Αλεξία Καλαϊτζή
«Η εμπειρία του ελληνικού καλοκαιριού δεν είναι εμπειρία κτιριακή. Θα ήθελα να θυμηθούμε αναμνήσεις που έχουμε όλοι από παιδικά καλοκαίρια: πλατσουρίζουμε, παίζουμε μεταξύ μας. Αυτό που διαφημίζουμε ως η βίλα με τη φοβερή θέα του έρημου τοπίου, δεν είναι ελληνικό καλοκαίρι».
«Η εμπειρία του ελληνικού καλοκαιριού δεν είναι εμπειρία κτιριακή. Θα ήθελα να θυμηθούμε αναμνήσεις που έχουμε όλοι από παιδικά καλοκαίρια: πλατσουρίζουμε, παίζουμε μεταξύ μας. Αυτό που διαφημίζουμε ως η βίλα με τη φοβερή θέα του έρημου τοπίου, δεν είναι ελληνικό καλοκαίρι».
Το βίντεο με απόσπασμα ομιλίας της Μυρτούς Κιούρτη για το ελληνικό καλοκαίρι έχει συγκεντρώσει χιλιάδες views στα social media. Κι αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο, καθώς η βραβευμένη αρχιτέκτονας άγγιξε ένα ζήτημα το οποίο ανησυχεί όλο και περισσότερους: τον τρόπο που η μαζική προσέλευση τουριστών μπορεί να αλλοιώσει την εμπειρία του ελληνικού καλοκαιριού και αντίστοιχα το τοπίο των ελληνικών νησιών.
Ένα θέμα που ήρθε ξανά έντονα στην επικαιρότητα μετά τις αποκαλύψεις για αυθαιρεσίες στη Μύκονο και την ανεξέλεγκτη ανοικοδόμηση σε διάσημα νησιά των Κυκλάδων.
Μιλώντας στην «Κ», η Μυρτώ Κιούρτη καταθέτει τη δική της πρόταση για το πώς οι αρχιτέκτονες μπορούν να μεταφράσουν το βίωμα του καλοκαιριού σε αρχικεκτονική και αστικό σχεδιασμό και τους προβληματισμούς της για την παρούσα κατάσταση.
Μία ψυχαναλυτική προσέγγιση
Ο τρόπος που η κ. Κιούρτη εξάλλου προσεγγίζει την αρχιτεκτονική είναι σχεδόν ψυχαναλυτικός. «Βλέπω την αρχιτεκτονική πολύ συσχετισμένη με τις ζωές των ανθρώπων και τα σύνθετα πολιτισμικά φαινόμενα» λέει στην «Κ».
Οι πρώτες ερωτήσεις που η ίδια απευθύνει στο άτομο που κάθεται απέναντι της για να συζητήσουν το σπίτι ή το γραφείο που θέλει να χτίσει, δεν είναι ποτέ τι χρειάζεται ή πώς το φαντάζεται. «Εγώ ξεκινάω με ερωτήσεις που έχουν να κάνουν με οτιδήποτε άλλο πλην του σπιτιού, όπως το πού γεννήθηκε, πώς μεγάλωσε, γιατί επέλεξε ή όχι να σπουδάσει ένα αντικείμενο, πού του αρέσει να πηγαίνει διακοπές. Και έτσι προκύπτει πραγματικά το τι θέλει από το σπίτι του. Κάποιος πιθανόν να είναι μπερδεμένος και στην αρχή να πει κάτι που πιστεύει ότι του αρέσει, επειδή άρεσε παραδείγματος χάρη στη μητέρα του ή επειδή το είδε σε ένα περιοδικό και εντυπωσιάστηκε. Μερικές φορές οι βαθιές επιθυμίες ως προς το πώς θέλουμε να ζήσουμε δεν είναι ξεκάθαρες ούτε σε εμάς τους ίδιους.
Οι πρώτες ερωτήσεις που η Μυρτώ Κιούρτη (αριστερά) απευθύνει στο άτομο που κάθεται απέναντι της για να συζητήσουν το σπίτι ή το γραφείο που θέλει να χτίσει, δεν είναι ποτέ τι χρειάζεται ή πώς το φαντάζεται.
Η αρχιτεκτονική διαδικασία όμως τις αποκαλύπτει».Μια αντίστοιχη παρανόηση μεταξύ του τι πραγματικά θέλουμε και τι νομίζουμε ότι θέλουμε φαίνεται να γίνεται και με το ελληνικό καλοκαίρι. Οι στιλιζαρισμένες φωτογραφίες στο Ιnstagram μπροστά σε infinity pools ή οι εικόνες τεράστιων βιλών στη μέση του πουθενά που κοσμούν τις σελίδες των περιοδικών, καθόλου δεν σχετίζονται με το βίωμα και τις αναμνήσεις των περισσοτέρων από το ελληνικό καλοκαίρι. «Είναι πολύ ελκυστική η εμπειρία των θερινών διακοπών στην Ελλάδα αλλά έχει γίνει ένα μπέρδεμα. Αντιγράφουμε άκριτα πρότυπα που έχουν εφαρμοστεί σε άλλες χώρες. Δεν μου φαίνεται έξυπνο. Πρέπει να βλέπεις τη δική σου πραγματικότητα και να πουλάς αυτό που είσαι» σημειώνει, τονίζοντας πως η ελληνική κουλτούρα δεν συνάδει με τη μεγάλη έπαυλη σε ένα ερημικό τοπίο. «Είμαστε ένας πολύ κοινωνικός πολιτισμός.
Η εμπειρία του να ζεις καλοκαίρια στην Ελλάδα είναι πολύ κοινωνική και πολλοί άνθρωποι που έχουν αγαπήσει τη χώρα και την έχουν κάνει διάσημη παγκοσμίως, μιλούν για τις εξαιρετικές φιλίες που έχουν αναπτύξει με τους ντόπιους στα νησιά».
Αυτή όμως την κοινωνικότητα δεν την αντιλαμβάνονται πολλοί «παίκτες» στο πεδίο του τουρισμού που ήρθαν στη χώρα λόγω της μεγάλης αύξησης τουριστών και αναπαράγουν αυτό που κυκλοφορεί στα περιοδικά, δηλαδή την ακριβή βίλα στο μεγάλο οικόπεδο.
«Αυτό θεωρώ ότι θα καταστρέψει τα δικά μας τοπία. Είναι άλλο να χρησιμοποιείς μεγάλα οικόπεδα για βίλες στα χωριά της Ελβετίας ή της Αυστρίας με τις τεράστιες εκτάσεις και άλλο στο κυκλαδονήσι. Μια τέτοια αντίληψη είναι και καταστροφική για το τοπίο αλλά και δεν συνάδει με αυτό που έκανε ελκυστική την Ελλάδα ως τουριστικό προϊόν εξαρχής. Αν θυμηθούμε κι εμείς οι ίδιοι τα βιώματά μας, το πιο ελκυστικό στοιχείο ήταν η φοβερή κοινωνικότητα που αναπτύσσεται στους νησιώτικους οικισμούς».
Την ελληνική οικοδομική πρακτική, γνωστή ως “πανωσήκωμα”, ακολούθησε η Μυρτώ Κιούρτη, για το σχεδιασμό και την κατασκευή της κατοικίας ενός νέου ζευγαριού πάνω από το πατρικό σπίτι. Μέσω της πρακτικής αυτής, δόθηκε στους ιδιοκτήτες η ευκαιρία να διαμορφώσουν σύμφωνα με τις δικές τους ανάγκες και επιθυμίες το έργο, παντρεύοντας αλλά και ταυτόχρονα τηρώντας συγκεκριμένα όρια, μεταξύ παλιού και νέου, παρελθόντος και μέλλοντος.
Ανασχεδιασμός των οικισμών στα νησιά
Ανασχεδιασμός των οικισμών στα νησιά
Στην αλληλεπίδραση μεταξύ κατοίκων και τουριστών αλλά και των ίδιων των επισκεπτών μεταξύ τους πιστεύει ότι πρέπει να στοχεύσουν και οι αρχιτέκτονες πλέον: «Θα μπορούσαμε ως αρχιτέκτονες να ανασχεδιάσουμε τους οικισμούς με τρόπους που να λύνουν πρακτικά και λειτουργικά ζητήματα και όχι να επεκτεινόμαστε άλλο εκτός αυτών.
Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός στις πολυτελείς οικίες είναι συνήθως υψηλής αισθητικής, μέσα στις χώρες όμως δεν είναι τόσο ποιοτικός» αναφέρει, προσθέτοντας πως το στοίχημα είναι να φέρουμε τον επισκέπτη σε ένα χώρο υψηλής αισθητικής εντός του οικισμού. «Να δημιουργήσουμε χώρους υψηλής αισθητικής που να σέβονται την παράδοση με έναν σύγχρονο τρόπο. Να δημιουργήσουμε κάτι παραδοσιακό αλλά όχι φολκλόρ, που παράλληλα να λύνει και πρακτικά ζητήματα, όπως παραδείγματος χάρη η ηχομόνωση.
Είναι κάτι που έχει ξεκινήσει ήδη να γίνεται στις πόλεις. Βλέπεις για παράδειγμα απ’ έξω μια πολυκατοικία παλιά και εντός της ένα σύγχρονο διαμέρισμα». Η κ. Κιούρτη κάνει λόγο και για την έκταση του οικιστικού χώρου, σημειώνοντας πως πιο κοντά στη φιλοσοφία του νησιού και την παράδοσή του είναι οι μικρής έκτασης χώροι, όπως ένα μίνιμαλ μικρό δωμάτιο ύπνου, και όχι τα τεράστια σαλόνια με τις τεράστιες πέργκολες που βλέπουμε κυρίως σε άλλες περιστάσεις και χώρες και διαφημίζονται πλέον και στα ελληνικά νησιά.
Έτσι, σημειώνει, δημιουργείται και ένα ωραίο αφήγημα καθημερινότητας: ξεκινάς από την έντονη κοινωνικότητα του οικισμού, διασχίζεις ένα παρθένο τοπίο με διάσπαρτα κτισμένα σπίτια και φτάνεις στην παραλία. Στην επιστροφή, γυρνάς στον οικισμό όπου θα συναντήσεις και τους τουρίστες και τους ντόπιους. «Ποιο είναι το βίωμα του καλοκαιριού στην Ελλάδα που αποκτά κάποιος αν κλειστεί στη βίλα με φίλους ή οικογένεια; Πού είναι η αλληλεπίδραση;
Η ακόμα, ποια είναι η αλληλεπίδραση αν στο νησί που επισκέπτεσαι έρχονται άνθρωποι μόνο του δικού σου στάτους;» διερωτάται.
Η αρχιτεκτόνισσα πιστεύει ότι αυτό το μοντέλο των απομονωμένων πολυτελών κατοικιών ή των τεράστιων ξενοδοχείων είναι ένα έτοιμο προϊόν. Αυτό όμως που χρειάζεται είναι να δημιουργήσουμε ένα δικό μας brand, βασισμένο στην κοινωνικότητα που ενέχει το ελληνικό καλοκαίρι. «Οι αρχιτέκτονες καλούμαστε να δημιουργήσουμε τις εικόνες που θα είναι ελκυστικές και θα τραβήξουν τους τουρίστες που θέλουμε αλλά και που μας συμφέρει να τραβήξουμε.
Πιστεύω πως είμαστε αρκετά ώριμοι για να δημιουργήσουμε τη δική μας άποψη στο πώς διαχειριζόμαστε μια οικιστική παράδοση αλλά και μια κουλτούρα, όπως το ελληνικό καλοκαίρι, που είναι ένα προϊόν πολιτισμικό της μεσαίας τάξης και είναι μοναδικό», τονίζει.
Ο άλλος δρόμος, όπως υποστηρίζει, της άναρχης δόμησης και του μαζικού τουριστικού προϊόντος μπορεί να οδηγήσει στην υπερκατανάλωση και τέλος στην απαξίωση, κάτι που η κ. Κιούρτη σημειώνει ότι έχουμε ήδη δει ως χώρα να συμβαίνει σε άλλες περιοχές. «Η Λούτσα ήταν καταπληκτικό θέρετρο και σήμερα σχολιάζουμε το πώς κατάντησε. Οι άνθρωποι που αγόρασαν σπίτια και οικόπεδα αρχικά μπορεί να σκέφτονταν τι ωραία που η περιοχή προσελκύει τόσο κόσμο.
Στο τέλος, όμως, απαξιώθηκε η περιουσία τους. Αν δεν προστατεύσουμε το τοπίο, απαξιώνεται το τουριστικό προϊόν».
Η Μυρτώ Κιούρτη σπούδασε στην Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ και έκανε μεταπτυχιακό στον Προωθημένο Αρχιτεκτονικό Σχεδιασμό στο Columbia University της Νέας Υόρκης με υποτροφία Fulbright από το Αμερικανικό Κράτος.Το έργο της «Το κουτί που πετάει» βραβεύτηκε από το Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής ως το 3ο καλύτερο υλοποιημένο έργο στην Ελλάδα κατά την πενταετία 2018-2022. Έχει διακριθεί σε διαγωνισμούς (1ο βραβείο Πανελλήνιου Διαγωνισμού, Βραβείο καλύτερης ουτοπικής πρότασης στον Πανευρωπαϊκό Διαγωνισμό Re-think Athens) αλλά και στη Biennale Νέων Ελλήνων Αρχιτεκτόνων. Η δουλειά της έχει παρουσιαστεί στα London School of Economics, Paris-Sorbonne, Milan School of Architecture, Μουσείο Μπενάκη, ΕΜΣΤ, Μουσείο της Ακρόπολης, ενώ έχει δημοσιεύσει άρθρα της σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά.
Πηγή : https://www.kathimerini.gr/
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου