1700s, Greek; Cyclades, Amorgos
Ανάμεσα στα κεντήματα σημαντικό ρόλο παίζουν τα «στολιστικά του σπιτιού». Αυτό το είδος κεντήματος αναπτύχθηκε κυρίως στα νησιά του Ιονίου και του Αιγαίου, στην Ήπειρο και στη Μικρά Ασία, ενώ απουσιάζει από το μεγαλύτερο μέρος της Ηπειρωτικής Ελλάδας (Μακεδονία, Πελοπόννησο, Θεσσαλία κτλ).
Ένα είδος απο αυτά τα κεντήματα ήταν και οι κρεβατόγυροι, κομμάτια λευκό ύφασμα με κεντητή διακόσμηση που τύλιγε το κάτω μέρος του κρεβατιού.
«Μόλις ένα κορίτσι ήταν σε θέση να πιάνει στα χέρια του βελόνα και κλωστή ξεκινούσε να διδάσκεται τις βελονιές που επικρατούσαν στο νησί. Όσον αφορά στα σχέδια, αυτά περνούσαν από γενιά σε γενιά, δηλαδή αντιγράφονταν από την προίκα της γιαγιάς και της μητέρας.
Όταν το κορίτσι έφτανε σε ηλικία γάμου θα έπρεπε να διαθέτει δύο σειρές κρεβατόγυρων και κρεβατοκουρτίνων, αρκετές μαξιλαροθήκες και πετσέτες, καθώς και την προσωπική της ενδυμασία. Στις Κυκλάδες οι γυναίκες έπρεπε να έχουν τουλάχιστον δύο ενδυμασίες, μία επίσημη για το γάμο και τις γιορτές και μία καθημερινή, ενώ για το κρεβάτι έπρεπε να διαθέτουν μία κουρτίνα, ένα ζεύγος κρεβατόγυρων και δύο μαξιλαροθήκες.
Ο αριθμός και η ποιότητα των κεντημάτων καθόριζε σημαντικά και την αξιοσύνη της νύφης. Τα κορίτσια εκτός από τη προίκα που κατασκεύαζαν μόνες τους, κληρονομούσαν και μέρος της προίκας της μητέρας τους.
Επίσης αν ο σύζυγος δεν είχε αδερφές, η νύφη έπαιρνε και την προίκα της πεθεράς. Περιστασιακά, μπορεί η κόρη να ολοκλήρωνε ή να βελτίωσε ένα εργόχειρο που ανήκε στη μητέρα της, για παράδειγμα μια κρεβατοκουρτίνα, που εκείνη δεν μπόρεσε να ολοκληρώσει.
Τα κεντήματα του κρεβατιού δεν ήταν ίδια σε όλες τις περιοχές αλλά διαφοροποιούνταν ανάλογα με την περιοχή, τις συνήθειες και τη διαρρύθμιση του χώρου.
Οι νησιωτικές κατοικίες αποτελούνταν συνήθως από ένα μακρύ δωμάτιο. Στη μία άκρη υπήρχε η κουζίνα, στη μέση το καθιστικό και στην άλλη άκρη ο χώρος του ύπνου. Ο χώρος του ύπνου ενίοτε διαιρούνταν στη μέση. Στο πρώτο μισό κατασκευαζόνταν μια κτιστή ντουλάπα και στο υπόλοιπο σχηματιζόταν μια εσοχή.
Στην εσοχή κατασκευαζόνταν μια ξύλινη πλατφόρμα (περίπου 1 μέτρο απόσταση από το δάπεδο). Στην πλατφόρμα στερεώνονταν ο κρεβατόγυρος, με την κεντημένη λωρίδα να κρέμεται ελεύθερα μέχρι το δάπεδο. Το στρώμα και τα κλινοσκεπάσματα τοποθετούνταν πάνω από τον κρεβατόγυρο. Τέλος ένα κεντημένο κάλυμμα σκέπαζε το κρεβάτι ενώ τοποθετούνταν και διάφορα μεγάλα και μικρά μαξιλάρια. Καθώς ο χώρος ήταν ενιαίος και προκειμένου να εξασφαλίζεται η ιδιωτικότητα του ζευγαριού χρησιμοποιούνταν κουρτίνες.
Οι κουρτίνες κρέμονταν από ένα ξύλινο πλαίσιο στην κορυφή της εσοχής, συχνά μαζί με μία πετσέτα.
Σε απλούστερες κατοικίες το κρεβάτι αποτελούσε ένα ράφι ή μία κουκέτα. Ο υποκείμενος χώρος χρησιμοποιούνταν για την τοποθέτηση ενός μπαούλου. Σε μερικά νησιά η πλατφόρμα του κρεβατιού καταλάμβανε ολόκληρη την μικρή πλευρά του μακρόστενου δωματίου, συχνά υπήρχαν κιγκλιδώματα ενώ η πρόσβαση γινόταν με σκαλοπάτια.»Μια μεγάλη ποσότητα απο αυτά τα κομμάτια κατέληξε στην Ευρώπη στα μεγάλα Μουσεία. Πως κατέληξαν εκεί; Ας δούμε τι γράφει το textile ars για το θέμα αυτό.
«Κατά τη διάρκεια του τελευταίου τετάρτου του 19ου αιώνα στις αγορές της Αθήνας, του Καΐρου και της Κωνσταντινούπολης άρχισαν να εμφανίζονται προς πώληση διάφορα πολύχρωμα κεντήματα, προερχόμενα από τον ελληνικό χώρο, δείγματα μιας ανεπτυγμένης και ταυτόχρονα ξεχασμένης τέχνης.
Οι κατεξοχήν αγοραστές των συγκεκριμένων εργόχειρων ήταν ιδιώτες αλλά και έμποροι κυρίως από την Αγγλία. Παρά την ποιότητα των κεντημάτων που προσέλκυσε αμέσως το ενδιαφέρον των συλλεκτών, τα περισσότερα από αυτά ήταν μικρότερα κομμάτια από μεγαλύτερα εργόχειρα. Τα αρχικά εργόχειρα αποτελούσαν χρηστικά αντικείμενα, όπως μαξιλαροθήκες, κρεβατόγυροι, κρεβατοκουρτίνες, πετσέτες και ενδύματα.Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε τη νεοελληνική κεντητική ως μια κοινή γλώσσα με πολλές διαλέκτους.
Ένας βασικός παράγοντας που ενίσχυσε τη δημιουργία ευδιάκριτων τύπων είναι φυσικά η γεωγραφική απομόνωση διαφόρων κοινοτήτων, για παράδειγμα στα νησιά και στα δυσπρόσιτα χωριά. Τα σχέδια και οι τεχνικές περνούσαν από γενιά σε γενιά, εντός της ίδια γεωγραφικής περιοχής και για αυτό το λόγο είναι σχετικά εύκολη η εύρεση της προέλευσης των κεντημάτων.
Ωστόσο, δεν ήταν σπάνιες οι αναμίξεις σχεδίων και τεχνικών είτε λόγω γειτνίασης είτε λόγω του εθίμου της προίκας. Πολλές φορές, τα υφάσματα που αποτελούσαν μέρος της προίκας ενός κοριτσιού, ταξίδευαν μαζί με τη νύφη σε καινούργιους τόπους. Τα κεντήματα αυτά αποτελούσαν πρότυπα προς αντιγραφή στις νέες περιοχές.
Ένας άλλος παράγοντας που συντέλεσε στη δημιουργία της ποικιλομορφίας της ελληνικής κεντητικής είναι οι πολλές και διαφορετικές πολιτιστικές επιδράσεις που εισήχθησαν σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας.
Όσον αφορά στη χρονολόγησή τους, τα περισσότερα διασωθέντα δείγματα φαίνεται να χρονολογούνται μεταξύ 18ου και αρχών 19ου αιώνα, ενώ ελάχιστα χρονολογούνται τον 17ο αιώνα.»
πηγή αποσπασμάτων : textile.arts
πηγή κεντηματων: https://collections.vam.ac.uk/
Πηγή : greekcultureellinikospolitismos.wordpress.com
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου