Δυστυχώς βιοτικές μέριμνες που μας κυκλώνουν , δεν μου έδωσαν την ευκαιρία να τα επεξεργαστώ , ώστε έχω μια συνολική διαχρονική θεώρηση . Μετά την πρόσφατη κρίση ,μια ευτυχής συγκυρία , μου έδωσε την δυνατότητα να εντρυφήσω, με μια κάποια άνεση στην Ιστορία της Διοίκησης του ΠΙΕΕΤ, η οποία , μοιραία αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της πολιτικής ιστορίας του νησιού μας.
Οι πηγές είναι αρκετές και με την βοήθεια της σύγχρονης τεχνολογίας και της κοινωνίας της πληροφορίας , που επιτρέπει,την πρόσβαση,σε πρωτογενείς όψεις της τοπικής ιστοριογραφίας,που ξαναζωντανεύουν τα «γεγονότα», και αναπαριστάνουν τα κίνητρα και τις αιτίες των κατά καιρούς εντάσεων αλλά και διερεύνηση του ζητήματος σε κρατικά αρχεία, πρακτικά της Βουλής, ψηφιακές εφημερίδες,μέσα από τα οποία , η άντληση κρίσιμων στοιχείων είναι εξαιρετικά διαφωτιστική και μπορεί να δώσει ασφαλή συμπεράσματα, για την μετεξέλιξή της, στις διάφορες ιστορικές περιόδους της ελληνικής πολιτείας, λαμβανομένων υπόψη , των πολιτικών και Εκκλησιαστικών συνθηκών , που επικρατούσαν εκάστοτε, όπως επίσης και της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας.
Εξίσου σημαντική είναι και η ευχερής πια πρόσβαση σε συλλογές νομολογίας, ιδίως του Στε, οι οποίες , έχοντας οριοθετήσει την ιστορική σημασία και την προσφορά του Ιερού Ιδρύματος, αποδίδουν πλήρως τον ιδιώνυμο χαρακτήρα του , ως ενιαίου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου υπό την εποπτεία του Κράτους , ενώ στην Εκκλησία ανατίθεται , η καθαρώς Πνευματική Επιστασία και το κατοχυρώνουν από αυθαίρετες ερμηνείες , όπως πχ, οι ακριτομύθειες του σημερινού ΓΓ Θρησκευμάτων.
Οι σημερινές εντάσεις έχουν βαθύτερες ρίζες
Αυτή η ιστορική ενατένιση , καταδεικνύει ότι οι σημερινές εντάσεις , έχουν βαθύτερες ρίζες.Το « πολυθέλγητρο» ίδρυμα, αποτέλεσε ευθύς εξαρχής πεδίο συγκρούσεων, ανάμεσα στην Τοπική κοινωνία,-που θεωρούσε τον εαυτό της εσαει πνευματικό κληρονόμο της Ιεράς Παρακαταθήκης των Κτητόρων, - την Κρατική Διοίκηση, η οποία ενόψει του Πανελληνίου χαρακτήρα του και της επίκλησης χρηστής διοίκησης, επενέβαινε κυριαρχικά,- τέλος δε και ανάμεσα στην τοπική Μητρόπολη Σύρου, αλλά και την επίσημη Εκκλησία της Ελλάδος,- οι οποίες ήγειραν «διεκδικήσεις» , νομοκανονικού χαρακτήρα συνεχώς.Και αυτό παρά το γεγονός ότι, η εκκλησία της Ελλάδος είχε εξαιρέσει ήδη, από τις 10/Οκτωβρίου 1824, με υπόμνημα της προς την Δ Τακτική Εθνοσυνέλευση το Ιερό Ίδρυμα από τους υποχρέους οικονομικής ενισχύσεως προς την Εκκλησία, πλήν όμως από την σύσταση της Μητροπόλεως Σύρου, διαδραματίστηκαν σφοδροί αγώνες.
Είναι δε χαρακτηριστικό, ότι ενώ ο Αρχιεπίσκοπος Τήνου Γαβριήλ, επί των ημερών του οποίου είχε πραγματωθεί το θαύμα της Εύρεσης και η ανέγερση του Ναού, όχι μόνο δεν αντιτάχθηκε στην «λαική Διοίκηση» του Ιδρύματος ,αλλά και την ευλόγησε, όπως αποδεικνύεται εγγράφως από τα ντοκουμέντα της εποχής, από τον καιρό της κατάργησης της τοπικής Μητροπόλεως Τήνου,και της δυσμενούς μεταθέσεως του στην Μητρόπολη Παροναξίας(επειδή ήταν από τους ηγέτες των Πατριαρχικών) όλοι οι διατελέσαντες Μητροπολίτες της Ιεράς Μητροπόλεως Σύρου, υπό την πνευματική δικαιοδοσία των οποίων υπήχθη από το 1833, η Τήνος,αμφισβητούν ευθέως ή πλαγίως το καθεστώς αυτό, κατά παγία τακτική, άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο.
Έχω συντάξει ένα κατάλογο των επεμβάσεων, των διατελεσάντων Επισκόπων και Μητροπολιτών στις υποθέσεις του Ιδρυματος διαχρονικώς που ξεκινούν από το 1840, επί Ανθίμου,και καταλήγουν στα σημερινά δρώμενα.όλες οι απόπειρες , ευθείες ή πλαγιες , πλήν ελαχίστων δεν έχουν πνευματικό αλλά οικονομικό υπόβαθρο.Υπήρξαν βεβαίως , περιπτώσεις Επισκόπων , όπως ο «δεινός» Αλέξανδρος Λυκούργος ,οι οποίοι απέβλεπαν στο να μην υπάρχει ανάμειξη της Επιτροπής στους πολιτικούς ανταγωνισμούς και ασχέτως αν ήταν λανθασμένες (αποχή από τις εορτές του ναού) εκφράστηκαν με συνείδηση δικαίου.
Ακραίες αντιδράσεις
Υπήρξαν και ακραίες αντιδράσεις, όπως η διακοπή των τελετουργιών ναό επί δίμηνο στα χρόνια της Ιεραρχίας Αθανασίου Λεβεντόπουλου. Έτσι, επι δίμηνο, και πλέον οι Επίτροποι χτυπούσαν τις καμπάνες , χωρίς να γίνονται ιεροτελεστίες.Το γεγονός αυτό εξήγειρε , όχι μόνο τους Τηνίους αλλά και τους προσκυνητάς και έτσι συγκροτήθηκε Πάνδημο συλλαλητήριο , εκδόθηκαν ψηφίσματα δια μαρτυρίας , προς τον Βασιλέα, την κυβέρνηση και την Ιερά Σύνοδο, με συνέπεια να υποχωρήσει ο Αρχιεπίσκοπος. Το 1933 με Μητροπολίτη πλέον τον Φιλάρέτο, διασπάται πλέον η καλώς εννοουμένη συνεργασία Εκκλησίας και Διοίκησης του ναού, εξαφορμής ενός περιστατικού μεταξύ του Πρωθιερέως και μέλους της Επιτροπής.
Ξεκινάει τότε ένας άγονος καταιγισμός ανταλλαγής εγγράφων και επιστολών, ατέλειωτες διαμαρτυρίες καταγράφονται ένθεν και στα πρακτικά της Επιτροπής και πυροδοτείται σκληρός δημοσιογραφικός αγώνας μεταξύ της Επιτροπής, πολιτικών του νησιού και της Εκκλησιαστικής Αρχής.Με επέμβαση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσοστόμου και δύο Τηνίων Ιεραρχών των Συνεσίου και Γρηγορίου,έπέρχεται πλέον ανακωχή.Όμως το 1949, ξαναρχίζουν οι πολεμικές επιχειρήσεις μεταξύ Φιλαρέτου και Διοικούσης Επιτροπής, με αφορμή την αυθαίρετη μετάθεση από το Μητροπολίτη κληρικού του Ιδρύματος, χωρίς την συναίνεση της Επιτροπής.Η επιτροπή αναγκάζεται να προσφύγει στο Συμβούλιο Επικρατείας το οποίο την δικαιώνει ακυρώνοντας την μετάθεση του κληρικού με την 824/1949 απόφαση της Ολομελείας.Η Μητρόπολη, όμως καιροφυλακτεί και όταν το 1954 , αναφύεται διένεξη ανάμεσα στον έφορο κι την Επιτροπή στην οποία ατυχώς εμπλέκονται Δικαστικές Αρχές, ο Σεβασμιώτατος με υπόμνημά του, προς την Ιερά Σύνοδο, ζητά την επέμβασή της προκειμένου να ενεργήσει τα δέοντα για την ρύθμιση οριστικώς και κανονικώς του ζητήματος, δηλ. με σκοπό να ανατεθεί πλέον η Διοίκηση και η διαχείριση του Ιδρύματος στην τοπική Μητρόπολη.Η δε Ιερα Σύνοδος καταρτίζει τριμελή εκ Συνοδικών Επιτροπή, προς μεταρρύθμιση του ισχύοντος Οργανισμού κατά τη συνεδρίαση του Νοεμβρίου 1954 και καταρτίζει, πρόταση νόμου με νέον Οργανισμό, με τις διατάξεις του οποίου αφαιρούνται τα δικαιώματα του τόπου επί της διαχειρίσεως και της διοικήσεως του Ιδρύματος. Αλλά ευτυχώς το νομοσχέδιο πότε δεν κατατέθηκε προς ψήφιση στην Βουλή επανέρχεται πλέον η Εκκλησία εγείρει κυριαρχικές αξιώσεις.
Ό,τι δεν επετεύχθη , βεβαίως , στην διάρκεια 150 χρόνων από την Ιδρυση του ΠΙΕΕΤ, το επιτυγχάνει η Εκκλησία με Αρχιεπίσκοπο, τον εξ Ιστερνίων Τήνου ορμώμενο κ.Ιερώνυμο, ο οποίος με τον νέο Καταστατικό χάρτη του 1969, στα μαύρα χρόνια της Απριλιανής δικτατορίας, υπάγει το ίδρυμα στην Εκκλησία.Όπως επιγραμματικά αλλά εμπεριστατωμένα διαλαμβάνει, η εισηγητική έκθεση του νόμου 349/1976, «Ατυχώς έτυχε κακής μεταχειρίσεως και το Ιερό Ίδρυμα της Ευαγγελιστρίας Τήνου κατά την περίοδον της δικτατορίας του 1967 .δια πρώτην φοράν εις την Ιστορία του απεσπάσθη από την Εποπτείαν του Κράτους και υπήχθη υπό την δικαοδοσίαν του Επιχωρίου Μητροπολίτου.Ο διαδραμών χρόνος ατυχώς εδικαίωσεν πλήρως τας ανησυχίας και τας διαμαρτυρίας ταύταςτων κατοίκων της Τήνου και πολλών ευλαβών προσκυνητών .Και τούτο , διότι σημαντικη επήλθεν έκτοτε αρρυθμία και αποδιοργάνωσις εις την καθόλου λειτουργίαν των πάσης φύσεως τμημάτων του Ιδρύματος».
Μετά την αποκατάσταση, λοιπόν της Δημοκρατίας, η Βουλή των Ελλήνων, ,επανέφερε την Διοίκηση του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος,στην Εποπτεία του Κράτους , αιτιολογώντας , στο ιστορικό αυτό κείμενο της Εισηγητικής έκθεσης, ότι η επάνοδος αυτή αποτελεί πρωτίστως αποκατάσταση της δημοκρατικής νομιμότητας. Με την επάνοδο της δημοκρατικής ομαλότητας ,επανήλθε η νομιμότητα , με την κατάργηση του β.δ 126/69 και την επαναφορά του Ιερού Ιδρύματος, στο προηγούμενο καθεστώς.Μόνο εν μέρει όμως , αφού , ατυχώς η Βουλή και τα πολιτικά κόμματα της εποχής, προβαίνοντας σε ένα «πολιτικό» συμβιβασμό , κατοχυρώνουν την Προεδρία του Μητροπολίτη , η οποία αντιστρατεύεται και την θέληση των Ιδρυτών και παραβιάζει την αυτοτέλεια του Ιδρύματος.Και εδώ ας μου επιτραπεί να υπογραμμίσω την γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (52/2009), που αφορά την διοίκηση του Προσκυνήματος της Παναγίας Σουμελά με την οποία , κρίθηκε μη σύννομη η ανάθεση της Προεδρίας στον επιχώριο Μητροπολίτη, εφόσον δεν έχει επί του νομικού αυτού προσώπου εφαρμογή η παράγραφος 2 του άρθρ.590/77.
Απόπειρες κατάλυσης
Είναι , λοιπόν καταγεγραμμένες ιστορικά οι απόπειρες των διατελεσάντων Επιχωρίων Μητροπολιτών,να καταλύσουν το καθεστώς Διοίκησης του ΠΙΕΕΤ, οι οποίες κατά την ιδια την ρηματική διατύπωση των νομοθετικών κειμένων της Βουλής, ευρίσκονταν εκτός δημοκρατικής νομιμότητας και ενίοτε διετάραξαν τις πνευματικές σχέσεις των κατοίκων της Τήνου με τους Ποιμενάρχες τους. Και ενώ η μη υπαγωγή του Ιερού Καθιδρύματος, σε καθεστώς Εκκλησιαστικής Διοίκησης, επιβάλλονταν από ουσιαστικούς λόγους δηλ. η ανάπτυξή του σε πολύμορφο οργανισμό,και η Αποστολή του ως Εθνικού και Πανορθόδοξου Συμβόλου,από την άλλη από τον χαρακτήρα του αυτό , ουδέποτε παρακωλύθηκαν οι τελετουργικές και ποιμαντορικές αρμοδιότητες των επιχωρίων. Θα μπορούσε να πεί κανείς δε , ότι οι επεμβάσεις αυτές , και στερούνται το πνευματοκεντρικό στοιχείο που θεμελιώνει την σωτηριολογική αποστολή της Εκκλησίας και εμπνέονται από κοσμικά κίνητρα. Σε αυτές τις διεκδικήσεις ο Τηνιακός λαός και οι τοπικές ηγεσίες του στάθηκαν δυναμικά και ανένδοτα αντίθετοι , με την συνείδηση του πνευματικού κληρονόμου και εντολοδόχου της Διαθήκης των κτητόρων .Με υπομνήματα , όπου τα νομικά και πραγματικά επιχειρήματα , έσπαγαν κόκκαλα, με καταιγιστικές και γεμάτες ένθεο ζήλο διαδηλώσεις, με ωδές πνευματικές. Αυτή αυθόρμητος αντίδραση, ενός λαού , ειρηνικού , φιλακόλουθου, και βαθιά θρησκευομένου , υπαγορεύεται από διηνεκές αίσθημα Ιερού Καθήκοντος και μόνον.
Οι παλαιότεροι θυμούνται τις πένθιμες κωδωνοκρουσίες, που συνόδευσαν την απόφαση της Χούντας, να ορίσει τον Σύρου Πρόεδρο της ΔΕ., ενώ οι νεώτεροι θυμούνται , την εξέγερση, που είχαν προκαλέσει οι αστόχαστες δηλώσεις του μακαριστού Δωροθέου του Α, στην εφημερίδα το ΒΗΜΑ, τον Αύγουστο του 1984, που ούτε λίγο ως πολύ εμφάνιζαν την καρδιά της Τήνου να χτυπά στο παγκάρι της Μεγαλόχαρης.Η προσβολή ήταν βαριά..Όταν 4000 άνθρωποι , με αναμμένα φαναράκια, εξέφρασαν την διαμαρτυρία τους σε μια πορεία από την Αγία Βαρβάρα ,ως την πλατεία Παντάνασσα, μέσα στον Αύγουστο, οι δηλώσεις ανακλήθηκαν ή διαψεύστηκαν και η ειρήνη επανήλθε ανάμεσα στο πλήρωμα και στον κατά τα άλλα καλοκάγαθο Ιεράρχη.
Οι σημερινές επεμβάσεις
Οι σημερινές επεμβάσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος,οδήγησαν στην ψήφιση του τελευταίου νόμου , οι διατάξεις του οποίου είναι προιόν ανιστόρητων εγκεφάλων ,χωρίς συναίσθηση , της Αποστολής του και της Ιστορίας του περιφρόνησαν , πλήρως την αυτοτέλεια του Ιδρύματος και προσέβαλλαν το δημόσιο αίσθημα των Τηνίων, ως θεματοφυλάκων της Ιερής κιβωτού του Ιδρύματος.Ανιστόρητες τις αποκαλώ γιατί κατέλυσαν μια παράδοση αιώνων στην πορεία των σχέσεων Πολιτείας Ιδρύματος αλλά και αυτών με το Εθνικό Κοινοβούλιο ,που με την αυθαίρετη αυτή και λαθραία νομοπαραγωγή ,διετάραξαν την κοινοβουλευτική ιστορία και παραδοση κατά την οποία η Εθνική Αντιπροσωπεία, πάντα εσέβετο, τον Εθνικό χαρακτήρα αλλά και το Ιδιόκτητο του Ιδρύματος, στοιχεία ,που το διαφοροποιούν ριζικά από τα άλλα εκκλησιαστικά Ιδρύματα , προστατεύονται συνταγματικώς και αποτελούν το νομικό υπόβαθρο της Αυτονομίας του.Τον Πανελλήνιο χαρακτήρα του , ο οποίος αποτελεί πόθο όλων των ευσεβών προσκυνητών, που το επισκέπτονται και θεωρούν την Παναγία πνευματικό οδηγό τους, τον δικαιώνει, η Πανελλήνιας εμβέλειας φιλανθρωπική, εκπολιτιστική, εθνική δράση του ιδρύματος, που κατά την νομολογία του Στε (739/1998 ΟΛ), λόγω της ιδιομορφίας του , που εκφράζει το θρησκευτικό συναίσθημα , όλου του Ελληνικού λαού και έχει αναπτυχθεί σε πολύμορφο Οργανισμό Ευαγούς Καθιδρύματος.
Τις άγιες αυτές μέρες που περνάμε , θεωρησα σκόπιμο να κάνω αυτή την μικρή αναδρομή , όχι να ρίξω λάδι στην φωτιά της σύγκρουσης , αλλά για να υποστηρίξω τον δίκαιο αγώνα των Συμπολιτών μου. Και κλείνοντας , ήθελα να προτρέψω, με τις μικρές μου δυνάμεις την Τοπική Αυτοδιοίκηση του νησιού και τον Πιστό λαό, να αγωνισθούμε ανένδοτα με όλα τα νόμιμα μέσα, ώστε να αποκατασταθεί πλήρως η δημοκρατική νομιμότητα στην Διοικηση του Ιδρύματος και να αποκατασταθεί πλήρως η βούληση των Κτητόρων. Εκλογή Διοίκησης από το σύνολο των Ορθοδόξων εκλογέων του νησιού, και ανάδειξη λαικού Προεδρου, με ψηφοφορία των μελών της.Η νέα γενιά Τηνίων οφείλει να ανεβάσει τον πήχη ψηλά.
Πηγή :
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου