22 Μαΐ 2024

Τριάντα έξι άνθρωποι της Σύρου αφηγούνται

Δέσπινα Συλιβάνη 
Νίκος Αλμπανόπουλος: "Δύο γυναίκες και τέσσερις άνδρες προστέθηκαν σε αυτό το νοσταλγικό ταξίδι στον χρόνο"

Σχεδόν δύο χρόνια μετά από την κυκλοφορία του "Και θα συναντηθούμε στον Παράδεισο", ο δημιουργός του, Νίκος Αλμπανόπουλος, επανέρχεται με τη δεύτερη έκδοση βιβλίου, προσθέτοντας νέες αληθινές διηγήσεις και πρόσωπα.

Το βιβλίο που επανακυκλοφορεί από σήμερα στα βιβλιοπωλεία της Σύρου, είναι ουσιαστικά ένας "οδηγός" της ζωής σε ένα μικρό νησί, κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του ’40, του ’50 και του ’60.

Ένα ταξίδι λοιπόν στο χρόνο και όπως δηλώνει στην "Κοινή Γνώμη" ο κ. Αλμπανόπουλος, μέσω νέων αφηγητών και σελίδων, δίνεται η δυνατότητα στον αναγνώστη και την αναγνώστρια, να μάθει και να βιώσει καταστάσεις και ανθρώπους, μέσω ενός κοινού παρανομαστή. Τον πατέρα του, Αντώνη Αλμπανόπουλο που έφυγε από τη ζωή τον Φεβρουάριο του 2019, σε ηλικία 91 ετών.

"Δεν πρόκειται για μία απλή ανατύπωση του βιβλίου

Το βιβλίο "Και θα συναντηθούμε…", του Νίκου Αλμανόπουλου πρωτοκυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 2022. Όμως η ιδέα για τη δημιουργία του "γεννήθηκε" εντελώς τυχαία, έναν χρόνο ακριβώς μετά το θάνατο του πατέρα του.

Όπως ο συγγραφέας αναφέρει στο εισαγωγικό του σημείωμα, "το καλοκαίρι του 2020, ένα χρόνο μετά τον θάνατο του πατέρα μου, πάρκαρα το αυτοκίνητο στο κέντρο της Ερμούπολης, κοντά σε έναν ηλικιωμένο κύριο. Ήταν ο Νίκος Ευμορφόπουλος. Εκείνη τη μέρα, μέσα από την κουβέντα με τον Νίκο Ευμορφόπουλο μου ήρθε η ιδέα να ανοίξω το "πράσινο μεταλλικό κουτί" και άλλων ανθρώπων. Να μου αφηγηθούν τη ζωή τους, να μου πουν πότε και γιατί χάρηκαν, πόνεσαν, θύμωσαν, αγάπησαν, ερωτεύτηκαν. Μέσα από τις αφηγήσεις, την καθημερινότητα και τους αγώνες τους, να ξεδιπλωθεί η Σύρος των προηγούμενων δεκαετιών «από τα κάτω".


Η γέννεση αυτής της ιδέας έγινε πραγματικότητα με την πρώτη παρουσίαση της ζωής 30 ανθρώπων που έζησαν στη Σύρο.

Η πρώτη έκδοση του βιβλίου εξαντλήθηκε μέσα σε λίγους μήνες, κάτι που οδήγησε πολλούς από τους αναγνώστες να ζητούν από τον κ. Αλμπανόπουλο την επανέκδοσή του.

"Επειδή δεν επιθυμούσα να κάνω μία απλή ανατύπωση αποφάσισα να κάνω μια β' έκδοση, προσθέτοντας έξι αφηγητές και δύο επιπλέον 16σέλιδα. ", αναφέρει ο δημιουργός του, τονίζοντας παράλληλα ότι η νέα αυτή έκδοση εμπεριέχει συνολικά 36 Συριανούς, που διηγούνται τη ζωή τους, περιγράφοντας με τον πιο άμεσο τρόπο πώς ήταν να ζεις, να μεγαλώνεις, να εργάζεσαι και να ερωτεύεσαι στην Ερμούπολη και τη Σύρο του ’40, του ’50, του ’60.

Ποια είναι όμως τα νέα πρόσωπα που προστέθηκαν και με ποια κριτήρια επιλέχθηκαν; Στο ερώτημα αυτό ο κ. Αλμπανόπουλος απαντά χαρακτηριστικά ότι "στο βιβλίο προστέθηκαν λίγοι άνθρωποι, έξι. Δύο γυναίκες και τέσσερις άνδρες. Σύνολο πλέον στις σελίδες του, 36 άτομα".

Όπως υπογραμμίζει το κυριότερο κριτήριο, όπως και στην α’ έκδοση, ήταν η ηλικία, ώστε οι άνθρωποι αυτοί να μπορούν να αφηγηθούν το βίωμα τους από την κατοχή, απ’ όπου δηλαδή ξεκίνησε τις αναφορές τους στο βιβλίο.


"Στο τέλος κάθε αφήγησης, ζητούσα από τους συνομιλητές μου να μου περιγράψουν ένα περιστατικό που θυμούνταν από τον Αντώνη Αλμπανόπουλο, καθώς το βιβλίο είναι εμμέσως κι ένα μνημόσυνο στον πατέρα μου. Άρα αυτό ήταν το δεύτερο κριτήριο. Να τον γνώριζαν. Και φυσικά να είχαν ζήσει τα νεανικά τους χρόνια στο νησί μας", υποστηρίζει.

Στην επισήμανση εάν μπορεί να επιλέξει ποια κατάθεση "ψυχής", ανάμεσα από τις 36 αυτές αφηγήσεις, τον άγγιξε περισσότερο, ο κ. Αλμπανόπουλος δήλωσε ότι "όλες σχεδόν οι αφηγήσεις με είχαν συγκινήσει. Τις περισσότερες φορές, όταν -βδομάδες αργότερα- άκουγα τις ηχογραφήσεις για να μεταφέρω στο χαρτί τα λόγια των αφηγητών, υπήρχαν σημεία που δάκρυζα μόνος μου. Ακόμα και τώρα θυμάμαι τον τρόπο που περιέγραφαν τη ζωή τους οι συνομιλητές μου, τα περιστατικά, αστεία ή σοβαρά, τις ιδιαίτερες λέξεις που είχαν χρησιμοποιήσει, τη φωνή τους, ακόμα και τις συνθήκες και το σημείο που τους είχα συναντήσει για να τους καταγράψω. Μέσα σε όλα αυτά, μου είναι αδύνατο να ξεχωρίσω συγκίνηση από συγκίνηση. Αυτή είναι η αλήθεια".


Ο κ. Αλμπανόπουλος αναφερόμενος στην μεγάλη αποδοχή που έδειξε ο κόσμος για το συγκεκριμένο βιβλίο και η οποία έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επανέκδοσή του, υπογράμμισε ότι

"δεν θεωρούσα αυτονόητο ότι θα υπάρξει αποδοχή της έκδοσης όταν ξεκινούσα. Γιατί να ενδιαφερθούν οι αναγνώστες για τη ζωή ανθρώπων που ενδεχομένως δεν γνωρίζουν; Τελικώς προέκυψε αποδοχή. Για αυτό εξάλλου και η απόφαση της επανέκδοσης".


Κλείνοντας τις δηλώσεις του στην εφημερίδα, ανέφερε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το εισαγωγικό του σημείωμα, ότι δηλαδή "οι μνήμες σβήνουν, χάνονται. Ακόμα και οι φωτογραφίες, κάποια στιγμή μιλούν για άγνωστα πρόσωπα. Οι τυπωμένες σελίδες με τη ζωή ηλικιωμένων ανθρώπων λιώνουν, εξαφανίζονται. Μα και οι ίδιοι αυτοί δεν θα 'ταν πολύ σπουδαίοι, αφού δεν τους στήθηκαν προτομές και τιμητικές πλάκες. Έζησαν όμως δυνατά, περήφανα και σπουδαία. Κι ένα πράγμα αληθινά σπουδαίο είμαι βέβαιος ότι μένει από τις αφηγήσεις τους: κάντε τη δική σας ζωή τέτοια, που να αξίζει να τη μοιραστείτε".

Πηγή : https://www.koinignomi.gr/

to synoro blog

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...