Ο κορυφαίος Γάλλος σχεδιαστής και μετασκευαστής υπερπολυτελών οχημάτων Ανρι Σαπρόν, που στο πελατολόγιό του είχε ορισμένους από τους πιο πλούσιους ανθρώπους στον κόσμο πρέπει να γέμισε από απορία όταν δέχθηκε την πιο σημαντική πρόσκληση που μπορούσε να λάβει κανείς στη Γαλλία: αυτή του προέδρου Σαρλ ντε Γκολ. Και, φυσικά, όση κι αν ήταν η δημιουργική φαντασία του δεν θα μπορούσε ποτέ ούτε καν να πλησιάσει το λόγο για τον οποίο είχε κληθεί από τον «πατέρα» της Γαλλίας.
Η εντολή του ντε Γκολ προς τον Σαπρόν ήταν σαφής και ξεκάθαρη: έπρεπε να συνεργαστεί με τη Σιτροέν, να πάρει μία DS, το αγαπημένο αυτοκίνητο του ντε Γκολ – που σύμφωνα με τη γαλλική αστυνομία του είχε σώσει και τη ζωή σε μία από τις απόπειρες λόγω των υδροπνευματικών του αναρτήσεων – και να το μετασκευάσει σε προεδρικό γαλλικό αυτοκίνητο. Το πώς θα το σχεδίαζε, ήταν δικό του θέμα.
Η προεδρική οδηγία όμως την οποία έπρεπε να τηρήσει απόλυτα, ήταν μία και μόνη: η προεδρική Σιτροέν  Σαπρόν του ντε Γκολ έπρεπε οπωσδήποτε να είναι... μακρύτερη από την Λίνκολν του αμερικανού προέδρου – για την ιστορία, το σύμβολο της Γαλλίας σε ρόδες έμελε έτσι να φτάσει τελικά τα 6,55 μέτρα σε μήκος και τα 2,13 σε πλάτος, αλλά ο ντε Γκολ δεν το χρησιμοποίησε περισσότερες από δύο ή τρεις φορές...
Το περιστατικό είναι απολύτως ενδεικτικό της πολύπλοκης και πολύπαθης σχέσης των δύο κρατών, που ενώ ιστορικά και ιδεολογικά ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς, κατέληξε να είναι μία από τις πλέον προβληματικές στο εσωτερικό του δυτικού κόσμου.
Πριν ακόμα οι Ηνωμένες Πολιτείες καταφέρουν να κερδίσουν την ανεξαρτησία τους από τη Μεγάλη Βρετανία και να γίνουν κράτος, βρήκαν στη Γαλλία ένα πολύτιμο μεγάλο σύμμαχο στην επανάστασή τους. Πέραν του ότι τους ένωνε ο κοινός εχθρός, το Λονδίνο, τους ένωνε και η εποχή των επαναστάσεων που άλλαξαν την πορεία της ανθρωπότητας: η αμερικανική του 1776 και, κυρίως, η γαλλική του 1789.

Δεν είχαν τα ίδια αιτήματα, ούτε την ίδια ευρύτητα απήχησης, αλλά συνέπεσαν ιστορικά στο χρόνο και έγιναν η μήτρα πολύ στενών δεσμών ανάμεσα στην νέα χώρα που γεννιόταν στην αμερικανική ήπειρο και στην παλιά μεγάλη δύναμη που όμως αναγεννιόταν μέσα από την επανάσταση στην καρδιά της Ευρώπης.
Η γαλλική βοήθεια ήταν τόσο μεγάλη, συνεχής και πολύμορφη στους αμερικανούς εθνικούς επαναστάτες, όπως τη συμβόλισε τελικά το Άγαλμα της Ελευθερίας, το γαλλικό δώρο που πρώτο από κάθε τι άλλο συναντούσε ο επισκέπτης της Νέας Υόρκης στην εποχή που η μεγαλούπολη ήταν η πρώτη πύλη της χώρας στην, επίσης μόνη, δια θαλάσσης επικοινωνία με την Ευρώπη.
Η πνευματική επίδραση των γάλλων διανοουμένων του διαφωτισμού στους αμερικανούς ομότεχνούς τους, που όμως δεν είχαν πίσω τους δική τους παράδοση, ήταν κολοσσιαία, όπως ουκ ολίγοι ήταν και οι γάλλοι ευγενείς που βρέθηκαν στην Αμερική και πολέμησαν με πάθος στη νέα γη: ανάμεσά τους, ο Βαρώνος ντε Καντιγιάκ, το όνομα του οποίου πολύ αργότερα τίμησε η αμερικανική αυτοβιομηχανία δημιουργώντας μια μάρκα που σήμερα, που ο ίδιος ο βαρώνος έχει από καιρό ξεχαστεί, τη γνωρίζει όλος ο πλανήτης: την Κάντιλακ.
Δεν είναι όμως φυσικά μόνον, ούτε καν κυρίως, τα αυτοκίνητα στο επίκεντρο αυτής της ταραγμένης διακρατικής σχέσης, που, λίαν παραδόξως, πέρασε τα χειρότερα στη δυνητικά καλύτερη εποχή της, στα χρόνια μετά τη νίκη των συμμάχων εναντίον του Χίτλερ. Η Γαλλία του ντε Γκολ, χάρη στον ντε Γκολ, έγινε η μία από τις μεγάλες νικήτριες δυνάμεις του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.

Ομως, η φυσική απέχθεια του γάλλου προέδρου προς την αμερικανική ισχύ αλλά και τους τρόπους λειτουργίας των υπερατλαντικών συμμάχων τον έφεραν σύντομα σε μεγάλες αντιθέσεις μαζί τους, με κορυφαία εκείνη της απόφασής του να εγκαταλείψει το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ. Η απόφαση αυτή είχε πολύ ευρύτερη σημασία, καθώς, μεταξύ άλλων, ήταν και εκείνη που ουσιαστικά «γέννησε» τις Βρυξέλλες ως «ευρωπαϊκή πρωτεύουσα» της ατλαντικής συμμαχίας που ως τότε έδρευε στο γαλλικό έδαφος. Η δύσκολη εκείνη σχέση επηρέασε και την πορεία της Ευρώπης: ο ντε Γκολ που είχε αποφασίσει να κάνει τη μεγάλη στροφή προς την κοινή Ευρώπη, δεν ήθελε σε καμία περίπτωση αυτή να συμπεριλαμβάνει και την αμυντική διάσταση, κάτι που όμως ήταν απολύτως απαραίτητο για τους Αμερικανούς που ήθελαν τη Δυτική Γερμανία στο ΝΑΤΟ ακριβώς επειδή έτσι θα μπορούσαν να στήσουν ένα ισχυρό ανάχωμα στον κίνδυνο των «6.000 σοβιετικών τανκς».
Η Ουάσιγκτον πίεζε προς αυτή την κατεύθυνση, όπως επίσης δεν έβλεπε και πολύ καλά την επιθυμία του ντε Γκολ να αποκτήσει ατομικά όπλα, γεγονότα που, τελικά, συνέβαλαν αποφασιστικά στο να γίνει αυτή η σχέση δυσχερέστερη  από κάθε άλλη περίοδο. Είναι χαρακτηριστικό ότι υπήρξε τόσο σημαντική στην εποχή της όξυνσης του Ψυχρού Πολέμου, που αυτή η γεμάτη αγκάθια αμερικανογαλλική σχέση αποτέλεσε  ουσιαστικά και τη βάση για το σενάριο της κορυφαίας, μοναδικής κατασκοπευτικής ταινίας του Αλφρεντ Χίτσκοκ, του Τοπάζ, με θέμα ένα δίκτυο γάλλων κατασκόπων της Μόσχας στο ΝΑΤΟ...
Παρά τα όσα πολλοι πιστεύουν για τις σχέσεις των δύο κρατών στην εποχή του Φρανσουά Μιτεράν, αυτή ήταν επί της ουσίας καλή. Αλλωστε, τότε ήταν που οι Αμερικανοί έπεισαν τελικά το Παρίσι, πάλι στα πλαίσια του ψυχροπολεμικού ανταγωνισμού, να πει κι εκείνο το «ναι» στην επανένωση της Γερμανίας, εξέλιξη για την οποιά η Ουάσιγκτον δούλεψε πολύ συστηματικά για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Από τότε, η πιο μεγάλη εξέλιξη ήταν η προσπάθεια του Σαρκοζί να προσεγγίσει εκ νέου με τις ΗΠΑ, ανατρέποντας πλήρως την πολιτική του ντε Γκολ: το πρώτο που έκανε όταν ορκίστηκε πρόεδρος της Γαλλίας, ήταν να επισκεφθεί άτυπα τον Τζορτζ Μπους τον νεότερο και να ψαρέψουν μαζί, παρουσία μάλιστα του Τζορτζ Μπους του πρεσβύτερου και, αμέσως μετά, να επαναφέρει τη Γαλλία στο ΝΑΤΟ. Λίγο καιρό αργότερα, Παρίσι και Ουάσικτον βάδισαν για πρώτη φορά δίπλά δίπλα στην υπόθεση της Λιβύης εκτοπίζοντας, επίσης για πρώτη φορά, τη Βρετανία από τον ρόλο του «πρώτου ευρωπαίου συμμάχου» των ΗΠΑ.
Τώρα, η επίσκεψη Ολαντ, μπορεί να έχει επισκιαστεί από τη σκανδαλοθηρική πλευρά της, δηλαδή το γεγονός ότι ο γάλλος πρόεδρος πήγε τελικά μόνος προκαλώντας... εγκεφαλικό στο πρωτόκολλο του Λευκού Οίκου ακριβώς επειδή εκείνο έχει «μνήμη» της δύσκολης σχέσης, όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι η σημασία της είναι τέτοιου επιπέδου.
Κάθε άλλο μάλιστα. Την πλήρη ουσία όμως αυτής της επίσκεψης, την οποία το Βερολίνο κάθε άλλο παρά ευχάριστα είδε, καθώς και τις συζητήσεις που περιλαμβάνει, είναι βέβαιο ότι δεν πρόκειται να τα μάθουμε πολύ σύντομα, ούτε πρόκειται να τα διαρρεύσει κανενός είδους «υποκλοπή» σαν εκείνη της συνομιλίας της Βικτόρια Νούλαντ για την Ουκρανία.
Σίγουρα όμως, αυτές τις ημέρες, ουκ ολίγα συμβαίνουν – ίσως δε να γράφεται και ένα νέο κεφάλαιο ανάμεσα στις δύο χώρες, που, αυτή τη στιγμή, «πιστεύουν» παθιασμένα στον ίδιο «θεό»: στο τέλος της λιτότητας και στην επιστροφή στην κενσυανικού τύπου ανάπτυξη...