Από τα πεδινά της μέρη μέχρι τα πιο ορεινά και απομακρυσμένα από το λιμάνι χωριά, η Νάξος είναι αυτό που λέμε «ευλογημένος τόπος», παράγει όλα όσα χρειάζονται για να έχει μια λιτή και νόστιμη κουζίνα. Όλα εκείνα λοιπόν που κάνουν την Νάξο έναν γαστριμαργικό προορισμό -εκτός από τα φημισμένα της κρέατα- μπορεί κανείς να τα βρει σε έναν χώρο που έχει μείνει ανεπηρέαστος από τον χρόνο.
Το παντοπωλείο του Τζιμπλάκη άνοιξε το 1945, όταν ο παππούς του σημερινού ιδιοκτήτη, Γιάννης, κατέβηκε από το χωριό του Δαμαρίωνα στην χώρα προκειμένου να ξεκινήσει μια επιχείρηση βασισμένη στα τυροκομικά προϊόντα του τόπου.Από τότε μέχρι σήμερα, ντόπιοι και τουρίστες, μαγαζάτορες και καλοφαγάδες επιλέγουν το μαγαζί στην οδό Παπαβασιλείου για να προμηθευτούν τυριά και πολλά άλλα προϊόντα που παράγει η Νάξος.
Αν κάτι άλλαξε στο πέρασμα του χρόνου για το μπακάλικο, αυτό είναι πως πλέον δεν προσφέρει μόνο είδη μπακαλικής αλλά έχει μετατραπεί σε ένα αξιοθέατο για τους επισκέπτες του νησιού που, ακόμα κι αν δεν περιμένουν στην ούρα για να αγοράσουν ένα εδώδιμο σουβενίρ, περιεργάζονται τα ράφια και φωτογραφίζουν ό,τι τους προξενεί εντύπωση.
Ο Κυριάκος Τζιμπλάκης είναι η τρίτη γενιά που εργάζεται καθημερινά στο παντοπωλείο, ξεναγώντας τους επισκέπτες του στις γεύσεις που δίνει η αξιώτικη γη. «Ο πατέρας μου είναι πλέον 88 ετών αλλά έρχεται εδώ συνέχεια και βοηθάει. Από όταν ήμουν μικρός αναζητούσαμε και βρίσκαμε πάντα τους καλύτερους παραγωγούς τυριών. Προσφέρουμε τυριά μόνο από βοσκούς, από οικογένειες με τις οποίες συνεργαζόμαστε από τη δεκαετία του ’60.
Ο κόσμος προτιμά αυτά τα τυριά γιατί ψάχνει την παραδοσιακή γεύση. Η παραγωγή στο νησί διατηρείται σταθερή μέσα στα χρόνια για να μην πω ότι αυξάνεται κιόλας».Στη βιτρίνα και τον πάγκο του, το παντοπωλείο προσφέρει οχτώ διαφορετικά είδη τυριών εκ των οποίων τα εφτά φτιάχνονται από κατσικίσιο και πρόβειο γάλα.
Η μεγαλύτερη παραγωγή γίνεται στο χωριό Φιλώτι, αφού εκεί υπάρχουν και τα περισσότερα αμνοερίφια του νησιού. «Βγάζουμε αρσενικό, ξινότυρο, ξινομυζήθρα που βάζουμε στη σαλάτα αντί για φέτα, ανθότυρο μαλακό και ξηρό, κεφαλοτύρι και γραβιέρα. Γι’ όλα αυτά η παραγωγή ξεκινάει τον Οκτώβρη και σταματάει μετά το Πάσχα. Κανένα τυρί μας δεν μοιάζει με τα τυποποιημένα που έχουν την ίδια γεύση δώδεκα μήνες τον χρόνο»
Εκτός από τα ντόπια τυριά, στο μαγαζί που είναι γεμάτο από το πάτωμα μέχρι το ταβάνι με προϊόντα θα βρείτε ελιές, όσπρια, βότανα, μέλι, χειροποίητες μαρμελάδες (που ταιριάζουν με τα τυριά), μπαχαρικά, λάδι, κάππαρη, κρασί, κίτρο, ρακή, ούζο και πολλά άλλα.
Τα μικρά ή μεγαλύτερα καλάθια και τα κεραμικά του (μπορεί να είναι από κούπες μέχρι σκεύος μόνο για γιουβέτσι ή ρεβύθια) που στολίζουν τον χώρο φτιάχνονται επίσης στη Νάξο και λίγα από αυτά στη Σίφνο, ενώ θα βρείτε ανάμεσά τους και ξύλινα σκεύη μαγειρικής, σκουπάκια, μαγκούρες, παραδοσιακούς βούρδουλες και κουδούνια.
«Το παντοπωλείο λειτουργεί όλο τον χρόνο, είμαστε ανοιχτά Κυριακές και αργίες, προμηθεύουμε πολλά μαγαζιά και στην Αθήνα στέλνουμε σε πολλά σπίτια. Παράλληλα, τον Οκτώβρη ξεκινάμε την δική μας παραγωγή ελιών, στη Νάξο ευδοκιμεί η ασκούδα, η γνωστή και ως “θρούμπα”, μόνο εδώ όμως και στη Σάμο βγαίνει ξανθιά».
Εκτός από το ελαιόλαδο, τα ρεβίθια, τα μαυρομάτικα και τα κουκιά ξεχωρίζει ο Κυριάκος Τζιμπλάκης από τα προϊόντα του χώρου και φυσικά το δυσεύρετο αρσενικό.
Το τυρί με την πικάντικη γεύση και μια υφή που φέρνει σε παρμεζάνα δεν βγαίνει σε άλλα μέρη, «ακόμα κι όταν ξεραθεί αρέσει στον κόσμο, όχι μόνο στους Έλληνες αλλά και στους ξένους τουρίστες, έχει γεύση που ταιριάζει να τη συνδυάσεις το καλοκαίρι με σταφύλι και καρπούζι»Στους πέτρινους τοίχους του, η μόνη παρέμβαση που έχει γίνει από το ’45 στο παντοπωλείο ήταν όταν το ’52 ο πατέρας του σημερινού ιδιοκτήτη τοποθέτησε ράφια, που στέκουν στη θέση τους μέχρι σήμερα, καθώς άρχισε να αυξάνεται το εμπόρευμα.
«Αυτό που μας λένε όσοι μας επισκέπτονται είναι να μην αλλάξουμε τίποτα στον χώρο, να μη γίνει κανενός είδους ανακαίνιση, φαίνεται πως το προτιμά ο κόσμος έτσι, χύμα».
Υπάρχουν κάποια, λίγα, πράγματα μέσα στο παντοπωλείο που δεν είναι προς πώληση. Ένα από αυτά είναι τα παραδοσιακά τσιμίσκια, το καλούπια φτιαγμένα από βούρλα που χρησιμοποιούσαν κάποτε οι βοσκοί για να δώσουν σχήμα στο τυρί τους, τώρα έχουν αντικατασταθεί από πλαστικά σκεύη ενώ οι τελευταίοι κατασκευαστές τους στη Νάξο απεβίωσαν πριν από περίπου 15 χρόνια.
Όμως οι ανάγκες και οι εποχές αλλάζουν, φτιάχτηκαν δρόμοι, αναπτύχθηκαν οι παραλίες του Άγιου Προκόπη και της Αγίας Άννας και τα τελευταία χρόνια ο τουρισμός κινείται με ανοδική πορεία κάθε χρόνο, χωρίς υπερβολή , ακόμα και στην κρίση».
Πηγή : http://popaganda.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου