Του Γεράσιμου Γ. Γερολυμάτου Ζωγράφου
Ανέκαθεν ο πλούτος εθεωρείτο ευτυχία στη ζωή των ανθρώπων. Eιδικά από εκείνους, που όντες και οι περισσότεροι, έχουν αποσυνδέσει την έννοια του πλούτου από τους κόπους της απόκτησης του, αλλά και από τις συνέπειες και τις ευθύνες, που αυτός συνεπάγεται για τον ιδιοκτήτη του. Έτσι, ο πλούτος εμφανίζεται σαν μια θεότητα της τύχης, που ευνοεί κάποιους τυχερούς επιτήδειους, ενώ άλλους όχι.
Δεν αντιμετωπίζεται δηλαδή, ως ένα αποτέλεσμα θέλησης και εργασίας, κόπων και μόχθου, σωστών επιλογών και χρονικών ανταλλαγμάτων και θυσιών, εκ μέρους των πλουσίων, αλλά ως αποτέλεσμα καπατσοσύνης, μαγκιάς και επιτηδειότητας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός, πως τα τελευταία χρόνια πλούτισαν πολλοί και πολύ εύκολα και έτσι κατέληξε και η έννοια του άξιου πλούτου να βγει στο σφυρί της διατίμησης.
Αυτός είναι ο τρόπος, που γίνεται σήμερα αντιληπτός ο πλούτος και σε αυτόν οφείλουν την ιδιαίτερα μικρόνοα συμπεριφορά τους, οι αιφνιδίως και επιτηδείως και ευκόλως πλουτίσαντες, χρησιμοποιώντας, όχι πάντα, νόμιμα μέσα. Όπως το κάθε τι, που δεν αποκτάται σταδιακά, ώστε να αποκτήσει σταθερές βάσεις και διάρκεια, κυρίως δε συναίσθηση, από την πλευρά του πλουτιζόμενου, ο νεοαποκτηθείς πλούτος γίνεται πολύ συχνά επιδεικτικός και αλαζόνας, σύμφωνος με το πνεύμα της εφημερότητας που τον δημιούργησε και που είναι, σα να τον ωθεί να εξαντλήσει τα όρια του μέσα σε αυτήν. Διότι, πολύ συχνά, τα ανεμομαζώματα γίνονται και ανεμοσκορπίσματα, με βάση τη σκληρή και αδυσώπητη σχέση αιτίας και αποτελέσματος.
Υπάρχει τεράστια διαφορά, ανάμεσα σε έναν πλούσιο και σε ένα νεόπλουτο. Όπως υπάρχει και διαφορά ανάμεσα στους τρόπους και στα μέσα του πλουτισμού. Δεν έχω σκοπό να κατηγορήσω τους πάντες, ούτε να απαλλάξω τους πλούσιους από τη βάσανο της δίκαιας κριτικής, αφού πολλοί από αυτούς δεν αναγνωρίζουν πατρίδα, ούτε κοινωνικές υποχρεώσεις και έχουν πάψει να είναι φιλόπατρεις. Όμως, ο νεόπλουτος, είναι από κάθε άποψη αξιόμεμπτος, επειδή έχει γνωρίσει και την άλλη όψη της ζωής.
Ο από τα γενοφάσκια του πλούσιος ξεχωρίζει από τον νεόπλουτο, όπως ο φασιανός από το παγώνι. Κρύβει τα πλούτη του και δεν τα προβάλλει, ούτε φουσκώνει με έπαρση για αυτά. Ο γεννημένος πλούσιος, δεν έχει γνωρίσει άλλη ζωή και έχει συνηθίσει στον πλούτο με ένα τρόπο οικείο και απροσποίητο. Το νεόπλουτο, αντίθετα, που είναι ένας γενίτσαρος του πλούτου, τον κατατρέχει μια ζωή η ενθύμηση της προηγούμενης ζωής του και η αγωνία, μη τυχόν και ξεπέσει πάλι στη στέρηση και στην φτώχια.
Από την άλλη, νιώθει τη φοβερή ανάγκη να επιδεικνύει τα πλούτη του, συνήθως προκλητικά, ώστε πρώτα να πείσει τον εαυτό του, ότι έγινε κάποιος επειδή απόκτησε χρήματα. Έπειτα, για να εντυπωσιάσει τους πρώην φίλους και τους γύρω του φτωχοδιάβολους, ότι δεν ανήκει πλέον στο συνάφι τους, αλλά ότι ανέβηκε επίπεδο. Τι στο καλό! Αν δεν μπορούν τα χρήματα να του αγοράσουν γόητρο και σεβασμό, τότε τι αξία έχουν;
Ταυτόχρονα, όμως, επειδή δεν είναι από «μεγάλο τζάκι», έχει και το συμπλεγματικό πόθο να γίνει επιτέλους ισότιμα αποδεκτός στον κύκλο των εκ γενετής παραλήδων, όπου πιστεύει ότι δικαιωματικά ανήκει. Υπό όλες τις προϋποθέσεις, ο ελληνικός κινηματογράφος της δεκατίας του 60’, μας έχει παραδώσει πολλές τέτοιες σπαρταριστές κωμωδίες, Όμως οι νεόπλουτοι σήμερα, πολύ απέχουν από το να είναι οι γραφικές φιγούρες των ασπρόμαυρων κινηματογραφικών κωμωδιών. Αντίθετα, είναι μοιραίοι και τραγικοί.
Οι λάτρεις της θερινής Μυκόνου και της χειμερινής Αράχωβας, παντοίων μορφών και ειδών, είναι αναγνωρίσιμοι από το στυλ τους, που κυμαίνεται ανάμεσα στο βλαχομπαρόκ και φτάνει έως το ιντελέκτουαλ «όλα είναι σχετικά» της πιο αβαντγκάρντ αφαίρεσης. Για παράδειγμα, ο ένας μπορεί να είναι μεγαλομανάβης, ο δεύτερος εξέκιουτιβ νταϊρέκτορ και ο τρίτος μεγαλογιατρός, αλλά θα συναντηθούν στο κοινό σημείο, που διατρέχει οριζόντια τις διαφορετικές φύσεις τους, που θα είναι κάποιο θηριώδες τετρακίνητο.
Όπως και θα ανταμωθούν επίσης στις παρυφές της Πεντέλης και της Πάρνηθας ή στις ακτές της Σαρωνίδας, όπου αγόρασαν επαύλεις, για να είναι μαζί με τους ανθρώπους της «ίδιας τάξης» και όχι με τον χύδην όχλο. Όπως, θα συναντηθούν, οριζόντια πάλι και στο επόμενο κοινό τους σημείο, που είναι η φοροδιαφυγή! Ναι μεν επιθυμούν να είναι και να περνιούνται στο πόπολο σαν πλούσιοι, αλλά όχι και να πληρώνουν, επειδή είναι πλούσιοι! Κορόιδα είναι;
Ας πληρώσουν οι πτωχοί, που είναι οι πιο πολλοί και είναι και κορόιδα! Απόδειξη, ότι αυτοί δεν κατάφεραν να γίνουν πλούσιοι! Μιλάμε για τζάμπα μάγκες, δηλαδή! Για πλούσιους του πισινού! Πρόκειται για μίζερους λαθρεπιβάτες του πλούτου και υβριστές της θεάς τύχης, που τυφλή οδηγεί τα βήματα τους. Μάταιοι, έως εκεί που δεν φαντάζονται, υφαίνουν τα σάβανα τους, όπως ο άφρων πλούσιος της αγίας γραφής.
Ανάμεσα στις Offshore και στα δις των αφορολόγητων καταθέσεων στην Ελβετία και στα νησιά Κέιμαν, για να μην τα «χάσουν» στην Ελλάδα, σχοινοβατούν ανάμεσα στην αντικοινωνικότητα, στον άκρατο ατομικισμό και στην εθνική προδοσία. Είναι οι νεκροθάφτες της Ελλάδας! Πολλά από αυτά τα χρήματα, είναι αποκτημένα παρανόμως και είναι από αυτά που εμείς οι υπόλοιποι χρωστάμε! Ας ζουν καλά αυτοί, και ας πεθάνουν, λοιπόν, όλοι οι άλλοι! Λες και δεν είμαστε ένα Έθνος, και δεν πρέπει όλοι μαζί να βάλουμε ένα χέρι για να σωθεί η πατρίδα.
Όμως, αυτός ο πλούτος δεν είναι ευλογία, αλλά η κατάρα τους! Είναι το σαράκι της καρδιάς τους και όλεθρος της ψυχής, αν διαθέτουν μια τέτοια! Ποια σχέση μπορεί να έχουν αυτοί, με το μεγαλείο ενός Έλληνα Εθνικού Ευεργέτη, όπως αυτοί που λάμπρυναν την Ελλάδα με σπουδαία κληροδοτήματα τους προηγούμενους αιώνες;
Με αυτούς δηλαδή που αντιλήφθηκαν ορθά την έννοια του πλούτου και τι σημαίνει η κατοχή του; Διότι δεν είναι αμαρτία, ούτε αντίκειται στους θείους νόμους ο τίμιος πλούτος, όταν αυτός μοιράζεται με μεγαλοκαρδία, θεωρούμενος από τον φιλοσοφημένο ιδιοκτήτη του ως δανεικός. Διότι τότε αυγατίζει από την καλοσύνη και ποτέ δε λιγοστεύει, αφού έχει την ευλογία του θεού και την εκτίμηση των ανθρώπων και όλοι πίνουν νερό στο όνομα του. Σήμερα δεν υπάρχουν τέτοιες πλούσιες ψυχές.
Τώρα, υπάρχουν μόνο θλιβερές, εγωϊστικές σκιές, που επιμένουν ακόμη να χορεύουν καρσιλαμά και νταχτινρτί στην ντισκοτέκ του πλοίου που αργά βουλιάζει. Που βολοδέρνουν στα θέρετρα της ματαιότητας με κλεμμένες ζωές, με κότερα αφορολόγητα και αδήλωτες πισίνες, αυτοκίνητα και φυγαδευμένες καταθέσεις, την ίδια ώρα που άλλοι Έλληνες δεν έχουν ούτε να φάνε! Διότι είναι φυγάς από την αξιοπρέπεια αυτός, που δεν ντρέπεται να δηλώνει εισόδημα 10.000 € το χρόνο, όταν κερδίζει δεκαπλάσια και εκατονταπλάσια, αξιώνοντας να πληρώσουν το μερίδιο του οι άλλοι που ζουν πράγματι με τόσα!
Είναι κατάπτυστοι υπό κάθε έννοια και είναι ντροπή ακόμη και να τους κοιτάζει κανείς. Δεν αξίζουν να θεωρούνται πλούσιοι, ούτε διαχειρίζονται ορθά τον πλούτο που απέκτησαν και έτσι, ίσως κάποτε δίκαια να τους αφαιρεθεί. Είναι αυτοί, που έχουν κάθε λόγο να επιθυμούν τη διάσωση του κατεστημένου πολιτικού συστήματος της ψεύτικης βλαχοδημοκρατίας, που τους προστατεύει. Για αυτό είναι βέβαιο, ότι ψήφισαν μαζικά την τρικομματική συγκυβέρνηση, που εγγυάται το ανενόχλητο φαγοπότι τους. Απόδειξη, ότι τρία χρόνια τώρα και παρά τις εξαγγελίες περί δίκαιας φορολόγησης, δεν τους έχει αγγίξει κανείς!
Το μόνο που ακούμε συνεχώς είναι για λίστες, όμως χωρίς αποτέλεσμα, την ίδια ώρα που οι φτωχοί Έλληνες εξαθλιώνονται ολοένα και περισσότερο! Το εκπληκτικό είναι, ότι η ένοχη συνείδηση αρκετών εξ αυτών, αυταρέσκεται να θεωρεί τον εαυτό της «αριστερό», ψάχνοντας το άλλοθι της πολιτικής απενεχοποίησης σε ψευτοαριστερά κόμματα τύπου Πασόκ και ΔΗΜΑΡ.
Η Ελλάδα είναι μια χώρα, που για ιστορικούς λόγους δεν είχε ποτέ μια αυθεντική αστική τάξη, αλλά μόνο ένα βλαχομπαρόκ συνοθύλευμα ανώτερων κρατικών λειτουργών, κρατικοδίαιτων επιχειρηματιών και βιομηχάνων, μεγαλεμπόρων, εφοπλιστών και κοτζαμπάσηδων, που στοιβάχθηκαν στην Αθήνα από τα χωριά τους.
Διψασμένων για εξευρωπαϊσμό και για προνόμια, όπως πολύ ωραία τους περιγράφουν ο Παπαδιαμάντης και ο Σουρής στην εποχή τους. Οι νεόπλουτοι αυτοί, αποτελούν τα μόνα όρθια απομεινάρια μέσα στο ολοκαύτωμα των ερειπίων, όπου μας οδήγησε η απόπειρα να δημιουργηθεί μια ακμαία μεσαία τάξη κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα, στα χρόνια της απατηλής ευημερίας. Τώρα θέλουν να σωθούν μόνοι τους, ενώ ταυτόχρονα το πλοίο μπάζει ολοένα νερά.
Μου έρχεται στο νου η φράση, που άκουσα να λέει ένας σοβαρός καθηγητής Πανεπιστημίου, σε μια συζήτηση στην ΕΤ3. Αυτός είπε, πως, οι Έλληνες κάποια στιγμή θα πάψουν να αυτοκτονούν και να αυτοτιμωρούνται και τότε θα αναζητήσουν τους ένοχους και τους υπαίτιους για την κακουργία που επιτελείται εις βάρος τους! Και τότε, τα γέλια και τα γλέντια θα τους βγουν ξυνά. Διότι, τότε, θα κλάψουν πολλοί!
Αμήν!
peritexnisologos.blogspot.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου