Καταπέλτης εναντίον της Γερμανίας ήταν η έκθεση του
αμερικάνικου υπουργείου Οικονομικών για τις διεθνείς οικονομικές πολιτικές και
τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που εκδίδεται δύο φορές το χρόνο, εξετάζοντας τον
τρόπο που επηρεάζει τις ΗΠΑ η συναλλαγματική πολιτική των οικονομικών της εταίρων.
Ως σημαντικότερη πηγή ανησυχίας για την ισορροπία της παγκόσμιας οικονομίας
χαρακτηρίζεται η ευρωζώνη κι ιδιαίτερα η επιμονή της Γερμανίας σε μια πολιτική
προώθησης των εξαγωγών.
Αναφέρεται κατά λέξη: “Εντός της ευρωζώνης, χώρες με μεγάλα
και επίμονα πλεονάσματα πρέπει να αναλάβουν δράση για να αυξήσουν την εγχώρια
ζήτηση και να συρρικνώσουν....
τα πλεονάσματα τους. Η Γερμανία έχει διατηρήσει ένα μεγάλο πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών σε όλη τη διάρκεια της κρίσης στην ευρωζώνη και το 2012. Το ονομαστικό πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας ήταν μεγαλύτερο κι από της Κίνας. Η αναιμική αύξηση της εγχώριας ζήτησης της Γερμανίας και η εξάρτηση από τις εξαγωγές έχουν εμποδίσει την αποκατάσταση της ισορροπίας σε μια εποχή που πολλές άλλες χώρες της ευρωζώνης τελούν κάτω από σοβαρή πίεση να περιορίσουν την ζήτηση και να περιορίσουν τις εισαγωγές τους προκειμένου να προωθήσουν την προσαρμογή. Το καθαρό αποτέλεσμα είναι μια τάση προς τον απο-πληθωρισμό τόσο για τη ευρωζώνη, όσο και για την παγκόσμια οικονομία. Μεγαλύτερη αύξηση της εγχώριας ζήτησης στις πλεονασματικές ευρωπαϊκές οικονομίες κι ειδικότερα στην Γερμανία θα διευκόλυνε την μακροχρόνια αποκατάσταση των ανισορροπιών στο εσωτερικό της ευρωζώνης”.
τα πλεονάσματα τους. Η Γερμανία έχει διατηρήσει ένα μεγάλο πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών σε όλη τη διάρκεια της κρίσης στην ευρωζώνη και το 2012. Το ονομαστικό πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας ήταν μεγαλύτερο κι από της Κίνας. Η αναιμική αύξηση της εγχώριας ζήτησης της Γερμανίας και η εξάρτηση από τις εξαγωγές έχουν εμποδίσει την αποκατάσταση της ισορροπίας σε μια εποχή που πολλές άλλες χώρες της ευρωζώνης τελούν κάτω από σοβαρή πίεση να περιορίσουν την ζήτηση και να περιορίσουν τις εισαγωγές τους προκειμένου να προωθήσουν την προσαρμογή. Το καθαρό αποτέλεσμα είναι μια τάση προς τον απο-πληθωρισμό τόσο για τη ευρωζώνη, όσο και για την παγκόσμια οικονομία. Μεγαλύτερη αύξηση της εγχώριας ζήτησης στις πλεονασματικές ευρωπαϊκές οικονομίες κι ειδικότερα στην Γερμανία θα διευκόλυνε την μακροχρόνια αποκατάσταση των ανισορροπιών στο εσωτερικό της ευρωζώνης”.
Οι αυστηρές παρατηρήσεις του αμερικανικού υπουργείου
Οικονομικών θα είχαν ελάχιστη ή και καθόλου σημασία αν εξέφραζαν μόνο τα στενά,
ιδιοτελή συμφέροντα των ΗΠΑ, έχοντας ως κίνητρο αποκλειστικά και μόνο μια δική
τους υστέρηση, στο πλαίσιο ενός ανταγωνισμού που δεν αφορά τους λαούς.
Αντιθέτως όμως, οι υποδείξεις τους έχουν βάση στον βαθμό που φέρνουν στην
επιφάνεια ένα απίστευτα σύνθετο πλέγμα ανισορροπιών το οποίο αυξάνει την
αστάθεια και τις ανισορροπίες, εντός κι εκτός ευρωζώνης, με αποκλειστικό
υπεύθυνο το Βερολίνο. Για παράδειγμα, όπως σωστά τονίζεται σε άλλο σημείο της
έκθεσης, πίσω από την εξαγωγική αλαζονεία της Γερμανίας κρύβεται μια ευρωζώνη
που, αντίθετα με τις άλλες χώρες του κόσμου, εξακολουθεί να καταγράφει τις
χειρότερες επιδόσεις χωρίς να έχει συνέλθει από την κρίση. “Το ΑΕΠ της
ευρωζώνης ακόμη παραμένει 3% κάτω από το ανώτερο σημείο που είχε φτάσει το
πρώτο τρίμηνο του 2008. Η ιδιωτική ζήτηση είναι σχεδόν 6% πίσω από τα επίπεδα
πριν την κρίση, η ανεργία τρέχει με 12% και η περιφέρεια παραμένει εν συνόλω σε
ύφεση”.
Οι αιτιάσεις της Ουάσινγκτον δημοσιεύθηκαν την ίδια μέρα που
ανακοινώθηκε πως ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη για τον μήνα Οκτώβριο (μετρούμενος
σε ετήσια βάση) κατέρριπτε ένα νέο ρεκόρ προς τα κάτω φθάνοντας στο 0,7%. Ποτέ
άλλοτε τα τελευταία 4 χρόνια δεν έχει καταγραφεί τόσο χαμηλός πληθωρισμός,
δικαιώνοντας πλήρως τους Αμερικάνους που υποδεικνύουν τον κίνδυνο του
αποπληθωρισμού. Αξίζει μάλιστα να αναφερθεί πως η ανησυχία τους δεν είναι τόσο
θεωρητική. Πηγάζει από την πικρή εμπειρία της Ιαπωνίας που περιδινήθηκε
παραπάνω από μια δεκαετία σε ένα αρχιπέλαγος αποπληθωρισμού, χωρίς ακόμη να
έχει εξέλθει οριστικά.
Πακτωλός χρημάτων
στις τράπεζες
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μπορεί να νιώθει πλήρως
ικανοποιημένη από την πορεία του πληθωρισμού αν κρίνουμε από τον στόχο της να
μην υπερβαίνει ο πληθωρισμός το επίπεδο του 2%, χωρίς ωστόσο ακόμη κι αυτό το
“επίτευγμά” της να την πείθει ότι πρέπει να μειώσει περαιτέρω το επιτόκιο
παρέμβασης του ευρώ, που από τον Μάιο του 2013, όταν μειώθηκε κατά 25 μονάδες
βάσης, παραμένει στο 0,5%. Η εγχείρηση πέτυχε, ο ασθενής όμως δεν αισθάνεται
τόσο καλά. Οι δε μετεγχειρητικές επεμβάσεις το μόνο που κατάφεραν ήταν να
οξύνουν το πρόβλημα. Χαρακτηριστικότερες όλων είναι κατά πρώτο η πρωτοβουλία
της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να χρηματοδοτήσει με φθηνό δανεικό χρήμα
ύψους 1 τρισ. ευρώ και διάρκειας 3 ετών τις ευρωπαϊκές τράπεζες τον Δεκέμβριο
του 2011 και τον Φεβρουάριο του 2012. Αντί όμως αυτά τα χρήματα να κατευθυνθούν
στην πραγματική οικονομία, έρευνα διεθνούς εταιρείας αξιολόγησης που δόθηκε στη
δημοσιότητα την Δευτέρα 4 Νοεμβρίου έδειξε ότι οι 16 μεγαλύτερες ευρωπαϊκές
τράπεζες αύξησαν τις τοποθετήσεις τους σε κρατικά ομόλογα την διετία 2011 –
2012 κατά 20%, ενώ μείωσαν την έκθεσή τους στον εταιρικό δανεισμό κατά 9%. Αντί
να στηρίξουν την προσφορά προϊόντων ή και την κατανάλωση, τα λεφτά της ΕΚΤ
έγιναν ομόλογα! Εξόχως προβληματική αποδείχτηκε επίσης για τα περισσότερα κράτη
μέλη της περιφέρειας της ευρωζώνης κι η ισοτιμία του ευρώ που έχει φτάσει τα
1,36 δολάρια. Πρόκειται για ισοτιμία που πλήττει τις εξαγωγικές δυνατότητες των
κρατών μελών της περιφέρειας της ευρωζώνης, καθώς ότι κέρδη καταγράφουν οι
επιχειρήσεις από την μείωση του εργατικού κόστους ή της φορολογίας για
παράδειγμα κατατρώγονται από μια ισοτιμία που δεν αντιστοιχεί στα θεμελιώδη
μεγέθη τους.
Οι οικονομίες κυρίως της νότιας Ευρώπης είναι παγιδευμένες
σε ένα μοντέλο που υποδεικνύει τις εξαγωγές ως κύριο δρόμο ανάπτυξης της
οικονομίας και των επιχειρήσεων (κι όχι την εγχώρια ζήτηση που συρρικνώνεται
λόγω λιτότητας), την ίδια ώρα που η συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ, το
επίπεδο της οποίας συμβάλει σημαντικά ώστε να είναι ελκυστική η τιμή τους,
καθιστά τις εξαγωγές εντελώς αδύνατες! Ο δρόμος που υποδεικνύεται θεωρητικά,
στην πράξη αποδεικνύεται αδιάβατος.
Libera, το νέο κοινό
νόμισμα
Σε αυτό το αδιέξοδο αποκτά ξεχωριστή βαρύτητα η πρόταση των
οικονομολόγων Λουτσιάνο Βασαπόλο, Ρίτα Μαρτούφι και Χοακίν Αριόλα, όπως
περιγράφεται στο βιβλίο τους που εκδόθηκε πρόσφατα με τίτλο Η αφύπνιση των
γουρουνιών (εκδ. Α.Α. Λιβάνη). Τα “γουρούνια” (ή PIIGS ως είθισται να λέγονται)
δεν είναι άλλα από τις περιφερειακές χώρες της ευρωζώνης Πορτογαλία, Ιρλανδία,
Ιταλία, Ελλάδα και Ισπανία. Σύμφωνα με τους συγγραφείς “δεν μπορεί να υπάρξει
ένα σχέδιο εξόδου από την κρίση που θα είναι προς όφελος των εργαζομένων, χωρίς
να αλλάξει το υφιστάμενο νομισματικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα”. Από την
άλλη, “η ιδέα της εξόδου από την Οικονομική και Νομισματική Ένωση και της
επιστροφής στα εθνικά νομίσματα τους δεν μπορεί να θεωρηθεί ως βιώσιμη εναλλακτική
λύση για τις μεσογειακές χώρες της περιφέρειας της Ευρώπης, επειδή τα εθνικά
τους νομίσματα θα είναι εξαιρετικά αδύναμα για να αντιμετωπίσουν το παγκόσμιο
χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, με συνέπεια να μην μπορούν να ελέγχουν
αποτελεσματικά τους οικονομικούς κύκλους και τις συναλλαγματικές ισοτιμίες”.
Υπό αυτούς τους περιορισμούς η πρόταση των συγγραφέων καταλήγει στην δημιουργία
ενός νέου κοινού νομίσματος, που θα μπορούσε να ονομαστεί Libera, δηλαδή
ελεύθερο, καθώς θα είναι απελευθερωμένο από τους νομισματικούς περιορισμούς που
επέβαλε το ευρώ. Η δημιουργία του δε, θα υποστηρίζεται σε πολιτικό επίπεδο από
την συγκρότηση μιας μορφής οικονομικής και κοινωνικής ενοποίησης, που θα
διαφέρει ριζικά από την Οικονομική και Νομισματική Ένωση και την ενιαία αγορά.
Η έξοδος από το ευρώ για τις ευρωπαϊκές μεσογειακές χώρες
μπορεί σύμφωνα με τον Βασαπόλο και τους συνεργάτες του να πραγματοποιηθεί,
συντονισμένα, σε τέσσερα στάδια. Στο πρώτο θα υιοθετηθεί ένα νέο κοινό νόμισμα,
στο δεύτερο στάδιο το χρέος της νέας περιφερειακής ένωσης θα μετατραπεί στο
κοινό νόμισμα, στο τρίτο στάδιο το μεγαλύτερο μέρος του χρέους κι ειδικότερα
αυτό που αφορά τράπεζες και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα αποκηρυχθεί ενώ το
υπόλοιπο θα επαναδιαπραγματευθεί, και στο τελευταίο στάδιο θα εθνικοποιηθούν οι
τράπεζες και θα επιβληθούν αυστηροί κανόνες, περιλαμβανομένων και προσωρινών
απαγορεύσεων, στις μετακινήσεις κεφαλαίων.
Συνολικά πρόκειται για μια ελκυστική πρόταση που απαντάει με
ρεαλιστικούς όρους στα κοινωνικά αδιέξοδα που έχει δημιουργήσει η ευρωζώνη,
παίρνοντας υπ’ όψη της τα τετελεσμένα που έχει δημιουργήσει η διεθνοποίηση της
οικονομίας, τις τελευταίες δεκαετίες.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου