Η
Ελλάδα ανήκει στους ‘Ελληνες, σύμφωνοι. ‘ Ομως, οι ‘Ελληνες ανήκουν στην
Ελλάδα; Ιδού η απορία διατυπωμένη με τη μορφή παράδοξου ερωτήματος.
Από όσο ξέρουμε, κανείς πριν από το Γεράσιμο Κακλαμάνη δεν
τόλμησε να διατυπώσει αυτό το επικίνδυνο ερώτημα. Η επικινδυνότητα του
οποίου συνίσταται στο γεγονός πως καταργεί την Ελλάδα ως γεωγραφική
έννοια, δίνοντάς της ένα περιεχόμενο πολύ ευρύτερο από το γεωγραφικό.
Στο εντελώς εκπληκτικό βιβλίο του «Επί της δομής του νεοελληνικού
κράτους» (έκδοση του συγγραφέα), που αν διαβαστεί από αυτούς που θα
έπρεπε να διαβαστεί θα προκαλέσει ταραχή μεγάλη, η Ελλάδα ούτε ήταν ποτέ ούτε είναι και τώρα έννοια με αυστηρό γεωγραφικό περιεχόμενο. Γιατί η Ελλάδα
είναι μια πνευματική και μια πολιτιστική έννοια, που εκτείνεται σε
ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο, χωρίς αυτό να σημαίνει πως ολόκληρη η
Ανατολική Μεσόγειος ανήκει στους Ελληνες. Ο Κακλαμάνης,
απέχει πολύ από το να είναι μεγαλο- ιδεάτης. Και, φυσικά, δεν είναι
εθνικιστής. Ελλάδα λοιπόν, είναι ο ελληνικός πολιτισμός, και πέραν
τούτου ουδέν.
Στην
αρχαιότητα, τούτο τον πολιτισμό δεν τον πραγμάτωσε μια και μόνο
εθνότητα, οι αυτόχθονες ‘Ελληνες. Η Ελλάδα κατοικούνταν, τότε, όπως
και τώρα από μία πανσπερμία λαών και εθνοτήτων. Και η γεωγραφική της
θέση συντέλεσε ώστε όλοι οι πολιτισμοί που αναπτύχθηκαν στην Ανατολική
λεκάνη της Μεσογείου να συγχωνευτούν τελικά σε ένα, που κατ’ οικονομία
ονομάστηκε ελληνικός. Με άλλα λόγια, ο ελληνικός
πολιτισμός δεν είναι το δημιούργημα ενός προνομιούχου και ιδιοφυούς
λαού, προορισμένου από τη Μοίρα να μεγαλουργήσει.
Δεν υπάρχουν μεγαλοφυείς λαοί. Υπάρχουν μόνο μεγαλοφυείς άνθρωποι. Κι αν ένας λαός, όπως οι αρχαίοι Έλληνες,
δημιουργεί ένα μεγαλειώδη πολιτισμό, αυτό δεν οφείλεται στο φανταστικό
άθροισμα, που ονομάστηκε δολίως «εθνική ιδιοφυία», αλλά στην ιστορική
συγκυρία, καθώς και στη γεωγραφική θέση εντός της οποίας τελείται η
ιστορική συγκυρία, σε μια δεδομένη στιγμή του ιστορικού χρόνου.
Η Ελλάδα, λοιπόν, από γεωγραφική άποψη είναι η καρδιά της Ανατολικής Μεσογείου.
‘Ηταν φυσικό, συνεπώς, να γίνει ο χώρος συνάντησης όλων των
μεσογειακών πολιτισμών, που κάποτε συναποτέλεσαν αυτό που ονομάστηκε
«ελληνικός πολιτισμός». Που δεν είναι παρά η πιο ψηλή κορφή στην οποία
έφτασε ο μεσογειακός πολιτισμός, από τότε που πρωτοεμφανίστηκε στη
Βαβυλωνία, στην Ασσυρία και στην Αίγυπτο.
Αυτό
σημαίνει πως δε νομιμοποιούμαστε να είμαστε υπερήφανοι για τους
αρχαίους μας προγόνους. Πρώτο γιατί ουδεμία φυλετικά καθορισμένη σχέση
έχουμε με τους αρχαίους μας προγόνους. Και δεύτερο γιατί πολιτιστικά
απέχουμε έτη φωτός από κείνους.
‘Αλλωστε
και οι αρχαίοι μας πρόγονοι ήταν μια παν- σπερμία λαών. Ουδείς θα
μπορούσε να αποδείξει την άνευ νοήματος, άλλωστε, «φυλετική καθαρότητα»
των αρχαίων Ελλήνων, πολύ περισσότερο όταν και σήμερα τούτη η καθαρότητα
είναι ένας χονδροειδέστατος μύθος προς κατανάλωση των «εθνικοφρόνων». Που όσο πιο «εθνικόφρονες» είναι τόσο μικρότερη σχέση έχουν με τον ελληνικό πολιτισμό.
Ο
Κακλαμάνης, αποδεικνύει με μια συναρπαστική μαθηματική λογική πως η
«ελληνικότητα» και η «εθνι- κοφροσύνη» ουδεμία σχέση μπορεί να έχουν,
μεταξύ τους. Γιατί δεν υπήρξε ποτέ γεωγραφικά προσδιορίσιμο ελληνικό έθνος, ενώ υπήρξαν πολλά ελληνικά κράτη και
κανένα… νεοελληνικό. Αυτό δε σημαίνει, βέβαια, πως δεν υπάρχει ελληνική
εθνότητα. Μόνο που δεν μπορεί να προσδιοριστεί ούτε από τη γεωγραφία
ούτε από τη θρησκεία.
Ο
τίτλος; λοιπόν, του βιβλίου του. Γερ.. Κακλαμάνη «Επί της δομής του
νεοελληνικού κράτους», δε μελετάει μια ανύπαρκτη δομή, αλλά ερευνά τις
προϋποθέσεις και τις δυνατότητες ύπαρξης στο μέλλον μιας τέτοιας δομής.
Το νεοελληνικό κράτος, για τον Κακλανάνη, είναι και κάτι που «πρέπει να
προκύψει». Πράγμα που σημαίνει πως ακόμα δεν έχει προκύψει. Με άλλα
λόγια, πρέπει να φτιάξουμε μια Ελλάδα.
Αλλά,
τότε τι είναι αυτό που ονομάζουμε νεοελληνικό κράτος; Γιατί, σίγουρα,
υπάρχει ένα τέτοιο. Είναι το τεχνητό κράτος, κάτι σαν το Βέλγιο ας
πούμε, που δημιούργησαν οι μεγάλες δυνάμεις αμέσως μετά τη νικηφόρα
έκβαση της Ελληνικής Επανάστασης. Που όσο μεγαλειώδης και αν ήταν δε θα
οδηγούσε στη δημιουργία κράτους αν αυτό δε βόλευε τις μεγάλες δυνάμεις
της εποχής. ‘ Αλλωστε, κατά τον Κακλαμάνη, ή Ελληνική Επανάσταση
δεν έγινε για να δημιουργηθεί αυτό το συγκεκριμένο κράτος αλλά για να
αυτονομηθεί από την Οθωμανική Αυτοκρατορία μια περιοχή της, όπως
επιχειρήθηκε και νωρίτερα με τον Αλή Πασά. Που, όπως και η Οθωμανική
Αυτοκρατορία στο σύνολό της, απείχε πολύ από το να είναι ομοιογενής
εθνολογικά και θρησκευτικά. Στην Ελληνική Επανάσταση πήραν λοιπόν μέρος
και μωαμεθανοί. Ο Κακλαμάνης έχει βάσιμους λόγους να υποπτεύεται πως
οι μισοί τουλάχιστον από τους εξεγερμένους ‘Ελληνες ήταν μωαμεθανοί-
χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν ήταν και ‘ Ελληνες”. Γιατί ‘ Ελληνες δεν
ήταν -και δεν είναι- μόνο οι χριστιανοί ορθόδοξοι, όπως έφτασε να
γίνει πιστευτό μέσα από μια ανόητη εθνικιστική προπαγάνδα, που ταύτισε
τον ελληνισμό με την ορθοδοξία, πετώντας στο περιθώριο όσους αυτόχθονες
ασπάστηκαν άλλες θρησκείες ή όσους ετερόχθονες έφεραν στην καινούρια
τους πατρίδα τη θρησκεία των προγόνων τους.
Σήμερα, σχεδόν όλα τα παράλια της Μικρασίας κατοικούνται από εξισλαμισμένους Έλληνες,
πολλοί από τους οποίους εξισλαμίστηκαν μόνο και μόνο για να μην
υποστούν τη δύσκολη, όπως αποδείχτηκε, τύχη των ελληνικών πληθυσμών που
αντάλλαξε ο Βενιζέλος. (Βλέπε επί του θέματος και το άλλο βιβλίο του
Κακλαμάνη με τον τίτλο «η Ανατολική Μεσόγειος ως Ευρωπαϊκή Ιστορία», καθώς και το χρονικά προγενέστερο «Νεοελληνισμός και ιστορικές συσχετίσεις»).
Δεν είναι ιστορικό λάθος, είναι ιστορική λαθροχειρία Ο αυταπόδεικτα
ανόητος ισχυρισμός «πας ‘Ελλην, χριστιανός ορθόδοξος». Θα δούμε την
άλλη Κυριακή πως και γιατί η Ορθοδοξία ταυτίστηκε με τον ελληνισμό, για
να σχηματιστεί εκείνη η τεχνητή έννοια «ελληνοχριστιανικός», τα δύο
συνθετικά της οποίας είναι αντιφατικά και συνεπώς αλληλοαποκλειόμενα,
όπως αποδείχνει ο Κακλαμάνης από τη Λευκάδα. (Οι Επτανήσιοι δεν έχουν
σοβαρούς ιστορικούς λόγους να είναι φανατικοί ελληνορθόδοξοι. ‘Ετσι και
αλλιώς, ήταν πάντα οι χειρότεροι εξ Ελλήνων χριστιανοί).
Για
να αντιληφθούμε τη συλλογιστική του Κακλαμάνη πρέπει κατ’ αρχήν να
σταματήσουμε λιγάκι στις προφάνειες. Υπάρχει λοιπόν σήμερα στην Ελλάδα
ένας έντονος τοπικισμός. Τόσο έντονος, όσο και εκείνος της
αρχαιοελληνικής πόλης – κράτους. Οι γειτονικές πόλεις και τα γειτονικά
ελληνικά χωριά βρίσκονται πάντα σε μια σχεδόν… εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ
τους. Γιατί; Στη Γερμανία αυτός ο τοπικισμός οδήγησε στην ομο-
σπονδιοποίηση, και στην Ιταλία σ’ ένα ενιαίο κράτος με ισχυρή εθνική
συνείδηση, παρά το γεγονός του κερματισμού της Ιταλίας, σε πολλά
κρατίδια, πριν απ’ τον Γαριβάλδη και τον Καβούρ. Γιατί, λοιπόν, το
σύγχρονο ελληνικό κράτος, δε διαμορφώθηκε τελικά σε μια ομόσπονδη
δημοκρατία τύπου Γερμανίας, όπου η Μακεδονία, η Θράκη, η ‘Ηπειρος, η
Θεσσαλία, η Στερεά, η Πελοπόννησος, η Κρήτη τα Επτάνησα, οι Κυκλάδες, οι
Σποράδες και τα Δωδεκάνησα θα μπορούσαν κάλλιστα να αποτελούν τα
κρατίδια μιας ομοσπονδίας;
Το
ίδιο ερώτημα ανεστραμμένο: Γιατί οι παραπάνω περιοχές διατηρούν και
σήμερα τόσες πολιτιστικές και θεσμικές ιδιαιτερότητες, ώστε να μην
καταφέρουν να σχηματίσουν ένα αυστηρά ενιαίο κράτος, όπως στην Ιταλία;
Άλλωστε τι σημαίνουν εκείνοι οι τρομεροί εμφύλιοι πόλεμοι στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης; Γιατί οι Στερεολλαδίτες μισούσαν τόσο πολύ τους Πελοποννήσιους
στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης; Γιατί συνεχίζουν να τους
μισούν πάντα; Γιατί οι Μακεδόνες νιώθουν πάντα λιγάκι περιθωριακοί σε
σχέση με τον κύριο κορμό του «έθνους», πράγμα που υποχρέωσε το επίσημο
κράτος να καταφύγει στον αστεία και ολοφάνερα δημαγωγικό χαρακτηρισμό
της Θεσσαλονίκης ως «συμπρωτεύουσας»; Γιατί οι Θράκες
εμφανίζουν μια αυξημένη πολιτική παθητικότητα; Γιατί ο Καζαντζάκης
προτιμάει για τον εαυτό του το χαρακτηρισμό «Κρητικός»; και όχι
«Έλληνας»; Γιατί οι Επτανήσιοι αισθάνονται πως υπερέχουν έναντι των
άλλων Ελλήνων; Γιατί οι Πόντιοι νιώθουν ακόμα και σήμερα φιλοξενούμενοι
στη «μητέρα-πατρίδα»; Είναι όντως γι αυτούς η Ελλάδα η «
μητέρα-πατρίδα»; ή μήπως μια πολύ κακή μητριά, που συνεχίζει να τους
κοροϊδεύει με τα γνωστά ανέκδοτα;
Δεν
είναι τυχαίο, βέβαια, που σ’ αυτούς τα φόρτωσαν. (Τέτοια ανέκδοτα
υπάρχουν παντού. Όμως, την ανοησία και την αδεξιότητα οι αυτόχθονες
άλλων κρατών την προσάπτουν πάλι στους αυτόχθονες μιας συγκεκριμένης
περιοχής της ίδιας χώρας, και ποτέ σε ετερόχθονες όπως εδώ).
Και
το σημαντικότερο, γιατί η ελληνική κοινωνία στο σύνολό της εμφανίζει
μια τόσο μεγάλη έλλειψη ομοιογένειας και συνοχής; Γιατί δε λειτουργούν
εδώ οι ϋεσμοί, με συνέπεια οι πάντες να περιμένουν τα πάντα από την
παρέμβαση του νομοθέτη και να γίνονται τελικά οι Έλληνες γελοία
δικομανείς, καταρρίπτοντας όλα τα ρεκόρ όλων των κοινωνιών; Τι σημαίνει η
άκρως διαδομένη στις αραβικές χώρες παροιμία «τι Εβραίος, τι
‘Ελληνας»; Τι σημαίνει η αραβική βρισιά «άντε να γαμ… με Έλληνα»;
Γιατί
χρειάστηκε ο διπλωματικός αγώνας πολλών ετών για να πειστεί ο εκδότης
του πολύ έγκυρου γαλλικού εγκυκλοπαιδικού λεξικού «Λαρούς» να δώσει μια
λιγότερο προσβλητική ερμηνεία στο λήμα « Έλληνας», όπου κάποτε
γραφόταν πως η λέξη Έλληνας έφτασε να είναι συνώνυμο του δόλιου και του
απατεώνα; Τι άλλο μπορεί να δηλώνει το περίφημο «δαιμόνιο της φυλής»
πέρα από μια φροϊδικής τάξεως εξιδανίκευση της ελληνικής δολιότητας και
απατεωνίας, για την οποία ουδόλως βέβαια έσφαλε ο Γάλλος λεξικογράφος;
Γιατί το γερμανικό γλωσσικό πρόβλημα, που είναι ανάλογο του ελληνικού,
δεν πήρε ποτέ στη Γερμανία μια πολιτική διάσταση όπως εδώ;
Τι
μπορεί να σημαίνει ο παραλογισμός της τεχνητά σύνθετης έννοιας
«ελληνοχριστιανικός», την οποία ποτέ κανείς Ευρωπαίος δεν μπόρεσε να
κατανοήσει, ενώ εδώ στην Ελλάδα τον κατανοούν πλήρως μόνο οι εκ των
«εθνικοφρόνων» θρησκομανείς; Γιατί αναστατώνεται η πολιτική ηγεσία κάβε
φορά που θα μπει, άδικα έστω, πρόβλημα μειονοτήτων;
Γιατί δε μας δίδαξαν στο σχολείο ότι το κράτος του Αλή Πασά
ήταν ελληνικό; Γιατί, μας έκρυψαν πως και ο πρώτος και ο δεύτερος
Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας (εννοούμε τους δύο Κουντουριώτηδες)
ήταν Αρβανίτες; Γιατί δε μας είπαν πως ο Μιαούλης, η Μπουμπουλίνα
και ένα σωρό ακόμα ήρωες της Ελληνικής Επανάστασης ήταν Αρβανίτες;
Γιατί αποσιωπούν δολιότατα το γεγονός πως η ομάδα χωριών που λέγονταν
Σούλι ήταν αρβανιτοχώρια κι ότι ένας από τους Μποτσαραίους (που ήταν
φυσικά Αρβανίτες), συνέταξε και ελληνοαλβανικό λεξικό; Ποια η κοινωνική
αναγκαιότητα ύπαρξης ενός τέτοιου λεξικού;
Γιατί
στη γεωγραφία δεν αναγράφεται πως η Θήβα είναι μια σχεδόν εξ ολοκλήρου
αρβανίτικη πόλη, και πως τα περισσότερα χωριά των Μεσογείων της Αττικής
είναι αρβανιτοχώρια; Γιατί οι Βλάχοι, οι Αρβανίτες, οι Σλαύοι, οι
Πομάκοι, οι Τούρκοι, οι Αρμένιοι και οι Εβραίοι, που κατοικούν σ’ αυτή
τη χώρα συνεχίζουν να αισθάνονται οιονεί φιλοξενούμενοι σε έναν τόπο που
είναι και δικός τους; Ποιος σοφός πολιτικός έκανε δώρο τους Τούρκους της Θράκης
στους Τούρκους της Τουρκίας; Κανείς λοιπόν δεν κατάλαβε ποτέ πως όλες
οι εθνότητες που συναποτέλεσαν το ελληνικό κράτος είναι Έλληνες,
ουσιαστικά, ριζικά και απόλυτα κι όχι κατά παραχώρησιν και κατ’ απονομήν
της υπηκοότητας;
Γιατί
να είναι περισσότερο ‘Ελληνας ο πάντα και μόνιμα δοσίλογος
«εθνικόφρων», τούτος ο απόγονος του ‘Ελληνα γκοτζαμπάση της
Τουρκοκρατίας, που θησαύριζε σε
βάρος των Ελλήνων με τις ευλογίες των αρχόντων Τούρκων, και που
καταπίεζε το ίδιο και τους φτωχούς Έλληνες και τους φτωχούς Τούρκους,
που κατοικούσαν σ’ αυτή τη χώρα; Κατά ποία λογική τούτη η μεγαλειώδης
Επανάσταση, που την έκαναν όλοι οι καταπιεσμένοι της περιοχής που
ονομάστηκε αργότερα Ελλάδα, ήταν εθνική και όχι απλά και καθαρά
ελληνική; Κατά ποιά λογική οι «εξ αίματος» ‘Ελληνες αν υποθέσουμε πως
υπάρχουν τέτοιοι, είναι περισσότερο ‘Ελληνες απ’ τους ετερόχθονες, που
εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα, μερικοί μάλιστα όπως οι Αρβανίτες, σε
χρόνους πολύ μακρινούς, διατηρώντας ωστόσο την πολιτιστική τους
ιδιαιτερότητα, μέχρι και σήμερα, σε πολλές περιπτώσεις;
Στα παραπάνω και σε πολλά άλλα
ανάλογα ερωτήματα καμιά λογική και επιστημονική απάντηση δεν είναι
δυνατή, αν δε δεχτούμε πως οι Έλληνες ήταν στην αρχαιότητα, και
συνεχίζουν να είναι και σήμερα -πολύ περισσότερο σήμερα- ένας λαός πολυεθνικός.
Οι αρχαίοι Έλληνες
μεγαλούργησαν χάρη στην ανεκτικότητά τους απέναντι σ’ όλους αυτούς που
ερχόταν και εγκαθίσταντο στις ελληνικές πόλεις. Που ήταν ελληνικές,
γιατί ανάπτυξαν έναν πολιτισμό που ονομάστηκε, ελληνικός απ’ τον τόπο
όπου εμφανίστηκε και όχι απ’ την ποιότητα της ράτσας των αυτοχθόνων.
Η
Ελλάδα ήταν πάντα μια χοάνη συγκερασμού εθνοτήτων και λαοτήτων, ένα
τέλειο χωνευτήρι λαών. Και τούτο, χάρη στη θέση της στην Ανατολική
Μεσόγειο, όπου εμφανίστηκαν όλοι οι σπουδαίοι πολιτισμοί, που συγκεράστηκαν στον ελληνικό. Πριν από το καθετί, η Ελλάδα είναι μια πολιτιστική έννοια.
(15.2.87, εφημερίδα Έθνος)
*Ο Βασίλης Ραφαηλίδης ήταν δημοσιογράφος, συγγραφέας και κριτικός κινηματογράφου.
Γεννήθηκε την Πρωτοχρονιά του 1934 στα Σέρβια του νομού Κοζάνης και
πέθανε στις 8 Σεπτεμβρίου 2000 στην Αθήνα. Ευχαριστούμε τον κ. Γιώργο
που μας έστειλε το κείμενο σε ψηφιακή μορφή. Οι φωτογραφίες είναι από
εδώ: http://en.wikipedia.org/wiki/Greek_War_of_Independence
Πηγή : http://eranistis.net
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου