Εκανε ποτό το γιατροσόφι που του έδινε η μητέρα του για το κρυολόγημα και κατάφερε να γίνει ένας από τους πιο πετυχημένους ποτοποιούς της χώρας μας.
Τώρα ετοιμάζεται να κατακτήσει για ακόμη μία φορά την αγορά με τη μεκίλα του, μια παραλλαγή της πασίγνωστης τεκίλας, από απόσταγμα φραγκόσυκων, που θα ενθουσιάσει με τη γεύση της ακόμη και τους πιο απαιτητικούς πότες.
Ο λόγος για τον κ. Αντώνη Βεκρή, τον ποτοποιό από την Αμοργό. Με τη μοναδική και ξεχωριστή συνταγή τού ρακόμελου Αμόργιον που παρασκευάζει, εκτίναξε μέσα σε λίγα χρόνια τις μετοχές της επιχείρησής του στα ύψη, αφού οι πάντες σήμερα πίνουν ένα σφηνάκι στην υγειά του.
Από ναυτικός, μάγειρας και από φωτογράφος, κορνιζάς και τώρα πετυχημένος ποτοποιός. Ανήσυχο πνεύμα από μικρός, ο κ. Αντώνης από τότε που βρισκόταν στο αγαπημένο του νησί, την Αμοργό, θυμάται τον εαυτό του να ονειρεύεται ένα καλύτερο αύριο για εκείνον και την οικογένειά του. «Οποια δουλειά και αν έκανα στη ζωή μου, την έκανα με αγάπη και σεβασμό» αναφέρει στην «Espresso της Κυριακής». Για χάρη της συνέντευξης άνοιξε τις πόρτες της ποτοποιίας του στο Μπραχάμι: «Από όλες τις δουλειές που έκανα όλα αυτά τα χρόνια πήρα και κάτι.
Ηταν δουλειές που σε πρώτη φάση μπορεί να μην τις γνώριζα, αλλά σύντομα κατάφερα να εγκλιματιστώ και να τις μάθω πολύ καλά».
ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΓΙΑΤΡΟΣΟΦΙ
Το καλοκαίρι του 2003 έβγαλε για πρώτη φορά στην αγορά το ρακόμελο Αμόργιον, μια συνταγή επηρεασμένη από το γιατροσόφι που του έδινε η μητέρα του κάθε φορά που κρυολογούσε ως παιδί: «Τη διαδικασία παρασκευής του ρακόμελου την ξεκίνησα δύο χρόνια πριν το βγάλω στην αγορά. Εφτιαχνα, θυμάμαι, μικρές ποσότητες και τις μοίραζα στην αρχή στους φίλους μου.
Εκείνοι ήταν οι γευσιγνώστες μου. Μόλις το 90% από αυτούς μου είπε ότι η τελευταία σ συνταγή μου ήταν η καλύτερη, τότε πήρα την απόφαση να το εμφιαλώσω και το κάνω γνωστό στην αγορά».
Μάλιστα, η συνταγή του ρακόμελου Αμόργιον έχει κατοχυρωθεί και στον οργανισμό βιομηχανικής ιδιοκτησίας, προκειμένου να μην μπορεί κανείς να το αντιγράψει: «Ηξερα ότι θα άρεσε πολύ το ρακόμελό μου και ότι πολλοί θα ήταν αυτοί που θα προσπαθούσαν να το αντιγράψουν, όπως και έγινε στην πορεία, αλλά κανένα δεν μοιάζει με το δικό μου.
Την πρώτη παρτίδα με τα ρακόμελα την έστειλα στο νησί μου, την Αμοργό, όπου αγαπήθηκε αμέσως».
ΤΟΝ ΓΝΩΡΙΣΕ ΟΛΗ Η ΕΛΛΑΔΑ
Η μεγάλη έκπληξη ήρθε το 2004, όταν ο κ. Βεκρής πήρε την απόφαση να συμμετάσχει σε έκθεση τροφίμων και ποτών, όπου τον γνώρισαν οι επιχειρηματίες όλης της χώρας: «Δέχτηκα παραγγελίες από παντού. Είχαμε κάνει την έκπληξη, αφού κανείς μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε σκεφτεί να φτιάξει μιαν ανάλογη συνταγή. Την ίδια χρονιά εγώ ο ίδιος και ένας πωλητής οργώσαμε τις Κυκλάδες.
Στόχος μου ήταν οι Ελληνες τουρίστες, οι οποίοι επισκέπτονται τα νησιά και έτσι θα γνώριζαν το ποτό μου. Αμέσως μετά το έβαλα και στα μαγαζιά της υπόλοιπης χώρας, αφού όσοι το είχαν πιει για πρώτη φορά θα το αναζητούσαν για να το αγοράσουν».
Το ποτό του αγαπήθηκε από τους Ελληνες αλλά και από τους ξένους, με αποτέλεσμα να είναι αρκετοί εκείνοι που αποφάσιζαν να αγοράσουν φεύγοντας για την πατρίδα τους. «Ρακόμελο Αμόργιον υπάρχει σε όλη τη χώρα αυτήν τη στιγμή.
Μόνο στο Καστελλόριζο δεν είχαν, αλλά και εκεί βάλαμε το περασμένο καλοκαίρι. Στην πορεία φτιάξαμε και άλλα ποτά, όπως το Μελίκρατον, μια συνταγή που μας έρχεται από την αρχαιότητα».
Σύμφωνα με τον κ. Αντώνη Βεκρή, το συγκεκριμένο ποτό το έφτιαχναν οι γυναίκες και το έδιναν στους άνδρες τους για να καρδαμώνουν και να αντεπεξέρχονται στις υποχρεώ σεις τους: «Αποτελείται από κρασί, μελί, βότανα και ρακί. Ακόμη και για τη βαρυστομαχιά είναι ό,τι πρέπει. Τα βότανα που έχω βάλει θεωρούνται ερωτικά και χωνευτικά.
Επίσης βγάλαμε άλλα τρία ρακόμελα στην αγορά, με λεμόνι, πορτοκάλι και φυσικό μαστιχέλαιο, ενώ τώρα φτιάχνουμε τη μεκίλα, τη δική μας τεκίλα από φραγκόσυκα».
Λουκούμια με ρακόμελο
Ομως εκτός από τα ποτά, ο κ. Βεκρής είναι υπερήφανος και για τα γλυκά που φτιάχνει, όπως τα παστέλια και τα λουκούμια: «Τα παστέλια είναι με αμοργιανή συνταγή, χωρίς συντηρητικά, με μέλι και σουσάμι. Το μυστικό μας είναι το ξύσμα λεμονιού και αυτό είναι που αρέσει στον κόσμο. Οσο για τα λουκούμια μου, τι να πω;
Τα παρουσίασα πρώτη φορά φέτος το καλοκαίρι και έχουν κάνει θραύση γιατί είναι με ρακόμελο. Στόχος μου τώρα είναι να βγάλω άλλα τέσσερα ποτά και γλυκά στην αγορά, που θα ξεχωρίζουν για την ποιότητά τους».
«Ημουν ο πρώτος που έβγαζε φωτογραφίες στα νυχτερινά μαγαζιά»
Εφυγε από την Αμοργό τον Φεβρουάριο του 1964 σε ηλικία 17 ετών παίρνοντας την απόφαση να μπαρκάρει στα καράβια: «Δεν έμεινα πολλά χρόνια στα καράβια, γιατί δεν με ευχαριστούσε η ζωή εκεί μέσα. Ετσι κατέβηκα στην Αθήνα και με τη βοήθεια του γαμπρού μου βρήκα δουλειά σε ένα από τα πιο μεγάλα μαγειρεία του κέντρου.
Εκεί κατάφερα να μάθω τη δουλειά του μάγειρα και να αναρριχηθώ στην ιεραρχία ως τρίτος μάγειρας».
Ακόμη και στον Στρατό παρουσιάστηκε ως μάγειρας και όλοι λάτρεψαν τα γευστικά εδέσματα που έφτιαχνε: «Με καλούσαν και μαγείρευα σε όλες τις δεξιώσεις. Κατάφερα να βγάλω και κάποια χρήματα από αυτήν την ιστορία, με αποτέλεσμα λίγο πριν απολυθώ, να έχω μαζί με τον γαμπρό μου το δικό μου εστιατόριο».
Παράλληλα, ως μανιώδης φωτογράφος τελείωσε και μια σχολή φωτογραφίας. Ετσι δ ίπλα στο εστιατόριό του στον Αγιο Δημήτριο άνοιξε και φωτογραφείο το 1974:
«Ο κόσμος που ερχόταν στα μαγαζιά μου δεν το πίστευε ότι μπορώ παράλληλα και να μαγειρεύω και να τους φωτογραφίζω καλύτερα από τον καθένα. Ημουν ο πρώτος στην περιοχή που έφτιαξε στούντιο για έγχρωμες φωτογραφίες. Εφερα το βίντεο το 1978 από το εξωτερικό. Το 1980 μου μπήκε η ιδέα να εμφανίζω εγώ τις φωτογραφίες, ώστε να μην τις στέλνω έξω στις εταιρείες, με αποτέλεσμα να αργούν τουλάχιστον μία εβδομάδα. Τότε σκέφτηκα να πηγαίνω στα νυχτερινά μαγαζιά, να φωτογραφίζω τον κόσμο και σε μία ώρα να τους παραδίδω τις φωτογραφίες. Ημουν ο πρώτος που το έκανε.
Εκεί τα έδωσα όλα. Δεν γνώριζα νύχτες, οικογένειες, τίποτε. Από την ιστορία αυτή έβγαλα αρκετά χρήματα, έκανα επτά χρόνια τη δουλειά, μέχρι που γέμισε η αγορά και έφυγα. Τώρα έχω άλλα τρία φωτογραφεία που τα δουλεύουν τα παιδιά μου. Εχω πέντε παιδιά και δεν ήθελα να τους λείψει τίποτα και ποτέ».
Μετά τις φωτογραφίες ήρθαν και οι κορνίζες, τις οποίες έφτιαχνε σε καλές τιμές: «Ασχολήθηκα με πολλά, η αλήθεια είναι αυτή, αλλά ποτέ δεν ξέχασα τη γεύση από το γιατροσόφι της μάνας μου. Ετσι πήρα την απόφαση και έγινα αυτό που είμαι σήμερα.
Γράφω και βιβλίο μαγειρικής με δικές μου συνταγές, διαφορετικό από αυτά που κυκλοφορούν. Μου αρέσει να δίνω χαρά στους άλλους και όσοι έχουν δοκιμάσει από τα φαγητά μου γνωρίζουν πολύ καλά τι εννοώ».
ΘΑΝΟΣ ΜΑΚΡΟΓΑΜΒΡΑΚΗΣ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου