Ο πόλεμος των κυρώσεων μεταξύ Ρωσίας και Δύσης, εξαιτίας της
σύγκρουσης στην Ουκρανία, δημιούργησε μια νέα κατάσταση στον Παγκόσμιο
Οργανισμό Εμπορίου. Για πρώτη φορά εφαρμόζονται μέτρα οικονομικής πίεσης
εναντίον χώρας-μέλους, η οποία έχει τις δυνατότητες για μια μεγάλης
κλίμακας αντίμετρα.
Όλες οι προηγούμενες περιπτώσεις κυρώσεων με πολιτικά κίνητρα αφορούσαν κράτη εντελώς διαφορετικού διαμετρήματος. Ας θυμηθούμε τα μέτρα κατά της Αργεντινής τα οποία οι Δυτικές χώρες είχαν υιοθετήσει λόγω της σύγκρουσης στα Φόκλαντ, ή τις κυρώσεις σε βάρος της Γιουγκοσλαβίας στις αρχές της δεκαετίας του ΄90. Η ρωσική περίπτωση διαφέρει θεαματικά.
Το Διάταγμα με το οποίο ο πρόεδρος της Ρωσίας επέβαλε εμπάργκο στις εισαγωγές γεωργικών προϊόντων και τροφίμων από αρκετές χώρες, ονομάζεται «Εφαρμογή μεμονωμένων ειδικών οικονομικών μέτρων με σκοπό την ασφάλεια της Ρωσικής Ομοσπονδίας». Η διατύπωση που χρησιμοποιήθηκε δεν είναι τυχαία. Το άρθρο 21 της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT), η οποία αποτελεί τη βάση του σύγχρονου Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), ονομάζεται «Εξαιρέσεις για λόγους ασφαλείας». Αυτό ορίζει ότι η κάθε χώρα-μέλος έχει το δικαίωμα να προβαίνει σε ενέργειες, τις οποίες θεωρεί «απαραίτητες για την προστασία ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας της, σε καιρό πολέμου ή υπό άλλες έκτακτες συνθήκες στις διεθνείς σχέσεις». Η διατύπωση αυτή είναι αρκετά γενική και καθένας την ερμηνεύει κατά το δοκούν, ενώ πολλά και διάφορα μπορούν να χαρακτηριστούν «έκτακτες συνθήκες στις διεθνείς σχέσεις».
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν τόνισε ότι οι αντι-κυρώσεις της Μόσχας δεν είναι αντίθετες με τις δεσμεύσεις-υποχρεώσεις της Ρωσίας στα πλαίσια του ΠΟΕ. «Στη συμφωνία για την προσχώρηση στον ΠΟΕ -ανέφερε- ορίσαμε ότι σε περίπτωση προστασίας της ασφάλειας της χώρας μας, έχουμε το δικαίωμα να προβούμε σε μέτρα. Αυτοί περιόρισαν την πρόσβαση (σ.σ. της Ρωσικής Αγροτικής Τράπεζας) στις πιστώσεις σε διεθνείς Τράπεζες. Κάτι που σημαίνει ότι ουσιαστικά δημιουργούν για τα εμπορεύματά τους πιο ευνοϊκές συνθήκες στην αγορά μας. Γι’ αυτό και οι κυρώσεις, με τις οποίες απαντήσαμε, ήταν απόλυτα λογικές».
Με όπλο την οικονομία
Ο πόλεμος των κυρώσεων συνοδευόταν εξαρχής από δηλώσεις, σύμφωνα με τις οποίες καθεμιά από τις «αντίπαλες» πλευρές μπορούν να αμφισβητήσουν στον ΠΟΕ τα μέτρα που λαμβάνει η μια εναντίον της άλλης. Σε αυτό αναφέρθηκαν ο πρωθυπουργός της Ρωσίας, Ντμίτρι Μεντβέντιεφ, και ο υπουργός Οικονομικής Ανάπτυξης, Αλεξέι Ουλιουκάεφ, πριν ακόμη από το «πρώτο καμπανάκι», όταν η κυβέρνηση Ομπάμα αποφάσισε να εξαιρέσει ορισμένες ρωσικές Τράπεζες από τα συστήματα πληρωμών Visa και MasterCard. Επίσης, σε απάντηση στα ρωσικά αντίμετρα, με αγωγές απείλησαν οι Ευρωπαίοι. Προς το παρόν όμως, καμία πλευρά δεν έχει κάνει πράξη τις απειλές της. Και μάλλον, δεν θα το κάνει.
Ολοι διαμηνύουν ότι κυρώσεις και αντι-κυρώσεις κινούνται στα πλαίσια των κανόνων του ΠΟΕ. Ακόμη όμως κι αν αποδειχθεί ότι οι αντιστοιχούν στο γράμμα του νόμου των συμφωνιών, η παραβίαση του πνεύματος των τελευταίων είναι προφανής. Οι αποφάσεις υπαγορεύονται αποκλειστικά από πολιτική λογική. Ο ανταγωνισμός δεν έχει οικονομικό, αλλά στρατηγικό γεωπολιτικό χαρακτήρα. Οι δε, θεσμοί της οικονομικής διακυβέρνησης καθίστανται το πεδίο ή τα εργαλεία αυτής της αντιπαράθεσης.
Τα πάντα βέβαια, είχαν σχεδιαστεί εντελώς διαφορετικά. Η βάση που οικοδομήθηκε ο ΠΟΕ και άλλοι θεσμικοί φορείς του συστήματος του Bretton Woods, στις αρχές του 21ου αιώνα, ήταν ότι πλέον δεν θα υπάρξει στον κόσμο μεγάλη πολιτική αντιπαράθεση. Η παγκόσμια οικονομική αλληλεξάρτηση θα έσπρωχνε σε δεύτερη μοίρα τις συνηθισμένες μορφές ανταγωνισμού, ενώ οι οικονομικές εντάσεις θα διευθετούντο στα πλαίσια του ΠΟΕ και των άλλων σχετικών θεσμών.
Αμφισβητείται η παγκοσμιοποίηση;
Αυτή η προσέγγιση μπήκε σε τροχιά κρίσης πολύ πριν την ουκρανική διένεξη. Η συμμετοχή γιγαντιαίων αναπτυσσόμενων οικονομιών, και ειδικά η ένταξη της Κίνας, στον ΠΟΕ, τον μετέτρεψε από οργανισμό ομοϊδεατών, σε δομή όπου υφίστανται ποικίλες ερμηνείες σχετικά με τη «δικαιοσύνη». Με άλλα λόγια, εμφανίστηκε ένας κρίσιμος αριθμός από χώρες, οι οποίες επιδιώκουν διαφορετική εφαρμογή των ίδιων των κανόνων.
Οι Δυτικοί θεμελιωτές του παγκόσμιου συστήματος βρέθηκαν αντιμέτωποι με το ότι τα εργαλεία που αυτοί δημιούργησαν, αρχίζουν να συμβάλλουν στην επιτυχία κάποιων άλλων χωρών. Και όταν ο οικονομικός ανταγωνισμός οξύνεται ανάμεσα σε τεράστιες δυνάμεις, οι οποίες αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού παγκοσμίως, αυτός αναπόφευκτα μετεξελίσσεται σε μεγάλη πολιτική. Η δυναμική ανάπτυξης των σχέσεων ΗΠΑ και Κίνας, είναι μια σαφής απόδειξη γι’ αυτό.
Η περίπτωση της Ρωσίας κάνει την πολιτικοποίηση εμφανή. Ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός της Μόσχας με τους Δυτικούς εταίρους της στον ΠΟΕ δεν σταμάτησε ποτέ. Εστω κι αν υπήρξε μια περίοδος που θεωρείτο πως αυτό δεν συνέβαινε. Τα μέτρα κατά της Ρωσίας έδειξαν ότι η αγορά έχει τον καθοριστικό ρόλο, μέχρι τη στιγμή όμως που παρεμβάλλεται η βούληση του ισχυρότερου κράτους. Και όταν παρεμβάλλεται, η αγορά υποχρεώνεται να συνθηκολογήσει. Αν αυτή η λογική συνεχιστεί, τα ιδεολογικά θεμέλια της παγκοσμιοποίησης θα τεθούν υπό αμφισβήτηση, διότι οι άλλες χώρες, οι οποίες δεν ακολουθούν κατά πόδα τις ΗΠΑ, βλέποντας την αμερικανική πολιτική και όλα αυτά τα γεγονότα του τελευταίου διαστήματος, είναι φυσικό και να αισθανθούν ότι μπορεί και αυτές να βρεθούν στο στόχαστρο. Πόσο μάλλον, που και οι ίδιες πιθανώς θα υποστούν τις συνέπειες της σημερινής σύγκρουσης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι την πολιτική της δημιουργίας εμπορικών ζωνών ευνοϊκών συνθηκών αντί καθολικών κανόνων, την προώθησαν οι ίδιες οι Ηνωμένες Πολιτείες. Στα πλαίσια του συνεχιζόμενου γύρου διαπραγματεύσεων της Ντόχα για τον ΠΟΕ, οι ΗΠΑ είχαν προωθήσει πριν από τρία χρόνια την ιδέα της Διατλαντικής εμπορικής και επενδυτικής συνεργασίας, όπως και της συμφωνίας συνεργασίας του Ειρηνικού.
*Ο Φιόντορ Λουκιάνοφ είναι αρχισυντάκτης του εντύπου Russia in Global Affairs και επικεφαλής του προεδρείου εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής.
[Πηγή: Σύγχρονη Ρωσία, 09/09/2014]
:
Όλες οι προηγούμενες περιπτώσεις κυρώσεων με πολιτικά κίνητρα αφορούσαν κράτη εντελώς διαφορετικού διαμετρήματος. Ας θυμηθούμε τα μέτρα κατά της Αργεντινής τα οποία οι Δυτικές χώρες είχαν υιοθετήσει λόγω της σύγκρουσης στα Φόκλαντ, ή τις κυρώσεις σε βάρος της Γιουγκοσλαβίας στις αρχές της δεκαετίας του ΄90. Η ρωσική περίπτωση διαφέρει θεαματικά.
Το Διάταγμα με το οποίο ο πρόεδρος της Ρωσίας επέβαλε εμπάργκο στις εισαγωγές γεωργικών προϊόντων και τροφίμων από αρκετές χώρες, ονομάζεται «Εφαρμογή μεμονωμένων ειδικών οικονομικών μέτρων με σκοπό την ασφάλεια της Ρωσικής Ομοσπονδίας». Η διατύπωση που χρησιμοποιήθηκε δεν είναι τυχαία. Το άρθρο 21 της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT), η οποία αποτελεί τη βάση του σύγχρονου Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), ονομάζεται «Εξαιρέσεις για λόγους ασφαλείας». Αυτό ορίζει ότι η κάθε χώρα-μέλος έχει το δικαίωμα να προβαίνει σε ενέργειες, τις οποίες θεωρεί «απαραίτητες για την προστασία ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας της, σε καιρό πολέμου ή υπό άλλες έκτακτες συνθήκες στις διεθνείς σχέσεις». Η διατύπωση αυτή είναι αρκετά γενική και καθένας την ερμηνεύει κατά το δοκούν, ενώ πολλά και διάφορα μπορούν να χαρακτηριστούν «έκτακτες συνθήκες στις διεθνείς σχέσεις».
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν τόνισε ότι οι αντι-κυρώσεις της Μόσχας δεν είναι αντίθετες με τις δεσμεύσεις-υποχρεώσεις της Ρωσίας στα πλαίσια του ΠΟΕ. «Στη συμφωνία για την προσχώρηση στον ΠΟΕ -ανέφερε- ορίσαμε ότι σε περίπτωση προστασίας της ασφάλειας της χώρας μας, έχουμε το δικαίωμα να προβούμε σε μέτρα. Αυτοί περιόρισαν την πρόσβαση (σ.σ. της Ρωσικής Αγροτικής Τράπεζας) στις πιστώσεις σε διεθνείς Τράπεζες. Κάτι που σημαίνει ότι ουσιαστικά δημιουργούν για τα εμπορεύματά τους πιο ευνοϊκές συνθήκες στην αγορά μας. Γι’ αυτό και οι κυρώσεις, με τις οποίες απαντήσαμε, ήταν απόλυτα λογικές».
Με όπλο την οικονομία
Ο πόλεμος των κυρώσεων συνοδευόταν εξαρχής από δηλώσεις, σύμφωνα με τις οποίες καθεμιά από τις «αντίπαλες» πλευρές μπορούν να αμφισβητήσουν στον ΠΟΕ τα μέτρα που λαμβάνει η μια εναντίον της άλλης. Σε αυτό αναφέρθηκαν ο πρωθυπουργός της Ρωσίας, Ντμίτρι Μεντβέντιεφ, και ο υπουργός Οικονομικής Ανάπτυξης, Αλεξέι Ουλιουκάεφ, πριν ακόμη από το «πρώτο καμπανάκι», όταν η κυβέρνηση Ομπάμα αποφάσισε να εξαιρέσει ορισμένες ρωσικές Τράπεζες από τα συστήματα πληρωμών Visa και MasterCard. Επίσης, σε απάντηση στα ρωσικά αντίμετρα, με αγωγές απείλησαν οι Ευρωπαίοι. Προς το παρόν όμως, καμία πλευρά δεν έχει κάνει πράξη τις απειλές της. Και μάλλον, δεν θα το κάνει.
Ολοι διαμηνύουν ότι κυρώσεις και αντι-κυρώσεις κινούνται στα πλαίσια των κανόνων του ΠΟΕ. Ακόμη όμως κι αν αποδειχθεί ότι οι αντιστοιχούν στο γράμμα του νόμου των συμφωνιών, η παραβίαση του πνεύματος των τελευταίων είναι προφανής. Οι αποφάσεις υπαγορεύονται αποκλειστικά από πολιτική λογική. Ο ανταγωνισμός δεν έχει οικονομικό, αλλά στρατηγικό γεωπολιτικό χαρακτήρα. Οι δε, θεσμοί της οικονομικής διακυβέρνησης καθίστανται το πεδίο ή τα εργαλεία αυτής της αντιπαράθεσης.
Τα πάντα βέβαια, είχαν σχεδιαστεί εντελώς διαφορετικά. Η βάση που οικοδομήθηκε ο ΠΟΕ και άλλοι θεσμικοί φορείς του συστήματος του Bretton Woods, στις αρχές του 21ου αιώνα, ήταν ότι πλέον δεν θα υπάρξει στον κόσμο μεγάλη πολιτική αντιπαράθεση. Η παγκόσμια οικονομική αλληλεξάρτηση θα έσπρωχνε σε δεύτερη μοίρα τις συνηθισμένες μορφές ανταγωνισμού, ενώ οι οικονομικές εντάσεις θα διευθετούντο στα πλαίσια του ΠΟΕ και των άλλων σχετικών θεσμών.
Αμφισβητείται η παγκοσμιοποίηση;
Αυτή η προσέγγιση μπήκε σε τροχιά κρίσης πολύ πριν την ουκρανική διένεξη. Η συμμετοχή γιγαντιαίων αναπτυσσόμενων οικονομιών, και ειδικά η ένταξη της Κίνας, στον ΠΟΕ, τον μετέτρεψε από οργανισμό ομοϊδεατών, σε δομή όπου υφίστανται ποικίλες ερμηνείες σχετικά με τη «δικαιοσύνη». Με άλλα λόγια, εμφανίστηκε ένας κρίσιμος αριθμός από χώρες, οι οποίες επιδιώκουν διαφορετική εφαρμογή των ίδιων των κανόνων.
Οι Δυτικοί θεμελιωτές του παγκόσμιου συστήματος βρέθηκαν αντιμέτωποι με το ότι τα εργαλεία που αυτοί δημιούργησαν, αρχίζουν να συμβάλλουν στην επιτυχία κάποιων άλλων χωρών. Και όταν ο οικονομικός ανταγωνισμός οξύνεται ανάμεσα σε τεράστιες δυνάμεις, οι οποίες αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού παγκοσμίως, αυτός αναπόφευκτα μετεξελίσσεται σε μεγάλη πολιτική. Η δυναμική ανάπτυξης των σχέσεων ΗΠΑ και Κίνας, είναι μια σαφής απόδειξη γι’ αυτό.
Η περίπτωση της Ρωσίας κάνει την πολιτικοποίηση εμφανή. Ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός της Μόσχας με τους Δυτικούς εταίρους της στον ΠΟΕ δεν σταμάτησε ποτέ. Εστω κι αν υπήρξε μια περίοδος που θεωρείτο πως αυτό δεν συνέβαινε. Τα μέτρα κατά της Ρωσίας έδειξαν ότι η αγορά έχει τον καθοριστικό ρόλο, μέχρι τη στιγμή όμως που παρεμβάλλεται η βούληση του ισχυρότερου κράτους. Και όταν παρεμβάλλεται, η αγορά υποχρεώνεται να συνθηκολογήσει. Αν αυτή η λογική συνεχιστεί, τα ιδεολογικά θεμέλια της παγκοσμιοποίησης θα τεθούν υπό αμφισβήτηση, διότι οι άλλες χώρες, οι οποίες δεν ακολουθούν κατά πόδα τις ΗΠΑ, βλέποντας την αμερικανική πολιτική και όλα αυτά τα γεγονότα του τελευταίου διαστήματος, είναι φυσικό και να αισθανθούν ότι μπορεί και αυτές να βρεθούν στο στόχαστρο. Πόσο μάλλον, που και οι ίδιες πιθανώς θα υποστούν τις συνέπειες της σημερινής σύγκρουσης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι την πολιτική της δημιουργίας εμπορικών ζωνών ευνοϊκών συνθηκών αντί καθολικών κανόνων, την προώθησαν οι ίδιες οι Ηνωμένες Πολιτείες. Στα πλαίσια του συνεχιζόμενου γύρου διαπραγματεύσεων της Ντόχα για τον ΠΟΕ, οι ΗΠΑ είχαν προωθήσει πριν από τρία χρόνια την ιδέα της Διατλαντικής εμπορικής και επενδυτικής συνεργασίας, όπως και της συμφωνίας συνεργασίας του Ειρηνικού.
*Ο Φιόντορ Λουκιάνοφ είναι αρχισυντάκτης του εντύπου Russia in Global Affairs και επικεφαλής του προεδρείου εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής.
[Πηγή: Σύγχρονη Ρωσία, 09/09/2014]
:
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου