Μιχάλης Γελασάκης Πήραμε το πλοίο της γραμμής για να κάνουμε το δρομολόγιο που κάνουν οι ναυτικοί μετ’ επιστροφής, χωρίς να κατέβουμε σε κάποιο λιμάνι. Η διαδρομή μας ήταν Πειραιάς – Κύθνος – Σέριφος – Σίφνος – Κίμωλος – Μήλος και πίσω, ενώ άλλες μέρες προστίθενται κάποιοι ακόμα προορισμοί, με τερματικό λιμάνι εκείνο της Σαντορίνης. Στις περίπου 17 ώρες προσπαθήσαμε να δούμε και να καταγράψουμε τη ζωή τον χειμώνα μέσα σε ένα από τα πολλά πλοία που ταξιδεύουν αδιάκοπα στις ελληνικές θάλασσες.Ηζωή τον χειμώνα μέσα σε ένα πλοίο της άγονης (τι άθλια λέξη για τα νησιά μας!) και της γόνιμης γραμμής έχει δυσκολίες που μόνο αν έχεις ζήσει μπορείς να φανταστείς. Ενώ υπάρχει μια διαρκής κίνηση στη μικροπολιτεία του καραβιού, η εξειδίκευση, ο σαφής διαχωρισμός των αρμοδιοτήτων και η επαναληψιμότητα δημιουργούν κανονικότητα και ρουτίνα που κάποιες φορές κάνει τα πράγματα να μοιάζουν βασανιστικά ακίνητα.
Η αναχώρηση ήταν στις 7 το πρωί. Το λιμάνι σχεδόν έρημο. Καράβια αραγμένα με σβηστά φώτα και λιγοστοί –σε σχέση με ένα καλοκαιρινό δρομολόγιο– επιβάτες που μετριάζουν τη νύστα τους με έναν καφέ ή με την υπερένταση του ταξιδιού, μέχρι να βολευτούν σε μια θέση ή στην καμπίνα και να χαλαρώσουν για το ταξίδι. Ανάλογα με το πού θα κατέβει ο καθένας, πηγαίνει και σε άλλη μεριά του πλοίου, μήπως και βρει τους συντοπίτες του. Αλλού κάθονται συνήθως όσοι θα κατέβουν στη Σέριφο και αλλού όσοι πάνε στην Κύθνο ή στη Μήλο
Μέσα στα γραφεία, πάνω στη γέφυρα, κάτω στις μηχανές, στις καμπίνες του προσωπικού, στην κουζίνα και σε τόσες άλλες ήσυχες ή θορυβώδεις αθέατες γωνιές, όπου κρύβεται ένας άλλος κόσμος.Ο καιρός χειμωνιάτικος, βροχερός. Επιβάτες, φορτηγά και αυτοκίνητα τακτοποιούνται με τη γνωστή ρευστότητα της επιβίβασης. Ελάχιστοι είναι έξω κατά την αναχώρηση –παρότι χαράζει και το μεγάλο λιμάνι εκείνη την ώρα έχει κάτι που δεν θέλεις να χάσουν τα μάτια σου. Σχεδόν κανείς δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία σε όσους εργάζονται, εκτός αν θέλει να ζητήσει κάτι. Κάποιος που εργάζεται εδώ ακούει καθημερινά ξανά και ξανά σχεδόν τις ίδιες απορίες, αν δεν πέσει σε καμιά πιο «σκληρή» περίπτωση…
Οι επιβάτες έχουν ξυπνήσει από τα χαράματα και δεν έρχονται όλοι από την Αθήνα. Πιάνουν τη θέση που τους βολεύει, ανάλογα με τα γούστα τους, και κοιτάνε να προλάβουν το κυλικείο πριν πλακώσει κίνηση. Είναι κυρίως μόνιμοι κάτοικοι που επιστρέφουν από κάποια δουλειά στην ηπειρωτική Ελλάδα ή επαγγελματίες μεταφορών. Το πλήρωμα είναι ήδη στο πόδι από τις 5 το πρωί ώστε να είναι έτοιμο για την υποδοχή του κόσμου και τις προετοιμασίες που απαιτούνται. Λίγο-πολύ αυτά που συμβαίνουν μπροστά από την μπουκαπόρτα του καραβιού, μέσα στο γκαράζ και στους χώρους υποδοχής τα έχουμε δει όλοι. Είναι οι γνώριμες εικόνες του απόπλου, μόνο που τον χειμώνα γίνονται όλα με χαμηλότερους ρυθμούς.
Εκείνα που δεν έχουμε τη δυνατότητα να δούμε είναι όσα γίνονται στα ενδότερα. Μέσα στα γραφεία, πάνω στη γέφυρα, κάτω στις μηχανές, στις καμπίνες του προσωπικού, στην κουζίνα και σε τόσες άλλες ήσυχες ή θορυβώδεις αθέατες γωνιές, όπου κρύβεται ένας άλλος κόσμος. Έχετε σκεφτεί ποτέ ότι μπορεί να μπαίνει κάποιος άνθρωπος όποτε χρειάζεται μέσα στο φουγάρο ή ότι δεν κρατάει το τιμόνι ο καπετάνιος, αλλά ένας ναύτης;
Υπάρχουν πολλά στο βασίλειο των καραβιών που δεν μας έχουν κάνει ποτέ να αναρωτηθούμε, αλλά είναι η ζωή των ανθρώπων που τα βιώνουν. Το πλοίο της Zante Ferries με το οποίο ταξιδέψαμε εκείνη τη μέρα είχε περίπου 50 άτομα πλήρωμα, που αυξάνεται τους καλοκαιρινούς μήνες. Αρκετοί από αυτούς δεν είναι από την Αθήνα και ένας βασικός παράγοντας για τον οποίο κάνουν αυτήν τη δουλειά είναι οι καλές οικονομικές απολαβές. Αυτή η δουλειά, όμως, δεν είναι για όλους και οι καλοί μισθοί κρύβουν από πίσω τους –όπως συχνά συμβαίνει– μεγάλες δυσκολίες, επικινδυνότητα και ευθύνη.
Η συνέπεια είναι βασικό χαρακτηριστικό της ζωής των εργαζόμενων μέσα στο πλοίο. Υπάρχουν διαδικασίες και κανόνες που πρέπει να τηρούνται ευλαβικά για να κυλούν όλα ομαλά, όπως στο ταξίδι που κάναμε. Μπορεί τον χειμώνα να είναι τα πράγματα πιο ήρεμα ή πιο έρημα στον χώρο των επιβατών και στο γκαράζ, αλλά για τις διαδικασίες που πρέπει να γίνουν μέσα στη γέφυρα ή στο μηχανοστάσιο ή στην πλώρη και την πρύμνη δεν αλλάζει κάτι. Ίσα ίσα, ο βαθμός δυσκολίας είναι μεγαλύτερος.
Ο καθένας μπορεί να φανταστεί ότι το ταξίδι δεν γίνεται πάντοτε με ευνοϊκές καιρικές συνθήκες. Επίσης, τα δρομολόγια που έχουν πολλούς προορισμούς είναι σαφώς δυσκολότερα από εκείνα όπως της Κρήτης που έχουν έναν, γιατί δεν υπάρχει καθόλου χρόνος χαλάρωσης. Κάθε 2-3 ώρες «πιάνουν» και από ένα διαφορετικό λιμάνι, με το καθένα από αυτά να έχεις τις δυσκολίες του. Εν προκειμένω, έλυσαν και έδεσαν άψογα το καράβι πάνω από 10 φορές σε ένα δρομολόγιο με μέτριας δυσκολίας καιρό.Κατά την άφιξη και τον απόπλου του καραβιού δεν είναι τόσο πρόβλημα το κύμα –μας εξηγεί ο καπετάνιος, κύριος Μιχάλης Λυγνός– όσο ο αέρας. Αυτός είναι που δυσκολεύει τα πράγματα και θέλει ιδιαίτερη προσοχή και εμπειρία. Όσους καπετάνιους έχω συναντήσει στη ζωή μου έχουν μια γαλήνη και μια υπομονή που δύσκολα συναντάς. Να φταίει η κουλτούρα του επαγγέλματος; Η διαρκής εικόνα της θάλασσας; Ποιος ξέρει…
Στη γέφυρα υπάρχει ησυχία, άνεση χώρου και τρία, το πολύ τέσσερα άτομα. Η αίσθηση είναι τελείως διαφορετική από οποιοδήποτε άλλο σημείο του καραβιού. Βλέπεις τα πάντα από ψηλά με άπλετο φυσικό φως και τον ανοιχτό ορίζοντα, με την πλώρη ως αιχμή της συναρπαστικής βόλτας στη θάλασσα. Έτσι το βλέπουμε εμείς που είμαστε περαστικοί και δεν θα είμαστε και αύριο και μεθαύριο εδώ. Αν δεν τον βλέπουν έστω και λίγο έτσι και όσοι βρίσκονται εδώ, πώς να αντέξουν τις αμέτρητες ώρες κοιτάζοντας τον ορίζοντα που διαρκώς πλησιάζει, αλλά δεν φτάνει ποτέ;
Πώς να αντέξουν τις μέρες που βρίσκονται μακριά από τα σπίτια τους και τα αγαπημένα τους πρόσωπα;Σκέφτομαι ότι μάλλον οι τυχεροί ναυτικοί βρίσκουν μέσα τους την ισορροπία, δίνοντας χώρο και στη γοητεία που έχει η αίσθηση αλλά και οι εικόνες του ταξιδιού στη θάλασσα, αλλιώς είναι μια δουλειά που δύσκολα θα κάνει κάποιος για πολλά χρόνια… Είναι διαφορετική ακόμα και από εκείνη του οδηγού στο παλιό κίτρινο φορτηγάκι των ΕΛΤΑ που αποβιβάζεται σε κάθε λιμάνι για να παραδώσει την αλληλογραφία. Στην πλειοψηφία της πλέον δεν είναι αλληλογραφία, αλλά προϊόντα που έχουν αγοραστεί από το διαδίκτυο.
Σε αντίθεση με τη γέφυρα, κάτω στις μηχανές το σκηνικό είναι διαφορετικό. Φοβερή φασαρία, κανένα παράθυρο, χιλιάδες μικρά ή μεγαλύτερα μεταλλικά κομμάτια συνδεδεμένα μεταξύ τους. Ένας από τους μηχανικούς μού εξηγεί, μιλώντας φωναχτά κοντά στο αυτί μου, τι υπάρχει εδώ κάτω. Από όσα μπορώ να ακούσω, καταλαβαίνω τα μισά. Η άνεση της κίνησής του μέσα στον σιδερένιο λαβύρινθο με τις μικροσκοπικές πόρτες είναι εντυπωσιακή! Δεν κοιτάζει σχεδόν καθόλου κάτω, όπως εμείς, που σε κάθε βήμα έχουμε τον νου μας μη βρεθούμε να κοιτάμε τις βίδες ανάποδα.
Το μηχανοστάσιο είναι ένας άλλος κόσμος, παράλληλος. Είναι η καρδιά του πλοίου. Ανήλιαγος κόσμος διαρκούς επιτήρησης, εργασιών και μεγάλης ευθύνης. Περισσότερα από 15 άτομα δουλεύουν εδώ, κάτω από το επίπεδο της θάλασσας, και εναλλάσσονται με βάρδιες, όπως και στα άλλα πόστα.Βγαίνοντας από το μηχανοστάσιο, είναι σαν να παίρνεις μια ανάσα και αναρωτιέσαι πόσες ώρες θα άντεχες εσύ να δουλέψεις με συνθήκες μεγάλης ευθύνης εδώ κάτω, με διαρκή εξαερισμό και υπερβολικό θόρυβο. Και για πόσο καιρό θα μπορούσες να το κάνεις. Εκείνοι, όμως, οι αφανείς του πληρώματος, καταφέρνουν και το κάνουν για χρόνια… Και αυτό είναι ακόμα πιο εντυπωσιακό από τις δύο γιγαντιαίες μηχανές που λειτουργούν ασταμάτητα.
Συζητώντας με το πλήρωμα, ακούς και μαθαίνεις διάφορες ωραίες λέξεις της ναυτικής αργκό ή της τυπικής ναυτικής γλώσσας. Όπως οι χώροι ενδιαίτησης (είναι οι κλειστοί χώροι διαμονής, σίτισης και υγιεινής του πλοίου) ή τα γκαραζιάτικα (το έξτρα εισόδημα εκείνων που τακτοποιούν τα οχήματα στο γκαράζ). Κάθε επάγγελμα έχει την ιδιόλεκτό του. Στο μηχανοστάσιο λένε ότι όσο περισσότερη φασαρία έχει ένα σημείο στο καράβι, τόσο μεγαλύτερη είναι η ησυχία σου…
Στην κουζίνα τα πράγματα είναι πιο ζεστά. Όπως όλα τα μέρη που έχουν πάνω στα τραπέζια ένα πιάτο φαγητό. Ο μάγειρας με τον βοηθό του φροντίζουν για τη σίτιση του προσωπικού, που αργά ή γρήγορα θα περάσει από εκεί μέσα στη μέρα περισσότερες από μία φορές. Η μικροκοινωνία του πλοίου δεν είναι η ίδια για όλους. Ο καθένας τη βιώνει διαφορετικά. Ανάλογα με το πόστο και την ευθύνη που αυτό έχει. Από τη γέφυρα μέχρι το μηχανοστάσιο, υπάρχουν ενδιάμεσα κι άλλοι μικρόκοσμοι που πρέπει να συνυπάρχουν αρμονικά. Το λογιστήριο, η ρεσεψιόν, οι καμαρότοι… Για όλα αυτά υπάρχουν διακριτικά και βαθμοί που ορίζουν την ιεραρχία και τις αρμοδιότητες. Ο πλοίαρχος, ο Α' μηχανικός, ο Β' μηχανικός, ο Γ' μηχανικός, ο υποπλοίαρχος, ο δόκιμος, ο αρχιθαλαμηπόλος, ο θαλαμηπόλος, ο ηλεκτρολόγος, ο μάγειρας με τους βοηθούς του…
Ανάλογα με τα καράβια, τα δρομολόγια και γενικότερα τα μεγέθη, ο αριθμός των ναυτικών που χρειάζονται για να βγαίνουν οι βάρδιες αλλάζει. Η ζωή στα καράβια δεν είναι εύκολη. Μπορεί να σου δίνει μια αίσθηση ελευθερίας το διαρκές ταξίδι, αλλά όχι από τη μεριά του περιηγητή. Αυτό σημαίνει ότι πολλά από τα γοητευτικά στοιχεία του ταξιδιού παύουν να υπάρχουν και γίνεται συχνά μια ρουτίνα πολύ σκληρότερη από το 8ωρο στο γραφείο. Πληρώνεσαι καλά, αλλά ουσιαστικά έχεις ελάχιστο χρόνο να απολαύσεις μια «κανονική ζωή». Για όσους έχουν οικογένειες τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα.
Ο χρόνος με την οικογένεια λίγος και τα ωράρια μακριά από τα συνηθισμένα. «Είμαστε γονείς επισκέπτες», θα μου πει κάποιος, με όση πίκρα μπορεί να συγκρατήσει μιλώντας σε έναν άγνωστο.Η αντίθεση των επιβατών με το προσωπικό είναι έντονη. Οι επιβάτες βιώνουν τα πράγματα με άλλο τρόπο. Κάποιοι μιλάνε στα τηλέφωνά τους δυνατά, σαν να μην έχουν τίποτα να κρύψουν. Άλλοι έχουν ξαπλώσει, άλλοι είναι προσηλωμένοι στα κινητά τους, ρίχνοντας καμιά κλεφτή ματιά από τα τζάμια προς τα έξω, όταν δένουμε σε κάποιο λιμάνι. Μερικοί επιβιβάζονται για να πάνε από το ένα νησί στο άλλο χωρίς βαλίτσες, όπως μια ομάδα μαθητών που πήγαινε σε ποδοσφαιρικό αγώνα και θα επέστρεφε με το ίδιο πλοίο στον γυρισμό.
Φτάσαμε στον Πειραιά την ίδια μέρα, περίπου στις 23:30. Είχαμε ξεκινήσει από τις 7 το πρωί. Για εμάς το ταξίδι τελείωσε μόλις βγήκαμε από την πόρτα του πλοίου. Για τους ναυτικούς, όμως, το ταξίδι συνεχίζεται με την απαραίτητη καθαριότητα που πρέπει να γίνει, τις σημειώσεις, τα ημερολόγια και όλα όσα ορίζουν τα πρωτόκολλα στο πόστο του καθενός. Τα «ρολά» θα κατέβουν γύρω στις 12:30 και στις 5 θα πρέπει οι περισσότεροι να είναι στο πόδι για την επόμενη αναχώρηση στις 7. Ακόμα και κάποιοι που μένουν στην Αθήνα επιλέγουν να μείνουν μέσα στο πλοίο για να μη χάσουν χρόνο στη μετακίνηση. Αν έφταναν στο σπίτι τους 1:00-1:30 τη νύχτα, θα έπρεπε στις 4:00 να είναι στο πόδι. Όσοι δεν είναι από την Αθήνα έτσι κι αλλιώς δεν έχουν άλλη επιλογή.
Η ζωή μέσα σε ένα πλοίο της γραμμής, και δη τον χειμώνα, έχει τις δικές της συμβάσεις μέσα στις συχνές φουρτούνες. Έχει άλλο περπάτημα. Εκείνο του πληρώματος που συνηθίζει να μη χάνει την ισορροπία του, συντονίζοντας το βήμα του με την κίνηση του κυματισμού. Είναι φορές που ο χρόνος μοιάζει ατελείωτος μέσα στην προκαθορισμένη ρουτίνα της βάρδιας. Έχει όμως τη διαρκή κίνηση και μαγικές εικόνες που δύσκολα βρίσκεις στις ρουτίνες της στεριάς. Δεν είναι λίγο να «χαιρετάς» κάθε μέρα τα νησιά – ακόμη κι αν δεν τα χαίρεσαι. Και αν η επιστροφή μοιάζει μακρινή, τουλάχιστον υπάρχει το ταξίδι.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου