Σε μια από τις πιο ενδιαφέρουσες
ταινίες των τελευταίων μηνών, το «Νο» του Πάμπλο Λαρέν, το θέμα είναι το
δημοψήφισμα του 1988 στη Χιλή.
Ο -αγαπημένος δικτάτορας της αγαπημένης
πρωθυπουργού των απανταχού νεοφιλελεύθερων, Μάργκαρετ Θάτσερ- Αουγκούστο
Πινοσέτ προκηρύσσει δημοψήφισμα για την παραμονή του στην εξουσία. Για
σχεδόν ένα μήνα παραχωρεί στην αντιπολίτευση ένα βραδυνό τηλεοπτικό
δεκαπεντάλεπτο.
Μετά από δέκα πέντε χρόνια πλήρους ελέγχου των ΜΜΕ,
δίνεται επιτέλους η ευκαιρία να μιλήσει κανείς δημόσια για τα εγκλήματα
του καθεστώτος του. Αυτονόητα λοιπόν, τα πρώτα βίντεο που φτιάχνει η
αντιπολίτευση καταγράφουν όσα αποτρόπαια διέπραξε, μιλούν για τους
χιλιάδες νεκρούς, εξαφανισμένους, βασανισμένους.
Όταν όμως τα δείχνουν
στον πρωταγωνιστή της ταινίας (έναν νεαρό διαφημιστή τον οποίο έχουν
καλέσει να αναλάβει την καμπάνια του «Όχι»), εκείνος διαφωνεί εντελώς.
Δεν μπορούμε να τα πουλήσουμε αυτά, τους εξηγεί. Αν πάμε από αυτόν τον
δρόμο θα ενισχύσουμε τον φόβο, με αποτέλεσμα οι ψηφοφόροι να μην πάνε να
μας ψηφίσουν. Η καμπάνια δεν πρέπει να στηριχθεί στην τραγωδία των
περασμένων χρόνων, αλλά στην ευτυχία των επόμενων.
Όταν μετά από λίγο καιρό τους παρουσιάζει το πρώτο δικό του κλιπάκι, με κεντρικό σλόγκαν «Χιλή, η ευτυχία έρχεται», ένας άντρας θα σηκωθεί οργισμένος, θα του πει πως μπέρδεψε τη δημοκρατία με την κόκα κόλα και ουρλιάζοντας πως αυτό είναι μια εκστρατεία αποσιώπησης θα αποχωρήσει. Την ώρα που τα λέει αυτά συμφωνώ απόλυτα με τη στάση του.
Μα αν δεν μπορεί η δημοκρατία να κερδίσει στο
επίπεδο των ιδεών, μα αν η δημοκρατία δεν μπορεί να κερδίσει ως αυταξία
παρά μόνο ως ένα ακόμη καταναλωτικό αγαθό, ως ένα υποκατάστατο δηλαδή
φαντασιωτικής ευτυχίας, μα αν αν ένας λαός δεν έχει συντριπτική απάντηση
στο δίλημμα να μείνει ή να φύγει ένας αιματοβαμμένος δικτάτορας, τότε
τι;
Τότε μάλλον πρέπει να αποδεχτούμε πως η δημοκρατία δεν είναι ντε και καλά τόσο ψηλά στην αξιολογική κλίμακα όλων των ανθρώπων.
Τότε μάλλον πρέπει να αποδεχτούμε πως η δημοκρατία δεν είναι ντε και καλά τόσο ψηλά στην αξιολογική κλίμακα όλων των ανθρώπων.
Πως μεγάλο
τμήμα του πληθυσμού ενδιαφέρεται περισσότερο να έχει ήσυχο το δικό του
κεφάλι, από το τι κυρώσεις επιβάλλονται στους συμπολίτες του που το δικό
τους κεφάλι σκέφτεται διαφορετικά. Πως επίσης δεν είναι νομοτελειακό
ότι κάθε τραγωδία πρέπει να λύνεται με κάθαρση.
Πως ίσως ο κόσμος
προτιμά κι από την κάθαρση και τη δικαιοσύνη, το να ξεχνά και να αφήνει
πίσω. Πως αν η δημοκρατία είναι δευτερεύον αγαθό, η ευτυχία είναι πάντα
πρωτεύον.
Μήπως λοιπόν κι εμείς, αντί να μιλάμε για τη δημοκρατία που τρία χρόνια τώρα το σώμα της υφίσταται διαδοχικές στρεβλώσεις ή αντί να επικεντρωνόμαστε στην καταγγελία των μνημονιακών δεινών, πρέπει με κάποιον τρόπο να επενδύσουμε σε ένα όραμα ευτυχίας;
Μήπως το σκοτάδι της
τριετίας είναι γνωστό σε όλους και αντί να επισημαίνεται διαρκώς,
πρέπει να δώσει τη θέση του στην υπόσχεση κάτι διαφορετικού που θα το
αντικαταστήσει;
Και ίσως παρά τις ενστάσεις περί κόκα κόλας, υπάρχει ένα σημείο που η δημοκρατία με το αίτημα για ευτυχία τέμνονται.
Και ίσως παρά τις ενστάσεις περί κόκα κόλας, υπάρχει ένα σημείο που η δημοκρατία με το αίτημα για ευτυχία τέμνονται.
Τρόμο
πουλάνε τα απολυταρχικά καθεστώτα. Οι δημοκρατίες πουλάνε -ναι, ενίοτε
και στον αέρα- ελπίδα, ευτυχία και υπόσχεση για ευημερία. Και μια
δημοκρατία είναι τελικά και αυτό: το πολίτευμα με το οποίο μια κοινωνία
προσπαθεί να ρυθμίσει συλλογικά τα του οίκου της με τέτοιο τρόπο ώστε να
ζει καλύτερα.
Όταν αντίθετα μια κοινωνία έχει εν μέρει μόνο στα χέρια
της τη ρύθμιση του οίκου της, όταν τελώντας υπό διαρκή εξωτερικό έλεγχο
παύει να έχει ως σκοπό το να ζει καλύτερα, όταν αποδέχεται ως νέο της
σκοπό το ότι τώρα τιμωρείται για τα αμαρτήματά της, καθώς είναι
προτιμότερη αυτή η τιμωρία από την εναλλακτική της απόλυτης καταστροφής,
τότε θα προσπαθήσει ένα χρόνο, θα προσπαθήσει δύο, θα προσπαθήσει τρία,
αλλά δημοκρατία και τρόμος δεν γίνεται να συνυπάρχουν επ' άπειρον.
Πρόκειται για μια δομική αντίφαση. Κάτι από τα δύο θα καταρρεύσει πρώτο:
ή η δημοκρατία ή ο ζόφος. Ίσως λοιπόν η πιο αποτελεσματική απάντηση στο
εκ μέρους των κυβερνώντων εμπόριο του ζόφου, να είναι το εμπόριο της
ευτυχίας, έστω και αν είναι σε μεγάλο βαθμό απατηλή, έστω και αν πρέπει
να πουληθεί με όρους αναψυκτικού, αφού στην καρδιά μας οι περισσότεροι
από εμάς παραμένουμε πρώτα καταναλωτές και μετά πολίτες.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου