του Παναγιώτη Χατζηστεφάνου
Ο Ραούλ Βανεγκέμ, πολιτικός φιλόσοφος με περγαμηνές από την ανήσυχη δεκαετία του ’60, σε ένα από τα πιο πολυδιαβασμένα του άρθρα, υπερασπίζεται την αποχή από τις εκλογές με το επιχείρημα ότι εκείνοι οι οποίοι συμμετέχουν είναι ανήκεστα διεφθαρμένοι και οι – ούτως ή άλλως ψεύτικες – υποσχέσεις τους μακράν απέχουν από οποιαδήποτε ριζοσπαστική αμφισβήτηση και αναδιάρθρωση της τρέχουσας πολιτικοκοινωνικής πραγματικότητας, επισημαίνοντας πως ο κύριος στόχος της επαναστατικής προοπτικής είναι κατάργηση του χρήματος.
Υπό το πέπλο μιας άφθαστης ουτοπίας, ή έστω της μετατεθειμένης για το αόριστο αύριο εξέλιξης της ανθρωπότητας και της κοινωνίας , συγκαλύπτεται η επείγουσα ανάγκη για τις μικρές, καθημερινές επιλογές που πρέπει να γίνονται μέχρι την επίτευξη των στόχων που οραματίζεται ένας ιδεαλιστής σαν τον Βανεγκέμ.
Ο μεγαλοϊδεατισμός, συγγενές μόρφωμα με τον ιδεαλισμό, είναι μια υπερφίαλη εκδήλωση της ανθρώπινης φιλοδοξίας και ως εκ τούτου υποφέρει από την αναπηρία κάθε γίγαντα που στέκεται σε πήλινα πόδια.
Αξιωματικά, η ανθρώπινη κοινωνία είναι άδικη, σκληρή και πάσχει από κάθε άποψη, εξ’ ου και οι άνθρωποι θα πασχίζουν αέναα να ρυθμίζουν οτιδήποτε κρίνει ο μέσος νους ως παρεκτροπή από την ζητούμενη κανονικότητα, είτε με μέτρα εξισορρόπησης και θεσμούς ελέγχου, είτε με εξεγέρσεις.
Στην προσπάθεια του αυτή, ο συνειδητός πολίτης, και δη εκείνος που επιλέγει να ψηφίσει αντιλαμβάνεται ότι οι ευσεβείς πόθοι του Βανεγκέμ δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστούν ούτε σε μια μέρα, αν υποθέσουμε ότι είναι εφικτοί, αλλά και ούτε ιδιαίτερα ρεαλιστικοί μοιάζουν, αν κρίνει κανείς από το παρελθόν που έχει επιδείξει η ανθρωπότητα. Έτσι, αυτός ο συνειδητός πολίτης που επιλέγει την οδό της πραγματιστικής διαπραγμάτευσης με το όποιο καθεστώς, ψηφίζει, δηλαδή υιοθετεί την ζωτική ψευδαίσθηση ότι έχει επιλογή να ασκήσει εξουσία άπαξ και συνταχθεί με μια πλειοψηφία ομοϊδεατών.
Οι ζωτικές ψευδαισθήσεις είναι ουσιαστικής σημασίας για την υγεία του ατομικού και συλλογικού μας φαντασιακού – χωρίς την σκέψη προσηλωμένη σε κάποια υπέρβαση δεν θα είχαμε το ψυχικό σθένος ούτε να σηκωθούμε από το κρεβάτι μας. Οποιαδήποτε πρακτική πρωτοβουλία βελτίωσης των συνθηκών της ζωής μας έχει σαν αφετηρία τις ψευδαισθήσεις πάσης φύσης.
Όσο διεφθαρμένος και κατασκευασμένος σύμφωνα με τον εικονικό λαβύρινθο της κοινωνίας του θεάματος και να είναι ο θεσμός των εκλογών, έστω και στο φαντασιακό του λαού, ακόμα διατηρεί την συγκινησιακή του δύναμη.
Είναι πολύ εύκολο να απαξιώσει κανείς μια εκλογική διαδικασία της οποίας μετέχουν πρόσωπα που έχουν στιγματιστεί ανεπανόρθωτα ως αμετανόητοι εγκληματίες και εθνοπροδότες, μαφιόζοι του κοινού ποινικού δικαίου, λεχρίτες που ηγούνται μειοψηφικών κομμάτων τα οποία κυβερνούν συνεπικουρούμενα από κάθε λογής τεχνητά μορφώματα διαχείρισης της λαικής αγανάκτησης.
Είναι εύκολο να περιφρονήσει αηδιασμένος κανείς όλες αυτές τις σουρεαλιστικές πατερίτσες που καθεστώτος καθώς μεταμφιέζονται σε ποτάμια, αυγές, ελιές και οτιδήποτε άλλο γραφικό σχήμα λόγου μπορεί να συλλάβει η πεπερασμένη σκέψη των εμφανώς βουκόλων προπαγανδιστών τους.
Είναι όμως λίγο πιο δύσκολο, αλλά πιθανώς πιο χρήσιμο για το καλό όλων μας, να αδράξουμε την ευκαιρία της συναισθηματικής φόρτισης που δημιουργεί η ιδέα των εκλογών, να εμπνεύσουμε την πεποίθηση που διασπείρεται, έστω και ως ψεύτικη υπόσχεση, έστω και ως εθιμοτυπική διαδικασία, ότι με μια γραφειοκρατική επιλογή, κάποια τυχαία Κυριακή, η μοίρα αυτής της χώρας και του λαού της θα πάει προς το καλύτερο.
Και είναι δύσκολο αλλά άξιο προσπάθειας να συντηρήσουμε το όραμα των δημοκρατικών εκλογών αφού ακόμα και η μίμηση μιας αλήθειας, έστω και ως ψευδεπίγραφη, μεταφέρει το μήνυμα, και έτσι διατηρείται ζωντανή την ζωτική ψευδαίσθηση ότι αργά αλλά σταθερά η κοινωνία οδεύει προς κάτι καλύτερο.
Το καλύτερο ούτως ή άλλως για την Ελλάδα την συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία είναι σαφές – πρέπει οπωσδήποτε να εξαφανιστούν από όλα τα κλιμάκια της εξουσίας του Ελληνικού κράτους και κατεστημένου εκείνοι οι άνθρωποι που έχουν φέρει την Ελλάδα στο σημείο του να διαπραγματεύεται την τσιμεντοποίηση των αιγιαλών της χώρας ως αναπτυξιακή προοπτική, δηλαδή να απαλλαγούμε από την κάστα εκείνη που επιχειρεί τον βιασμό της ίδιας της ψυχής της χώρας και του εκμαυλισμού της προκειμένου να διαιωνιστεί η η επικερδής για το παρόν καθεστώς διάλυση της κοινωνίας, άλωση της οικονομίας και ταχεία εκποίηση των πλουτοπαραγωγικών πηγών.
Χρησιμοποιώ το παράδειγμα του επαίσχυντου νομοσχεδίου περί αιγιαλού, που μπορεί να αποσύρθηκε προσωρινά και προεκλογικά γα «αναθεώρηση», αλλά δείχνει με τον πιο γλαφυρό τρόπο τις χυδαίες και καταστροφικές προθέσεις του παρόντος καθεστώτος, ενώ ταυτόχρονα εκφράζει έναν κίνδυνο που είναι καθολικά αντιληπτός, αφού αφορά τους πάντες που έχουν περάσει έστω και μια μέρα σε μια Ελληνική παραλία και γνωρίζουν πόσο σημαντική είναι η συντήρηση τους σε όσο πιο άθικτη κατάσταση γίνεται.
Δεν νομίζω ότι υπάρχουν πολλοί Έλληνες που δεν συνειδητοποιούν ότι οι Ελληνικές παραλίες είναι ένα εθνικό πάρκο που οφείλει να παραμείνει ως έχει, αφού ήδη έχει γίνει αρκετή ζημιά.
Αδιάφοροι για την προστασία των παραλιών μπορεί να είναι εκείνοι που είναι ανίατα υπόδουλοι στο χρήμα – αυτοί οι άνθρωποι όμως δεν σώζονται υπαρξιακά, ούτε μεταπείθονται, αφού η εμμονή με το κέρδος εις βάρος της φύσης και του περιβάλλοντος είναι σύμπτωμα ψυχικής νόσου και δεν επιδέχεται θεραπεία μέσω λογικού διαλόγου.
Ο αιγιαλός λοιπόν, αυτό το σίγουρα ενωτικό όραμα, και η προστασία τους από τα πολυεθνικά επενδυτικά αρπακτικά, ας γίνει το συμβολικό κίνητρο ανατροπής του καθεστώτος σε αυτές τις εκλογές.
Μην ξεχνάμε ποτέ πως η τρομοκρατία του καθεστώτος έχει μια και μοναδική προπαγανδιστική αιχμή – την καλλιέργεια της πεποίθησης του αναπόδραστου, αυτή την διαρκώς επαναλαμβανόμενη μάντρα που προσπαθεί να μας πλύνει τον εγκέφαλο μέχρι να αποδεχτούμε οριστικά και αμετάκλητα πως δεν υπάρχει καμία άλλη λύση από την πειθήνια υποταγή στις ορέξεις του μεταλλαγμένου υπερκαπιταλισμού, με όποιο κόστος, ακόμα και την βεβήλωση της φυσικής καλλονής που αποτελεί το βασικό καύσιμο της βιομηχανίας του τουρισμού.
Η σωτηρία του Ελληνικού αιγιαλού ας εξυπηρετήσει την επιτακτική η ανάγκη εύρεσης ενός ονείρου, μιας θετικής προοπτικής, ενός ελπιδοφόρου οράματος.
Τα υπόλοιπα αδιέξοδα – η αγορά που παραμένει σε διαρκή πτωτική πορεία, η ανεργία που πλέον έχει ξεπεράσει το 30% στον γενικό πληθυσμό και το 50% στους κάτω των 30 χρονών, η εξαθλίωση του βιοτικού επιπέδου, οι αυτοκτονίες των χιλιάδων απελπισμένων, η διάλυση του κοινωνικού κράτους, η εξάρθρωση του συστήματος υγείας, ο εξευτελισμός της παιδείας, τα ελεγχόμενα από ολιγαρχικά συμφέροντα ΜΜΕ, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και οι πνιγμοί μεταναστών, τα συνεχιζόμενα σκάνδαλα όπως το χάρισμα εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ χρέους στον εξυπηρετικό ΔΟΛ – όλα αυτά είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με την πραγματικότητα και δύσκολο να αγνοηθούν. Επειδή όμως αυτά αφορούν την διαφθορά, τον εμπαιγμό, τον αποπροσανατολισμό και την συγκάλυψη, εν τέλει την συντριβή και όχι το όνειρο, δεν εμπνέουν ως κίνητρα, αντίθετα, εξοργίζουν και θλίβουν.
Η παρατεταμένη θλίψη φέρνει απόγνωση. Η Ελληνική κοινωνία έχει ήδη δει τα αποτελέσματα της απόγνωσης – αυτή οδηγεί σε αδράνεια και απάθεια, ένα είδος μαζικού κώματος επιβεβλημένου από το δόγμα του σοκ. Ίσως αυτό που χρειάζεται την παρούσα στιγμή είναι ένα θετικό κίνητρο και όχι ακόμα μια επανάληψη των δεδομένων αρνητικών της παρούσας κατάστασης. Για να αλλάξει το οτιδήποτε μικρό πρέπει να αλλάξουν οι ισορροπίες δυνάμεων. Όλοι μας ξέρουμε ποιες είναι οι παρούσες και που έχει οδηγηθεί η χώρα υποκύπτοντας σε αυτές. Είμαστε έτοιμοι να ψηφίσουμε εκείνον που αν μη τι άλλο θα επιφέρει μια αλλαγή σε αυτές τις ισορροπίες?
Υ.Γ.
Στην μακρά πλέον πορεία μου ως ο πιο αντιπαθής άνθρωπος σε αυτή τη χώρα, μια από τις φράσεις που κατά καιρούς έχω εκστομίσει είναι πως “Η Ελλάδα δεν υπάρχει.”
Αυτό το αξίωμα, ελαφρά τη καρδία, το εκστόμισα σε μια εκπομπή της Βίκυς Μιχαλονάκου, και έγινε η αιτία για να εξαγριωθούν διάφοροι μεγαλοφυείς φιλόσοφοι – σχολιαστές του διαδικτύου που θίγονται κατάφωρα από την αυθαιρεσία μιας αξιωματικής τοποθέτησης, προσπερνώντας το γεγονός ότι ως εργαλείο σκέψης το αξίωμα εξ’ ορισμού είναι αυθαίρετο, ενώ είναι η κριτική του προσέγγιση εκείνη που αναζητάει την όποια ορθότητα της αξιώματος.
Ψιλά γράμματα η δεοντολογία της φιλοσοφικής ορολογίας όμως. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι η Ελλάδα δεν υπάρχει, επειδή υπάρχουν Ελλάδες, δηλαδή για τον καθένα υφίστανται διαφορετικές προσεγγίσεις και βιώματα μιας πραγματικότητας που δεν μπορεί να είναι η ίδια για όλους, εκτός και εάν υιοθετήσουμε ολοκληρωτικές σκεπτομορφές, κάτι που προσωπικά αρνούμαι.
Η «δική μου Ελλάδα» και η «δική σου Ελλάδα», εκτός του ότι είναι διαδικασίες εξελικτικές και ατέρμονες και άρα δεν σχηματοποιούνται, ούτε παγιώνονται, όπως κάθε υγιής οργανισμός, μπορεί και να μην σμίξουν ποτέ. Ωστόσο, για να συνεχίσουν να υπάρχουν, οφείλουν να τηρήσουν την υπόσχεση των ζωτικών ψευδαισθήσεων που τις κράτησαν ζωντανές μέχρι σήμερα
RAMNOUSIA
Πηγή :
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου