Aπό τον Ιάκωβο Ιωάννου
Είναι προφανές ότι, η Ελλάδα χρειάζεται
ένα πατριωτικό κίνημα, με κέντρο βάρους την εθνική της κυριαρχία (μέσω
της ανάκτησης της χρηματοπιστωτικής της αυτοτέλειας), τη μικτή
οικονομία, τη ριζική καταπολέμηση της πολιτικής διαφθοράς και την άμεση
δημοκρατία – μεταξύ άλλων επειδή κανένα από τα υφιστάμενα κόμματα δεν
είναι πρόθυμο να μεταβιβάσει τη νομοθετική εξουσία στους πολίτες, μέσω
δημοψηφισμάτων για όλα τα σημαντικά θέματα.
Πολύ περισσότερο, λόγω του ότι το
επίπεδο γενικότερα της Πολιτικής ευρίσκεται σε ελεύθερη πτώση, με
πρόσφατο κριτήριο την πρόταση δυσπιστίας απέναντι στην κυβέρνηση – όπου
βασίλευσε η προχειρότητα σε όλο της το μεγαλείο.
Η κριτική μας αυτή βασίζεται στο γεγονός
ότι, τόσο η ομιλία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όσο και η
απόλυτα «απαξιωτική», η εξευτελιστική καλύτερα απάντηση του
πρωθυπουργού, η οποία θύμιζε τη γνωστή ελληνική έκφραση «Ξέρεις ποιός είμαι εγώ ρε;»,
δεν είχαν ούτε το ελάχιστο ίχνος μίας υπεύθυνης προετοιμασίας – πόσο
μάλλον μίας τεκμηριωμένης σαφήνειας, η οποία θα βοηθούσε τους Έλληνες να
κατανοήσουν που ακριβώς τους οδηγεί ο ένας, ή τι συγκεκριμένο προτείνει
ο άλλος.
Στα πλαίσια αυτά, η ίδρυση ενός νέου
κόμματος με τους παραπάνω σκοπούς, φαίνεται ακόμη περισσότερο αναγκαία
και επείγουσα. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται από τους ψηφοφόρους της
χρυσής αυγής, οι οποίοι φυσικά δεν έχουν καμία σχέση με το ναζισμό, αφού
είναι απλά «διαμαρτυρόμενοι Έλληνες πολίτες» – καθώς επίσης από το
συνεχώς αυξανόμενο ποσοστό της «λευκής ψήφου».
Βέβαια, θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς
ότι, υπάρχουν ανάλογες κινήσεις, είτε από την παράταξη των ανεξαρτήτων
Ελλήνων, είτε από ορισμένα αξιοπρεπή κινήματα αποστράτων αξιωματικών –
τα οποία όμως «διέπονται», χωρίς κανένα λόγο, από το «σύμπλεγμα της
χούντας»: εκείνου του άθλιου δικτατορικού καθεστώτος δηλαδή, το οποίο
προκάλεσε τεράστιες ζημίες και ανυπολόγιστες καταστροφές στην Ελλάδα.
Όμως, είναι αυτά που δικαιούνται
περισσότερο από όλα τα άλλα κόμματα να αναφέρονται σε ένα πατριωτικό
κίνημα – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι, πρόκειται για εθνικιστές ή για
λάτρεις της δικτατορίας, αλλά για ανθρώπους που αγαπούν πραγματικά την
πατρίδα τους, έχοντας εκπαιδευτεί να την προστατεύουν με τη ζωή τους.
Ειδικά όσον αφορά τους ανεξάρτητους
Έλληνες, ο αρχηγός τους ήταν αναμφίβολα ο πλέον σοβαρός στην πρόσφατη
ομιλία του στη Βουλή – αν και κατά πολλούς δεν ήταν τίποτα περισσότερο,
από το «μονόφθαλμο μεταξύ των τυφλών», ο οποίος καταγγέλλει συνήθως τους
πάντες και τα πάντα, πολύ συχνά με υπερβολικό, οξύθυμο τρόπο και
ατεκμηρίωτα. Είναι όμως σίγουρα θαρραλέος, δυνατός και μαχητικός, αν και
με έναν έντονα αυταρχικό, εάν όχι απολυταρχικό χαρακτήρα – ενώ πολλοί,
καλώς ή κακώς, του καταλογίζουν ιδιαιτερότητες, στη διαχείριση των
οικονομικών του κόμματος.
Επίσης σοβαρό είναι και το πρόγραμμα των
ανεξαρτήτων Ελλήνων – όπου όμως η απάντηση σε έναν τέτοιο ισχυρισμό θα
ήταν εύλογα ότι, αντίστοιχα «αξιοπρεπές» ήταν και το προεκλογικό
πρόγραμμα της κυβέρνησης, το οποίο όμως δεν τηρήθηκε ούτε στο ελάχιστο.
Εν τούτοις, θεωρούμε ότι δεν είναι λάθος να το αξιολογήσει κανείς –
τουλάχιστον όσον αφορά το οικονομικό σκέλος του, έτσι όπως παρουσιάσθηκε
με το πρόσφατο δελτίο τύπου.
Επιχειρώντας το επιγραμματικά, στα
πλαίσια του περιορισμένου χώρου ενός άρθρου, θα ξεκινούσαμε σίγουρα από
την πρόταση λογιστικού ελέγχου του δημοσίου χρέους – η οποία είναι μεν
θετική, αλλά για εντελώς θεωρητικούς, για «ποινικούς» ίσως λόγους, σε
σχέση με αυτούς που το δημιούργησαν, πιθανότατα παράνομα εν μέρει.
Η αιτία είναι το ότι, μετά το
εγκληματικό PSI, το συντριπτικό μέρος του δημοσίου χρέους (σχεδόν το
90%), έχει πλέον «μεταφερθεί» από τους ιδιώτες στα κράτη – τα οποία
φυσικά δεν έχουν καμία ευθύνη, για το πως δημιουργήθηκε ή από που
προήλθε.
Επομένως, δεν θα μπορούσε κανένας να
επιβαρύνει τους πολίτες αυτών των κρατών, με τα ενδεχόμενα «ατοπήματα»
των προηγουμένων ελληνικών κυβερνήσεων – γεγονός που σημαίνει ότι, η
διαγραφή του «επονείδιστου χρέους», η οποία αναγράφεται αμέσως μετά στο
οικονομικό πρόγραμμα, νόμιμα και με την παραπάνω αιτία είναι αδύνατον να
συμβεί.
Στο σημείο αυτό, έχοντας τη βεβαιότητα
ότι, το «πρόβλημα» είναι εν γνώσει της ηγεσίας του κόμματος,
δημιουργούνται αθέλητα οι πρώτες «υποψίες», όσον αφορά τις πραγματικές
σκοπιμότητες του κειμένου – οι οποίες θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν
ακόμη και ως «δημαγωγικές», αφού στηρίζονται σε αυθαιρεσίες, σε
αναλήθειες ή, έστω, σε ανακρίβειες.
Το αμέσως επόμενο σημείο του
προγράμματος αφορά την (μονομερή προφανώς) καταγγελία των μνημονίων, των
δανειακών συμβάσεων, καθώς επίσης όλων των νόμων που ψηφίσθηκαν για τη
εκτέλεση τους – χωρίς καμία δυστυχώς «πρακτική» αναφορά στην επόμενη,
αλλά ούτε και στη μεθεπόμενη ημέρα.
Εμείς, έχοντας την άποψη ότι κάτι τέτοιο
είναι αυτόματα συνδεδεμένο με την υιοθέτηση της δραχμής, θα περιμέναμε
να δούμε μία συγκεκριμένη πρόταση – η οποία ουσιαστικά όφειλε να
αποτελεί την «πεμπτουσία» του οικονομικού προγράμματος τόσο των
ανεξαρτήτων Ελλήνων, όσο και όλων των υπολοίπων «αντιμνημονιακών»
κομμάτων.
Αν μη τι άλλο, η εκτενής, ρεαλιστική και
πειστική αναφορά στη βραχυπρόθεσμη, καθώς επίσης στη μεσοπρόθεσμη
χρηματοδότηση της χώρας, θα έπρεπε να προηγείται όλων των άλλων, στα
προγράμματα των κομμάτων – εάν δεν θα ήθελε κανείς να τα χαρακτηρίσει ως
ανόητα ή/και ως «ασκήσεις επί χάρτου».
Τα επόμενα μέρη του προγράμματος που ακολουθούν, αν και μας βρίσκουν εντελώς σύμφωνους (διεκδίκηση
των πολεμικών επανορθώσεων και του κατοχικού δανείου από τη Γερμανία,
κρατικοποίηση της τράπεζας της Ελλάδος, ανακήρυξη της ΑΟΖ, τιτλοποιήσεις
των μελλοντικών εσόδων, παραγωγική ανασυγκρότηση της ελληνικής
οικονομίας, κοινωνική δικαιοσύνη, δημόσια αγαθά στην υπηρεσία της
ελληνικής κοινωνίας, υγιής ιδιωτικός τομέας, πολιτική για την οικονομική
ανάπτυξη, χρηματοοικονομικά εργαλεία, φορολογικό σύστημα), είναι
λόγια, κενά περιεχομένου – «έπεα πτερόεντα», αφού δεν μπορούν ποτέ να
επιδιωχθούν, πόσο μάλλον να εξασφαλισθούν, εάν μία χώρα δεν έχει
προηγουμένως επιτύχει, κερδίσει καλύτερα την οικονομική της αυτοτέλεια.
Τα ίδια ακριβώς ισχύουν και για την
εθνική της ανεξαρτησία, όπως και για πολλά άλλα – εάν θέλει κανείς να
είναι σοβαρός, ρεαλιστής και να μην δημαγωγεί. Όσον αφορά ειδικά τα
χρηματοοικονομικά εργαλεία, με τα οποία επίσης συμφωνούμε, η εξάρτηση
ενός σημαντικού μέρους τους από την Ευρώπη, απέναντι στην οποία όμως θα
αθετήσουμε την εξόφληση των υποχρεώσεων μας, καταγγέλλοντας τις
δανειακές συμβάσεις, τα οδηγεί κατ’ ευθείαν στον «κάλαθο των αχρήστων» –
εκτός εάν είναι τόσο αφελής κανείς ώστε να πιστεύει ότι, μπορεί και να
μην πληρώσει το δανειστή του, και να συνεχίσει να παίρνει δανεικά.
Επομένως, εάν το πρόγραμμα δεν
ολοκληρωθεί όχι με το τί θα επιθυμούσαμε να συμβεί, αλλά με το πως θα τα
καταφέρναμε, επακριβώς, πειστικά και με κάθε λεπτομέρεια, χωρίς περιττά
ευχολόγια, είναι «ανεπίδεκτο» αξιολόγησης – δυστυχώς για όλους μας,
αφού το συγκεκριμένο κόμμα θα μπορούσε να είναι μία ελπίδα για το μέλλον
της πατρίδας μας.
Ιάκωβος Ιωάννου, για το Analyst.gr
Πηγή :
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου