Η έκφραση «καλάθια και κοφίνια» θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως slogan
των καλαθοποιών. Δουλειά τους ήταν να βρίσκουν καλαμιές κατάλληλες για
επεξεργασία και να πλέκουν ψάθινα πανέρια. Το μέγεθός τους
διαμορφώνονταν ανάλογα με τη χρήση τους. Τα ψηλά κοφίνια που τα
κουβαλούσαν στον ώμο, μετέφεραν τα σταφύλια του τρύγου. Τα πλατιά
πανέρια, ήταν κατάλληλα για τη διατήρηση του ψωμιού.
Πηγή : http://www.eleftheria.gr
Σήμερα ταξιδεύουμε στο χωριά Βώλαξ, που βρίσκεται στο νησί της Τήνου. Ένα χωριό πασίγνωστο για την καλαθοπλεκτική του τέχνη.
Το καλάθι ήταν κάποτε βασικό
είδος πλεκτικής τέχνης σε πολλά μέρη της Ελλάδος, χρησίμευε για τη
μεταφορά φρούτων ή λαχανικών, σταφυλιών ή καπνών από το χωράφι, του
νήματος στα βλαχοχώρια, άλλα και στην αλιεία όπως και σε πολλές άλλες
καθημερινές δραστηριότητες του ανθρώπου. Η πτώση και η εξαφάνισή της
υπέστη από την αντικατάσταση των προϊόντων με πλαστικά.
Δεν ήταν ασυνήθιστη η ύπαρξη
καλαθοχωριών στην Ελλάδα μέχρι και τη δεκαετία του ’60 – ’70. Ένα από τα
πιο διάσημα καλαθοχώρια, στο οποίο ακόμη και σήμερα ηλικιωμένοι κυρίως
κάτοικοι ασχολούνται με την καλαθοπλεκτική, βρίσκεται στο νησί της
Μεγαλόχαρης. Στην Τήνο η τέχνη αυτή παλιά αποτέλεσε σημαντικό κλάδο της
βιοτεχνίας, αλλά και σήμερα αποτελεί ένα σοβαρό κομμάτι της τουριστικής
βιομηχανίας.
Ο Βώλακας είναι ταυτισμένος με
την παράγωγη καλαθιών και αποτελεί πόλο έλξης για τους τουρίστες που
επισκέπτονται το νησί. Βρίσκεται στα ΒΑ του νησιού και είναι ονομαστό
για την ξεχωριστή ατμόσφαιρα που δημιουργούν οι χιλιάδες γρανιτένιοι
όγκοι που είναι σπαρμένοι ολόγυρά του. Τη φήμη του ως μεγάλου
καλαθοχωριού την απέκτησε δίκαια καθώς μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες
τα παιδιά των Βωλακιανών μάθαιναν από μικρά το πλέξιμο του καλαμιού και
της βέργας.
Τα κατώγια όλων των σπιτιών ήταν
γεμάτα από δεμάτια σταβάρι [ιτια], καλάμι και λυγαριά που περίμεναν
κρεμασμένα ή ακουμπισμένα πλάι στα κουρούπια με το λάδι και το κρασί,
ενώ το «κατασται»- το μπροστινό τμήμα του κάτω πατώματος – που σε αλλά
χωριά της Τήνου χρησίμευε ως στάβλος, στο Βώλακα είχε μετατραπεί σε
εργαστήριο του καλαθά.
Μερικά από αυτά συναντάμε και σήμερα όπου
παρατηρούμε τα έτοιμα καλάθια να κρέμονται στη σειρά, όμορφα στοιβαγμένα
ενώ τα κοφίνια και οι νταμιτζάνες ακουμπάνε μέσα στο μισοσκόταδο του
κατωγιού.
Τα δεμάτια της βέργας ασπρίζουν
στον ήλιο, ακουμπισμένα πάνω στις ξερολιθιές ή στοιβάζονται σε χώρους
έξω από τα σπίτια και δεν κινδυνεύουν από βροχή. Άλλα, μετά από επιλογή,
μεταφέρονται στο εργαστήριο για να κατασκευαστούν τα καλάθια και τα
πανέρια τους.
Τα οποία αργότερα στολίζουν την είσοδο για να δελεάσουν τον επισκέπτη να αγοράσει ένα ή δύο καμιά φορά και περισσότερα.
Τα υλικά παραμένουν τα ίδια –
βέργες ιτιάς, αποφλοιωμένες ή μη, καλάμι και λυγαριά. Τα υλικά αυτά τα
έβρισκαν άφθονα στα λαγκάδια όπου υπάρχει άφθονο νερό.
Το καλάμι κόβεται τον Γενάρη ή
τον Φλεβάρη, πριν φουσκώσει, για να μην έχει πολλούς χυμούς. Η λυγαριά
κόβεται τον Αύγουστο και η ιτιά τον Μάρτιο με Απρίλιο, για να κρατήσει
καιρό. Το καλάμι αφού τεμαχισθεί, πλέκεται όσο είναι ακόμα χλωρό. Τις
βέργες της ιτιάς οι καλαθοπλέκτες τις καθαρίζουν από τα φύλλα και τα
μικρά κλαδάκια και συνήθως αφαιρούν εντελώς τον φλοιό. Πριν τις
δουλέψουν, τις τοποθετούν από το βράδυ στο νερό, για να μαλακώσουν.
Αντίθετα τις βέργες της λυγαριάς, αφού τις καθαρίσουν από τα φύλλα τις
ξεραίνουν. Πριν τις χρησιμοποιήσουν, τις τοποθετούν σε στέρνες με νερό,
σκεπασμένες καλά με πέτρες για δέκα ήμερες, για να μαλακώσουν, επειδή
είναι σκληρές. Οι βέργες της λυγαριάς είναι πιο ανθεκτικές από αυτές της
ιτιάς, για αυτό με αυτές κατασκεύαζαν τους πάτους των κοφινιών και
γενικά τους πάτους όσων προϊόντων προορίζονταν να σηκώσουν μεγάλο βάρος.
Τα εργαλεία που χρησιμοποιούσαν οι πλέκτες καλαθιών ήταν η διχάλα,
αυτοσχέδιο εργαλείο που αποτελείται από ένα κοντό ξύλο, διπλό, με στενό
άνοιγμα για να καθαρίζονται οι βέργες από τα φύλλα, το τρισέτο, ένα
μαχαίρι γυριστό πολύ κοφτερό που χρησίμευε για να σχίζει σε λεπτές
λωρίδες το καλάμι, αλλά και για να κόβει τις βέργες που περίσσευαν κατά
το πλέξιμο και το καρφί για να σφηνώνει τις βέργες στο χείλος και τα
πλευρά. Αφού τα εργαλεία και τα υλικά ήταν έτοιμα οι τεχνικές πλέξης
όλων των ειδών καλαθοπλεκτικής δεν παρουσίαζαν μεγάλη διαφορά.
Η διαχρονικότητα που χαρακτηρίζει την καλαθοπλεκτική τέχνη δεν είναι τυχαία.
Όμως η αγάπη, το μεράκι και η
ιδιόμορφη τεχνική έκανε κάποιους να ξεχωρίζουν, αφήνοντας την προσωπική
τους σφραγίδα σ’ αυτό που δημιουργούσαν.
Αυτή η τέχνη, που είναι κομμάτι
του πολιτισμού μας, εξαφανίζεται όπως και τόσες άλλες, ίσως κάποια
στιγμή αρχίσουμε να την αναζητούμε, όπως ακριβώς κάνουμε όταν
διαπιστώσουμε μετά την απουσία της την αξία της.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου