28 Ιουλ 2016

Το Πνεύμα του Τόπου

Ο άνθρωπος κατοικεί όταν μπορεί να προσανατολιστεί μέσα σε ένα περιβάλλον και να ταυτιστεί με αυτό ή όταν νιώθει ότι το περιβάλλον που βιώνει έχει νόημα. Κατοίκιση σημαίνει ότι οι χώροι όπου εκτυλίσσεται η ζωή είναι τόποι με την πλήρη σημασία του όρου
Christian Norberg-Schlz από το βιβλίο του Genius Loci Το Πνεύμα του Τόπου
ΦΩΤΟ Αιμιλία Μπακούρου
Στο χωριό, ο άλλος, είναι συνήθως γνωστός, μαζί του κουβαλά την ιστορία του η οποία χωρίς να το θέλεις σαν άλως εμφανίζεται γύρω του, οι κινήσεις και τα λόγια του σπάνια ξεφεύγουν από τον ήδη γνωστό κόσμο του. Στη μικρή κοινωνία του νησιού, ο καθένας παίζει το γνωστό του ρόλο και είναι δύσκολο να ξεφύγει από αυτόν. Κινείται με ασφάλεια στο οικείο του χώρο και στον κυκλικό του χρόνο, συνηθίζει στην επανάληψη και φοβάται τις αλλαγές, γνωρίζει πολλά περισσότερα από αυτά που χρειάζεται ο καθημερινός του ρόλος αλλά μάλλον δεν του έχουν χρειαστεί ποτέ και σχεδόν τα έχει ξεχάσει. 
Οι περισσότεροι μόνιμοι κάτοικοι έχουν στοιχίσει τις φιλοδοξίες τους στα όρια  του νησιού. Κοινωνία προφυλαγμένη στην ασφάλεια που είναι καταχωρημένη στο συλλογικό ασυνείδητό της, δεν επιτρέπει, χωρίς να χρειαστεί να το δηλώσει, να κινηθεί τίποτα. Το ερώτημα ποιο είναι το νόημα της ζωής δε χρειάζεται να απαντηθεί γιατί όλα πατούν πάνω στον άχρονο χρόνο της μικρής προφυλαγμένης κοινωνίας· μονάδα μέτρησης είναι πάντα τα τέσσερα χιλιόμετρα όχι μαλλον πέντε του χωριού από τη θάλασσα.

Ο χρόνος του νησιού είναι κυκλικός, δηλαδή δεν υπήρχε· οι ζωές είναι συντονισμένες με τα τύμπανα των έθιμων, με τις θρησκευτικές γιορτές·τα πανηγύρια  ελάφρενε ο βίος, χορός στην τραγωδία του ενός, οι χωριανοί του· τώρα που παρόν δεν υπάρχει, μονάχα πέτρες,και χρέος εφορία ένφια  γάτες και φρύγανα , σκεπασμένα από τον πέπλο της ησυχίας, οι εναπομείναντες, με τη φλόγα να λάμπει ακόμα στα γερασμένα τους μάτια, ξεκουβαριάζουν τη μνήμη τους.
«Σα σήμερα πηγαίναμε στον αγιο Παντελεήμονα  και σε λίγες μέρες στον Σωτήρα στο καλό αμπέλι  , δηλαδή από πανηγύρι σε πανηγύρι έτσι περνάγανε τα καλοκαίρια μας και οι χειμώνες με έθιμα βιολιά καλό φαγητό και γλέντι μέχρι πρωίας ακολουθώντας τα χνάρια των παλιών όπως μου έλεγε ο συγχωρεμένος ο πατέρας μου  σ’ ένα σταμνί, σ’ ένα μαστραπά, ρίχνανε οι κοπέλες παλια κάτι ασήμαντο, ας πούμε ένα κουμπί και κάποιος ταίριαζε στιχάκια· εξέρανε ποιά είδηξεν τι κι άμαν ήβγενε το δικό της της λέανε στιχάκια για να την πειράξουνε»· μου έλέγεε ακόμα για τα κοτσάκια  και τους ματαιωμένους έρωτες. Κάποιες από τις ιστορίες, τις είχα ξανακούσει· πολλοί παντρεύτηκαν λάθος άνθρωπο, κάποιοι έφυγαν μετανάστες για αυτό το λόγο και δεν γύρισαν ποτέ πίσω· κάθε άνθρωπος και μια ανομολόγιτη ιστορία πάθους που θα την πάρει μαζί του. Όσο αυστηρά και να ήταν τα ήθη και κλειστές οι κοινωνίες, οι άνθρωποι ερωτεύονταν, παρέβαιναν τους κανόνες, έκαναν του κεφαλιού τους φτιάχνοντας μια κρυφή βιογραφία. Όλοι τα μάθαιναν όλα αλλά στον αφρό της μέρας δεν έβγαινε τίποτα, κρυφά και ψιθυριστά άντρες και γυναίκες φιλούσαν τα δικά τους εικονίσματα. Βέβαια δεν λέω τα καλοκαίρια πλέον για τους ντόπιους ειναι ζόρικα πολλές ώρες δουλειάς και ξενύχτια αλλά και για τα παιδιά που δουλευουν στα μαγαζιά ακόμη χειρότερα με τις σημέρινες συνθήκες εργασίας συνθήκες γαλέρας θα έλεγα για ένα κομμάτι ψωμί δεν φτάνει μόνο δουλειά κλπ
Μέσα του καλοκαιριού παραμονή της Παναγίας , δώδεκα τη νύχτα· στον πύργο το γατάκι του Μιχάλη κυνηγά μάλλον απορημένο μια κατσαρίδα· τριγύρω, αρμολογημένες πέτρες και γουάι-φάι. απο τους επισκέπτες του πανηγυριού
Η ζωή προχωρά ερήμην μας κι αλλάζει για να μένει ζωντανή. Οι ‘αυλές’ των ζώων, αναπαλαιώνονται από μετανάστες και ντόπιους  με τον έλεγχο της αρχαιολογικής υπηρεσίας και μετατρέπονται σε θερινές κατοικίες για ανθρώπους που μεγάλωσαν στην Αθήνα και τη δυτική Ευρώπη. Το άλως της ιστορίας, απαλλαγμένο από το άχθος είναι ελκυστικό.
Ο ιστορικός χώρος του οικισμού της Χώρας τις τελευταίες δεκαετίες ήταν  κενός· οι περισσότεροι μόνιμοι κάτοικοι δεν έίχαν πια ουσιαστική σχέση μαζί του, ζούσαν παραέξω σε καινούργια ευρύχωρα σπίτια και οι μετανάστες που ζουν μέσα στο νησί  εκτός από την οικονομική σχέση, μάλλον δεν επιδιώκουν καμία άλλη· έτσι το νησί, οι πέτρες και τα στενά του, κουβαλώντας φορτίο αιώνων συνεχόμενης ανθρώπινης παρουσίας και δράσης είναι πια κενός χώρος, άδειο κέλυφος.Μόνο τα καλοκαίρια γεμίζουν με φωνές τα στενά της χώρας Ασχετα άν μερικοί ντόπιοι ισχυρίζονται ότι καλύτερα περνούν τον χειμώνα 
Αυτό το πεδίο, αυτός ο οριοθετημένος πολεοδομικά και σημασιοδοτημένος ιστορικά χώρος, ασφαλής και ταυτόχρονα καθαρός από χρήσεις στο παρόν του αποτελεί ιδανικό τοπίο, σκηνικό χώρο διακοπών-κάθαρσης και ελεύθερο πεδίο δράσης χωρίς αντιδράσεις και παρεμβολές για τους καλοκαιρινούς επισκέπτες και κυρίως για όσους έχουν αγοράσει-ανακατασκευάσει παλιές κατοικίες. Οι καλοκαιρινοί κάτοικοι-ιδιοκτήτες, αφήνουν χρήματα στο χωριό, σε καταστήματα, καθαρίστριες, εργάτες κτλ αλλά ένας οικισμός είναι και πολλά άλλα εκτός από τις οικονομικές συναλλαγές. Η κοινωνική του ζωή διαμορφώνεται από την πάλη των ανθρώπων τόσο μεταξύ τους όσο και με το χώρο και το χρόνο και κυρίως η ζωή του συνεχίζεται όλο το χρόνο. Οι καλοκαιρινοί κάτοικοι χρησιμοποιούν-οικιοποιούνται τον ιστορικό χώρο και χρόνο του χωριού, περνούν όμορφα τις μέρες και τις νύχτες τους αλλά στην ιστορική συνέχεια του οικισμού, στο τελετουργικό της ζωής του οι περισσότεροι μάλλον σφυρίζουν αδιάφορα· έχουν φυσικά το άλλοθι της συντήρησης των κατοικιών.
Σπουδαία η συντήρηση των κατοικιών, με πρόσημο μέλλοντος αλλά όταν το καλοκαίρι τελειώνει και όλοι επιστρέφουν στην κανονικότητα τους, τα σπίτια κλείνουν και τα πλαστικά καλύμματα στα πορτοπαράθυρα διατηρούν το σκηνικό ανέπαφο για το επόμενο καλοκαίρι. Οι ντόπιοι που ακουλουθούν τους μήνες στο νησί και επιστρέφουν στην απροσδιόριστη μελαγχολία τους είναι η σκηνική λεπτομέρεια που επιβεβαιώνει ότι όλα είναι αληθινά
Ο σεβασμός προς το γείτονα και τις πέτρες που μας φιλοξενούν είναι αυτονόητος. Ο καθένας είναι ελεύθερος να δημιουργεί οποιαδήποτε σχέση επιθυμεί με τον τόπο που έχει επιλέξει. Όσο πιο καθαρή είναι αυτή η σχέση κι όσο προσπαθεί ο καθένας να καταλάβει, γιατί είναι εδώ και όχι κάπου αλλού και ποιό είναι το πνεύμα αυτού του τόπου, τόσο καλύτερα θα μπορεί να βιώσει τις μέρες και τις νύχτες του. Με το να λέμε οτι «εδώ είναι το νησί  μου», απλώς εκφράζουμε την ανάγκη μας.
Είναι αργά τη νύχτα, κάθομαι έξω από το μπακάλικο του Μιχάλη , στην  πλατεία στούς Μύλους . Ησυχία, το χωριό ακίνητο σα φωτογραφία. Είμαστε πια στην άκρη του καλοκαιριού, πέρασε η φούρια του Aυγούστου και όλοι σχεδόν οι καλοκαιρινοί επισκέπτες και κάτοικοι έχουν άρχίσει να  επιστρέφουν  στη βάση τους. Μέσα στο Σεπτέμβρη οι ντόπιοι θα σαλαγιάσουν στον κύκλο του χρόνου για να βαδίσουν συντονισμένα προς τον χειμώνα.
Όμως πάντα θα θυμάμαι αυτήν την σκηνή
Βράδυ στο νησί , οι δρόμοι φωτισμένοι για τις γιορτές του Αυγούστου, ανέβηκαν ένα στενό και έστριψαν αριστερά στην κατεύθυνση του σπιτιού τους, περπατούσαν με γρήγορο συντονισμένο βηματισμό. Ο άντρας πέρασε το χέρι του στην πλάτη της γυναίκας αμέσως το ίδιο έκανε και εκείνη και με φυσικότητα των ανθρώπων που έχουν δοκιμαστεί στο χρόνο συνέχισαν αγκαλιασμένοι. Πριν χρόνια αγόρασαν σπίτι στο νησί , μεγάλωσαν εδώ τα παιδιά τους, επέστρεψαν στην Αθήνα και τώρα έρχονται τα καλοκαίρια. Έχουν τη σταλαγμένη γλύκα αυτών που θρέφονται από την ορμή της ζωής.
Ξαφνιάστηκα ευχάριστα, σπάνια στο νησί  να δω τέτοια σκηνή με ζευγάρια που έχει περάσει η κόψη του χρόνου πάνω τους και μετά από τριάντα χρόνια το πιο φυσικό που έχουν να κάνουν είναι να αγκαλιάζονται.

Πηγή :ΓΚ

to synoro blog

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...