16/6/2014
Tο νησιωτικό σύμπλεγμα του Αιγαίου εκτείνεται από βορρά προς νότο, ανάμεσα στην ηπειρωτική Ελλάδα, τη Μικρά Ασία και την Αφρική. Η πληθώρα των νησιών, νησίδων και βραχονησίδων που απαρτίζουν το Αρχιπέλαγος δεν είναι, στην πραγματικότητα, παρά οι κορυφές της χερσαίας μάζας της Αιγαιίδας που κατείχε τον χώρο ανάμεσα στις τεκτονικές πλάκες της Ευρασίας και της Αφρικανικής ηπείρου. Η θάλασσα σχηματίστηκε πριν από 3-4 εκ. χρόνια ως επακόλουθο της καταβύθισης της Κρητικής λεκάνης και του βόρειου τμήματος των Κυκλάδων.
Όπως και ολόκληρη η Μεσόγειος, το Αιγαίο είναι μια κλειστή θάλασσα με υψηλή αλατότητα λόγω της έντονης εξάτμισης, με σχετικά ζεστά νερά που ρυθμίζονται από επιφανειακά ρεύματα μεταβλητής κατεύθυνσης και ασθενείς παλίρροιες. Είναι μια θάλασσα αρκετά βαθιά, με σχετικά χαμηλή παραγωγικότητα.
Tα χιλιάδες διάσπαρτα κομμάτια γης, ποικίλων μεγεθών, σχημάτων και φυσιογραφίας, αλλού σε συμπλέγματα και αλλού μοναχικά, είναι αποτέλεσμα των αλλεπάλληλων γεωλογικών αναταραχών της Αιγαιίδας και της γένεσης του ηφαιστειακού τόξου κατά τη διάρκεια του 'Ανω Πλειόκαινου - Πλειστόκαινου.
Βίαιες αναταράξεις του φλοιού της γης διαμόρφωσαν ένα δαιδαλώδες τοπίο με τμήματα χέρσου που άλλοτε βυθίζονται απότομα στη θάλασσα και άλλοτε σμίγουν ήπια μαζί της. Ηφαιστειογενή νησιά με παράδοξα σχήματα, μεταλλικές πηγές, γεωθερμικά φαινόμενα και απολιθωμένες μορφές ζωής, νησιά από ασβεστόλιθο που διαβρώνεται δημιουργώντας σπηλιές, φαράγγια, χαράδρες και υψίπεδα συνθέτουν το εξαιρετικά ποικίλο τοπίο των νησιών του Αιγαίου.
Αυτή η πολυσχιδής τοπογραφία συντελεί στη δημιουργία μιας ποικιλίας τοπικών κλιματικών συνθηκών. Γενικά, όμως, το μεσογειακό κλίμα αποτελεί έναν μεταβατικό τύπο από τα εύκρατα στα ξηρά τροπικά κλίματα.
Χαρακτηριστικά στοιχεία του είναι η έντονη ηλιακή ακτινοβολία και η παρατεταμένη θερινή ξηρασία, η υγρή περίοδος συμπίπτει με τις μικρές ημέρες του χειμώνα και η συχνότητα των βροχοπτώσεων ποικίλλει από έτος σε έτος. Το στοιχείο που καθιστά μοναδικό το νησιωτικό κλίμα του Αιγαίου είναι η περιβάλλουσα θάλασσα που διαμορφώνει τα επίπεδα υγρασίας, καθορίζει τους ανέμους και δρα ως ρυθμιστικός παράγοντας μετριάζοντας τις διακυμάνσεις της θερμοκρασίας.
Οι αλληλεπιδράσεις κλίματος και γεωμορφολογίας είχαν αποτέλεσμα την παρουσία πολλών εδαφικών τύπων. Σε γενικές γραμμές, όμως, το έδαφος είναι φτωχό, ευαίσθητο στην αποσάθρωση και στη διάβρωση. Ιδιαίτερα στους τόπους με έντονο ανάγλυφο η αιολική διάβρωση απογυμνώνει τη γη από το επιφανειακό έδαφος. Λόγω αυτών των δυσμενών συνθηκών, τα μεσογειακά οικοσυστήματα που εξελίχθηκαν στην περιοχή προσαρμόστηκαν σε μία περίοδο ταυτόχρονα θερμή και ξηρή, αναπτύσσοντας άμυνες για να αντεπεξέρχονται στις πυρκαγιές και την ξηρασία.
Οι μεσογειακού τύπου θαμνότοποι, ένα ιδιαίτερα πολύπλοκο και σπάνιο οικοσύστημα που καλύπτει μόλις το 0,5% της χερσαίας έκτασης του πλανήτη, είναι σχηματισμοί θαμνωδών ξυλωδών αειθαλών φυτών με μικρά, δερματώδη και σκληρά φύλλα. Αντιπροσωπευτικά είδη είναι το πουρνάρι, η αγριελιά, η κουμαριά, ο σχίνος. Συχνά το σύστημα συνοδεύεται από μικρά δέντρα, στα διάκενα των οποίων αναπτύσσεται μια εξαιρετική ποικιλία ετήσιων και πολυετών ποών.
Η φυτική αυτή κοινωνία ονομάζεται μακία βλάστηση. Ακολουθώντας έναν οικολογικό άξονα που ορίζεται από παραμέτρους όπως η υγρασία και το υψόμετρο, αυτό το σκληρόφυλλο δάσος σμίγει με ελαιώνες και χαρουπιές, πευκοδάση και δάση φυλλοβόλων δρυών. Σε τόπους έντονα υποβαθμισμένους ή με αυξημένη ξηρασία, η βλάστηση γίνεται χαμηλότερη, ανοιχτή και διάσπαρτη με αγκαθωτούς ημισφαιρικούς θάμνους του ονομάζονται φρύγανα και συνθέτουν το χαρακτηριστικό φρυγανικό οικοσύστημα.
Ένα μεγάλο μέρος του είναι αρωματικά φυτά όπως η ρίγανη, το θυμάρι και η λεβάντα, τα αιθέρια έλαια των οποίων απελευθερώνονται με την ηλιακή θερμότητα στον αέρα. Η ανθρώπινη παρουσία σ' αυτή την περιοχή του κόσμου αριθμεί χιλιετίες.
Δύσκολο να διακριθούν οι επιδράσεις της από εκείνες της γεωμορφολογίας και των φυσικών διεργασιών. Εδώ η φύση έχει προσφέρει πολλά στον άνθρωπο και ο άνθρωπος, με τη σειρά του, έχει σημαδέψει βαθιά ένα ευπαθές περιβάλλον με περιορισμένους φυσικούς πόρους.
Η Νεολιθική περίοδος, κατά τη διάρκεια του Ολόκαινου, από το 12.000 ως το 3.000 π.Χ., με κορυφαία γεγονότα την ανακάλυψη της γεωργίας και τη δημογραφική έκρηξη, σηματοδοτεί την άφιξη του ανθρώπου στα νησιά και την απαρχή της μεταμόρφωσης του φυσικού περιβάλλοντος.
Η σχέση του ανθρώπου με τη φιλική θάλασσα του Αιγαίου διαμορφώθηκε από πολύ νωρίς και είναι σταθερή και βαθύτατη. Σε κάθε νησί που διαθέτει φυσικό λιμάνι, στριμωγμένο ανάμεσα στον βράχο και το κύμα, οι έποικοι γίνονται έμπειροι ναυτικοί, ψαράδες και δύτες. Από τα πανάρχαια χρόνια ως σήμερα, η ναυσιπλοΐα και οι θαλάσσιες μεταφορές δεν έχουν πάψει να ρυθμίζουν την ιστορική εξέλιξη και την τύχη των νησιών.
Νησιά όπως η 'Ανδρος και η Σύρος έγιναν σε διάφορες εποχές σημαντικά εμποροναυτικά κέντρα, διακινώντας τα προϊόντα ενός μεγαλειώδους πνευματικού και υλικού πολιτισμού ως τα ακρότατα σημεία του τότε γνωστού κόσμου.
Από τους Φοίνικες δύτες της πορφύρας ως τους Καλύμνιους σφουγγαράδες και το καταστροφικό ψάρεμα με δυναμίτιδα των ημερών μας, ο άνθρωπος δεν έπαψε να ταράζει τα νερά του Αιγαίου με διαρκώς αυξανόμενη ένταση.
Η κατάκτηση της στεριάς υπήρξε θεαματικότερη και δραματικότερη. Κυρίαρχος ήδη της φωτιάς, ο κυνηγός-καρποσυλλέκτης παρατηρεί ότι τα μεγάλα δέντρα δεν του παρέχουν αρκετή τροφή και ότι στα ανοίγματα της βλάστησης και στις καμένες περιοχές οι εδώδιμοι καρποί των θάμνων, τα χόρτα και οι βολβοί είναι αφθονότεροι. Σταδιακά αρχίζει να ασχολείται με τη γεωργία, καλλιεργεί το σιτάρι και το κριθάρι και συνεχίζει με τον αρακά, τη φακή και το κουκί, ποώδη φυτικά είδη που γεννήθηκαν στην περιοχή της Μεσογείου.
Η εκχέρσωση των δασών δίνει πλούσια καλλιεργήσιμη γη και οι στάχτες των καμένων κορμών είναι καλό λίπασμα για τους αγρούς. Η εκτροφή των αιγοπροβάτων ξεκινά στην ευρύτερη περιοχή ανάμεσα στο12.000 και το 8.000 π.Χ. και ο βοσκός, μετά τον κυνηγό, γνωρίζει ήδη ότι τα ζώα που του δίνουν τροφή προτιμούν τις καμένες περιοχές.
Στη διάρκεια της Εποχής του Χαλκού αρχίζουν να καλλιεργούνται η ελιά, το αμπέλι και τα πρώτα οπωροφόρα. Το νερό ήταν πάντα λιγοστό και άνισα κατανεμημένο, με αποτέλεσμα η προσαρμογή στους κλιματικούς και μορφολογικούς περιορισμούς να ευνοήσει σε όλες τις εποχές τις ξηρικές καλλιέργειες όπως τα αμπέλια, τις συκιές, τις δαμασκηνιές, τις αμυγδαλιές και τις χαρουπιές.
Η Εποχή του Χαλκού, κατά την οποία ακμάζει στο Αιγαίο ο Κυκλαδικός Πολιτισμός, σηματοδοτεί την έναρξη ενός νέου τύπου εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων, της εκμετάλλευσης των μετάλλων και των ορυκτών.
Ορυχεία λευκόλιθου έχουν βρεθεί μέχρι και στην Πλάτη, βραχονησίδα της Ψερίμου στα βόρεια Δωδεκάνησα, ενώ ναυτικοί από το 'Αργος ταξιδεύουν στη Μήλο για να προμηθευτούν οψιδιανό 9.500 χρόνια πριν. Η φωτιά, το τσεκούρι και η αξίνα γίνονται πλέον οι κύριοι ρυθμιστικοί παράγοντες και διαμορφωτές της σχέσης ανθρώπου και φυσικού περιβάλλοντος.
'Ηδη από τη Νεολιθική Εποχή η εξέλιξη του νησιωτικού τοπίου παρουσιάζει μια εικόνα παλινδρόμησης. Υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων και έντονος μετασχηματισμός του τοπίου συνοδεύουν τις εποχές ειρήνης, οικονομικής ευμάρειας και δημογραφικής αύξησης.
Απότομες πληθυσμιακές μειώσεις και πτώση της δραστηριότητας είναι επακόλουθο των περιόδων κρίσης που διαδέχονται τις φυσικές καταστροφές, κυρίως σεισμούς και ηφαιστειακές εκρήξεις, τους πολέμους, τους λιμούς και τις επιδημίες.
Συνακόλουθα η ανθρώπινη επίδραση στα νησιά υποχωρεί. Στην πορεία των πρωτοϊστορικών και ιστορικών χρόνων, τα πρότυπα που δημιουργήθηκαν στο παρελθόν εδραιώνονται και ενισχύονται.
Εκπρόσωποι αξιομνημόνευτων πολιτισμών, Φοίνικες, Κρήτες, Ίωνες, Δωριείς, Πέρσες, περιδιαβαίνουν το Αιγαίο με ολοένα αυξανόμενες απαιτήσεις για ανοιχτή γη, καλλιέργειες, κτηνοτροφία, στεγαστικές και ναυπηγικές κατασκευές, καύσιμες ύλες, μεταλλουργία, ορυκτά, κεραμικά.
Συνέπεια των αυξανόμενων αναγκών κατά την κλασική εποχή είναι η αντικατάσταση σε μεγάλο βαθμό του μεσογειακού δάσους από ανοιχτή καλλιεργήσιμη γη. Καθώς ο πληθυσμός διογκώνεται και ο άνθρωπος γίνεται άριστος σε όλες τις τέχνες, με πρώτες τη ναυσιπλοία και τη γεωργία, όλο και περισσότερα νησιά εξερευνούνται και εποικίζονται για την κάλυψη των αναγκών του.
Το υπέδαφος των νησιών προμηθεύει άργυρο, νικέλιο και χαλκό, σίδηρο, μόλυβδο και θειάφι, μάρμαρα από την Πάρο, κιμωλία γη από την Κίμωλο, σμύριδα από τη Νάξο. Η έντονη ηφαιστειακή δράση, αν και υπεύθυνη yια την καταστροφή πολιτισμών και την ερήμωση νησιών, γεννά νέους πόρους, όπως τη θηραϊκή γη, και άριστα εδάφη για την καλλιέργεια του αμπελιού, που οι νέοι έποικοι της Θήρας γνωρίζουν πολύ καλά πώς να αξιοποιήσουν.
Η χρήση των διαθέσιμων φυσικών πόρων φτάνει ως τη συστηματική εκμετάλλευση του φυτού Αμόργη που χρησιμοποιόταν για την ύφανση των περίφημων λινών "αμοργίνων χιτώνων", περιζήτητων στα κλασικά χρόνια.
Το χαρακτηριστικό κόκκινο χρώμα τους οφειλόταν στη βαφή με τον λειχήνα Rocella tinctoria. Στη διάρκεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και των Βυζαντινών χρόνων, πολλά φυτικά και ζωικά ξενικά είδη εισάγονται από τον άνθρωπο και προσαρμόζονται απόλυτα στην περιοχή. Νέες εκτάσεις εκχερσώνονται και μετατρέπονται σε αμπελώνες και η καλλιέργεια της μουριάς εξαπλώνεται, καθώς οι Βυζαντινοί εισάγουν την τέχνη της επεξεργασίας του μεταξιού. Αργότερα, οι Φράγκοι ευγενείς επιδίδονται με ιδιαίτερο ζήλο στο κυνήγι της άγριας πανίδας των νησιών. .
Από τον 15ο αιώνα οι πειρατές σαρώνουν το Αιγαίο. Οι νέοι εισβολείς τρομοκρατούν τους νησιώτες, πολλά νησιά ερημώνονται και η Ίος, η επονομαζόμενη "μικρή Μάλτα", γίνεται κέντρο πειρατείας και δουλεμπορίου. Ακολουθώντας την ίδια πορεία ερήμωσης, στους αιώνες της Οθωμανικής κυριαρχίας επικρατεί μια μακρά περίοδος πληθυσμιακής μείωσης, εγκατάλειψης της γεωργίας και πολιτιστικής παρακμής. Η μεσογειακή μακία βλάστηση ανακαταλαμβάνει την καλλιεργημένη γη και ταυτόχρονα οι πυρκαγιές και οι αποψιλώσεις για νέα βοσκοτόπια γίνονται κυρίαρχες δραστηριότητες.
Ωστόσο υπάρχουν εξαιρέσεις, η Χίος ακμάζει χάρη στην καλλιέργεια της μαστίχας και η Τήνος χάρη στη μεταξουργία. Αυτή η νέα κατάσταση μετασχηματίζει το τοπίο σε ένα μωσαϊκό βιοτόπων σε ποικίλα στάδια υποβάθμισης και αναγέννησης. Η σταδιακή απελευθέρωση των νησιών, που συμπίπτει με την εισαγωγή νέων ξενικών φυτών όπως η πατάτα, και οι νέες δυνατότητες βιομηχανικής κατεργασίας της πρώτης ύλης δίνουν σημαντική ώθηση τόσο στην πρωτογενή παραγωγή όσο και στη μεταποίηση.
Η Λέσβος των απέραντων ελαιώνων γνωρίζει μια απροσδόκητη ακμή με τα σαπωνοποιεία, ενώ τα δάση της ήμερης βελανιδιάς, όπου υπάρχουν, απολαμβάνουν λόγω της εύνοιας του ανθρώπου μια πρόσκαιρη αναγέννηση, αφού το βελανίδι εξάγεται συστηματικά για τις ανάγκες της βυρσοδεψίας.
Παράλληλα, η ανάπτυξη των μεταφορών στο Αιγαίο κάνει γνωστά και περιζήτητα εκλεκτά προϊόντα των νησιών όπως τα σύκα της Σύμης και τα δαμάσκηνα της Σκοπέλου. Στα πρόσφατα χρόνια, ο νησιωτικός χώρος του Αιγαίου υφίσταται νέες δημογραφικές, κοινωνικές και οικολογικές μεταβολές. Η διαβίωση στα νησιά ήταν πάντα συνώνυμη της λιτότητας και τα ανταλλάγματα μιας εξαιρετικά κοπιαστικής ζωής φαντάζουν μηδαμινά στις σημερινές νησιωτικές κοινωνίες.
Οι νησιώτες, που πάντα χαρακτηρίζονταν από έντονη κινητικότητα ως ναυτικοί, εξερευνητές και μερικές φορές πρόσφυγες, οδηγήθηκαν στη δεκαετία του '50 σε εξωτερική μετανάστευση και στη συνέχεια σε αστικοποίηση. Στα μικρά νησιά η ανθρώπινη παρουσία συνετέλεσε στην αύξηση της ετερογένειας του τοπίου με τη δημιουργία νέων βιοτόπων, κυρίως με την καλλιέργεια της γης. Οι παραδοσιακές τεχνικές όπως η αμειψισπορά, η αγρανάπαυση και η καλλιέργεια σε αναβαθμίδες (πεζούλες), προστάτευαν επαρκώς τα φτωχά εδάφη.
Το τελικό αποτέλεσμα ήταν ένα αγροτικό τοπίο απίστευτα πολύπλοκο, μικροσκοπικές κοιλάδες με κομμάτια καλλιεργημένης γης σε ένα μωσαϊκό χρήσεων, αροτριαίες καλλιέργειες εναλλασσόμενες με μικρούς ελαιώνες, οπωρώνες, μποστάνια, αμπέλια και κηπευτικά, στις λαγκαδιές πυκνή βλάστηση και στις πλαγιές των χαμηλών βουνών βοσκοτόπια και εκτεταμένες καλλιέργειες σε πεζούλες, διάσπαρτα κτίσματα, μονοπάτια, στέρνες, περιστερώνες, θαμνοφράκτες, καλαμιές, πέτρινοι φράκτες.
Η μαζική μετακίνηση του πληθυσμού σημάδεψε βαθιά την αγροτική γη. Οι παραδοσιακές καλλιεργητικές πρακτικές και κυρίως οι αναβαθμίδες εγκαταλείφθηκαν, απρόσιτες καθώς ήταν στα σύγχρονα γεωργικά μηχανήματα, ενώ η κτηνοτροφία επιδίδεται με ανεξέλεγκτους ρυθμούς στον φαύλο κύκλο πυρκαγιάς- υπερβόσκησης.
Τα αποτελέσματα είναι πρόδηλα τόσο στη διάβρωση των εδαφών και την ερημοποίηση όσο και στην επαναφορά σε μια απλούστερη και πιο ομοιόμορφη δομή, δηλαδή στην ομογενοποίηση του τοπίου. Στα μεγάλα νησιά με την αυξημένη φυσική ετερογένεια, η ανθρώπινη δράση λειτούργησε κυρίως αρνητικά με την καταστροφή των βιοτόπων.
Παρόλα αυτά, τμήματα της αρχικής μεσογειακής βλάστησης όπως πευκοδάση και δάση καστανιάς και βελανιδιάς συναντιούνται σε αρκετά σημεία, είτε λόγω του απρόσιτου των περιοχών είτε γιατί o άνθρωπος ευνόησε, σε διάφορες εποχές, τη διατήρησή τους. Διατηρούνται επίσης κατάλοιπα υδροχαρών δασών με πλατάνια, ιτιές, λεύκες και συστάδες δάφνης, οικοσυστήματα με μοναδική οικολογική και αισθητική αξία. .
Επίσης στα νησιά υπάρχει ποικιλία παράκτιων οικοσυστημάτων, λιμνοθάλασσες και αλμυρόβαλτοι, θίνες με συστάδες κέδρων, αμμώδεις παραλίες, βραχώδεις ακτές και ορθοπλαγιές, εύθραυστοι φυσικοί χώροι με εξέχουσα μορφολογική και βιολογική αξία.
Παράλληλα απαντούν εδώ πολύτιμα υδάτινα οικοσυστήματα, θαλάσσια και χερσαία, που υποστηρίζουν ξεχωριστές μορφές χλωρίδας και πανίδας, θαλάσσιοι βιότοποι με όρμους και κολπίσκους, υφάλους και θαλάσσιες σπηλιές, περιοχές με γλυκό νερό, περιστασιακές λιμνούλες και χείμαρροι. Σήμερα, μια νέα πολύπλευρη και αξιοσημείωτη μεταμόρφωση του νησιωτικού τοπίου βρίσκεται σε εξέλιξη.
Ένα μεγάλο, διεθνές, τουριστικό ρεύμα κατευθύνεται προς τα νησιά εξαιτίας του ήπιου κλίματος και της ηλιοφάνειας, της γοητείας της θάλασσας και του φυσικού τοπίου, της πλούσιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
Αν και συχνά ονομάζεται "βιομηχανία", ο τουρισμός συγγενεύει σε μεγαλύτερο βαθμό με τη γεωργία, αν συγκρίνει κανείς την τεράστια επίδρασή του στο περιβάλλον και στους φυσικούς πόρους.
Οι αυξημένες ανάγκες διάθεσης υδατικών πόρων, η αναγκαία ανάπτυξη υποδομής που μεταφράζεται σε έντονη οικιστική και οδοποιητική δραστηριότητα και, κυρίως, η πολύπλευρη και εκτεταμένη χρήση των περιορισμένων φυσικών συστημάτων και ιδιαίτερα των παράκτιων οικοσυστημάτων, είναι δυναμικοί παράγοντες σε θέση να προκαλέσουν, στις ερχόμενες δεκαετίες, εντονότατες και πιθανά μη αντιστρεπτές μεταβολές στον νησιωτικό μικρόκοσμο του Αιγαίου αρχιπελάγους.
Πηγή :http://sagini3.blogspot.gr/
Tο νησιωτικό σύμπλεγμα του Αιγαίου εκτείνεται από βορρά προς νότο, ανάμεσα στην ηπειρωτική Ελλάδα, τη Μικρά Ασία και την Αφρική. Η πληθώρα των νησιών, νησίδων και βραχονησίδων που απαρτίζουν το Αρχιπέλαγος δεν είναι, στην πραγματικότητα, παρά οι κορυφές της χερσαίας μάζας της Αιγαιίδας που κατείχε τον χώρο ανάμεσα στις τεκτονικές πλάκες της Ευρασίας και της Αφρικανικής ηπείρου. Η θάλασσα σχηματίστηκε πριν από 3-4 εκ. χρόνια ως επακόλουθο της καταβύθισης της Κρητικής λεκάνης και του βόρειου τμήματος των Κυκλάδων.
Όπως και ολόκληρη η Μεσόγειος, το Αιγαίο είναι μια κλειστή θάλασσα με υψηλή αλατότητα λόγω της έντονης εξάτμισης, με σχετικά ζεστά νερά που ρυθμίζονται από επιφανειακά ρεύματα μεταβλητής κατεύθυνσης και ασθενείς παλίρροιες. Είναι μια θάλασσα αρκετά βαθιά, με σχετικά χαμηλή παραγωγικότητα.
Tα χιλιάδες διάσπαρτα κομμάτια γης, ποικίλων μεγεθών, σχημάτων και φυσιογραφίας, αλλού σε συμπλέγματα και αλλού μοναχικά, είναι αποτέλεσμα των αλλεπάλληλων γεωλογικών αναταραχών της Αιγαιίδας και της γένεσης του ηφαιστειακού τόξου κατά τη διάρκεια του 'Ανω Πλειόκαινου - Πλειστόκαινου.
Βίαιες αναταράξεις του φλοιού της γης διαμόρφωσαν ένα δαιδαλώδες τοπίο με τμήματα χέρσου που άλλοτε βυθίζονται απότομα στη θάλασσα και άλλοτε σμίγουν ήπια μαζί της. Ηφαιστειογενή νησιά με παράδοξα σχήματα, μεταλλικές πηγές, γεωθερμικά φαινόμενα και απολιθωμένες μορφές ζωής, νησιά από ασβεστόλιθο που διαβρώνεται δημιουργώντας σπηλιές, φαράγγια, χαράδρες και υψίπεδα συνθέτουν το εξαιρετικά ποικίλο τοπίο των νησιών του Αιγαίου.
Αυτή η πολυσχιδής τοπογραφία συντελεί στη δημιουργία μιας ποικιλίας τοπικών κλιματικών συνθηκών. Γενικά, όμως, το μεσογειακό κλίμα αποτελεί έναν μεταβατικό τύπο από τα εύκρατα στα ξηρά τροπικά κλίματα.
Χαρακτηριστικά στοιχεία του είναι η έντονη ηλιακή ακτινοβολία και η παρατεταμένη θερινή ξηρασία, η υγρή περίοδος συμπίπτει με τις μικρές ημέρες του χειμώνα και η συχνότητα των βροχοπτώσεων ποικίλλει από έτος σε έτος. Το στοιχείο που καθιστά μοναδικό το νησιωτικό κλίμα του Αιγαίου είναι η περιβάλλουσα θάλασσα που διαμορφώνει τα επίπεδα υγρασίας, καθορίζει τους ανέμους και δρα ως ρυθμιστικός παράγοντας μετριάζοντας τις διακυμάνσεις της θερμοκρασίας.
Οι αλληλεπιδράσεις κλίματος και γεωμορφολογίας είχαν αποτέλεσμα την παρουσία πολλών εδαφικών τύπων. Σε γενικές γραμμές, όμως, το έδαφος είναι φτωχό, ευαίσθητο στην αποσάθρωση και στη διάβρωση. Ιδιαίτερα στους τόπους με έντονο ανάγλυφο η αιολική διάβρωση απογυμνώνει τη γη από το επιφανειακό έδαφος. Λόγω αυτών των δυσμενών συνθηκών, τα μεσογειακά οικοσυστήματα που εξελίχθηκαν στην περιοχή προσαρμόστηκαν σε μία περίοδο ταυτόχρονα θερμή και ξηρή, αναπτύσσοντας άμυνες για να αντεπεξέρχονται στις πυρκαγιές και την ξηρασία.
Οι μεσογειακού τύπου θαμνότοποι, ένα ιδιαίτερα πολύπλοκο και σπάνιο οικοσύστημα που καλύπτει μόλις το 0,5% της χερσαίας έκτασης του πλανήτη, είναι σχηματισμοί θαμνωδών ξυλωδών αειθαλών φυτών με μικρά, δερματώδη και σκληρά φύλλα. Αντιπροσωπευτικά είδη είναι το πουρνάρι, η αγριελιά, η κουμαριά, ο σχίνος. Συχνά το σύστημα συνοδεύεται από μικρά δέντρα, στα διάκενα των οποίων αναπτύσσεται μια εξαιρετική ποικιλία ετήσιων και πολυετών ποών.
Η φυτική αυτή κοινωνία ονομάζεται μακία βλάστηση. Ακολουθώντας έναν οικολογικό άξονα που ορίζεται από παραμέτρους όπως η υγρασία και το υψόμετρο, αυτό το σκληρόφυλλο δάσος σμίγει με ελαιώνες και χαρουπιές, πευκοδάση και δάση φυλλοβόλων δρυών. Σε τόπους έντονα υποβαθμισμένους ή με αυξημένη ξηρασία, η βλάστηση γίνεται χαμηλότερη, ανοιχτή και διάσπαρτη με αγκαθωτούς ημισφαιρικούς θάμνους του ονομάζονται φρύγανα και συνθέτουν το χαρακτηριστικό φρυγανικό οικοσύστημα.
Ένα μεγάλο μέρος του είναι αρωματικά φυτά όπως η ρίγανη, το θυμάρι και η λεβάντα, τα αιθέρια έλαια των οποίων απελευθερώνονται με την ηλιακή θερμότητα στον αέρα. Η ανθρώπινη παρουσία σ' αυτή την περιοχή του κόσμου αριθμεί χιλιετίες.
Δύσκολο να διακριθούν οι επιδράσεις της από εκείνες της γεωμορφολογίας και των φυσικών διεργασιών. Εδώ η φύση έχει προσφέρει πολλά στον άνθρωπο και ο άνθρωπος, με τη σειρά του, έχει σημαδέψει βαθιά ένα ευπαθές περιβάλλον με περιορισμένους φυσικούς πόρους.
Η Νεολιθική περίοδος, κατά τη διάρκεια του Ολόκαινου, από το 12.000 ως το 3.000 π.Χ., με κορυφαία γεγονότα την ανακάλυψη της γεωργίας και τη δημογραφική έκρηξη, σηματοδοτεί την άφιξη του ανθρώπου στα νησιά και την απαρχή της μεταμόρφωσης του φυσικού περιβάλλοντος.
Η σχέση του ανθρώπου με τη φιλική θάλασσα του Αιγαίου διαμορφώθηκε από πολύ νωρίς και είναι σταθερή και βαθύτατη. Σε κάθε νησί που διαθέτει φυσικό λιμάνι, στριμωγμένο ανάμεσα στον βράχο και το κύμα, οι έποικοι γίνονται έμπειροι ναυτικοί, ψαράδες και δύτες. Από τα πανάρχαια χρόνια ως σήμερα, η ναυσιπλοΐα και οι θαλάσσιες μεταφορές δεν έχουν πάψει να ρυθμίζουν την ιστορική εξέλιξη και την τύχη των νησιών.
Νησιά όπως η 'Ανδρος και η Σύρος έγιναν σε διάφορες εποχές σημαντικά εμποροναυτικά κέντρα, διακινώντας τα προϊόντα ενός μεγαλειώδους πνευματικού και υλικού πολιτισμού ως τα ακρότατα σημεία του τότε γνωστού κόσμου.
Από τους Φοίνικες δύτες της πορφύρας ως τους Καλύμνιους σφουγγαράδες και το καταστροφικό ψάρεμα με δυναμίτιδα των ημερών μας, ο άνθρωπος δεν έπαψε να ταράζει τα νερά του Αιγαίου με διαρκώς αυξανόμενη ένταση.
Η κατάκτηση της στεριάς υπήρξε θεαματικότερη και δραματικότερη. Κυρίαρχος ήδη της φωτιάς, ο κυνηγός-καρποσυλλέκτης παρατηρεί ότι τα μεγάλα δέντρα δεν του παρέχουν αρκετή τροφή και ότι στα ανοίγματα της βλάστησης και στις καμένες περιοχές οι εδώδιμοι καρποί των θάμνων, τα χόρτα και οι βολβοί είναι αφθονότεροι. Σταδιακά αρχίζει να ασχολείται με τη γεωργία, καλλιεργεί το σιτάρι και το κριθάρι και συνεχίζει με τον αρακά, τη φακή και το κουκί, ποώδη φυτικά είδη που γεννήθηκαν στην περιοχή της Μεσογείου.
Η εκχέρσωση των δασών δίνει πλούσια καλλιεργήσιμη γη και οι στάχτες των καμένων κορμών είναι καλό λίπασμα για τους αγρούς. Η εκτροφή των αιγοπροβάτων ξεκινά στην ευρύτερη περιοχή ανάμεσα στο12.000 και το 8.000 π.Χ. και ο βοσκός, μετά τον κυνηγό, γνωρίζει ήδη ότι τα ζώα που του δίνουν τροφή προτιμούν τις καμένες περιοχές.
Στη διάρκεια της Εποχής του Χαλκού αρχίζουν να καλλιεργούνται η ελιά, το αμπέλι και τα πρώτα οπωροφόρα. Το νερό ήταν πάντα λιγοστό και άνισα κατανεμημένο, με αποτέλεσμα η προσαρμογή στους κλιματικούς και μορφολογικούς περιορισμούς να ευνοήσει σε όλες τις εποχές τις ξηρικές καλλιέργειες όπως τα αμπέλια, τις συκιές, τις δαμασκηνιές, τις αμυγδαλιές και τις χαρουπιές.
Η Εποχή του Χαλκού, κατά την οποία ακμάζει στο Αιγαίο ο Κυκλαδικός Πολιτισμός, σηματοδοτεί την έναρξη ενός νέου τύπου εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων, της εκμετάλλευσης των μετάλλων και των ορυκτών.
Ορυχεία λευκόλιθου έχουν βρεθεί μέχρι και στην Πλάτη, βραχονησίδα της Ψερίμου στα βόρεια Δωδεκάνησα, ενώ ναυτικοί από το 'Αργος ταξιδεύουν στη Μήλο για να προμηθευτούν οψιδιανό 9.500 χρόνια πριν. Η φωτιά, το τσεκούρι και η αξίνα γίνονται πλέον οι κύριοι ρυθμιστικοί παράγοντες και διαμορφωτές της σχέσης ανθρώπου και φυσικού περιβάλλοντος.
'Ηδη από τη Νεολιθική Εποχή η εξέλιξη του νησιωτικού τοπίου παρουσιάζει μια εικόνα παλινδρόμησης. Υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων και έντονος μετασχηματισμός του τοπίου συνοδεύουν τις εποχές ειρήνης, οικονομικής ευμάρειας και δημογραφικής αύξησης.
Απότομες πληθυσμιακές μειώσεις και πτώση της δραστηριότητας είναι επακόλουθο των περιόδων κρίσης που διαδέχονται τις φυσικές καταστροφές, κυρίως σεισμούς και ηφαιστειακές εκρήξεις, τους πολέμους, τους λιμούς και τις επιδημίες.
Συνακόλουθα η ανθρώπινη επίδραση στα νησιά υποχωρεί. Στην πορεία των πρωτοϊστορικών και ιστορικών χρόνων, τα πρότυπα που δημιουργήθηκαν στο παρελθόν εδραιώνονται και ενισχύονται.
Εκπρόσωποι αξιομνημόνευτων πολιτισμών, Φοίνικες, Κρήτες, Ίωνες, Δωριείς, Πέρσες, περιδιαβαίνουν το Αιγαίο με ολοένα αυξανόμενες απαιτήσεις για ανοιχτή γη, καλλιέργειες, κτηνοτροφία, στεγαστικές και ναυπηγικές κατασκευές, καύσιμες ύλες, μεταλλουργία, ορυκτά, κεραμικά.
Συνέπεια των αυξανόμενων αναγκών κατά την κλασική εποχή είναι η αντικατάσταση σε μεγάλο βαθμό του μεσογειακού δάσους από ανοιχτή καλλιεργήσιμη γη. Καθώς ο πληθυσμός διογκώνεται και ο άνθρωπος γίνεται άριστος σε όλες τις τέχνες, με πρώτες τη ναυσιπλοία και τη γεωργία, όλο και περισσότερα νησιά εξερευνούνται και εποικίζονται για την κάλυψη των αναγκών του.
Το υπέδαφος των νησιών προμηθεύει άργυρο, νικέλιο και χαλκό, σίδηρο, μόλυβδο και θειάφι, μάρμαρα από την Πάρο, κιμωλία γη από την Κίμωλο, σμύριδα από τη Νάξο. Η έντονη ηφαιστειακή δράση, αν και υπεύθυνη yια την καταστροφή πολιτισμών και την ερήμωση νησιών, γεννά νέους πόρους, όπως τη θηραϊκή γη, και άριστα εδάφη για την καλλιέργεια του αμπελιού, που οι νέοι έποικοι της Θήρας γνωρίζουν πολύ καλά πώς να αξιοποιήσουν.
Η χρήση των διαθέσιμων φυσικών πόρων φτάνει ως τη συστηματική εκμετάλλευση του φυτού Αμόργη που χρησιμοποιόταν για την ύφανση των περίφημων λινών "αμοργίνων χιτώνων", περιζήτητων στα κλασικά χρόνια.
Το χαρακτηριστικό κόκκινο χρώμα τους οφειλόταν στη βαφή με τον λειχήνα Rocella tinctoria. Στη διάρκεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και των Βυζαντινών χρόνων, πολλά φυτικά και ζωικά ξενικά είδη εισάγονται από τον άνθρωπο και προσαρμόζονται απόλυτα στην περιοχή. Νέες εκτάσεις εκχερσώνονται και μετατρέπονται σε αμπελώνες και η καλλιέργεια της μουριάς εξαπλώνεται, καθώς οι Βυζαντινοί εισάγουν την τέχνη της επεξεργασίας του μεταξιού. Αργότερα, οι Φράγκοι ευγενείς επιδίδονται με ιδιαίτερο ζήλο στο κυνήγι της άγριας πανίδας των νησιών. .
Από τον 15ο αιώνα οι πειρατές σαρώνουν το Αιγαίο. Οι νέοι εισβολείς τρομοκρατούν τους νησιώτες, πολλά νησιά ερημώνονται και η Ίος, η επονομαζόμενη "μικρή Μάλτα", γίνεται κέντρο πειρατείας και δουλεμπορίου. Ακολουθώντας την ίδια πορεία ερήμωσης, στους αιώνες της Οθωμανικής κυριαρχίας επικρατεί μια μακρά περίοδος πληθυσμιακής μείωσης, εγκατάλειψης της γεωργίας και πολιτιστικής παρακμής. Η μεσογειακή μακία βλάστηση ανακαταλαμβάνει την καλλιεργημένη γη και ταυτόχρονα οι πυρκαγιές και οι αποψιλώσεις για νέα βοσκοτόπια γίνονται κυρίαρχες δραστηριότητες.
Ωστόσο υπάρχουν εξαιρέσεις, η Χίος ακμάζει χάρη στην καλλιέργεια της μαστίχας και η Τήνος χάρη στη μεταξουργία. Αυτή η νέα κατάσταση μετασχηματίζει το τοπίο σε ένα μωσαϊκό βιοτόπων σε ποικίλα στάδια υποβάθμισης και αναγέννησης. Η σταδιακή απελευθέρωση των νησιών, που συμπίπτει με την εισαγωγή νέων ξενικών φυτών όπως η πατάτα, και οι νέες δυνατότητες βιομηχανικής κατεργασίας της πρώτης ύλης δίνουν σημαντική ώθηση τόσο στην πρωτογενή παραγωγή όσο και στη μεταποίηση.
Η Λέσβος των απέραντων ελαιώνων γνωρίζει μια απροσδόκητη ακμή με τα σαπωνοποιεία, ενώ τα δάση της ήμερης βελανιδιάς, όπου υπάρχουν, απολαμβάνουν λόγω της εύνοιας του ανθρώπου μια πρόσκαιρη αναγέννηση, αφού το βελανίδι εξάγεται συστηματικά για τις ανάγκες της βυρσοδεψίας.
Παράλληλα, η ανάπτυξη των μεταφορών στο Αιγαίο κάνει γνωστά και περιζήτητα εκλεκτά προϊόντα των νησιών όπως τα σύκα της Σύμης και τα δαμάσκηνα της Σκοπέλου. Στα πρόσφατα χρόνια, ο νησιωτικός χώρος του Αιγαίου υφίσταται νέες δημογραφικές, κοινωνικές και οικολογικές μεταβολές. Η διαβίωση στα νησιά ήταν πάντα συνώνυμη της λιτότητας και τα ανταλλάγματα μιας εξαιρετικά κοπιαστικής ζωής φαντάζουν μηδαμινά στις σημερινές νησιωτικές κοινωνίες.
Οι νησιώτες, που πάντα χαρακτηρίζονταν από έντονη κινητικότητα ως ναυτικοί, εξερευνητές και μερικές φορές πρόσφυγες, οδηγήθηκαν στη δεκαετία του '50 σε εξωτερική μετανάστευση και στη συνέχεια σε αστικοποίηση. Στα μικρά νησιά η ανθρώπινη παρουσία συνετέλεσε στην αύξηση της ετερογένειας του τοπίου με τη δημιουργία νέων βιοτόπων, κυρίως με την καλλιέργεια της γης. Οι παραδοσιακές τεχνικές όπως η αμειψισπορά, η αγρανάπαυση και η καλλιέργεια σε αναβαθμίδες (πεζούλες), προστάτευαν επαρκώς τα φτωχά εδάφη.
Το τελικό αποτέλεσμα ήταν ένα αγροτικό τοπίο απίστευτα πολύπλοκο, μικροσκοπικές κοιλάδες με κομμάτια καλλιεργημένης γης σε ένα μωσαϊκό χρήσεων, αροτριαίες καλλιέργειες εναλλασσόμενες με μικρούς ελαιώνες, οπωρώνες, μποστάνια, αμπέλια και κηπευτικά, στις λαγκαδιές πυκνή βλάστηση και στις πλαγιές των χαμηλών βουνών βοσκοτόπια και εκτεταμένες καλλιέργειες σε πεζούλες, διάσπαρτα κτίσματα, μονοπάτια, στέρνες, περιστερώνες, θαμνοφράκτες, καλαμιές, πέτρινοι φράκτες.
Η μαζική μετακίνηση του πληθυσμού σημάδεψε βαθιά την αγροτική γη. Οι παραδοσιακές καλλιεργητικές πρακτικές και κυρίως οι αναβαθμίδες εγκαταλείφθηκαν, απρόσιτες καθώς ήταν στα σύγχρονα γεωργικά μηχανήματα, ενώ η κτηνοτροφία επιδίδεται με ανεξέλεγκτους ρυθμούς στον φαύλο κύκλο πυρκαγιάς- υπερβόσκησης.
Τα αποτελέσματα είναι πρόδηλα τόσο στη διάβρωση των εδαφών και την ερημοποίηση όσο και στην επαναφορά σε μια απλούστερη και πιο ομοιόμορφη δομή, δηλαδή στην ομογενοποίηση του τοπίου. Στα μεγάλα νησιά με την αυξημένη φυσική ετερογένεια, η ανθρώπινη δράση λειτούργησε κυρίως αρνητικά με την καταστροφή των βιοτόπων.
Παρόλα αυτά, τμήματα της αρχικής μεσογειακής βλάστησης όπως πευκοδάση και δάση καστανιάς και βελανιδιάς συναντιούνται σε αρκετά σημεία, είτε λόγω του απρόσιτου των περιοχών είτε γιατί o άνθρωπος ευνόησε, σε διάφορες εποχές, τη διατήρησή τους. Διατηρούνται επίσης κατάλοιπα υδροχαρών δασών με πλατάνια, ιτιές, λεύκες και συστάδες δάφνης, οικοσυστήματα με μοναδική οικολογική και αισθητική αξία. .
Επίσης στα νησιά υπάρχει ποικιλία παράκτιων οικοσυστημάτων, λιμνοθάλασσες και αλμυρόβαλτοι, θίνες με συστάδες κέδρων, αμμώδεις παραλίες, βραχώδεις ακτές και ορθοπλαγιές, εύθραυστοι φυσικοί χώροι με εξέχουσα μορφολογική και βιολογική αξία.
Παράλληλα απαντούν εδώ πολύτιμα υδάτινα οικοσυστήματα, θαλάσσια και χερσαία, που υποστηρίζουν ξεχωριστές μορφές χλωρίδας και πανίδας, θαλάσσιοι βιότοποι με όρμους και κολπίσκους, υφάλους και θαλάσσιες σπηλιές, περιοχές με γλυκό νερό, περιστασιακές λιμνούλες και χείμαρροι. Σήμερα, μια νέα πολύπλευρη και αξιοσημείωτη μεταμόρφωση του νησιωτικού τοπίου βρίσκεται σε εξέλιξη.
Ένα μεγάλο, διεθνές, τουριστικό ρεύμα κατευθύνεται προς τα νησιά εξαιτίας του ήπιου κλίματος και της ηλιοφάνειας, της γοητείας της θάλασσας και του φυσικού τοπίου, της πλούσιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
Αν και συχνά ονομάζεται "βιομηχανία", ο τουρισμός συγγενεύει σε μεγαλύτερο βαθμό με τη γεωργία, αν συγκρίνει κανείς την τεράστια επίδρασή του στο περιβάλλον και στους φυσικούς πόρους.
Οι αυξημένες ανάγκες διάθεσης υδατικών πόρων, η αναγκαία ανάπτυξη υποδομής που μεταφράζεται σε έντονη οικιστική και οδοποιητική δραστηριότητα και, κυρίως, η πολύπλευρη και εκτεταμένη χρήση των περιορισμένων φυσικών συστημάτων και ιδιαίτερα των παράκτιων οικοσυστημάτων, είναι δυναμικοί παράγοντες σε θέση να προκαλέσουν, στις ερχόμενες δεκαετίες, εντονότατες και πιθανά μη αντιστρεπτές μεταβολές στον νησιωτικό μικρόκοσμο του Αιγαίου αρχιπελάγους.
Πηγή :http://sagini3.blogspot.gr/
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου