Γράφει ο Δημήτρης Κάβουρας
Το 1985 οι οργανώσεις της ΚΝΕ και του ΚΚΕ οργανώναμε στις πλατείες των πόλεων διαμαρτυρίες αναρτώντας σε ταμπλό την απόφαση της διεύθυνσης του Ριζοσπάστη να δώσει αυξήσεις στους μισθούς των εργαζόμενων σε αυτόν, κόντρα στην Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ που τις απαγόρευε, καταγγέλλοντας τη σύλληψη του εκδότη του για το λόγο αυτό. Οι διαμαρτυρίες εύρισκαν πλατιά απήχηση.
Tη χρονιά εκείνη η κυβέρνηση του Αντρέα Παπανδρέου (με υπουργούς, Εθνικής Οικονομίας τον Κ. Σημίτη, Οικονομικών τον Δ. Τσοβόλα και Εργασίας τον Ε. Γιαννόπουλο) ανακοινώσε μια σειρά από αντεργατικά μέτρα με τη δικαιολογία ότι η οικονομία της χώρας βρίσκεται σε άσχημη κατάσταση. Επρόκειτο για το σάλπισμα της έναρξης της νεοφιλελεύθερης επίθεσης στην Ελλάδα. Μετά από υποτίμηση κατά 15% της δραχμής, εκτινάσσονται στα ύψη οι τιμές σε μια σειρά από βασικά είδη και υπηρεσίες, όπως το νερό, το ψωμί, η ζάχαρη, τα καύσιμα κ.α. Με το τέχνασμα της «πρόβλεψης» του τιμάριθμου και την αφαίρεση του «εισαγόμενου πληθωρισμού», καταργείται ουσιαστικά ο θεσμός της ΑΤΑ (Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή) στους μισθούς. Η νεοφιλελεύθερη αυτή επίθεση επέφερε διαφοροποιήσεις στο συσχετισμό δύναμης στη ΓΣΕΕ και η κυβέρνηση, για να αντιμετωπίσει τις αντιδράσεις, προχώρησε στην κατάργηση της εκλεγμένης Διοίκησης της και στο διορισμό νέας Διοίκησης αποτελούμενης από «επιμελείς» πρασινοφρουρούς.
Ανάμεσα στα άλλα μέτρα που πήρε τότε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ –με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου– ήταν και η απαγόρευση των αυξήσεων στον ιδιωτικό τομέα.
Το ΚΚΕ αντέδρασε σε αυτήν την πολιτική και η διεύθυνση του Ριζοσπάστη ανακοίνωσε και έδωσε αυξήσεις στο προσωπικό σε μια έμπρακτη καταγγελία της αντεργατικής πράξης της κυβέρνησης και σε μια προσπάθεια να σπάσει στην πράξη το νόμο. Τότε συνελήφθη ο εκδότης του Ριζοσπάστη (ο Γιώργος Τρικαλινός αν δεν κάνω λάθος).
Οι οργανώσεις της ΚΝΕ και του ΚΚΕ οργανώσαμε πλατιά καμπάνια διαμαρτυρίας, αναρτώντας σε ταμπλό την απόφαση του Ριζοσπάστη για τις αυξήσεις κόντρα στην Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου και καταγγέλλοντας τη σύλληψη του εκδότη του.
Το 2013 η ηγεσία του ΚΚΕ, του Ριζοσπάστη, του 902, της εταιρίας «Τυποεκδοτική» και «Ραδιοτηλεοπτική», όχι μόνο δεν προσπαθούν να σπάσουν στην πράξη την αντεργατική νομοθεσία αλλά, αντίθετα, αξιοποιούν ολόκληρο το αντεργατικό οπλοστάσιο που απαίτησε η Τρόικα και ψήφισαν οι μνημονιακές κυβερνήσεις, για να μειώσουν τους μισθούς, να αλλάξουν τις εργασιακές σχέσεις και να κάνουν μαζικές απολύσεις. Με τον τρόπο της δίνει άλλοθι στους καπιταλιστές και λαβές για να πλήξουν τους κομμουνιστές οι οποίοι, στο πρόσωπο του ΚΚΕ «κάνουν τα ίδια» με αυτούς.
Και ακόμα περισσότερο: παραδίνουν τα όπλα της ενημέρωσης που ήταν στην εργατική υπηρεσία, ανεξάρτητα από το πόσο καλά αξιοποιούνταν, στα χέρια του αντίπαλου, αποδυναμώνοντας έτσι το εργατικό οπλοστάσιο και δυναμώνοντας το οπλοστάσιο των καπιταλιστικών και φιλοκυβερνητικών δυνάμεων οι οποίες συγκεντρώνουν πλέον στα χέρια τους τα ΜΜΕ και μονοπωλούν την ενημέρωση κατευθύνοντας το λαό κατά το δοκούν!!!
Η ηγεσία του ΚΚΕ διατείνεται ότι πούλησε «…υποδομές, μηχανήματα και αυτοκίνητα της εταιρείας». Δηλαδή, να υποθέσουμε ότι ο επιχειρηματίας που αγόρασε το ραδιοφωνικό και τηλεοπτικό 902, θα εκπέμπει από άλλη συχνότητα; Ή να υποθέσουμε ότι στην αγορά δεν υπήρχαν «υποδομές, μηχανήματα και αυτοκίνητα»;
Η ηγεσία του ΚΚΕ πούλησε την άδεια λειτουργίας του ραδιοφωνικού και τηλεοπτικού 902 (την οποία πήρε δωρεάν το 1991 από την κυβέρνηση Μητσοτάκη περίπου σαν αντάλλαγμα για τη χείρα βοήθειας που του προσέφερε με την πολιτική του, για την άνοδό του στην κυβερνητική εξουσία), και έδωσε μαζί τις συχνότητες για τη χρήση τους στον καπιταλιστή που αγόρασε τους σταθμούς. Θεωρώντας ότι οι σταθμοί αυτοί και οι συχνότητες είναι κάτι σαν οικόπεδο δικό του και όχι όπλα στα χέρια της εργατικής τάξης, δεν δίνει λόγο σε αυτή, ούτε βέβαια αναφέρει το τίμημα και το όνομα του αγοραστή. Με τον τρόπο αυτό αποδεικνύει ότι η υπόθεση δεν αφορά την εργατική τάξη, αλλά πρόκειται για μια ιδιωτική συναλλαγή.
Η ουσία της υπόθεσης, πέρα από τις διάφορες σοβαρές και λιγότερο σοβαρές παραμέτρους της, είναι ότι: το αστικό στρατόπεδο ενδυναμώθηκε σε βάρος του εργατικού το οποίο σχεδόν αφοπλίστηκε.
Την ευθύνη για αυτήν την εξέλιξη, η οποία συμβάλει αποφασιστικά στην αλλαγή των υπαρχόντων όρων διεξαγωγής της ταξικής πάλης και διαμορφώνει το συσχετισμό δύναμης υπέρ των καπιταλιστών, και σε βάρος των εργατών, φέρνει αποκλειστικά η ηγεσία του ΚΚΕ! Και αυτό διότι, σύμφωνα με δημοσιογράφο του 902, που απολογείται για το αναπόφευκτο της πώλησης του, «Κάθε κάμερα του «902» που σβήνει, κάθε μικρόφωνο που σταματάει, κάθε φωνή που σιγεί είναι ένα πλήγμα για την εργατική τάξη και το λαϊκό κίνημα.»! Αυτό άλλωστε φάνηκε και όταν ο 902 έπαιξε ένα ρόλο στην εκπομπή του σήματος της ΕΡΤ μετά την κατάργησή της από την κυβέρνηση.
Η κριτική που ασκεί η ηγεσία του ΚΚΕ στην αστική πολιτική φαντάζει αστεία μιας και η χρησιμοποίησή της από την ίδια την ηγεσία του ΚΚΕ σήμερα στις επιχειρήσεις του έχει υλική βάση: ακριβώς δηλαδή το γεγονός ότι η ηγεσία του ΚΚΕ φαίνεται να προΐσταται ενός κόμματος-επιχείρησης και όχι ενός κόμματος της εργατικής τάξης, και η οποία έχει βαλθεί να ξεκοκαλίσει τις διάφορες κρατικές και ευρωπαϊκές επιδοτήσεις και την περιουσία του ΚΚΕ η οποία έχει αποκτηθεί από τις εισφορές και την προσωπική δουλειά των μελών και φίλων και από δωρεές αγωνιστών.
Η ηγεσία του ΚΚΕ απέδειξε στην πράξη ότι βάζει το χρήμα, το οποίο θα της εξασφαλίσει για κάμποσα χρόνια τη μισθοδοσία της και το ρόλο της στα πράγματα, παραπάνω από τα συνολικά εργατικά συμφέροντα {Αυτό δηλαδή που κάνει κάθε καπιταλιστής}. Απέδειξε δηλαδή ότι πρόκειται για μια ηγεσία ανάξια, όχι να αναλάβει, αλλά να παίξει ρόλο στην υλοποίηση της ιστορικής αποστολής της εργατικής τάξης που είναι η ανατροπή του καπιταλισμού και η οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνίας, χωρίς φτώχια, ανεργία, εξαθλίωση, χωρίς πολέμους, χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Οι κομμουνιστές, όπου και αν βρίσκονται, σε διάσπαση με το ρεφορμισμό και τον οπορτουνισμό, πρέπει να πάρουν πρωτοβουλίες για την οικοδόμηση ενιαίου εργατικού μετώπου με το σύνθημα της εργατικής κυβέρνησης για να απαντήσουν από την εργατική σκοπιά στην παρούσα καπιταλιστική κρίση. Ταυτόχρονα, πρέπει να κινηθούν αποφασιστικά για τη δική τους ενότητα και την οικοδόμηση επαναστατικού κομμουνιστικού κόμματος νέου τύπου, του οποίου η απουσία και ταυτόχρονα η αναγκαιότητα είναι πασιφανής.
Πηγή :http://seisaxthia.wordpress.com
Το 1985 οι οργανώσεις της ΚΝΕ και του ΚΚΕ οργανώναμε στις πλατείες των πόλεων διαμαρτυρίες αναρτώντας σε ταμπλό την απόφαση της διεύθυνσης του Ριζοσπάστη να δώσει αυξήσεις στους μισθούς των εργαζόμενων σε αυτόν, κόντρα στην Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ που τις απαγόρευε, καταγγέλλοντας τη σύλληψη του εκδότη του για το λόγο αυτό. Οι διαμαρτυρίες εύρισκαν πλατιά απήχηση.
Tη χρονιά εκείνη η κυβέρνηση του Αντρέα Παπανδρέου (με υπουργούς, Εθνικής Οικονομίας τον Κ. Σημίτη, Οικονομικών τον Δ. Τσοβόλα και Εργασίας τον Ε. Γιαννόπουλο) ανακοινώσε μια σειρά από αντεργατικά μέτρα με τη δικαιολογία ότι η οικονομία της χώρας βρίσκεται σε άσχημη κατάσταση. Επρόκειτο για το σάλπισμα της έναρξης της νεοφιλελεύθερης επίθεσης στην Ελλάδα. Μετά από υποτίμηση κατά 15% της δραχμής, εκτινάσσονται στα ύψη οι τιμές σε μια σειρά από βασικά είδη και υπηρεσίες, όπως το νερό, το ψωμί, η ζάχαρη, τα καύσιμα κ.α. Με το τέχνασμα της «πρόβλεψης» του τιμάριθμου και την αφαίρεση του «εισαγόμενου πληθωρισμού», καταργείται ουσιαστικά ο θεσμός της ΑΤΑ (Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή) στους μισθούς. Η νεοφιλελεύθερη αυτή επίθεση επέφερε διαφοροποιήσεις στο συσχετισμό δύναμης στη ΓΣΕΕ και η κυβέρνηση, για να αντιμετωπίσει τις αντιδράσεις, προχώρησε στην κατάργηση της εκλεγμένης Διοίκησης της και στο διορισμό νέας Διοίκησης αποτελούμενης από «επιμελείς» πρασινοφρουρούς.
Ανάμεσα στα άλλα μέτρα που πήρε τότε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ –με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου– ήταν και η απαγόρευση των αυξήσεων στον ιδιωτικό τομέα.
Το ΚΚΕ αντέδρασε σε αυτήν την πολιτική και η διεύθυνση του Ριζοσπάστη ανακοίνωσε και έδωσε αυξήσεις στο προσωπικό σε μια έμπρακτη καταγγελία της αντεργατικής πράξης της κυβέρνησης και σε μια προσπάθεια να σπάσει στην πράξη το νόμο. Τότε συνελήφθη ο εκδότης του Ριζοσπάστη (ο Γιώργος Τρικαλινός αν δεν κάνω λάθος).
Οι οργανώσεις της ΚΝΕ και του ΚΚΕ οργανώσαμε πλατιά καμπάνια διαμαρτυρίας, αναρτώντας σε ταμπλό την απόφαση του Ριζοσπάστη για τις αυξήσεις κόντρα στην Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου και καταγγέλλοντας τη σύλληψη του εκδότη του.
Το 2013 η ηγεσία του ΚΚΕ, του Ριζοσπάστη, του 902, της εταιρίας «Τυποεκδοτική» και «Ραδιοτηλεοπτική», όχι μόνο δεν προσπαθούν να σπάσουν στην πράξη την αντεργατική νομοθεσία αλλά, αντίθετα, αξιοποιούν ολόκληρο το αντεργατικό οπλοστάσιο που απαίτησε η Τρόικα και ψήφισαν οι μνημονιακές κυβερνήσεις, για να μειώσουν τους μισθούς, να αλλάξουν τις εργασιακές σχέσεις και να κάνουν μαζικές απολύσεις. Με τον τρόπο της δίνει άλλοθι στους καπιταλιστές και λαβές για να πλήξουν τους κομμουνιστές οι οποίοι, στο πρόσωπο του ΚΚΕ «κάνουν τα ίδια» με αυτούς.
Και ακόμα περισσότερο: παραδίνουν τα όπλα της ενημέρωσης που ήταν στην εργατική υπηρεσία, ανεξάρτητα από το πόσο καλά αξιοποιούνταν, στα χέρια του αντίπαλου, αποδυναμώνοντας έτσι το εργατικό οπλοστάσιο και δυναμώνοντας το οπλοστάσιο των καπιταλιστικών και φιλοκυβερνητικών δυνάμεων οι οποίες συγκεντρώνουν πλέον στα χέρια τους τα ΜΜΕ και μονοπωλούν την ενημέρωση κατευθύνοντας το λαό κατά το δοκούν!!!
Η ηγεσία του ΚΚΕ διατείνεται ότι πούλησε «…υποδομές, μηχανήματα και αυτοκίνητα της εταιρείας». Δηλαδή, να υποθέσουμε ότι ο επιχειρηματίας που αγόρασε το ραδιοφωνικό και τηλεοπτικό 902, θα εκπέμπει από άλλη συχνότητα; Ή να υποθέσουμε ότι στην αγορά δεν υπήρχαν «υποδομές, μηχανήματα και αυτοκίνητα»;
Η ηγεσία του ΚΚΕ πούλησε την άδεια λειτουργίας του ραδιοφωνικού και τηλεοπτικού 902 (την οποία πήρε δωρεάν το 1991 από την κυβέρνηση Μητσοτάκη περίπου σαν αντάλλαγμα για τη χείρα βοήθειας που του προσέφερε με την πολιτική του, για την άνοδό του στην κυβερνητική εξουσία), και έδωσε μαζί τις συχνότητες για τη χρήση τους στον καπιταλιστή που αγόρασε τους σταθμούς. Θεωρώντας ότι οι σταθμοί αυτοί και οι συχνότητες είναι κάτι σαν οικόπεδο δικό του και όχι όπλα στα χέρια της εργατικής τάξης, δεν δίνει λόγο σε αυτή, ούτε βέβαια αναφέρει το τίμημα και το όνομα του αγοραστή. Με τον τρόπο αυτό αποδεικνύει ότι η υπόθεση δεν αφορά την εργατική τάξη, αλλά πρόκειται για μια ιδιωτική συναλλαγή.
Η ουσία της υπόθεσης, πέρα από τις διάφορες σοβαρές και λιγότερο σοβαρές παραμέτρους της, είναι ότι: το αστικό στρατόπεδο ενδυναμώθηκε σε βάρος του εργατικού το οποίο σχεδόν αφοπλίστηκε.
Την ευθύνη για αυτήν την εξέλιξη, η οποία συμβάλει αποφασιστικά στην αλλαγή των υπαρχόντων όρων διεξαγωγής της ταξικής πάλης και διαμορφώνει το συσχετισμό δύναμης υπέρ των καπιταλιστών, και σε βάρος των εργατών, φέρνει αποκλειστικά η ηγεσία του ΚΚΕ! Και αυτό διότι, σύμφωνα με δημοσιογράφο του 902, που απολογείται για το αναπόφευκτο της πώλησης του, «Κάθε κάμερα του «902» που σβήνει, κάθε μικρόφωνο που σταματάει, κάθε φωνή που σιγεί είναι ένα πλήγμα για την εργατική τάξη και το λαϊκό κίνημα.»! Αυτό άλλωστε φάνηκε και όταν ο 902 έπαιξε ένα ρόλο στην εκπομπή του σήματος της ΕΡΤ μετά την κατάργησή της από την κυβέρνηση.
Η κριτική που ασκεί η ηγεσία του ΚΚΕ στην αστική πολιτική φαντάζει αστεία μιας και η χρησιμοποίησή της από την ίδια την ηγεσία του ΚΚΕ σήμερα στις επιχειρήσεις του έχει υλική βάση: ακριβώς δηλαδή το γεγονός ότι η ηγεσία του ΚΚΕ φαίνεται να προΐσταται ενός κόμματος-επιχείρησης και όχι ενός κόμματος της εργατικής τάξης, και η οποία έχει βαλθεί να ξεκοκαλίσει τις διάφορες κρατικές και ευρωπαϊκές επιδοτήσεις και την περιουσία του ΚΚΕ η οποία έχει αποκτηθεί από τις εισφορές και την προσωπική δουλειά των μελών και φίλων και από δωρεές αγωνιστών.
Η ηγεσία του ΚΚΕ απέδειξε στην πράξη ότι βάζει το χρήμα, το οποίο θα της εξασφαλίσει για κάμποσα χρόνια τη μισθοδοσία της και το ρόλο της στα πράγματα, παραπάνω από τα συνολικά εργατικά συμφέροντα {Αυτό δηλαδή που κάνει κάθε καπιταλιστής}. Απέδειξε δηλαδή ότι πρόκειται για μια ηγεσία ανάξια, όχι να αναλάβει, αλλά να παίξει ρόλο στην υλοποίηση της ιστορικής αποστολής της εργατικής τάξης που είναι η ανατροπή του καπιταλισμού και η οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνίας, χωρίς φτώχια, ανεργία, εξαθλίωση, χωρίς πολέμους, χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Οι κομμουνιστές, όπου και αν βρίσκονται, σε διάσπαση με το ρεφορμισμό και τον οπορτουνισμό, πρέπει να πάρουν πρωτοβουλίες για την οικοδόμηση ενιαίου εργατικού μετώπου με το σύνθημα της εργατικής κυβέρνησης για να απαντήσουν από την εργατική σκοπιά στην παρούσα καπιταλιστική κρίση. Ταυτόχρονα, πρέπει να κινηθούν αποφασιστικά για τη δική τους ενότητα και την οικοδόμηση επαναστατικού κομμουνιστικού κόμματος νέου τύπου, του οποίου η απουσία και ταυτόχρονα η αναγκαιότητα είναι πασιφανής.
Πηγή :http://seisaxthia.wordpress.com
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου