Ακριβώς έναν αιώνα πριν, στις αρχές Αυγούστου του 1916, μεσούντος δηλαδή του Α' Παγκοσμίου Πόλεμου στον οποίο, τυπικά τουλάχιστον, η Ελλάδα ήταν ουδέτερη, κηρύχθηκε απεργία στο μεταλλείο σιδήρου της Σερίφου, το οποίο εκμεταλλευόταν -μέχρι που έκλεισε, το 1963- η γερμανική εταιρεία Γρόμαν.
Οι μεταλλωρύχοι ζητούσαν τα στοιχειώδη και αυτονόητα, δηλαδή πιο ανθρώπινες συνθήκες εργασίας. Η ιδιοκτήτρια εταιρεία ζήτησε τη συνδρομή του ελληνικού κράτους που πρόθυμα έστειλε ένα απόσπασμα χωροφυλακής, το οποίο κατέστειλε βίαια την κινητοποίηση στις 21 Αυγούστου, εκτελώντας τέσσερις από τους απεργούς.
Από το πολυσήμαντο αυτό ιστορικό γεγονός εμπνεύστηκε ο Χρήστος Θηβαίος και είναι το θέμα του εβδόμου (έπειτα από δύο με τους Συνήθεις Υπόπτους, με τους οποίους ξεκίνησε το ’96 και τέσσερις προσωπικούς, εκ των οποίων δύο με δικά του τραγούδια και από ένας που τα τραγούδια είχαν γράψει αντίστοιχα ο Θάνος Μικρούτσικος και ο Γιώργος Ανδρέου) δίσκου του, που έχει τίτλο «Σιδερένιο νησί», έχει εικονογραφήσει όχι μόνο ως προς το εξώφυλλο, αλλά και με έναν πίνακά του για κάθε τραγούδι ο ζωγράφος Γιάννης Γίγας και θα κυκλοφορήσει στις αρχές Σεπτεμβρίου.
Πριν από αυτό, όμως, ο τραγουδοποιός και ερμηνευτής παραχώρησε στην «Αυγή» την πρώτη του συνέντευξη για τη νέα του δουλειά, στην οποία μιλάει για τις αναλογίες ανάμεσα στο τότε και το τώρα που τον ώθησαν στη δημιουργία της, το εγχείρημά του δηλαδή για ένα «νέο πολιτικό τραγούδι», όπως το αποκαλεί ο ίδιος.
Συνέντευξη στον Θάνο Μαντζάνα
* Με την εξαίρεση ενός live album, έχουν περάσει οκτώ ολόκληρα χρόνια από τον τελευταίο δίσκο σας. Ο λόγος για το τόσο μεγάλο αυτό διάστημα ήταν μόνο η κατάρρευση της δισκογραφίας ή υπάρχουν και άλλοι;
Ήμουν από τους τυχερούς που έχουν κάνει χρυσούς και πλατινένιους δίσκους και δεν μπορώ να αρνηθώ ότι αυτό δεν με ικανοποίησε. Άλλωστε, πολλά από τα πράγματα που κάνουμε περιστρέφονται γύρω από το Εγώ μας. Στην πορεία του χρόνου, όμως, κατάλαβα ότι όλα αυτά δεν έχουν σημασία. Δεν είναι αυτά που μένουν απ' ό,τι κάνεις. Δεν είναι λοιπόν ο όποιος φόβος για την έλλειψη της όποιας εμπορικής απήχησης που με έκανε -με την εξαίρεση του live που ανέφερες- να σταματήσω κατά κάποιον τρόπο στο «Πέτρινοι κήποι», αλλά το ότι πάντα πίστευα πως ένας δίσκος πρέπει να έχει λόγο ύπαρξης και νόημα και, κατά μία έννοια, να φέρνει κάτι νέο.
Σε εκείνο το σημείο ήθελα να κάνω μια βουτιά στα κατάβαθα του εαυτού μου ώστε να καταγράψω την πραγματικότητα γύρω μου έτσι όπως τη βιώνω, αλλά και την εσωτερική μου «μυθιστορία». Το έναυσμα και την αφορμή γι' αυτό μου την έδωσε το ιστορικό γεγονός της απεργίας στη Σέριφο και έτσι άρχισε η όμορφη περιπέτεια που οκτώ χρόνια μετά οδήγησε σε αυτόν τον δίσκο.
* Τι σας έκανε να ενδιαφερθείτε, ως άνθρωπος και ως πολιτικό ον, γι' αυτή την εξέγερση που έγινε έναν αιώνα πριν σε ένα ορυχείο της Σερίφου;
Κατ' αρχάς, η συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι σε πολλούς τόπους όπου σήμερα πάμε για διακοπές και περνάμε ευχάριστα, άνθρωποι αγωνίστηκαν ή και έδωσαν τις ζωές τους για το δικαίωμα στην εργασία, για καλύτερες συνθήκες εργασίας και διαβίωσης, για την αξιοπρέπειά τους.
Ορυχεία υπήρχαν και σε άλλα νησιά του Αιγαίου εκτός από τη Σέριφο, όπως στη Σύρο, τη Μήλο και την Πάρο. Δεν είναι τόσο η αίσθηση και η «αύρα» αυτών των τόπων όσο οι ιστορικές μνήμες που φέρουν και διατηρούν.
Ο δεύτερος και ακόμα πιο καθοριστικός παράγοντας ήταν η αντίθεση του κυκλαδίτικου φωτός με το σκοτάδι μέσα στις στοές του ορυχείου. Τέλος, μια ιστορική λεπτομέρεια που δεν είναι γνωστή σε πάρα πολλούς. Όταν το απόσπασμα της χωροφυλακής εκτέλεσε τους τέσσερις μεταλλωρύχους, οι σύζυγοί τους πήραν σιδηρόπετρες από το ορυχείο και σκότωσαν τους εκτελεστές τους. Εκεί, λοιπόν, χύθηκε ελληνικό αίμα εις διπλούν. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν η πρώτη εμφύλια σύρραξη στην Ιστορία του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Και όλα αυτά ενώ οι αληθινοί υπαίτιοι, οι Γερμανοί που ήταν στελέχη της εταιρείας, η οποία εκμεταλλευόταν το ορυχείο, ήταν απολύτως ασφαλείς στα γραφεία τους....
* Και τι ήταν αυτό που σας κινητοποίησε και σας ενέπνευσε δημιουργικά σε αυτό το ιστορικό γεγονός;
Πάντοτε πριν αρχίσω τη δημιουργία ενός δίσκου κάνω δύο πράγματα. Διαβάζω και ακούω. Σε αυτή την περίπτωση το πρώτο από αυτά έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο. Πριν απ' όλα το βιβλίο «Η απεργία της Σερίφου» του Κωνσταντίνου Σπέρα, του θεωρητικού και ιδεολογικού καθοδηγητή της απεργίας, συντάκτη της διακήρυξης των δικαιωμάτων των μεταλλωρύχων (η οποία εμπνέεται από τη διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου της Γαλλικής Επανάστασης και την αντίστοιχη για εκείνα των εργαζομένων των απεργών εργατών του Σικάγο) που κατέγραψε τα γεγονότα τρία χρόνια αργότερα και ενώ ήταν φυλακισμένος για τη συμμετοχή του σε αυτά.
Το εξαιρετικό βιβλίο του Γιώργου Μήλλα «Το ξύπνημα του Κύκλωπα». Ο Συριανός Μάνος Ελευθερίου μου έστειλε έντυπα της εποχής που καταγράφουν το πώς είδαν οι εργάτες και οι μεταλλωρύχοι της Σύρου την εξέγερση. Διάβασα επίσης πολλά βιβλία για τα μεταλλεία στη Νότια Αμερική και την ιστορία των κινημάτων σε αυτά, όπως επίσης και μελέτες για τα εργατικά ατυχήματα στην εποχή μας.
* Αντιλαμβάνομαι ότι αυτός είναι ένας πολύ σημαντικός, αν όχι και σημαδιακός δίσκος για εσάς. Ποια ήταν η διαδικασία της δημιουργικής σύλληψης και ηχογράφησής του και πόσο διήρκεσε συνολικά;
Γράφω με έναν τρόπο διαφορετικό από τους περισσότερους. Πρώτα τη μουσική και μετά τα κείμενα που, καθώς διαμορφώνονται σιγά - σιγά μου δείχνουν ποιο μουσικό κλίμα απαιτούν και μόνο τότε αρχίζουν και μετατρέπονται σε στίχους οι οποίοι θα συναποτελέσουν μαζί με την αντίστοιχη μουσική τους τα ολοκληρωμένα τραγούδια. Ξέρεις, ενώ πιστεύω πάρα πολύ στο ταλέντο, θεωρώ ότι είναι μόλις το 1% του αποτελέσματος. Το υπόλοιπο είναι εργασία, εργασία και περισσότερη εργασία. Η Αρλέτα μου είχε πει κάποτε κάτι πολύ σημαντικό. Της είχα δώσει έναν δίσκο μου, τον άκουσε και μου είπε «Παιδί μου, έχεις ταλέντο», «Σας ευχαριστώ πολύ» της απάντησα. Μετά όμως με κοίταξε με το αυστηρό της ύφος και συμπλήρωσε «Όμως δεν με ενδιαφέρει. Με ενδιαφέρει μόνο τι θα κάνεις με αυτό». Δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης ότι δεν είναι η μουσική που μας χρειάζεται, αλλά εμείς αυτήν. Η μουσική θα υπήρχε και χωρίς τον Θηβαίο, εγώ είμαι που προσπαθώ να κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ μέσα από τη δουλειά μου.
Αυτή η μέθοδος που ακολουθώ λοιπόν απαιτεί πολύ χρόνο και αυτή τη φορά περισσότερο από κάθε προηγούμενη. Υπάρχουν τραγούδια που όχι απλά δεν έχουν την τυπική μορφή κουπλέ - ρεφρέν, αλλά είναι και εντελώς παραληρηματικά, θέλοντας να δείξουν την κατάσταση του μυαλού του ανθρώπου όταν αυτός εξεγείρεται, όταν από τη μία υπάρχει σύγχυση, καθώς αρχίζουν να παίζουν μεγάλο ρόλο και τα ένστικτα, και από την άλλη η απόφαση ακόμα και να σκοτωθεί για συγκεκριμένους λόγους.
Έπειτα από το μεγάλο διάστημα της σύνθεσης των τραγουδιών, λοιπόν, ήρθε ένα άλλο, διαρκείας περίπου έξι μηνών, τυπικά της ηχογράφησης, που όμως ουσιαστικά ήταν το τελευταίο και πολύ σημαντικό τμήμα της δημιουργικής διαδικασίας. Θέλω να τονίσω εδώ την πολύ σημαντική συμβολή των τριών μουσικών που, μαζί με εμένα, έπαιξαν, ακόμα και προγραμμάτισαν, οτιδήποτε ακούγεται στον δίσκο πλην των πνευστών. Είναι ο πιο «ομαδικός» δίσκος που έκανα μετά τον πρώτο με τους «Συνήθεις υπόπτους». Ο πιανίστας και κιμπορντίστας Μάξιμος Δράκος, ο κοντραμπασίστας Πέτρος Βαρθακούρης και ο ντράμερ Γιάννης Αγγελόπουλος συναποτελούν μαζί μου ένα αληθινό συγκρότημα που υιοθέτησε για όνομά του τον τίτλο του δίσκου, δηλαδή «Σιδερένιο νησί», και φυσικά είναι και αυτό που παίζει ζωντανά τα τραγούδια.
Χάρη και στη βοήθεια της σύγχρονης τεχνολογίας, δουλέψαμε αληθινά ομαδικά, καθένας διαμόρφωνε και εξέλισσε τις ιδέες των υπολοίπων και κάθε Τετάρτη συναντιόμασταν στο στούντιο για να ηχογραφήσουμε ένα τραγούδι. Αυτό το στάδιο της διαδικασίας επέτρεψε σε καθένα τραγούδι, αλλά και σε όλα μαζί, ως σύνολο, να ωριμάσουν και να τελειοποιηθούν.
* Νομίζω ότι είναι η πρώτη φορά που χρησιμοποιείτε ή και ενσωματώνετε τόσα πολλά στοιχεία από την ελληνική παραδοσιακή μουσική. Πώς και γιατί συνέβη αυτό;
Μα ήταν αναπόφευκτο να συμβεί, αφού η Σέριφος είναι Κυκλαδονήσι, έπρεπε να υπάρχουν τα ηχοχρώματα του Αιγαίου. Είχα την τύχη να συναντήσω τον Γιώργο Μακρή, αυτόν τον θαυμάσιο μουσικό που έπαιξε γκάιντα, τσαμπούνα και καβάλ. Βοήθησε όμως πολύ και το γεγονός ότι ο Πέτρος Βαρθακούρης είναι Παριανός.
* Πόσο επίκαιρο θεωρείτε ότι είναι αυτό το ιστορικό γεγονός και ποιες παραλληλίες εντοπίζετε ανάμεσα στην τότε πραγματικότητα και την παρούσα; Και επίσης, ποιες διαφορές και ποιες ομοιότητες υπάρχουν ανάμεσα σε μια απεργία έναν αιώνα πριν και μια σημερινή;
Παραλληλίες ανάμεσα στις δύο εποχές υπάρχουν πολλές και πριν από όλα η διαχρονική αλήθεια ότι το κεφάλαιο πάντα ιδιωτικοποιεί τα κέρδη και κοινωνικοποιεί τις ζημιές. Κατ’ αυτήν την έννοια, και τότε, και τώρα μπορούμε να πούμε ότι διά της οικονομίας υπήρχαν «επικυρίαρχοι» στην Ελλάδα, οι οποίοι μάλιστα και στις δύο περιπτώσεις είναι Γερμανοί (γέλια). Επίσης, σε αμφότερες στο επίκεντρο είναι το μεταναστευτικό θέμα, μόνο που τότε εντοπίζεται στο ότι πολλοί από τους μεταλλωρύχους είχαν έρθει από αρκετά μακρινές περιοχές της Ελλάδας στη Σέριφο για να βρουν δουλειά. Ήταν δηλαδή εσωτερικοί μετανάστες. Όσον αφορά τώρα μια απεργία τότε και σήμερα υπάρχουν ομοιότητες, αλλά και πολλές διαφορές, γιατί τα πράγματα, ο κόσμος, έχουν αλλάξει πάρα πολύ. Η κυριότερη διαφορά είναι η όλο και μεγαλύτερη διάσταση που έχουν προσλάβει τα πάντα στα εκατό χρόνια που πέρασαν. Τότε οι εργαζόμενοι ήταν λίγοι και ήταν πολύ εύκολο να συνεννοηθούν μεταξύ τους, ενώ σήμερα αυτό είναι πολύ δύσκολο με τους πάρα πολλούς οι οποίοι βρίσκονται σε διαφορετικές περιοχές ή και χώρες. Επίσης, η εξουσία έχει πλέον ανακαλύψει πολύ πιο αποτελεσματικές μεθόδους για να καταστέλλει μια απεργία και έτσι δεν χρειάζεται να καταφεύγει στη βία.
* Πιστεύετε ότι έχουμε αρχίσει ήδη να ξεφεύγουμε από τα ασφυκτικά Μνημόνια; Αν όχι, πιστεύετε ότι θα γίνει τελικά εφικτό;
Πιστεύω ότι το σημαντικό δεν είναι τόσο αν έχουμε ξεφύγει από τα Μνημόνια, αλλά το να ξεφύγουμε από την προσωπική μιζέρια, την απελπισία και την παραίτηση στην οποία έχουμε υποκύψει οι περισσότεροι, σχεδόν όλοι. Αυτό θα ήθελα να δω για τον εαυτό μου και όλους/ες τους/τις συμπολίτες/σσες μου. Να βρούμε τη δύναμη να βγαίνουμε και πάλι από το σπίτι μας το πρωί και να λέμε καλημέρα στον διπλανό μας με χαμόγελο. Θα είναι η μεγαλύτερη πολιτική, κοινωνική και συναισθηματική ακόμα συλλογική μας νίκη! Να ξαναβρούμε και να διατηρήσουμε το δικαίωμά μας στο όνειρο...
* Είστε αισιόδοξος ή όχι για την έκβαση της κρίσης; Όχι μόνο στο οικονομικό αλλά και στο πνευματικό και πολιτιστικό σκέλος της...
Οφείλω να είμαι αισιόδοξος! Ρεαλιστικά, συγκρατημένα βέβαια, αλλά πρέπει να είμαι, γιατί έχω παιδιά και, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση, παιδιά μας δεν είναι μόνο τα δικά μας. Μέσω του μεγάλου μου γιου, που είναι δεκαπέντε ετών, έχω γνωρίσει, συναναστρέφομαι και συζητώ για ώρες με παιδιά αυτής της ηλικίας, που αρκετά βέβαια δεν είναι ελληνικής καταγωγής. Βλέπω έτσι πόσο τους επηρεάζουν όχι μόνο τα δικά τους προβλήματα, αλλά και το πόσον αρνητικά έχει επηρεάσει η κρίση τους γονείς τους.
* Πού βρίσκεστε αυτή τη στιγμή στη μουσική σας πορεία και τι ετοιμάζετε για το άμεσο μέλλον;
Η παράσταση «Εννέα και πέντε» ήταν φυσικά μια πολύ όμορφη εμπειρία, όχι μόνο σχετικά με την απήχησή της, αλλά και στο πόσο μοιραστήκαμε με τον κόσμο αυτό που κάναμε. Όλοι μας, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, εγώ, ο Οδυσσέας Ιωάννου, ο Παντελής Βούλγαρης, όλη η ομάδα, δουλέψαμε πολύ σκληρά γι' αυτό, ενώ πολύτιμη ήταν και η συμβολή της Ελένης Ράντου, όχι μόνο γιατί μας παραχώρησε το θέατρο «Διάνα», αλλά και με τις συμβουλές της, καθώς έπρεπε να λειτουργήσουμε και ως ηθοποιοί. Για την επερχόμενη παράσταση στο Ηρώδειο, όμως, είμαι επιφυλακτικός και κάπου με φοβίζει ίσως. Το σκηνικό του σιδηροδρομικού σταθμού, για παράδειγμα, σχεδόν θα εξαφανιστεί μέσα στο φυσικό του χώρου. Πρέπει να κάνουμε πολλές αλλαγές για να λειτουργήσει, αλλά πιστεύω ότι θα τα καταφέρουμε και εκεί. Για το «Σιδερένιο νησί» έχουμε ήδη παίξει σε αρκετά μέρη της Ελλάδας και θα συνεχίσουμε σε λίγα ακόμα, ενώ υπάρχει το σχέδιο, χωρίς να έχω καταλήξει ακόμα στις λεπτομέρειές του, να παρουσιαστεί κάπου επίσης με τη μορφή μουσικοθεατρικής παράστασης από τον Ιανουάριο.
* Και τέλος, προσωπικά, τόσο ως άνθρωπος όσο και ως δημιουργός και μουσικός, τι ελπίζετε, αλλά και τι περιμένετε από το μέλλον;
Να το συν-δημιουργήσω! Να το «σμιλέψω», μαζί με όλους τους υπόλοιπους βέβαια, να συντελέσω στη διαμόρφωση ενός συλλογικού μέλλοντος, που να είναι πιο ανώδυνο και όσο περισσότερο ανοδικό είναι δυνατόν.
Είναι μια απλή και σαφής θέση που, προσωπικά τουλάχιστον, συνυπογράφουμε απόλυτα...
Πηγή : http://www.avgi.gr/
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου