31 Αυγ 2014

χαρά

Μοιάζει με έκρηξη. Το παιδί που παίρνει φόρα και πηδάει απ’ το βράχο στη θάλασσα κρατώντας σφιχτά με τα χέρια του τα λυγισμένα γόνατα. Μπόμπα. Σηκώνεται ένα νερένιο μανιτάρι, ακούγεται ένας γδούπος, ένα τεράστιο ανθρώπινο βότσαλο στη θάλασσα και το νερό φτάνει ψηλά και καταβρέχει τους υπόλοιπους. Χαρά. Έχει καύσωνα, ήσουν κολλημένος στην κίνηση, ιδροκοπάς, φτάνεις, η άμμος καίει, πετάς τη μπλούζα όπως όπως και βουτάς τρέχοντας. Χαρά. Τέλειωσες τη δουλειά, το πουκάμισο σε στενεύει, η τσάντα είναι βαριά, κάθισες στο τραπεζάκι στον πεζόδρομο, ήρθε η παγωμένη μπύρα. Χαρά. Ξεκλειδώνεις, γυρνάς σπίτι μετά από κάμποσες ώρες, ο σκύλος έχει κολλήσει τη μούρη του στην πόρτα. Κουνιέται η ουρά του πέρα δώθε, κουνιέται και το σώμα του ολόκληρο. Πηδάει πάνω σου, λυγίζει τα πόδια του, κάνει κύκλους γύρω απ’ τον εαυτό του. Ο σκύλος ξέρει να σου πει τί θα πει χαρά. Χαρά. Το παγωτό καϊμάκι, τα σταφύλια, το παγωμένο νερό, ένα σαρδάμ μπροστά στους φίλους, ο μεσημεριανός ύπνος σε αυλή, τα γεμιστά, οι λαχανοντολμάδες, τα εισιτήρια για το ταξίδι εκδόθηκαν, μεθύσι καθημερινή απόγευμα, συναυλία και όλοι χορεύουν, αυτοσχέδια ερμηνεία άπαιχτου ακόμη μιούζικαλ στο σαλόνι, ο Μπομπ Ρος και συ στον καναπέ νυσταγμένος, τα χαστουκόψαρα, τα κείμενα κάποιας ouming, ονειρεύεσαι στον ξύπνιο, κάποιος που λέει με φοβερό τρόπο ανέκδοτα, μια αιώρα, ένας θερινός κινηματογράφος, ένα παιδί κάνει μια απίθανη ερώτηση, ο ήλιος τον Μάιο, τον Σεπτέμβριο, το Φεβρουάριο. Χαρά. Πέτυχες τη Χαρά τη χορεύτρια στο δρόμο. Διάβασες τους Πτυχιούχους. Άκουσες ένα οποιοδήποτε τραγούδι τη στιγμή ακριβώς που το χρειαζόσουν. Ήσουν στο μαιευτήριο, στα γενέθλια, στην αίθουσα αναμονής και όλα πήγαν καλά. Την παρατήρησες τη στιγμή που περνούσε, έπιασε με τη χούφτα της το βασιλικό και τον κούνησε ελαφρά. Γυρνάς πατημένος στην εθνική για να προλάβεις, μετανιώνεις την ίδια στιγμή που τρέχεις, αλλά τρέχεις, φτάνεις, προλαβαίνεις και ιδού μια αγκαλιά που μετανιώνεις ακόμη περισσότερο που έτρεχες, αλλά εσύ νιώθεις μόνο χαρά. Ατόφια χαρά. Σου έκαναν ένα δώρο. Έκανες ένα δώρο. Ήταν ένα μπλουζάκι που πάνω έχει μια ατάκα που θα την καταλάβει μόνο η παρέα. Γελάς και τη φοράς σαν πολύτιμο λάφυρο και σαν πανοπλία. Μπήκε η κωλόμπαλα, μιάμιση ώρα παρακαλάς, μπήκε. Χαρά. Γαλακτομπούρεκο. Κεράσια. Ουίσκι. Τάβλι στο χωριό. Πανηγύρι σε άσχετο χωριό, τρως μέχρι σκασμού και πίνεις και στο τέλος είσαι ο τελευταίος στο χορό. Σε σέρνουν. Σε σέρνουν σ’ αυτό το μέρος που είναι άβολα και βολικά, γνώριμα και νοσταλγικά, που είναι εδώ και τώρα και να δεις πως το λένε, το λένε χαρά. Χαρά. Είπε ναι με τη μία, είπε έρχομαι, είπε φίλα με, είπε και τι δεν είπε, μίλαγε διαρκώς. Χαρά. Το παγωμένο ποτάμι στη Φλώρινα, η παλιά πόλη στην Ξάνθη, το πλοίο βγαίνει από το λιμάνι του Πειραιά. Επιτέλους ξαπλώνεις, επιτέλους τους βλέπεις, επιτέλους φωνάζεις, επιτέλους ξεκινάς. Είναι 22 Δεκεμβρίου τα μπαρ της Αθήνας είναι όλα γεμάτα, φωνάζετε και δεν χορταίνεστε. Είναι Αύγουστος και τα αστέρια στο νησί είναι πιο καθαρά απ’ το δρόμο. Περπατάτε αργά, το αλάτι στα μαλλιά, κοιτάτε πάνω και βλέπετε παντού. Που και που κάποιος λέει ένα μισοπετυχημένο αστείο. Περπατάτε αργά. Δεν βιάζεστε. Χαρά.
Πηγή : http://tovytio.wordpress.com/

to synoro blog

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...