«Που συναντιόνται οι Κοινωνικές, Πολιτικές και Νομικές επιστήμες, η Ψυχολογία και η Φιλοσοφία;»
Με
αυτό το ερώτημα μας είχε υποδεχτεί στην αίθουσα σεμιναρίων μεγάλου
αμερικανικού πανεπιστημίου, ο καθηγητής Τζόναθαν Κοέν. Μείναμε να τον
κοιτάζουμε άφωνοι όλοι εκτός από μια φοιτήτρια που σήκωσε το χέρι: «Στον
Ανθρωπο;».
«Πολύ
θεωρητικό! Κάτι πιο συγκεκριμένο;» της απάντησε ο καθηγητής
συμπληρώνοντας: «Είναι το ίδιο σημείο όπου συναντιόνται επίσης η
Ελευθερία, ο Νόμος, ο Ελεγχος, η Παιδεία, η Ευθύνη, η Αμφισβήτηση, οι
Ιδέες, οι Ιδεολογίες, η Εξουσία, το Κοινωνικό Συμβόλαιο».
Ηταν
προφανές ότι δεν μας διευκόλυνε καθόλου αραδιάζοντάς μας σχεδόν όλους
τους όρους-κλειδιά της κοινωνιολογίας και των πολιτικών επιστημών.
«Φανταστείτε ένα σημείο σε αυτόν τον πλανήτη όπου όλα αυτά θα μπορούσαν
να τεθούν σχεδόν ταυτόχρονα υπό εξέταση, υπό δοκιμασία, υπό σκέψη έστω
και στιγμιαία…».
Ο
Τζον Κοέν, ψυχίατρος και ψυχολόγος, από τους πρωτοπόρους των
νευροεπιστημών, με σπουδές στην Βιολογία και τη Φιλοσοφία, ήταν και
παραμένει ένας από αυτό που λέμε καθηγητές-σταρ. Δεν ήταν μόνο οι
γνώσεις του αλλά και ο τρόπος που παρουσίαζε τα θέματα που το έκαναν
εξαιρετικά δημοφιλή τα μαθήματα και τα σεμινάριά του. Μας κοίταξε όλους
έναν-έναν διερευνητικά: «Κανείς; Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί ένα
τέτοιο σημείο;». Ακολούθησε και πάλι άκρα του τάφου σιωπή την οποία
έσπασε και πάλι ο ίδιος:
«Ωραία
λοιπόν. Φαντασθείτε ότι οδηγείτε τρέχοντας με 150 χιλιόμετρα την ώρα
στη μέση της ερήμου της Νεβάδα. Εχετε να συναντήσετε άλλο αυτοκίνητο,
πεζό, άλογο, τραίνο ή ποδήλατο εδώ και δύο ώρες και στον γύρω ορίζοντα
δεν κινείται ούτε σαύρα. Ξαφνικά εμφανίζεται μπροστά σας ένα φανάρι της
τροχαίας και στα εκατό μέτρα ανάβει κόκκινο. Τι κάνετε;».
Οι
φοιτητές από κάτω κοιταζόμαστε μεταξύ μας. Ψίθυροι, γελάκια, αμηχανία.
Το ερώτημα είναι απροσδόκητα αφοπλιστικό. Αλήθεια, τι θα κάναμε σε μία
τέτοια περίπτωση;
«Βάζω χίλια δολάρια στοίχημα ότι το πόδι σας θα πατούσε αυτόματα το φρένο!» είπε ο Κοέν. «Σωστά;».
«Σίγουρα
δεν υπάρχει κανένα περιπολικό εκεί γύρω» πετάχτηκε κάποιος από τις πίσω
σειρές. «Ούτε περιπολικό ούτε τροχονόμος ούτε κάμερα ούτε ελικόπτερο
της τροχαίας! Τίποτα!» απάντησε ο Κοέν και προλαβαίνοντας την αντίδραση
συμπλήρωσε: «Όμως πριν καν σκεφτείς κάτι τέτοιο έχεις ήδη πατήσει το
φρένο. Σωστά;».
«Εγώ πάντως, αν δεν έβλεπα κανέναν, θα περνούσα» σχολίασε ένας άλλος φοιτητής.
«Η
ερώτηση δεν είναι αν τελικά θα περνούσες αλλά αν μόλις έβλεπες να
ανάβει κόκκινο θα έκοβες ταχύτητα» αντέτεινε ο καθηγητής συμπληρώνοντας
και πάλι «…εκτός αν ήσουν παιδί κάτω από τεσσάρων ετών, παράφρονας ή
κάποιος που δεν θα είχε ξαναδεί ποτέ στη ζωή του φανάρι της τροχαίας».
«Γιατί
λοιπόν μόλις βλέπουμε να ανάβει κόκκινο σταματάμε ακόμη κι αν είμαστε
στη μέση της ερήμου; Αυτό είναι το πρώτο σας τεστ και θέλω της
απαντήσεις σας στα επόμενα πέντε λεπτά» μας είπε μοιράζοντας κόλλες
χαρτί. Όταν πέρασε ο χρόνος, μάζεψε τα γραπτά, άρχισε να τα διαβάζει
σιωπηρά και να τα απορρίπτει. Όλα. Στο δικό μου κοντοστάθηκε λίγο,
χαμογέλασε και το …απέρριψε κι αυτό.
«Ολοι
σας αναφέρατε πιθανές αιτίες για τις οποίες θα κόβατε ταχύτητα ή θα
σταματούσατε εντελώς το όχημά σας. Οι περισσότερες είναι σωστές δεν
είναι όμως από μόνες τους αρκετές για να εξηγήσουν το φαινόμενο. Για
παράδειγμα δεν μπορεί η αιτία να είναι απλά και μόνο η ύπαρξη του κώδικα
οδικής κυκλοφορίας. Η ύπαρξη και μόνο ενός κώδικα ή ενός κανόνα δεν
οδηγεί στην «αυτόματη» τήρησή τους. Πάντοτε υπάρχει ένας λόγος
–σημαντικός ή ασήμαντος- για τον οποίο δεχόμαστε και τηρούμε έναν νόμο,
έναν κανόνα όπως επίσης και ένας λόγος για τον παραβιάσουμε.
Διαφορετικά, ο νόμος που λέει «σταματήστε στο κόκκινο» θα ήταν απολύτως
ισοδύναμος με τον νόμο της …βαρύτητας. Προφανώς δεν συμβαίνει κάτι
τέτοιο. Το νόμο της βαρύτητας δεν μπορούμε να τον παραβιάσουμε! Επίσης
δεν θα μπορούσαμε να δεχτούμε ότι το κόκκινο φως ασκεί κάποια επίδραση
στο νευρικό μας σύστημα κάνοντάς μας να πατήσουμε το φρένο. Σωστά;».
Σωστά! Ο καθηγητής μας άνοιγε νέους δρόμους στην σκέψη μας βήμα-βήμα. Η
απορία όμως παρέμενε: «Γιατί τελικά σταματάμε στο κόκκινο;».
«Διότι
πολύ απλά δεν είμαστε κορίνες του μπόουλινγκ!» ήταν η απάντηση. «Δηλαδή
κύριε καθηγητά…;» ακούστηκε από τους μισούς σχεδόν φοιτητές. «Δηλαδή,
κύριοι, σε αντίθεση με τις κορίνες που όταν έρχεται η μπάλα κατά πάνω
τους η μόνη τους “επιλογή” είναι να πέσουν, εμείς όταν αντιμετωπίζουμε
έναν κανόνα ή έναν νόμο επιλέγουμε συνειδητά αν θα τον τηρήσουμε. Δεν
είναι λοιπόν το κόκκινο φως μιας λάμπας, στη μέση μιας ερήμου, που μας
κάνει να σταματήσουμε. Είναι η κοινωνική σύμβαση για την οποία αφού
ενημερωθήκαμε σχετικά (Παιδεία) αποφασίσαμε να συνυπογράψουμε (Κοινωνικό
Συμβόλαιο) και να τηρούμε. Σε αυτήν οφείλουμε να υπακούμε, όχι διότι
μας αναγκάζει μια φυσική δύναμη ή ένας φυσικό νόμος, αλλά με δική μας
βούληση (Ελευθερία)».
«Ναι
αλλά δεν είναι εντελώς παράλογο να σταματήσεις στη μέση του πουθενά, σε
ένα κόκκινο φανάρι; Τι είδους επιλογή είναι αυτή;» έκανε την παρατήρηση
μία φοιτήτρια.
«Μα
φυσικά και είναι!» απάντησε ο Κοέν. «Και η ύπαρξη ενός φαναριού της
τροχαίας μέσα σε μία έρημο αλλά και το να σταματήσεις μέχρι να ανάψει
πράσινο ενώ δεν υπάρχει κανείς εκεί, είναι παράλογα. Όμως ποιος θα το
πει αυτό;».
«Ποιος;»
«Σε
μία Δημοκρατία θα το πείτε εσείς! Σε μία δικτατορία θα το πει ο
δικτάτορας και σε μια μοναρχία, ο βασιλιάς. Επίσης σε μία δικτατορία, ο
δικτάτορας θα βάλει κι ένα μωβ χρώμα που όταν ανάβει θα πρέπει να
σηκώνετε το δεξί σας χέρι και να λέτε “Χάιλ” και σε μία μοναρχία θα
πρέπει να βγαίνετε έξω από το αυτοκίνητο και κάνετε βαθιά υπόκλιση. Πως
σας φαίνεται αυτό; Βεβαίως, σε τέτοια καθεστώτα θα υπήρχε ένα περιπολικό
δίπλα σε κάθε φανάρι, ακόμη και στην έρημο, διότι οι άρχοντες θα ήξεραν
ότι οι περισσότεροι θα υπάκουαν σε τέτοιες γελοιότητες. Σωστά;».
Η
συζήτηση κράτησε για ώρα και πραγματικά ανακαλύψαμε ότι η Ελευθερία, ο
Νόμος, ο Ελεγχος, η Παιδεία, η Ευθύνη, η Αμφισβήτηση, οι Ιδέες, οι
Ιδεολογίες, η Εξουσία, το Κοινωνικό Συμβόλαιο, μπορούν να συναντηθούν σε
ένα κόκκινο φανάρι, καταμεσής μιας ερήμου. Ανάμεσα στα άλλα, ο
καθηγητής ανέφερε και τον Σωκράτη ο οποίος δέχτηκε να πιει το κώνειο
υπακούοντας στο νόμο και στην απόφαση του δικαστηρίου.
Ηταν
μία συζήτηση που «κουβαλάω» μέσα μου εδώ και τριάντα χρόνια και που την
επαναλάβαμε φέτος το καλοκαίρι με τους γιούς μου οι οποίοι με ρώτησαν:
«Μπαμπά, εσύ τι του έγραψες στο διαγώνισμα;».
Του
έγραψα ότι επειδή είμαι Ελληνας, θα πατούσα φρένο επειδή άναψε κόκκινο
αλλά δεν θα σταματούσα διότι θα εμφανιζόταν ένας άλλος Ελληνας και θα
μου κόρναρε από πίσω…
Ισως το θυμάται ακόμη!
Πηγή : http://www.anemosnaftilos.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου