ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΜΑΡΚΟΥ ΖΩΡΖΟΥ
Με ένα πολύ καλό άρθρο για την παλιά Σαντορίνη, εγκαινιάζει τη νέα του συνεργασία με τη Santonews, ο Μάρκος Ζώρζος. Βαρελάδες και βαρελοποιία. Ένα από τα πλέον ζηλευτά επαγγέλματα κάποτε στο νησί, την εποχή δηλαδή που το κρασί και όχι τα rooms to let, ήταν ο κύριος πλούτος του. Το άρθρο, περιμένει, πολύτιμες πληροφορίες για το μελλοντικό ερευνητή ή απλά για τον φιλέρευνο αναγνώστη.
«Φίλοι μου, Μάθε τέχνη κι ας τηνε ….. κι άμα πεινάσεις πιάστηνε! . Έτσι λέει ο λαός μας και αυτό κάνει πάντα. Μια σπουδαία και πολύ χρήσιμη τέχνη ήταν αυτή του Βαρελοποιού ή Βουτσά. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία γνωρίζουμε τι είναι Βαρελοποιός (γιατί είναι και αυτό από τα επαγγέλματα που σιγά-σιγά χάνονται) όμως πολύ λιγότεροι γνωρίζουν ότι τους ονόμαζαν και Βουτσάδες (όνομα που το πήραν από το Βουτσί, βαρέλι που χωράει 336 οκάδες (μονάδα μέτρησης βάρους = με 1,2829 γραμμάρια). Η σπουδαιότητα και αναγκαιότητα του επαγγέλματος είναι προφανής αφού τα βαρέλια ήταν απαραίτητα για την φύλαξη και συντήρηση προϊόντων.
Η Σαντορίνη ήταν φημισμένη και ξακουστή για τους βαρελάδες της, αλλά και για τους συντηρητές των βαρελιών. Μέχρι πριν λίγα χρόνια μεγάλες ταβέρνες των Αθηνών καλούσαν βαρελάδες για να καθαρίσουν και να συντηρήσουν τα παλιά τους βαρέλια. Σήμερα όλο και πιο σπάνιο είναι αυτό αφού οι ανοξείδωτες δεξαμενές έχουν αντικαταστήσει τα βαρέλια. Βαρελάδικα ή βουτσάδικα (όπως τα έλεγαν οι ντόπιοι) ειχε σε κάθε λιμάνι του νησιού μας, στο Αμμούδι και την Αρμένη της Οίας, στα Φηρά το γιαλό, στον Αθηνιό , από όπου γινόταν και οι εξαγωγές του κρασιού αλλά και στο Μεγαλοχώρι, Ακρωτήρι κλπ. Τα καΐκια που φόρτωναν το κρασί δεν είχαν δικά τους βαρέλια ή δεξαμενές, αλλά μετέφεραν τα βαρέλια των παραγωγών στα μέρη που προοριζόταν το κρασί (στα γύρω νησιά, Πειραιά, Θεσσαλονίκη, Κωνσταντινούπολη, Ρωσία και αλλού), και επέστρεφαν τα άδεια βαρέλια από τα ανάλογα λιμάνια.
Ας δούμε όμως μερικά από τα προϊόντα που κατασκεύαζαν. Άφορες (βαρέλι χωρητικότητας 1008 οκάδων). Βουτσιά (βαρέλι χωρητικότητας 336 οκάδων). Μπόμπες (βαρέλι χωρητικότητας 400-600 οκάδων). Βαρέλες 40-60 οκάδων. Σέκι (είδος κουβά, που έπαιρνε ακριβώς οκτώ οκάδες). Το σέκι μεταχειριζόταν ο τραβετζαριστής (αυτός που μετέφερε) για να μετρά το κρασί όταν γέμιζε τα τουλούμια (ασκιά από δέρμα κατσικιών), που γινόταν η μεταφορά του κρασιού στα καΐκια. Οι Βουτσάδες πέρα από τα βαρέλια που ήταν για το κρασί κατασκεύαζαν βαρέλια για την τσικουδιά και το κονιάκ. Πολλά ήταν τα σκεύη, απαραίτητα για την οργάνωση την μεταφορά του κρασιού αλλά και άλλες ανάγκες της κάναβας (χώρος παρασκευής και αποθήκευσης κρασιού). Κουβάς, για την μεταφορά μούστου στις άφορες και στα βαρέλια όταν ξάγλιζαν (έβγαζαν-αντλούσαν με τον κουβά) το μούστο από τα λινά ( πηγάδι που πήγαινε ο μούστος μετά το πάτημα του σταφυλιού).
Μπίρλια (δοχείο σαν σκάφη που τοποθετείται στην τρύπα της κοιλιάς του βαρελιού για το γέμισμα του με τον κουβά, αντί για χωνί ). Μαστέλο (δοχείο κάτω από την κάνουλα του βαρελιού για να μην στάζει το κρασί). Ακόμα βούτες όπου πάστωναν λαρδί ( χοιρινό λίπος), αλατσερές φύλαγαν το αλάτι. Τα υλικά κατασκευής των βαρελιών. Το καλύτερο ξύλο για το βουτσί είναι ο δρυς και δεύτερο η καστανιά. Τα Βουτσά από δρυ ή από καστανιά ήταν για κρασί ή για κονιάκ. Τα ξύλα της καστανιάς συνήθως τα έφερναν στη Σαντορίνη από το Άγιο Όρος και σε μερικές περιπτώσεις από Ιταλία και από Ρωσία.
Το ξύλο για τα βαρέλια πρέπει να είναι υγιές και χωρίς ρόζους. Πρόσεχαν επίσης πολύ όταν έκοβαν τα ξύλα το φεγγάρι, να είναι στο γέμισμα του και όχι στο άδειασμα (χασοφεγγαριά). Το κόψιμο του κορμού ειχε πολύ μεγάλη σημασία να είναι σύμφωνα με τα νερά που κάνει το ξύλο για να μην επηρεάζει η υγρασία τις ίνες του. Οι ντούγιες (σανίδες) είχαν μήκος από 80cm έως 1,80m και το πλάτος τους από 10 έως 30cm. Το ψαθί (αγρωστώδες φυτό που φυτρώνει στις όχθες ποταμών λιμνών κλπ) το καλύτερο για τους βαρελάδες ήταν το Αργίτικο.
Οι πρόκες (καρφιά) ήταν και αυτά ξύλινα. Με τις πρόκιες συνήθως δίμυτες (είχαν 2 μύτες) κάρφωναν τα φουντιά (τα στρογγυλά καπάκια του βαρελιού) και με την μια μύτη συνήθως τα τσέρκια. Τα τσέρκια ή βεργιά (ξύλινα στεφάνια) για να πιάσουν τις ντούγιες, αργότερα αντικαταστάθηκαν με γαλβανισμένο σίδερο. Το βουτσί είναι βαρέλι κυλινδρικό που στο μέσον είναι ελαφρά διογκωμένο, κλεισμένο από παντού. Ξύλινο κατασκευασμένο από ντούγιες που συγκρατούν τα τσέρκια και στην κάθε πλευρά έχει τα φουντιά. Eχει δυο οπές, η μια είναι στο ελαφρά διογκωμένο τμήμα του βαρελιού και είναι αυτή που γεμίζουμε το βαρέλι και η άλλη στην μια από τις δυο πλευρές (φουντί), που βάζουμε την κάνουλα (βρύση, ξύλινη και αργότερα πλαστική ή ανοξείδωτη). Μεγάλη προσοχή έδιναν στα πολύ καλά υλικά κατασκευής, καθώς και στην στεγανοποίηση γιατί συνήθως είχαν πολύτιμα υγρά όπως κρασί, κονιάκ κλπ , κόπο και μόχθο μιας ολόκληρης χρονιάς τουλάχιστον.
Πηγή :
Με ένα πολύ καλό άρθρο για την παλιά Σαντορίνη, εγκαινιάζει τη νέα του συνεργασία με τη Santonews, ο Μάρκος Ζώρζος. Βαρελάδες και βαρελοποιία. Ένα από τα πλέον ζηλευτά επαγγέλματα κάποτε στο νησί, την εποχή δηλαδή που το κρασί και όχι τα rooms to let, ήταν ο κύριος πλούτος του. Το άρθρο, περιμένει, πολύτιμες πληροφορίες για το μελλοντικό ερευνητή ή απλά για τον φιλέρευνο αναγνώστη.
«Φίλοι μου, Μάθε τέχνη κι ας τηνε ….. κι άμα πεινάσεις πιάστηνε! . Έτσι λέει ο λαός μας και αυτό κάνει πάντα. Μια σπουδαία και πολύ χρήσιμη τέχνη ήταν αυτή του Βαρελοποιού ή Βουτσά. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία γνωρίζουμε τι είναι Βαρελοποιός (γιατί είναι και αυτό από τα επαγγέλματα που σιγά-σιγά χάνονται) όμως πολύ λιγότεροι γνωρίζουν ότι τους ονόμαζαν και Βουτσάδες (όνομα που το πήραν από το Βουτσί, βαρέλι που χωράει 336 οκάδες (μονάδα μέτρησης βάρους = με 1,2829 γραμμάρια). Η σπουδαιότητα και αναγκαιότητα του επαγγέλματος είναι προφανής αφού τα βαρέλια ήταν απαραίτητα για την φύλαξη και συντήρηση προϊόντων.
Η Σαντορίνη ήταν φημισμένη και ξακουστή για τους βαρελάδες της, αλλά και για τους συντηρητές των βαρελιών. Μέχρι πριν λίγα χρόνια μεγάλες ταβέρνες των Αθηνών καλούσαν βαρελάδες για να καθαρίσουν και να συντηρήσουν τα παλιά τους βαρέλια. Σήμερα όλο και πιο σπάνιο είναι αυτό αφού οι ανοξείδωτες δεξαμενές έχουν αντικαταστήσει τα βαρέλια. Βαρελάδικα ή βουτσάδικα (όπως τα έλεγαν οι ντόπιοι) ειχε σε κάθε λιμάνι του νησιού μας, στο Αμμούδι και την Αρμένη της Οίας, στα Φηρά το γιαλό, στον Αθηνιό , από όπου γινόταν και οι εξαγωγές του κρασιού αλλά και στο Μεγαλοχώρι, Ακρωτήρι κλπ. Τα καΐκια που φόρτωναν το κρασί δεν είχαν δικά τους βαρέλια ή δεξαμενές, αλλά μετέφεραν τα βαρέλια των παραγωγών στα μέρη που προοριζόταν το κρασί (στα γύρω νησιά, Πειραιά, Θεσσαλονίκη, Κωνσταντινούπολη, Ρωσία και αλλού), και επέστρεφαν τα άδεια βαρέλια από τα ανάλογα λιμάνια.
Ας δούμε όμως μερικά από τα προϊόντα που κατασκεύαζαν. Άφορες (βαρέλι χωρητικότητας 1008 οκάδων). Βουτσιά (βαρέλι χωρητικότητας 336 οκάδων). Μπόμπες (βαρέλι χωρητικότητας 400-600 οκάδων). Βαρέλες 40-60 οκάδων. Σέκι (είδος κουβά, που έπαιρνε ακριβώς οκτώ οκάδες). Το σέκι μεταχειριζόταν ο τραβετζαριστής (αυτός που μετέφερε) για να μετρά το κρασί όταν γέμιζε τα τουλούμια (ασκιά από δέρμα κατσικιών), που γινόταν η μεταφορά του κρασιού στα καΐκια. Οι Βουτσάδες πέρα από τα βαρέλια που ήταν για το κρασί κατασκεύαζαν βαρέλια για την τσικουδιά και το κονιάκ. Πολλά ήταν τα σκεύη, απαραίτητα για την οργάνωση την μεταφορά του κρασιού αλλά και άλλες ανάγκες της κάναβας (χώρος παρασκευής και αποθήκευσης κρασιού). Κουβάς, για την μεταφορά μούστου στις άφορες και στα βαρέλια όταν ξάγλιζαν (έβγαζαν-αντλούσαν με τον κουβά) το μούστο από τα λινά ( πηγάδι που πήγαινε ο μούστος μετά το πάτημα του σταφυλιού).
Μπίρλια (δοχείο σαν σκάφη που τοποθετείται στην τρύπα της κοιλιάς του βαρελιού για το γέμισμα του με τον κουβά, αντί για χωνί ). Μαστέλο (δοχείο κάτω από την κάνουλα του βαρελιού για να μην στάζει το κρασί). Ακόμα βούτες όπου πάστωναν λαρδί ( χοιρινό λίπος), αλατσερές φύλαγαν το αλάτι. Τα υλικά κατασκευής των βαρελιών. Το καλύτερο ξύλο για το βουτσί είναι ο δρυς και δεύτερο η καστανιά. Τα Βουτσά από δρυ ή από καστανιά ήταν για κρασί ή για κονιάκ. Τα ξύλα της καστανιάς συνήθως τα έφερναν στη Σαντορίνη από το Άγιο Όρος και σε μερικές περιπτώσεις από Ιταλία και από Ρωσία.
Το ξύλο για τα βαρέλια πρέπει να είναι υγιές και χωρίς ρόζους. Πρόσεχαν επίσης πολύ όταν έκοβαν τα ξύλα το φεγγάρι, να είναι στο γέμισμα του και όχι στο άδειασμα (χασοφεγγαριά). Το κόψιμο του κορμού ειχε πολύ μεγάλη σημασία να είναι σύμφωνα με τα νερά που κάνει το ξύλο για να μην επηρεάζει η υγρασία τις ίνες του. Οι ντούγιες (σανίδες) είχαν μήκος από 80cm έως 1,80m και το πλάτος τους από 10 έως 30cm. Το ψαθί (αγρωστώδες φυτό που φυτρώνει στις όχθες ποταμών λιμνών κλπ) το καλύτερο για τους βαρελάδες ήταν το Αργίτικο.
Οι πρόκες (καρφιά) ήταν και αυτά ξύλινα. Με τις πρόκιες συνήθως δίμυτες (είχαν 2 μύτες) κάρφωναν τα φουντιά (τα στρογγυλά καπάκια του βαρελιού) και με την μια μύτη συνήθως τα τσέρκια. Τα τσέρκια ή βεργιά (ξύλινα στεφάνια) για να πιάσουν τις ντούγιες, αργότερα αντικαταστάθηκαν με γαλβανισμένο σίδερο. Το βουτσί είναι βαρέλι κυλινδρικό που στο μέσον είναι ελαφρά διογκωμένο, κλεισμένο από παντού. Ξύλινο κατασκευασμένο από ντούγιες που συγκρατούν τα τσέρκια και στην κάθε πλευρά έχει τα φουντιά. Eχει δυο οπές, η μια είναι στο ελαφρά διογκωμένο τμήμα του βαρελιού και είναι αυτή που γεμίζουμε το βαρέλι και η άλλη στην μια από τις δυο πλευρές (φουντί), που βάζουμε την κάνουλα (βρύση, ξύλινη και αργότερα πλαστική ή ανοξείδωτη). Μεγάλη προσοχή έδιναν στα πολύ καλά υλικά κατασκευής, καθώς και στην στεγανοποίηση γιατί συνήθως είχαν πολύτιμα υγρά όπως κρασί, κονιάκ κλπ , κόπο και μόχθο μιας ολόκληρης χρονιάς τουλάχιστον.
Πηγή :
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου