Τρία σημαντικά γεγονότα μέσα στις δύο βδομάδες που πέρασαν, δηλαδή η ανακοίνωση ενός νέου απεριόριστου προγράμματος αγοράς ομολόγων των κρατών της ευρωπαϊκής περιφέρειας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η έγκριση της ίδρυσης του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας από το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο και η ευρεία νίκη των φιλοευρωπαϊκών κομμάτων στην Ολλανδία, θεωρήθηκαν ως μείζονα νίκη για το ευρώ και ορόσημο που σηματοδοτεί την αρχή του τέλους της κρίσης. Είναι όμως αλήθεια;
Ή μήπως τα τρία αυτά γεγονότα αντιπροσωπεύουν μια μικρή διακοπή στο δρόμο προς τη διάρρηξη του ευρώ που ξεκίνησε όταν ο Γιώργος Παπανδρέου έλεγε πως ‘οι Έλληνες είναι απατεώνες’; Κανείς δεν ξέρει ακόμα. Το μόνο σίγουρο είναι πως οι πολιτικές και νομικές εξελίξεις των τελευταίων 15 ημερών δίνουν στους Ευρωπαίους ηγέτες αρκετό χρόνο για να αποφύγουν την άμεση κατάρρευση του ενιαίου νομίσματος, αν και όχι αρκετό για τον τερματισμό της κρίσης του ευρώ.
Από την άποψη αυτή, η απόφαση του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου συμφωνεί με όσα – πολύ γνωστά πια – είπε την περασμένη εβδομάδα στο Βερολίνο ο Τζορτζ Σόρος και τα είδαμε δημοσιευμένα σε πολλά έντυπα και σάιτ στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Ο Σόρος κατηγόρησε τη Γερμανία ότι με την πολιτική της – με τις καλύτερες προθέσεις μεν και χωρίς θα το θέλει αλλά…– καταδικάζει την Ευρώπη σε παρατεταμένη ύφεση και σε μια μόνιμη διαίρεση ανάμεσα σε κράτη πιστωτές και κράτη δανειολήπτες.
Μια διαίρεση τόσο ζοφερή που στο τέλος απλά δεν θα γίνει ανεκτή. Πώς το κάνει αυτό η Γερμανία; Παρέχοντας την ελάχιστη δυνατή στήριξη για τη διατήρηση της ακεραιότητας της Ευρωζώνης και παράλληλα μπλοκάροντας κάθε ευκαιρία για την πραγματική επίλυση της κρίσης.
Από αυτό που αποκαλεί ένα ‘τραγικό σύνολο χαμένων ευκαιριών’, ο Σόρος καταλήγει στο εξής πολύ γνωστό μας συμπέρασμα: ότι η Γερμανία μπορεί να συνεχίσει να είναι ο οικονομικός ηγέτης της Ευρώπης μόνο αν αποδεχτεί τις ευθύνες της ως ‘καλού ηγεμόνα’, αν δηλαδή κάνει κάτι ανάλογο με αυτό που είχαν κάνει οι ΗΠΑ μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, διαγράφοντας τα γερμανικά χρέη και χρηματοδοτώντας το σχέδιο Μάρσαλ.
Αν από την άλλη μεριά η Γερμανία εξακολουθήσει στην ίδια γραμμή ταυτίζοντας το χρέος με την ‘ενοχή’ θα συνεχίσει να μπλοκάρει κάθε επίλυση της κρίσης που προϋποθέτει το μοίρασμα των κρατικών χρεών μεταξύ των κρατών του ευρώ. Κι αν μάλιστα, σε συνδυασμό με την άρνησή του στην αμοιβαιοποίηση του κρατικού χρέους, το Βερολίνο επιμείνει και στο ταμπού του ενάντια στη νομισματική χρηματοδότηση του δημόσιου χρέους μέσω των κονδυλίων της κεντρικής τράπεζας – όπως κάνει η FED στις ΗΠΑ – η Ευρώπη θα καταδικαστεί σε μακρόχρονη ύφεση και κατά πάσα πιθανότατα στην αναβίωση όλων των εθνικιστικών παθών.
Στην περίπτωση αυτή θα ήταν για όλους καλύτερα απλά να εγκαταλείψει η Γερμανία το ευρώ.
Τώρα, το αν μπορεί στην πράξη να πειστεί η Γερμανία να εγκαταλείψει το ευρώ – ή κατά προτίμηση να άρει την άρνησή της στην αμοιβαιοποίηση και την νομισματική χρηματοδότηση του χρέους – θα εξαρτηθεί κατά τον Σόρος λιγότερο από τα οικονομικά και τη διπλωματία και περισσότερο από τις αντιδράσεις του κόσμου ενάντια στη λιτότητα στη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία.
Αλλά μέχρι να κυριαρχήσουν οι λαϊκές πιέσεις, η πολιτική διαχείρισης της κρίσης μέσω της ελάχιστης δυνατής χρηματοδότησης και της μέγιστης δυνατής ηθικολογίας θα συνεχίσει να υπονομεύει τις συνθήκες στην Ευρώπη – πράγμα που μας φέρνει πίσω στις αποφάσεις του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου βγήκε μια βδομάδα μετά τις ανακοινώσεις της ΕΚΤ προκαλώντας ανακούφιση, έως και αισιοδοξία, στις χρηματοπιστωτικές αγορές για μια μόνιμη λύση της κρίσης του ευρώ.
Αλλά αυτή η αισιοδοξία είναι πιθανό ότι θα αποδειχτεί εφήμερη όπως ήταν και όλοι οι προηγούμενοι κύκλοι αισιοδοξίας.
Η τελευταία προσπάθεια για την επίλυση της κρίσης του ευρώ βασίζεται στη διαβεβαίωση του προέδρου της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι ότι το ευρώ δεν είναι ‘αντιστρέψιμο’ και την υπόσχεσή του ‘να κάνει ό,τι χρειαστεί’ για να το αποδείξει. Αλλά η ίδια η υπόσχεση Ντράγκι να ρίξει απεριόριστα κεφάλαια προκειμένου να υπερασπίσει κάθε χώρα που απειλείται από τη διάρρηξη του ευρώ υπονομεύεται λογικά από τους ίδιους τους όρους που θέτει ο πρόεδρος της ΕΚΤ για να παράσχει την υποστήριξη της κεντρικής τράπεζας στις κλυδωνιζόμενες χώρες – κυρίως για να ικανοποιήσει τη γερμανική ηθικολογία.
Και ενισχύεται ακόμη περισσότερο από την επιμονή του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου ότι ο νέος ευρωπαϊκός μηχανισμός θα πρέπει να παρέχει πληροφορίες για τους όρους κάθε προγράμματος που επιβάλλονται σε μια χώρα όχι μόνο εμπιστευτικά σε μια επιτροπή βουλευτών όπως γινόταν ως τώρα, αλλά αναλυτικά και λεπτομερειακά σε ολόκληρο το γερμανικό κοινοβούλιο και κατ’ επέκταση στη γερμανική κοινή γνώμη.
Είναι δυνατόν να διατυπωθούν οικονομικά επιχειρήματα υπέρ και κατά κάθε περαιτέρω διαρθρωτικής μεταρρύθμισης και δημοσιονομικής λιτότητας στα κράτη δανειολήπτες. Αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επιβολή δύσκολων πολιτικά όρων για την παροχή στήριξης της ΕΚΤ πρέπει εξ ορισμού να δημιουργεί σοβαρές αμφιβολίες για το αν η στήριξη θα συνεχίσει να παρέχεται όταν πλέον διακυβεύεται η συμμετοχή ενός κράτους-μέλους στο ευρώ. Κι αυτό συμβαίνει αναπόφευκτα όταν μια χώρα δεν μπορεί να πετύχει τους δημοσιονομικούς της στόχους, όπως συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα.
Κατά συνέπεια, αντί να παράσχουν απόλυτες και απροϋπόθετες εγγυήσεις ότι το ευρώ δεν είναι αντιστρέψιμο, η ΕΚΤ και το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο έκαναν το ανάποδο: μας έδωσαν άθελά τους έναν οδικό χάρτη που δείχνει πώς θα μπορούσε να γίνει η διάρρηξη του ευρώ υπό τις πιέσεις της αγοράς και των αντιδράσεων των λαών.
Το αποτέλεσμα είναι ότι κάθε χώρα δανειολήπτης στην Ευρώπη αποτελεί σήμερα ένα ιδανικό υποψήφιο θύμα για τους κερδοσκόπους.
Η Ιταλία, η Ισπανία και κάθε άλλη χώρα δεν μπορούν να περιμένουν στήριξη από την ΕΚΤ μέχρι που οι οικονομίες τους να επιδεινωθούν τόσο ώστε να υποχρεωθούν να υποκύψουν στα προγράμματα λιτότητας του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας. Κι από τη στιγμή που οι χώρες δανειολήπτες έχουν συμφωνήσει σε αυτά τα προγράμματα, θα αντιμετωπίζουν κερδοσκοπικές φημολογίες σχετικά με την απώλεια της στήριξης τους κάθε φορά που θα φαίνεται ότι χάνουν τους δημοσιονομικούς ή μεταρρυθμιστικούς στόχους τους.
Κι αυτό με τη σειρά του θα τις υποχρεώσει είτε να εγκαταλείψουν το ευρώ είτε να εφαρμόσουν ακόμη πιο σκληρή λιτότητα βυθιζόμενες όλο και βαθύτερα στον αποπληθωρισμό. Με δυο λόγια, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο δημιούργησαν ένα μηχανισμό καταστροφής που είναι πολύ πιθανό ότι θα ανοίξει κι άλλο το χάσμα μεταξύ κρατών δανειοληπτών και κρατών πιστωτών στην Ευρώπη ακριβώς με τον τρόπο που το περιγράφει ο Τζορτζ Σόρος.
Αυτή η ζοφερή διαδικασία φαίνεται μάλιστα ότι θα συνεχίζεται μέχρι να συμβεί το ένα από τα δύο ακόλουθα σενάρια. Η μία πιθανότητα είναι να μαλακώσει η Γερμανία την επιμονή της στον υπερβολικό αποπληθωρισμό και αντί γι’ αυτό να οδηγήσει την Ευρώπη σε μια δημοσιονομική και νομισματική πολιτική περισσότερο προσανατολισμένη στην ανάπτυξη κατά τα πρότυπα των ΗΠΑ.
Αυτό μπορεί να το δούμε μετά τις γερμανικές εκλογές που θα γίνουν το φθινόπωρο του 2013 αν και παρατηρούμε πως τελευταία και οι Γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες υιοθετούν μια όλο και πιο ηθικίστικη στάση μιλώντας για ‘ενοχή’ του ευρωπαϊκού Νότου.
Η άλλη πιθανότητα είναι τα κράτη δανειολήπτες να εξεγερθούν ενάντια στην οικονομική κυριαρχία της Γερμανίας και να προσπαθήσουν να την υποχρεώσουν να εγκαταλείψει το ευρώ. Όπως εύστοχα το έθεσε ο Σόρος: η Γερμανία πρέπει να αναλάβει την ηγεσία ή να βγει από το ευρώ.
http://seisaxthia.wordpress.com
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου