Επιμέλεια: Άννα Φαλτάιτς
Στα πρόθυρα του εμφυλίου πολέμου βρίσκεται η Υεμένη, με τις μάχες μεταξύ των ανταρτών Χούτι, που κατέλαβαν τον Σεπτέμβριο την πρωτεύουσα της χώρας, και του στρατού να οδηγούν στην σημερινή στρατιωτική επέμβαση συμμαχίας, της οποίας ηγείται η Σαουδική Αραβία.
Οι Χούτι είναι μέλη μιας ομάδας ανταρτών γνωστής με το όνομα Ανσάρ Αλλάχ, που πρόσκειται στον παρακλάδι του Σιιτικού Ισλαμισμού που ονομάζεται Ζαϊντισμός. Οι Ζαΐντι αποτελούν το ένα τρίτο του πληθυσμού της χώρας και κυβερνούσαν τη Βόρεια Υεμένη για σχεδόν 1.000 χρόνια, μέχρι το 1962. Οι Χούτι πήραν το όνομά τους από τον Χουσεΐν Μπαντρ αλ Ντιν αλ Χούτι, ο οποίος ηγήθηκε της πρώτης εξέγερσης του κινήματος αυτού το 2004, σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσει μεγαλύτερη αυτονομία για την περιφέρεια της Σααντά, αλλά και να προστατεύσει τις θρησκευτικές και πολιτισμικές παραδόσεις των Ζαΐντι από αυτό που θεωρούσαν καταπάτηση από του σουνίτες ισλαμιστές.
Όταν σκοτώθηκε ο Χούτι από τον στρατό της Υεμένης στα τέλη του 2004, η οικογένειά του ανέλαβε τα ηνία και ηγήθηκε πέντε ακόμα εξεγέρσεων, προτού υπογραφεί η εκεχειρία με την κυβέρνηση το 2010.
Το 2011, οι Χούτι συμμετείχαν στις διαδηλώσεις κατά του τότε προέδρου Αλί Αμπτουλάχ Σαλέχ και εκμεταλλεύτηκαν το κενό εξουσίας προκειμένου να διευρύνουν τον εδαφικό έλεγχο στην Σαανά και τη γειτονική επαρχία Αμράν. Στη συνέχεια συμμετείχαν στο Συνέδριο Εθνικού Διαλόγου που οδήγησε τον νυν πρόεδρο Αμπτν Ραμπόχ Μανσούρ Χαντί στην ανακοίνωση σχεδίων –τον Φεβρουάριο του 2014- για μετατροπή της Υεμένης σε ομοσπονδία έξι περιφερειών. Οι Χούτι ωστόσο τάχθηκαν κατά του σχεδίου, που, όπως δήλωναν, θα τους αποδυνάμωνε.
Ο πρόεδρος Αμπτν Ραμπόχ Μανσούρ Χαντί ήρθε στην εξουσία το 2012, διαδεχόμενος τον Αλί Αμπντουλάχ Σαλέχ.
Η άνοδός του στην εξουσία αρχικά χαιρετίστηκε ως παράδειγμα επιτυχούς μετάβασης στη δημοκρατία. Όμως οι αντάρτες των Χούτι ανάγκασαν την κυβέρνηση να εγκαταλείψει την εξουσία τον περασμένο μήνα, με τον Χαντί να διαφεύγει στο Άντεν, απ” όπου προσπαθεί να επιστρέψει και πάλι στην εξουσία.
Πριν από το 2012, ο Αλί Αμπτουλάχ Σαλέχ ήταν πρόεδρος της Υεμένης για περισσότερες από δύο δεκαετίες. Απομακρύνθηκε από την εξουσία λόγω της απαίτησης για πολιτική αλλαγή, η οποία προκλήθηκε από τις αναταραχές της «Αραβικής Άνοιξης». Τώρα, ο Σαλέχ έχει συμμαχίσει με τους Χούτι εναντίον του Χαντί.
Στο μεταξύ, τόσο ο πρόεδρος Χαντί, όσο και οι Χούτι και οι ΗΠΑ, μάχονται κατά της εξτρεμιστικής σουνιτικής ομάδας AQAP, το σκέλος της τρομοκρατικής οργάνωσης Al Qaeda στην Υεμένη, που είναι και η μεγαλύτερη τρομοκρατική οργάνωση στη χώρα. Μία ακόμα απειλή είναι η σουνιτική εξτρεμιστική οργάνωση San’a Province, η οποία δηλώνει πίστη στο Ισλαμικό Κράτος.
Οι Χούτι ενδιαφέρονται μόνο να ελέγξουν την περιοχή εντός των συνόρων του παλαιού βασιλείου της Υεμένης, ή της Αραβικής Δημοκρατίας της Υεμένης – περιοχές που οι Ζαΐντι έλεγχαν κατά καιρούς για αιώνες μέχρι το 1962. Η κατάληψη του προεδρικού μεγάρου τον Ιανουάριο δεν σηματοδοτεί αλλαγή στον στόχο αυτό.
Αν και η Υεμένη ανέκαθεν μαστιζόταν από την αστάθεια, η πρόσφατη ιστορία της υπήρξε ιδιαίτερα βίαιη. Η «Αραβική Άνοιξη» έφερε διαδηλώσεις στη Σαναά, οι οποίες πυροδότησαν μια κλιμάκωση της βεντέτας μεταξύ του πρώην προέδρου Αλί Αμπντουλάχ Σαλέχ και του στρατηγού Μουχσίν αλ Αχμάρ.
Η διαμάχη εξελίχθηκε σε ανοικτό πόλεμο εντός της Σαναά, με τον Σαλέχ μάλιστα να τραυματίζεται σοβαρά κατά τη διάρκεια απόπειρας δολοφονίας του τον Ιούνιο του 2011. Σε μια προσπάθεια να αποκλιμακώσει την ένταση, το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου διαμεσολάβησε ώστε να υπάρξει συμφωνία η οποία ανάγκαζε τον πρώην πρόεδρο Σαλέχ να παραιτηθεί και να αναλάβει την εξουσία ο νυν πρόεδρος το 2012. Μετά από μια στρατιωτική επιχείρηση ώστε να αντιμετωπιστούν οι αντάρτες και οι δυνάμεις των αυτονομιστών σε όλη τη χώρα, έγινε σαφές ότι ο στρατός δεν ήταν ένας ενωμένος οργανισμός, ικανός να διατηρήσει την τάξη εντός της χώρας.
Μέχρι το 2014, ο Χαντί επεδίωκε τη δημιουργία ενός ομοσπονδιακού συστήματος ώστε να υπάρξει ένας καλύτερος καταμερισμός εξουσιών στις διάφορες πολιτικές ομάδες της Υεμένης, ωστόσο άρχισαν να προκύπτουν εμπόδια. Οι Χούτι ήθελαν μεγαλύτερη εξουσία εντός του νέου συστήματος και ενίσχυσαν την εκστρατεία τους κατά της κυβέρνησης στη Σαναά, φτάνοντας μέχρι την πρωτεύουσα και αναγκάζοντας την κυβέρνηση τελικά να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων –με τη μεσολάβηση του ΟΗΕ- τον Αύγουστο. Οι διαπραγματεύσεις οδήγησαν σε συμφωνία στο πλαίσιο της οποίας η Υεμένη θα σχημάτιζε νέα κυβέρνηση προκειμένου να ικανοποιήσει τους Χούτι.
Όμως οι όροι της νέας πρότασης για το Σύνταγμα της χώρας δεν άρεσαν στους Χούτι, οι οποίοι στις 19 Ιανουαρίου φέτος επιχείρησαν να αποτρέψουν την κατάθεσή της.
Στις 20-22 Ιανουαρίου οι αντάρτες εισέβαλαν στο προεδρικό μέγαρο και ανάγκασαν ανώτατα στελέχη της κυβέρνησης να παραιτηθούν, κρατώντας μάλιστα σε κατ” οίκον περιορισμό τον πρόεδρο Χαντί.
Στις 11 Φεβρουαρίου, καθώς η κατάσταση επιδεινωνόταν στη χώρα, ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία, και άλλες χώρες, άρχισαν να εκκενώνουν τις πρεσβείες τους, ενώ ο ΟΗΕ καταδίκασε την κατάληψη της Σαναά από τους Χούτι.
Ο Χαντί κατάφερε να δραπετεύσει και να μεταβεί στο Άντεν, από όπου ανακοίνωσε ότι αποσύρει την παραίτησή του και ότι όλες οι πολιτικές αποφάσεις που ελήφθησαν από τότε που κατέλαβαν την πρωτεύουσα οι Χούτοι είναι άκυρες. Τόσο οι αραβικές κυβερνήσεις όσο και το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ τον στήριξαν, με τη Σαουδική Αραβία να ξεκινά σήμερα στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά των Χούτι.
Από τον περασμένο Σεπτέμβριο, όταν εκδιώχθηκε από την πρωτεύουσα της Υεμένης, Σαναά, ο πρόεδρος της χώρας, η κυβέρνηση βρίσκεται σε «εμφύλιο» πόλεμο. Ο πρόεδρος Αμπτν Ραμπόχ Μανσούρ Χαντί εξέδωσε στις 19 Μαρτίου ανακοίνωση με την οποία καταδικάζει τις αεροπορικές επιθέσεις στο κτηριακό συγκρότημά του στη νότια πόλη του Άντεν ως απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος από δυνάμεις που πρόσκεινται στον προκάτοχό του, πρώην πρόεδρο Αλί Αμπντουλάχ Σαλέχ.
Οι Χούτι αντιπροσωπεύουν μια αλλαγή στην ισορροπία της εξουσίας της Υεμένης η οποία έχει ανοίξει την πόρτα στο Ιράν να γίνει βασικός παίκτης σε μια περιοχή που μέχρι πρόσφατα αποτελούσε αποκλειστική «κυριότητα» της Σαουδικής Αραβίας.
Αν και η Σαουδική Αραβία από καιρό ανακατεύεται στην Υεμένη, το Ριάντ είχε χάσει τις εξελίξεις στη χώρα καθώς είχε επικεντρώσει την προσοχή του σε άλλες μάχες στην περιφέρεια. Αυτό δεν σημαίνει πως η Σαουδική Αραβία δεν δίνει προσοχή στην Υεμένη, αλλά ότι δεν περίμενε το Ιράν να κερδίσει έδαφος στα νότια σύνορά του μέσω ενός κινήματος που δεν είναι παραδοσιακά σιιτικό – και που στην πραγματικότητα είναι θεολογικά πιο κοντά στο σουνιτικό Ισλάμ.
Οι Σαουδάραβες θεωρούν τους Χούτι πιθανή απειλή από το Ιράν.
Μέχρι να έρθουν στην εξουσία οι Χούτι, η μέθοδος που χρησιμοποίησε το Ριάντ για να στρέψει τις διάφορες φατρίες της Υεμένης τη μία εναντίον της άλλης, είχε ήδη υπονομεύσει το παλαιό σύστημα σε σημείο που οι Χούτι μπορούσαν πλέον να εκμεταλλευτούν και να συμμαχήσουν με αρκετές φυλές ώστε να προχωρήσουν και πέραν του οχυρού της Σαανά, προελαύνοντας προς περιοχές Νότια της πρωτεύουσας.
Στο μεταξύ, η Σαουδική Αραβία δεν έκανε αρκετά ώστε να αποτρέψει ενδεχόμενη επιστροφή του Σαλέχ στη Σαναά, όπου μπορούσε να συνωμοτήσει κατά αυτών που θεωρούσε υπεύθυνους για την πτώση του και να οργανώσει την επιστροφή του. Αυτές οι κινήσεις του Σαλέχ αποδυνάμωσαν την κυβέρνηση της Υεμένης και ελαχιστοποίησαν την ικανότητά της να αντιμετωπίσει τους αντάρτες Χούτι.
Από την πλευρά τους, οι Χούτι προσέχουν ιδιαίτερα να μην εμπλακούν άμεσα με τους Σαουδάραβες στα σύνορα, και έτσι έχουν επικεντρώσει την προσοχή τους στο εσωτερικό της χώρας, ενισχύοντας την ισχύ που έχουν αποκτήσει και αποδυναμώνοντας τις ομάδες εκείνες που ίσως προβάλουν αντιστάσεις.
Αν μπορέσουν οι Χούτι να εδραιώσουν την εξουσία τους στην Υεμένη, τότε θα υπάρξει πρόβλημα στις νότιες περιοχές της Σαουδικής Αραβίας (Τζιχάν και Νατζράν) μακροπρόθεσμα, λόγω των σημαντικών πληθυσμών σιιτών που ζουν εκεί, εξέλιξη που θα καλοδεχόταν το Ιράν.
Οι ΗΠΑ έχουν σταματήσει να είναι η πρώτη χώρα που αντιδρά σε κρίσεις στην περιοχή, αν και συνεχίζουν να παίζουν κρίσιμο ρόλο σε επίπεδο επιμελητείας.
Η Ουάσιγκτον συνεχίζει τις διαπραγματεύσεις με το Ιράν, κρατώντας όμως ανοικτές τις επιλογές για συνεργασίες με όλες τις πλευρές προκειμένου να διαχειριστεί την περιοχή. Χαρακτηριστικό είναι ότι την ίδια μέρα που οι ΗΠΑ παρείχαν αεροπορική υποστήριξη σε επιχείρηση του Ιράν κατά του προπυργίου των σουνιτών στο Τικρίτ του Ιράκ, παρείχαν και πληροφόρηση και επιμελητειακή στήριξη στη σαουδαραβική επίθεση στην Υεμένη.
Πηγή :
Στα πρόθυρα του εμφυλίου πολέμου βρίσκεται η Υεμένη, με τις μάχες μεταξύ των ανταρτών Χούτι, που κατέλαβαν τον Σεπτέμβριο την πρωτεύουσα της χώρας, και του στρατού να οδηγούν στην σημερινή στρατιωτική επέμβαση συμμαχίας, της οποίας ηγείται η Σαουδική Αραβία.
Οι πρωταγωνιστές
Παίκτες-κλειδιά της νέας αιματοχυσίας ο πρώην και ο νυν πρόεδρος της χώρας καθώς και μια πλειάδα διαφορετικών ομάδων ανταρτών, με πρωταγωνιστές τους Χούτι.Οι Χούτι είναι μέλη μιας ομάδας ανταρτών γνωστής με το όνομα Ανσάρ Αλλάχ, που πρόσκειται στον παρακλάδι του Σιιτικού Ισλαμισμού που ονομάζεται Ζαϊντισμός. Οι Ζαΐντι αποτελούν το ένα τρίτο του πληθυσμού της χώρας και κυβερνούσαν τη Βόρεια Υεμένη για σχεδόν 1.000 χρόνια, μέχρι το 1962. Οι Χούτι πήραν το όνομά τους από τον Χουσεΐν Μπαντρ αλ Ντιν αλ Χούτι, ο οποίος ηγήθηκε της πρώτης εξέγερσης του κινήματος αυτού το 2004, σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσει μεγαλύτερη αυτονομία για την περιφέρεια της Σααντά, αλλά και να προστατεύσει τις θρησκευτικές και πολιτισμικές παραδόσεις των Ζαΐντι από αυτό που θεωρούσαν καταπάτηση από του σουνίτες ισλαμιστές.
Όταν σκοτώθηκε ο Χούτι από τον στρατό της Υεμένης στα τέλη του 2004, η οικογένειά του ανέλαβε τα ηνία και ηγήθηκε πέντε ακόμα εξεγέρσεων, προτού υπογραφεί η εκεχειρία με την κυβέρνηση το 2010.
Το 2011, οι Χούτι συμμετείχαν στις διαδηλώσεις κατά του τότε προέδρου Αλί Αμπτουλάχ Σαλέχ και εκμεταλλεύτηκαν το κενό εξουσίας προκειμένου να διευρύνουν τον εδαφικό έλεγχο στην Σαανά και τη γειτονική επαρχία Αμράν. Στη συνέχεια συμμετείχαν στο Συνέδριο Εθνικού Διαλόγου που οδήγησε τον νυν πρόεδρο Αμπτν Ραμπόχ Μανσούρ Χαντί στην ανακοίνωση σχεδίων –τον Φεβρουάριο του 2014- για μετατροπή της Υεμένης σε ομοσπονδία έξι περιφερειών. Οι Χούτι ωστόσο τάχθηκαν κατά του σχεδίου, που, όπως δήλωναν, θα τους αποδυνάμωνε.
Ο πρόεδρος Αμπτν Ραμπόχ Μανσούρ Χαντί ήρθε στην εξουσία το 2012, διαδεχόμενος τον Αλί Αμπντουλάχ Σαλέχ.
Η άνοδός του στην εξουσία αρχικά χαιρετίστηκε ως παράδειγμα επιτυχούς μετάβασης στη δημοκρατία. Όμως οι αντάρτες των Χούτι ανάγκασαν την κυβέρνηση να εγκαταλείψει την εξουσία τον περασμένο μήνα, με τον Χαντί να διαφεύγει στο Άντεν, απ” όπου προσπαθεί να επιστρέψει και πάλι στην εξουσία.
Πριν από το 2012, ο Αλί Αμπτουλάχ Σαλέχ ήταν πρόεδρος της Υεμένης για περισσότερες από δύο δεκαετίες. Απομακρύνθηκε από την εξουσία λόγω της απαίτησης για πολιτική αλλαγή, η οποία προκλήθηκε από τις αναταραχές της «Αραβικής Άνοιξης». Τώρα, ο Σαλέχ έχει συμμαχίσει με τους Χούτι εναντίον του Χαντί.
Στο μεταξύ, τόσο ο πρόεδρος Χαντί, όσο και οι Χούτι και οι ΗΠΑ, μάχονται κατά της εξτρεμιστικής σουνιτικής ομάδας AQAP, το σκέλος της τρομοκρατικής οργάνωσης Al Qaeda στην Υεμένη, που είναι και η μεγαλύτερη τρομοκρατική οργάνωση στη χώρα. Μία ακόμα απειλή είναι η σουνιτική εξτρεμιστική οργάνωση San’a Province, η οποία δηλώνει πίστη στο Ισλαμικό Κράτος.
Ο στόχος των Χούτι
Οι ενέργειες των σιιτών Χούτι που επιτίθενται στην κυβέρνηση μπορεί να μοιάζουν με πραξικόπημα, ωστόσο στην πραγματικότητα η στρατηγική τους είναι διαφορετική. Στόχος τους είναι να δείξουν τη δύναμή τους, ενώ δεν τους ενδιαφέρει άμεσα να κυβερνήσουν. Αντιθέτως, επιχειρούν να αυξήσουν την επιρροή τους στο ομοσπονδιακό σύστημα της Υεμένης.Οι Χούτι ενδιαφέρονται μόνο να ελέγξουν την περιοχή εντός των συνόρων του παλαιού βασιλείου της Υεμένης, ή της Αραβικής Δημοκρατίας της Υεμένης – περιοχές που οι Ζαΐντι έλεγχαν κατά καιρούς για αιώνες μέχρι το 1962. Η κατάληψη του προεδρικού μεγάρου τον Ιανουάριο δεν σηματοδοτεί αλλαγή στον στόχο αυτό.
Αν και η Υεμένη ανέκαθεν μαστιζόταν από την αστάθεια, η πρόσφατη ιστορία της υπήρξε ιδιαίτερα βίαιη. Η «Αραβική Άνοιξη» έφερε διαδηλώσεις στη Σαναά, οι οποίες πυροδότησαν μια κλιμάκωση της βεντέτας μεταξύ του πρώην προέδρου Αλί Αμπντουλάχ Σαλέχ και του στρατηγού Μουχσίν αλ Αχμάρ.
Η διαμάχη εξελίχθηκε σε ανοικτό πόλεμο εντός της Σαναά, με τον Σαλέχ μάλιστα να τραυματίζεται σοβαρά κατά τη διάρκεια απόπειρας δολοφονίας του τον Ιούνιο του 2011. Σε μια προσπάθεια να αποκλιμακώσει την ένταση, το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου διαμεσολάβησε ώστε να υπάρξει συμφωνία η οποία ανάγκαζε τον πρώην πρόεδρο Σαλέχ να παραιτηθεί και να αναλάβει την εξουσία ο νυν πρόεδρος το 2012. Μετά από μια στρατιωτική επιχείρηση ώστε να αντιμετωπιστούν οι αντάρτες και οι δυνάμεις των αυτονομιστών σε όλη τη χώρα, έγινε σαφές ότι ο στρατός δεν ήταν ένας ενωμένος οργανισμός, ικανός να διατηρήσει την τάξη εντός της χώρας.
Μέχρι το 2014, ο Χαντί επεδίωκε τη δημιουργία ενός ομοσπονδιακού συστήματος ώστε να υπάρξει ένας καλύτερος καταμερισμός εξουσιών στις διάφορες πολιτικές ομάδες της Υεμένης, ωστόσο άρχισαν να προκύπτουν εμπόδια. Οι Χούτι ήθελαν μεγαλύτερη εξουσία εντός του νέου συστήματος και ενίσχυσαν την εκστρατεία τους κατά της κυβέρνησης στη Σαναά, φτάνοντας μέχρι την πρωτεύουσα και αναγκάζοντας την κυβέρνηση τελικά να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων –με τη μεσολάβηση του ΟΗΕ- τον Αύγουστο. Οι διαπραγματεύσεις οδήγησαν σε συμφωνία στο πλαίσιο της οποίας η Υεμένη θα σχημάτιζε νέα κυβέρνηση προκειμένου να ικανοποιήσει τους Χούτι.
Όμως οι όροι της νέας πρότασης για το Σύνταγμα της χώρας δεν άρεσαν στους Χούτι, οι οποίοι στις 19 Ιανουαρίου φέτος επιχείρησαν να αποτρέψουν την κατάθεσή της.
Στις 20-22 Ιανουαρίου οι αντάρτες εισέβαλαν στο προεδρικό μέγαρο και ανάγκασαν ανώτατα στελέχη της κυβέρνησης να παραιτηθούν, κρατώντας μάλιστα σε κατ” οίκον περιορισμό τον πρόεδρο Χαντί.
Στις 11 Φεβρουαρίου, καθώς η κατάσταση επιδεινωνόταν στη χώρα, ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία, και άλλες χώρες, άρχισαν να εκκενώνουν τις πρεσβείες τους, ενώ ο ΟΗΕ καταδίκασε την κατάληψη της Σαναά από τους Χούτι.
Ο Χαντί κατάφερε να δραπετεύσει και να μεταβεί στο Άντεν, από όπου ανακοίνωσε ότι αποσύρει την παραίτησή του και ότι όλες οι πολιτικές αποφάσεις που ελήφθησαν από τότε που κατέλαβαν την πρωτεύουσα οι Χούτοι είναι άκυρες. Τόσο οι αραβικές κυβερνήσεις όσο και το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ τον στήριξαν, με τη Σαουδική Αραβία να ξεκινά σήμερα στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά των Χούτι.
Ο «ανταγωνισμός» Σαουδικής Αραβίας – Ιράν
Αν και το κίνημα των Χούτι δυσκολεύεται να διαχειριστεί τις πολλές προκλήσεις στη βόρεια Υεμένη, η άνοδός του στην εξουσία αποτελεί εμπόδιο για τη Σαουδική Αραβία. Μετά την πτώση της κυβέρνησης της Υεμένης,το Ριάντ θα πρέπει να εκμεταλλευτεί την ανάγκη των Χούτι για πολιτική και οικονομική στήριξη για την εκ νέου εδραίωση της επιρροής τους στη χώρα. Όμως, καθώς το Ιράν θέλει και αυτό να καλύψει αυτό το «κενό», η Υεμένη έχει μετατραπεί σε ένα ακόμα πεδίο μάχης για τους δύο αντιπάλους.Από τον περασμένο Σεπτέμβριο, όταν εκδιώχθηκε από την πρωτεύουσα της Υεμένης, Σαναά, ο πρόεδρος της χώρας, η κυβέρνηση βρίσκεται σε «εμφύλιο» πόλεμο. Ο πρόεδρος Αμπτν Ραμπόχ Μανσούρ Χαντί εξέδωσε στις 19 Μαρτίου ανακοίνωση με την οποία καταδικάζει τις αεροπορικές επιθέσεις στο κτηριακό συγκρότημά του στη νότια πόλη του Άντεν ως απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος από δυνάμεις που πρόσκεινται στον προκάτοχό του, πρώην πρόεδρο Αλί Αμπντουλάχ Σαλέχ.
Οι Χούτι αντιπροσωπεύουν μια αλλαγή στην ισορροπία της εξουσίας της Υεμένης η οποία έχει ανοίξει την πόρτα στο Ιράν να γίνει βασικός παίκτης σε μια περιοχή που μέχρι πρόσφατα αποτελούσε αποκλειστική «κυριότητα» της Σαουδικής Αραβίας.
Αν και η Σαουδική Αραβία από καιρό ανακατεύεται στην Υεμένη, το Ριάντ είχε χάσει τις εξελίξεις στη χώρα καθώς είχε επικεντρώσει την προσοχή του σε άλλες μάχες στην περιφέρεια. Αυτό δεν σημαίνει πως η Σαουδική Αραβία δεν δίνει προσοχή στην Υεμένη, αλλά ότι δεν περίμενε το Ιράν να κερδίσει έδαφος στα νότια σύνορά του μέσω ενός κινήματος που δεν είναι παραδοσιακά σιιτικό – και που στην πραγματικότητα είναι θεολογικά πιο κοντά στο σουνιτικό Ισλάμ.
Οι Σαουδάραβες θεωρούν τους Χούτι πιθανή απειλή από το Ιράν.
Η άνοδος των Χούτι
Υπήρχαν αρκετοί παράγοντες που διευκόλυναν την άνοδο των Χούτι στην εξουσία. Ο πρώτος ήταν οι προσπάθειες της Σαουδικής Αραβίας να ελέγξουν την κυβέρνηση της Υεμένης, όταν οι διαδηλώσεις της Αραβικής Άνοιξης δεν πήγαν όπως το ήθελαν. Ο Σαλέχ αποχώρησε από την εξουσία παραχωρώντας τη θέση του στον Χαντί. Όμως η κίνηση αυτή διεύρυνε τα ενδοκυβερνητικά φυλετικά, ιδεολογικά, πολιτικά και στρατιωτικά ρήγματα.Μέχρι να έρθουν στην εξουσία οι Χούτι, η μέθοδος που χρησιμοποίησε το Ριάντ για να στρέψει τις διάφορες φατρίες της Υεμένης τη μία εναντίον της άλλης, είχε ήδη υπονομεύσει το παλαιό σύστημα σε σημείο που οι Χούτι μπορούσαν πλέον να εκμεταλλευτούν και να συμμαχήσουν με αρκετές φυλές ώστε να προχωρήσουν και πέραν του οχυρού της Σαανά, προελαύνοντας προς περιοχές Νότια της πρωτεύουσας.
Στο μεταξύ, η Σαουδική Αραβία δεν έκανε αρκετά ώστε να αποτρέψει ενδεχόμενη επιστροφή του Σαλέχ στη Σαναά, όπου μπορούσε να συνωμοτήσει κατά αυτών που θεωρούσε υπεύθυνους για την πτώση του και να οργανώσει την επιστροφή του. Αυτές οι κινήσεις του Σαλέχ αποδυνάμωσαν την κυβέρνηση της Υεμένης και ελαχιστοποίησαν την ικανότητά της να αντιμετωπίσει τους αντάρτες Χούτι.
Από την πλευρά τους, οι Χούτι προσέχουν ιδιαίτερα να μην εμπλακούν άμεσα με τους Σαουδάραβες στα σύνορα, και έτσι έχουν επικεντρώσει την προσοχή τους στο εσωτερικό της χώρας, ενισχύοντας την ισχύ που έχουν αποκτήσει και αποδυναμώνοντας τις ομάδες εκείνες που ίσως προβάλουν αντιστάσεις.
Η στάση των ΗΠΑ
Εν τω μεταξύ, οι ΗΠΑ είχαν δείξει ότι θα συνεργάζονταν με τους Χούτι στη μάχη κατά των τζιχαντιστών στην Υεμένη. Η Ουάσιγκτον θεωρεί το Ιράν, τη Χεζμπολά και ακόμα και την κυβέρνηση της Συρίας -πλην του προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ- εταίρους στη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους, εξέλιξη από την οποία η Σαουδική Αραβία θεωρεί ότι απειλείται.Αν μπορέσουν οι Χούτι να εδραιώσουν την εξουσία τους στην Υεμένη, τότε θα υπάρξει πρόβλημα στις νότιες περιοχές της Σαουδικής Αραβίας (Τζιχάν και Νατζράν) μακροπρόθεσμα, λόγω των σημαντικών πληθυσμών σιιτών που ζουν εκεί, εξέλιξη που θα καλοδεχόταν το Ιράν.
Οι ΗΠΑ έχουν σταματήσει να είναι η πρώτη χώρα που αντιδρά σε κρίσεις στην περιοχή, αν και συνεχίζουν να παίζουν κρίσιμο ρόλο σε επίπεδο επιμελητείας.
Η Ουάσιγκτον συνεχίζει τις διαπραγματεύσεις με το Ιράν, κρατώντας όμως ανοικτές τις επιλογές για συνεργασίες με όλες τις πλευρές προκειμένου να διαχειριστεί την περιοχή. Χαρακτηριστικό είναι ότι την ίδια μέρα που οι ΗΠΑ παρείχαν αεροπορική υποστήριξη σε επιχείρηση του Ιράν κατά του προπυργίου των σουνιτών στο Τικρίτ του Ιράκ, παρείχαν και πληροφόρηση και επιμελητειακή στήριξη στη σαουδαραβική επίθεση στην Υεμένη.
Πηγή :
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου