21 Ιουν 2013

Μικρή αναφορά στον Καβάφη

του Βασ. Κ. Λάζαρη (*)
Πολύς λόγος γίνεται εφέτος για τον Κωνσταντίνο Καβάφη, που υπήρξε απαρχής ο χαμηλόφωνος κατακριτής του φθαρμένου καιρού του και ο συγκρατημένος αναζητητής κάποιων καινούργιων κανόνων έκφρασης και ζωής.

Πολλοί ερμηνευτές του προσπάθησαν να φανερώσουν την ειδική περίπτωση του ως κάτι ανάλογο με εκείνη του Όσκαρ Ουάιλντ, που είχε αποκλείσει τη φύση από την ποίηση και θέλησε την Τέχνη για την Τέχνη μονάχα.

 Εκείνο, που συγκίνησε τον ποιητή της διασποράς, ήταν πραγματικά, σύμφωνα με τη γνώμη αυτών των ερμηνευτών, ο ίδιος ο εαυτός του με τον ανομολόγητο ερωτισμό του, και τούτο ακριβώς του δημιούργησε αργότερα την τάση για την ειρωνία και  τον γνωστό του σκεπτικισμό.


Ο Άγρας μίλησε για το φανέρωμα «του περιφρονητικού του σκεπτικισμού προς κάθε πίστη» και ο Καμπάνης τον είδε σαν «ένα αμετανόητο τρυγητή των λουλουδιών του κακού». Ο Κατράρο αναρωτήθηκε, μήπως η ενοχοποιητική τουλάχιστον ποίησή του ήταν το αποτέλεσμα ενός παγανιστικού αισθητισμού και μιας διανοητικής  πράξης, που σχετιζόταν με μια υποτιθέμενη απόλαυση κάποιας πανάρχαιας αποστασίας και κάποιας το ίδιο πανάρχαιας αντίθεσης προς τις συμβατικότητες της ζωής – ενώ ο Καραντώνης υποστήριξε, πως μέσα από τους μύθους του έργου του ήταν το κρύψιμο του ίδιου του εαυτού του εκείνο, που κυρίως προσπάθησε να πετύχει.

Οι συγκεχυμένοι όμως αυτοί προσδιορισμοί  είναι ουσιαστικά οι πιο ακατάλληλοι, για να προβάλλουν στην ολοκλήρωσή του τον πιο άμεσο απ’ όλους τους ποιητές μας, που θέλησε και πέτυχε να χτίσει τα τραγούδια του χωρίς να προηγηθεί, όπως ισχυρίστηκε ο Τσίρκας, της εποχής του.

Ο σκεπτικισμός του και η ειρωνία του δεν εκφράστηκαν ως μια στείρα άρνηση, χωρίς ουσιαστικές προεκτάσεις. Απετέλεσαν γι’ αυτόν το αναγκαίο μέσο του, για να εκφράσει τις ανησυχίες του θετικά, προβάλλοντας σταθερά τους προβληματισμούς της γενιάς του και τις συγκεκριμένες δικές του δραματικές αναζητήσεις μέσα στην ομάδα.

Ο Καβάφης συνεπώς συμπεριφέρθηκε σαν ένας πολύ υπεύθυνος ποιητής, σε τέτοιο μάλιστα σημείο, ώστε παντού να μας θυμίζει, ότι δεν έπαψε ποτέ να στοχάζεται σαν λόγιος. Ο Μαλάνος σημείωνε, ότι γράφοντας όχι μόνο δεν λησμονούσε, πως ήταν λόγιος, μα επεδίωκε να δημιουργεί αυτή την εντύπωση, με το να κάνει τις συνήθειες του λόγιου ποιητική τεχνοτροπία.

 Σύμφωνα πάντα με τον Μαλάνο, σ’ αυτή ακριβώς την εκκεντρική του στάση βάσισε ο Καβάφης και ένα μεγάλο μέρος της πρωτοτυπίας του. Κατά βάθος δηλαδή επιθυμούσε να είναι ο ποιητής της βιβλιοθήκης, όπως και οι παλαιοί εκείνοι ποιητές της ελληνιστικής Αλεξάνδρειας, που ήσαν παράλληλα και βιβλιοθηκάριοι των Πτολεμαίων.

Στο Καβαφικό έργο σμίγουν κατά κάποιον τρόπο ο ρομαντισμός με τον παρνασσισμό και το συμβολισμό των απροσάρμοστων και των ονειροπόλων. Ο ρομαντισμός τού κληρονόμησε την αργόσυρτη πίκρα της κατοπινής του απαισιοδοξίας, ο παρνασσισμός την ψυχρή αντικειμενικότητα μέσα στους χώρους της δικής του ζωής και της Ιστορίας και ο συμβολισμός τους χαμηλούς τόνους και την υποβολή της αόριστης παρουσίας.

Ο Καβάφης συνταίριασε στο έργο του όλες αυτές τις επιδράσεις, κι αν η έμπνευση του, σύμφωνα με τον Δημαρά, προσφέρεται όχι από εκείνο, που υπάρχει, αλλά από εκείνο, που λείπει, ο βασικός του σκοπός παραμένει πάντα το δυνατό και σκληρό παρουσίασμα της δικής του αρρωστημένης εποχής.

Δεν αρκέστηκε όμως ο Καβάφης στη χλεύη για τις αχρείαστες ιδέες των χρεωκοπημένων, που τυλίγονται με τα σάβανα του παρελθόντος, πιστεύοντας, πως έτσι θα ξαναζωντανέψουν την δόξα των Καισάρων. Οραματίστηκε κάποιους νέους καιρούς, που υποψιαζόταν, πως πλησιάζουν, και που τους φοβόταν συνάμα, αφού πίστευε, πως ο ίδιος τουλάχιστον δεν ήταν έτοιμος να τους δεχτεί.

Κι όμως δεν απαρνήθηκε ποτέ τα ιδανικά, καθώς και το ανεπανάληπτο αρχαίο ήθος, που αλλάζει τους ανθρώπους σε απροσκύνητους πολεμιστές, στους ήρωες εκείνους της κάθε εποχής, «όπου στην ζωή των ώρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες, ποτέ από το χρέος μη κινούντες».

 Δεν παραμέρισε τους ωραίους σκοπούς, γι’ αυτό το λόγο και όταν βρέθηκε μπροστά στη βεβαιότητα των χαμένων δικών του μαχών, δεν θέλησε ποτέ να ενδώσει, ούτε και καταδέχτηκε να ξεγελάσει τον εαυτό του «με σατραπείες και τέτοια», αφού ανέκαθεν διψούσε η ψυχή του «τα δύσκολα και τ’ ανεκτίμητα εύγε».

Και ήσαν πολλές οι φορές που πρόδιδε τον θαυμασμό του για τους μεγάλους των Ελλήνων, για τους αντρειωμένους της Αχαϊκής Συμπολιτείας, που γνώριζαν, πως οι καιροί τους είχαν ξεπεράσει, και όμως «πολεμήσανε και πέσαν ευκλεώς, τους πανταχού νικήσαντας μη φοβηθέντες».

Αρέσκονται μερικοί μελετητές του έργου του Καβάφη να τον ερμηνεύουν κυρίως από κάποιο πάθος του, που σχετίζεται με τον νοσηρό ερωτισμό – και σκύβουν με κρυφή ίσως απόλαυση πάνω στις εξομολογήσεις ενός δυστυχισμένου ανθρώπου, όπως τις έχει δημοσιεύσει ο Περίδης.

Όποιο ωστόσο και αν είναι το πάθος αυτό, ένα πρέπει να θεωρείται βέβαιο – ότι η πιο μεστή Καβαφική δημιουργία δεν έχει καμιά σχέση μαζί του. Πού βρίσκεται άλλωστε ο ερωτισμός στους «Βαρβάρους», στην «Ιθάκη», στο «Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον» ή στον «Ηρώδη τον Αττικό»;

Όσοι ζητούν να ερμηνεύσουν την Καβαφική δημιουργία κυρίως από το πάθος ενός αρρωστημένου ερωτισμού, προφανώς μισούν τον άλλο μεγάλο Καβάφη, που ξέρει να σκέφτεται ως υπεύθυνος δημιουργός και να καταξιώνει με την ποιητική του διδαχή την Τέχνη του.

Και ο Καβάφης, που σκέφτεται, δεν είναι κατά πρώτο λόγο ο πικρός τραγουδιστής των ανείπωτων ηδονών και της κτηνώδους μέθης. Λογαριάζεται πιο πολύ ως ο τραγικός αναζητητής κάποιας αναγκαίας διεξόδου, που δεν είχε ακόμη από τον ίδιο με ακρίβεια καθοριστεί, μα που δεν ήταν οπωσδήποτε ο θάνατος των απελπισμένων ή ο συμβιβασμός των «συνετών», όλων εκείνων δηλαδή, που δεν πιστεύουν σε οποιονδήποτε λυτρωμό και που μπροστά στα πόδια τους μονάχα απύθμενα ξανοίγονται χάη.

(*) Ο Βασ. Κ. Λάζαρης είναι ιστορικός, συγγραφέας
 Εργατικός Αγώνας
Πηγή : 

to synoro blog

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...