Οι άνθρωποι, τις διαφορές που έχουν σε ζητήματα ιδεολογίας και
πολιτικής τις λύνουν εν ζωή. Και τις λύνουν πάντοτε με πολιτικούς και
ιδεολογικούς όρους. Δεν τις προσωποποιούν. Δεν ξεπέφτουν ποτέ στην
εκδήλωση προσωπικής αντιπάθειας, πόσο μάλλον εμπάθειας, για τέτοια
ζητήματα ακόμη και στις περιπτώσεις -που για άλλους λόγους- τέτοια
αντιπάθεια μπορεί να υπάρχει. Αυτός πρέπει να είναι ο κανόνας,
τουλάχιστον για όσους δηλώνουν κομμουνιστές, για όσους θέλουν ν’
αλλάξουν τον κόσμο.
Κατάκτηση των ανθρώπων, από αρχαιοτάτων χρόνων, είναι ο σεβασμός του
νεκρού. Ποτέ κανείς δεν ασχημονεί βλέποντας να περνάει από μπροστά του
μια κηδεία, ποτέ δεν συμπεριφέρεται με μικρότητα σε βάρος ενός νεκρού,
ποτέ δεν εκμεταλλεύεται τον θάνατο, την αναγκαστική σιωπή εκείνου που
φεύγει για να τον μειώσει τώρα που δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό
του, τις επιλογές του, την ιστορία του.
Αιώνες, επί αιώνων, από γενιά σε γενιά έφτασε ως τις μέρες μας η
συνήθεια -που υποδηλώνει έναν απόλυτα υψηλό λαϊκό πολιτισμό- να
αποχαιρετάμε τους νεκρούς υπογραμμίζοντας αυτά για τα οποία θεωρούμε πως
άξιζαν να ζουν, εκείνα τα οποία μας πρόσφεραν, όλα όσα έκαναν και τα
θεωρούμε αξιομνημόνευτα.
Εδώ, οι ζώντες εκφράζουμε τον υποκειμενισμό
μας. Έναν, όμως, αξιοπρεπή, βαθιά ανθρώπινο και πολιτισμένο
υποκειμενισμό χωρίς μικρότητες, κακίες και εμπάθειες. Γι’ αυτό και την
ώρα του αποχαιρετισμού βάζουμε στην άκρη ό,τι δεν θεωρούμε σωστό, ό,τι
είναι μικρό, ακόμη και αναξιοπρεπές, στην εν ζωή συμπεριφορά του νεκρού.
Αυτό είναι όρος απαράβατος για κάθε σοβαρό άνθρωπο που σέβεται τον
εαυτό του και τους άλλους.
Πόσο μάλλον για έναν αγωνιστή υπέρ της
αλλαγής της κοινωνίας που θέλει να δηλώνει πως οι ιδέες, οι αρχές και οι
αγώνες του στοχεύουν και σ’ έναν ανώτερο, από τον σημερινό, πολιτισμό.
Σε μια ανθρώπινη κοινωνία.
Στις 20 Νοεμβρίου έφυγε από την ζωή ο συγγραφέας Χρόνης Μίσσιος. Ένας
άνθρωπος που, με το λόγο και το έργο του ως συγγραφέας, είχε προκαλέσει
αντικρουόμενες κρίσεις. Είναι αλήθεια πως, από ένα σημείο και μετά, η
στάση του απέναντι στο ΚΚΕ δεν ήταν φιλική. Στους κομμουνιστές πολλές
φορές οι απόψεις του προκαλούσαν οργή.
Άνθρωπος αιρετικός κατά σύστημα,
δεν χαριζόταν σε κανέναν, ανεξαρτήτως αν αυτό που ξεστόμιζε ή έγγραψε
ήταν και το ορθό. Έτσι πίστευε, έτσι έπραττε. Είχε όμως αξιοθαύμαστη
αγωνιστική ιστορία στην οποία κανείς δεν μπορεί να μην υποκλιθεί.
Η είδηση για τον θάνατο του Χρ. Μίσσιου φιλοξενήθηκε στο Ριζοσπάστη μέσα σε 93 λέξεις με τον τίτλο «Πέθανε ο Χρόνης Μίσσιος».
Διαβάζουμε: «Απεβίωσε
χτες, σε ηλικία 82 χρόνων, ο συγγραφέας Χρόνης Μίσσιος. Γεννημένος στην
Καβάλα, από γονείς καπνεργάτες, έζησε τα παιδικά του χρόνια σε μια
γειτονιά γεμάτη πρόσφυγες. Στα Γιαννιτσά, όπου τον στέλνει ο Ερυθρός
Σταυρός, μαζί με άλλα παιδιά για να γλιτώσουν από την πείνα της Κατοχής,
περνάει στο ΕΑΜ, ενώ πέρασε για λίγο και από το Δημοκρατικό Στρατό
Ελλάδας. Με το έργο του βεβαίως στην πορεία δε στάθηκε στο πλευρό των
λαϊκών αγώνων και της δράσης των κομμουνιστών, αφού δεν πίστευε στη
διέξοδο της ταξικής πάλης, ενώ βρήκε ‘‘στέγη’’ στη λεγόμενη
‘‘ανανεωτική’’ Αριστερά».
Το σημαντικό δεν είναι οι λίγες λέξεις του Ριζοσπάστη για τον νεκρό.
Το σημαντικό είναι αυτά που γράφονται με τόσο λίγες λέξεις. Και κυρίως
αυτά που υπονοούνται. «Πέρασε για λίγο και από το Δημοκρατικό Στρατό
Ελλάδας». Αν είναι δυνατόν!!! Καφενείο ήταν ο Δημοκρατικός Στρατός;
Περίπατος ήταν ο εμφύλιος για να περάσει κανείς και να φύγει; Κι αφού
πέρασε για λίγο, μετά που πήγε; Πήγε στον αντίπαλο; Έκανε διακοπές;
Ιδιώτευσε;
Ο Μίσσιος οργανώθηκε στον Δημοκρατικό Στρατό στην Θεσσαλονίκη με το
ξεκίνημα του εμφυλίου πολέμου. Κι όσοι δεν ξέρουν τι θα πει ΔΣΕ στις
πόλεις τους πληροφορούμε πως ήταν καθημερινό καρτέρι με τον θάνατο. Τον
συνέλαβαν το 1947, τον βασάνισαν και τον καταδίκασαν σε θάνατο. Επί 9
μήνες περίμενε κάθε πρωί να έρθουν να τον πάρουν για εκτέλεση.
Φυλακισμένος έμεινε σε όλη τη διάρκεια του εμφυλίου και ποτέ δεν έπαψε
να θεωρείται από τους συντρόφους κι από τους διώκτες του μαχητής του
ΔΣΕ. Αν ισχύει για τον Μίσιο ότι «πέρασε για λίγο από τον ΔΣΕ», επειδή
συνελήφθη και φυλακίστηκε, τότε αυτό πρέπει να ισχύει για όλους τους
αντάρτες που έπεσαν στα χέρια του εχθρού.
Από το 1947 και μέχρι το 1962 ο Μίσσιος έζησε φυλακισμένος και
εξορισμένος. Στο μικρό διάστημα 1962- 1967, που έζησε ελεύθερος,
διετέλεσε στέλεχος της Νεολαίας ΕΔΑ και ηγετικό στέλεχος της Νεολαίας
Λαμπράκη. Η Δικτατορία τον ξαναέστειλε στους γνώριμους τόπους των
φυλακών και της εξορίας μέχρι το 1973. Τα πανεπιστήμια του Μίσιου ήταν
οι τόποι εγκλεισμού του (Μακρονήσι, Άι- Στράτης, Αβέρωφ, Κέρκυρα,
Κορυδαλλός, κ.ά.). Εκεί έμαθε γράμματα, ανάγνωση και γραφή, αφού ως
παιδί είχε υποχρεωθεί να εγκαταλείψει το σχολείο στην Δευτέρα Δημοτικού.
Μια τέτοια αγωνιστική ιστορία ποιος μπορεί να μην την σέβεται; Ποιος
μπορεί να μην την έχει ως παράδειγμα; Ποιος μπορεί να την αποσιωπά αντί
να την διδάσκει στις νεότερες γενιές; Μόνο κάποιος που δεν έχει ίχνος
αγωνιστικού ήθους και αγωνιστικής διαπαιδαγώγησης. Μόνο εκείνος που δεν
διδάχτηκε τίποτα από την ιστορία του ΚΚΕ και δεν θέλει να διδαχτεί.
Το δημοσίευμα στον Ριζοσπάστη για τον θάνατο του Χρ. Μίσιου είναι
προσβολή και για την εφημερίδα του κόμματος και για το ίδιο το κόμμα. Το
ΚΚΕ των αγώνων και των θυσιών, με την ιστορία των 94 χρόνων ζωής και
δράσης, με τους χιλιάδες νεκρούς και βασανισμένους αγωνιστές δεν μπορεί
να είναι μίζερο και μνησίκακο, δεν μπορεί να συμπεριφέρεται προσβλητικά
στη μνήμη των νεκρών, δεν έχει κανένα λόγο να τους μειώνει και να
προσπαθεί να τους απαξιώσει, δεν μπορεί να έχει τέτοια ποταπά στοιχεία
πολιτισμού. Το ίδιο ισχύει και για τον Ριζοσπάστη.
Ποιος επομένως ωφελείται όταν το πρόσωπο του κόμματος και της
εφημερίδας του εμφανίζονται τόσο αποκρουστικά; Χωράει συζήτηση; Μόνο ο
ταξικός εχθρός και οι πολιτικοί του αντίπαλοι.
Ποιος πλήττεται όταν οι κομμουνιστές εμφανίζονται μικροπρεπείς,
μικρόψυχοι και μνησίκακοι; Μα φυσικά η υπόθεση της εργατικής τάξης, τα
ιδανικά και οι αγώνες για μιαν άλλη κοινωνία με έναν ανώτερο πολιτισμό.
Πλήττεται το ίδιο το όραμα του σοσιαλισμού.
Όχι! Ούτε το ΚΚΕ, ούτε ο Ριζοσπάστης, ούτε οι κομμουνιστές
μπορούν να έχουν μια τόσο απεχθή εικόνα. Αυτή η εικόνα ανήκει σ’
εκείνους που θέλουν να φέρουν το κόμμα, την εφημερίδα του και τα μέλη
του στα δικά τους μέτρα.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου