύ βαθύτερο πρόβλημα με το εκλογικό σύστημα του Ισραήλ, πράγμα που σημαίνει ότι δεν θα εξαφανιστεί μετά από τις νέες εκλογές.
Εκλογικά, το Ισραήλ λειτουργεί ως μια ενιαία περιφέρεια. Τα κόμματα εκλέγονται στο 120 εδρών κοινοβούλιο με βάση μια από τις καθαρότερες μορφές τής αναλογικής εκπροσώπησης στον κόσμο. Χρειάζεται να περάσουν μόνο ένα χαμηλό όριο ψήφων –το οποίο ανέβηκε από το 2% στο 3,25% φέτος- για να κερδίσουν μια έδρα. Εν τω μεταξύ, οι ψηφοφόροι έχουν να επιλέξουν μεταξύ ενός συνόλου από λίστες (που περιλαμβάνουν τα μέλη των κομμάτων που κατεβαίνουν για την Κνεσέτ ή μέλη δύο ή περισσότερων κομμάτων που αποτελούν μια συμμαχία κατά την διάρκεια των εκλογών). Αυτές είναι κλειστές λίστες: Οι ψηφοφόροι δεν μπορούν να αλλάξουν τα ονόματα ή την κατάταξη σε αυτήν, τα οποία [ονόματα] επιλέγονται μέσω εσωτερικών κομματικών διαδικασιών.
Οι ρίζες τού εκλογικού συστήματος του Ισραήλ ανάγονται στην Παγκόσμια Σιωνιστική Οργάνωση που δημιουργήθηκε στα τέλη τής δεκαετίας τού 1890. Εκείνη την εποχή, οι σιωνιστές ηγέτες αισθάνθηκαν την επείγουσα ανάγκη να συγκεντρώσουν στο κίνημα όσο το δυνατόν περισσότερες διαφορετικές εβραϊκές κοινότητες από όλο τον κόσμο. Για να γίνει αυτό, επέλεξαν την αναλογική εκπροσώπηση. Στην (πριν να γίνει κράτος) εβραϊκή κοινότητα στην Παλαιστίνη, οι Σιωνιστές υιοθέτησαν τα ίδια μέτρα όταν έστησαν τους πολιτικούς θεσμούς. Και όταν το Ισραήλ ιδρύθηκε το 1948, οι ηγέτες του απλά μετέφεραν αυτούς τους κανόνες και τα συστήματα στο νέο κράτος (αρχικά ως προσωρινό μέτρο, αργότερα ως μόνιμο χαρακτηριστικό).
Το αποτέλεσμα είναι ότι το πολιτικό σύστημα του Ισραήλ περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα συμφερόντων. Είναι σύνηθες 30 ή και περισσότερα κόμματα να κάνουν καμπάνιες κατά την διάρκεια των εκλογών και δέκα ή περισσότερα κόμματα να κερδίζουν εκπροσώπηση στην Κνεσέτ. Αυτό, με την σειρά του, σημαίνει ότι κανένα κόμμα δεν έχει κερδίσει ποτέ την πλειοψηφία των εδρών (61) ή δεν σχημάτισε κυβέρνηση από μόνο του. Επειδή τα μεγαλύτερα κόμματα, για μεγάλο χρονικό διάστημα το Εργατικό από την αριστερά και το Λικούντ από την δεξιά, είχαν πρόβλημα να ξεπεράσουν τις προσωπικές και πολιτικές διαφορές τους, το καθένα έχει ζητήσει από μικρότερα, πιο στενά επικεντρωμένα κόμματα να τα υποστηρίξουν ως ανώτεροι συνεργάτες στην κυβέρνηση. Τα κόμματα αυτά ως επί το πλείστον ήταν πρόθυμα να στηρίξουν όποιο μεγάλο κόμμα ικανοποιούσε τις απαιτήσεις τους.
Οι εκλογές τού 2015 δεν θα είναι κάτι το διαφορετικό. Αν και είναι αδύνατο να προβλέψουμε το αποτέλεσμα σε αυτό το πρώιμο στάδιο (η προεκλογική εκστρατεία δεν έχει αρχίσει επίσημα), είναι πιθανό ότι θα συνεχιστούν οι ίδιες γενικές τάσεις που έχουν λειτουργήσει τα τελευταία χρόνια.
Η κοινή αντίληψη σε αυτό το σημείο είναι ότι η επόμενη κυβέρνηση θα είναι πιο δεξιόστροφη. Το Λικούντ τού Νετανιάχου κατά πάσα πιθανότητα θα διατηρήσει την πλειοψηφία των ψήφων. Και δεδομένου ότι τα κεντρώα κόμματα (το Yesh Atid και το Hatnua) δεν τα πάνε καλά στις δημοσκοπήσεις, μπορεί να στηριχθεί στους «φυσικούς» συμμάχους του -τα υπερ-ορθόδοξα κόμματα του Ηνωμένου Ιουδαϊκού Τορά και το Σας- για να οικοδομήσει μια κυβέρνηση.
Ακόμα και τότε, όμως, τα μαθηματικά απαιτούν από τον Νετανιάχου να φέρει κι άλλα κόμματα στην δεξιά, συμπεριλαμβανομένων του Bayit Yehudi και του Yisrael Beiteinu, του υπουργού Εξωτερικών Αβιγκντόρ Λίμπερμαν. Και εκεί είναι που θα μπορούσαν να αρχίσουν τα προβλήματά του. Υπάρχουν σοβαρές διαφωνίες μεταξύ της πολιτικής τού Bennett και του Λίμπερμαν από την μια πλευρά και των υπερ-ορθόδοξων κομμάτων από την άλλη. Αμφότεροι οι Bennett και Λίμπερμαν θέλουν να μειώσουν τον έλεγχο των υπερ-Ορθόδοξων επί των θρησκευτικών υποθέσεων της χώρας, και ο Λίμπερμαν θέλει να κάνει το ίδιο για τους ισραηλινούς νόμους που αφορούν στην προσωπική κατάσταση. Οι πιθανοί διαπληκτισμοί μεταξύ των πλευρών αυτών θα μπορούσαν κάλλιστα να προκαλέσουν άλλη μια κυβερνητική κατάρρευση.
Εν τω μεταξύ, αν και πολλοί Ισραηλινοί ψηφοφόροι είναι πιστοί στην αριστερά ή στην δεξιά, υπάρχει ένα μεγάλο τμήμα, περίπου 25% με 35% του εκλογικού σώματος, που τα τελευταία χρόνια έχει κολλήσει στο κέντρο. Αυτοί οι ψηφοφόροι -Ασκενάζι, κοσμικοί, μεσαία τάξη, και αστοί- δεν είναι ιδεολογικά συνδεδεμένοι με τα δύο στρατόπεδα, αλλά δυσπιστούν βαθιά προς τις λύσεις τής αριστεράς στην ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση: Βλέπουν το μήνυμα των διαπραγματεύσεων και των αποσύρσεων ως αφελές. Και παρ’ όλο που υποστηρίζουν μια λύση δύο κρατών, είναι απαισιόδοξοι για τις παλαιστινιακές προθέσεις. Η δεξιά, που αντιπροσωπεύεται από το Λικούντ, θεωρείται ως περισσότερο προσανατολισμένη στην ασφάλεια και καχύποπτη, κάτι που τους δίνει περισσότερη ηρεμία.
Περισσότερο από την ασφάλεια, όμως, οι κεντρώοι ψηφοφόροι ενδιαφέρονται για τα κοινωνικά και οικονομικά θέματα. Είναι ανοιχτοί στις πολιτικές τής αριστεράς, αλλά είναι επίσης πρόθυμοι να υποστηρίξουν κεντρώα και κεντροδεξιά κόμματα ή κόμματα πιο ακραία στο πολιτικό φάσμα εφόσον μπορούν να πείσουν ότι θα κάνουν κάτι διαφορετικό. Αυτό εξηγεί [3] την δραματική άνοδο του Yesh Atid και την υποστήριξη που κέρδισε το Bayit Yehudi το 2013 από εκείνους που δεν συμμερίζονται την θρησκευτική Σιωνιστική ταυτότητα του κόμματος. Το Yesh Atid μπορεί να έχει κερδίσει 19 έδρες σε εκείνες τις εκλογές, αλλά η κεντρώα ψήφος σπάνια παραμένει σταθερή [4]. Τα νέα κόμματα γενικώς δεν έχουν οργάνωση ή οπαδούς και οδηγούνται από άτομα που είναι δημοφιλή σε μια δεδομένη στιγμή. Όταν η δημοτικότητά τους μειώνεται, το ίδιο κάνει και το κόμμα τους. Το μόνο κεντρώο κόμμα που τα πήγε καλά σε περισσότερες από μια εκλογικές μάχες ήταν το Καντίμα, το οποίο κέρδισε 29 έδρες το 2006 και 28 το 2009, πριν πέσει στις δύο έδρες το 2013.
Στις αρχικές δημοσκοπήσεις πριν την ψηφοφορία τού επόμενου έτους, το Yesh Atid έχει πέσει σε δημοτικότητα, ενώ ένα ολοκαίνουργιο κεντρώο κόμμα έχει αρχίσει να ανεβαίνει -οι δημοσκοπήσεις τού δίνουν περίπου δέκα έδρες. Στο νέο κόμμα θα ηγείται ο πρώην λικουντικός, Moshe Kahlon. Όντας από την πλευρά των Σεφαραδιτών, ο Kahlon είναι γνωστός για την εστίασή του στα οικονομικά θέματα και για τις εκκλήσεις του για μια πιο δίκαιη κατανομή πόρων [5], αλλά είναι πιο κοντά προς την δεξιά για τις πολιτικές σχετικά με την σύγκρουση. Η ρητορική τού Kahlon είναι παρόμοια με του Lapid το 2013: Θα τραβήξει ψήφους από το Λικούντ, το Γες Ατίντ και το Εργατικό κόμμα, αλλά αναμένεται ότι θα ενταχθεί σε μια κυβέρνηση Λικούντ αν κληθεί. Τα κέρδη του θα είναι ακόμα πιο εντυπωσιακά αν οι οικονομικές ανησυχίες αρχίσουν να ξεπερνούν τις ανησυχίες για την ασφάλεια σε ένα ευρύτερο σώμα Ισραηλινών. Αυτό συνέβη το 2011, όταν οι διαμαρτυρίες για την κοινωνική δικαιοσύνη έβγαλαν τα θέματα ασφάλειας από την ατζέντα. Ένα παρόμοιο εσωτερικό ξέσπασμα θα μπορούσε να το κάνει και πάλι, δεδομένου ότι οι οικονομικές συνθήκες δεν έχουν βελτιωθεί και πολύ για την μεσαία τάξη και τους χαμηλού εισοδήματος μισθωτούς.
Από την άλλη πλευρά, η ανανεωμένη ισραηλινο-παλαιστινιακή βία θα βοηθούσε τα κόμματα της δεξιάς, όπως θα έκανε μια πυρηνική συμφωνία ΗΠΑ-Ιράν ή μια ισραηλινή επίθεση στο Ιράν. Αλλά η γενική κούραση με τον Νετανιάχου και το Λικούντ, το οποίο είναι στην εξουσία ήδη για πολλά χρόνια, επίσης θα παίξει ρόλο, όπως και η φαγωμάρα μεταξύ των φατριών στο Bayit Yehudi, το οποίο δημιουργήθηκε ως αποτέλεσμα μιας συγχώνευσης μεταξύ δύο διαφορετικών φατριών. Μια συγχώνευση ανάμεσα σε κεντρώα και αριστερά κόμματα ή αλλαγές στην εκλογική λίστα τού Λικούντ, ως αποτέλεσμα των επερχόμενων προκριματικών, θα μπορούσαν να έχουν τα δικά τους αποτελέσματα. Και δεν υπάρχει καμία εικόνα για το αν το αραβικό κοινό θα πάει να ψηφίσει, και αν ναι, ποιον. Σύμφωνα με το αυξημένο όριο για να κερδηθεί μια έδρα, τα τρία υπάρχοντα αραβικά κόμματα θα πρέπει να συνεργαστούν στενά ή να διακινδυνεύσουν να μην μπουν στην Κνεσέτ.
Η ισραηλινή εκλογική διαδικασία είναι πολύπλοκη και ασταθής. Αυτό την καθιστά ενδιαφέρουσα για παρακολούθηση, αλλά είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να προβλεφθεί. Ωστόσο, η φύση τού συστήματος και η δυσκολία δημιουργίας εκλογικών μεταρρυθμίσεων, σε συνδυασμό με την δύναμη της κεντρώας ψήφου, σημαίνουν ότι ανεξάρτητα του ποιος θα κερδίσει τον Μάρτιο, η κυβέρνηση θα πρέπει να αποτελέσει εξαίρεση στον κανόνα των τελευταίων αρκετών ετών για να κυβερνήσει την πλήρη θητεία της.
Copyright © 2002-2014 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/142413/brent-e-sasley/israels-tan…
Σύνδεσμοι:
[1] https://twitter.com/besasley
[2] http://www.timesofisrael.com/new-elections-called-for-march-17-2015/
[3] http://www.washingtonpost.com/blogs/monkey-cage/wp/2014/07/18/does-the-g…
[4] http://www.thedailybeast.com/articles/2012/11/02/of-phobias-and-white-kn…
[5] http://www.jpost.com/Israel-News/Politics-And-Diplomacy/Kahlon-positions…
*αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Άρλινγκτον.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου