Kείμενο: Κωστής Γεωργάς
Τα δύο κείμενα που ακολουθούν ίσως ξενίσουν τον αναγνώστη, καθώς σαν
πρώτη εντύπωση μοιάζουν να είναι εκτός θεματικής ενός περιοδικού για τις
βάρκες και τη θάλασσα. Ομως, δεν είναι. Το αντίθετο μάλιστα.
Αναφέρονται στη σπουδαιότερη ναυτική περιπέτεια και στο σπουδαιότερο
ποίημα που γράφτηκε ποτέ, την Οδύσσεια.
Tυχαία γεγονότα με ενέπνευσαν και εξαιτίας τους παρακινήθηκα να τα
γράψω. Αυτό από μόνο του μπορεί και να είναι θετικό, στα υπέρ της
δημοσίευσης. Ισως φανεί σε κάποιους ότι δεν έχουν σημασία, μπορεί όμως
και να έχουν. Δε μπορεί κάποιος να τα απορρίψει αβασάνιστα, ούτε όμως
και να τα ενστερνιστεί χωρίς να μπει στον πειρασμό της αμφισβήτησης και
της αμφιβολίας.Οι συντοπίτες μου νομίζω πως θα τα βρουν ενδιαφέροντα, καθώς τους αφορούν, έχουν να κάνουν με τόπους που γνωρίζουν καλά, που τους περιπλέουν και τους περπατούν.
Την αίσθηση ότι το Θιάκι είναι ένας τόπος εξαιρετικής μοναδικότητας, ατμοσφαιρικός, που αποπνέει ιερότητα, τη ζω από την πρώτη στιγμή που το αντίκρισα.
Εκτός από τη φυσική του ομορφιά, το νησί αναδίνει κάτι που δεν το έζησα αλλού, όπου κι αν πήγα. Προκαλεί την έντονη επιθυμία να βρίσκεσαι μόνο εκεί, για πάντα, για όλη την αιωνιότητα.
Οποτε το εγκατέλειψα, πάντα αισθάνθηκα τη βασανιστική νοσταλγία του, που μου έφερνε στη σκέψη το έπος και τη νοσταλγία του μυθικού βασιλιά για την προσφιλή του πατρίδα. Πέρα από απτές αποδείξεις, ανασκαφές κι ευρήματα, μέσα από την ψυχή μου γνωρίζω πως το νησί του νόστου είναι ετούτο εδώ κι ότι κανένα άλλο δεν μπορεί να είναι.
Ολα αυτά τα χρόνια που κατοικώ στο Θιάκι, έχω παρακολουθήσει τη διαμάχη αρχαιολόγων, φιλολόγων και άλλων ερευνητών πάνω στο θέμα της ταύτισης του σύγχρονου νησιού με την Ομηρική Ιθάκη. Κομβικό σημείο της επιχειρηματολογίας είναι η Αστερίς, που αναφέρεται στο αρχαίο κείμενο ως βραχονήσι που υπήρχε ανάμεσα Σάμης και Ιθάκης.
Εκεί υποτίθεται πως οι μνηστήρες έστησαν ενέδρα στον Τηλέμαχο, περιμένοντας την επιστροφή του από την Πύλο, ένα ταξίδι που αποσκοπούσε στην αναζήτηση του πατέρα του. Καθώς κάτι τέτοιο δεν υφίσταται ανάμεσα στα σημερινά νησιά, κάποιοι το ταυτίζουν με τη χαμηλή βραχονησίδα Δασκαλιό που βρίσκεται νοτιότερα του Φισκάρδου.
Το Δασκαλιό όμως δεν ανταποκρίνεται καθόλου στην περιγραφή καθώς δεν διαθέτει τους δίδυμους λιμένες της Αστερίδος ενώ το ύψος του που δεν υπερβαίνει την επιφάνεια της θάλασσας παρά μόνο λίγα μέτρα δεν επαρκεί για να κρυφτεί από πίσω του πλοίο σαν των μνηστήρων. Το θέμα παραμένει ανοικτό και προς το παρόν μόνο υποθέσεις και εικασίες μπορούν να διατυπώνονται.
Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί την εικασία του υπογράφοντος, πολύ αυθαίρετη ωστόσο, καθώς δεν στηρίζεται παρά σε μια εντύπωση της στιγμής.
Ημουν στη δυτική πλευρά της Ατόκου, προχωρημένο ξημέρωμα, πάνω στη βάρκα. Οι αχτίνες του ήλιου που υψωνόταν από την αντίθετη πλευρά φώτιζαν υπό γωνία τους κάβους του πουνέντε.
Οι γρανιτένιοι όγκοι των ακρωτηρίων, παρόμοιοι σε μέγεθος, κλίση και όψη, φωτισμένοι με τρόπο που αναδείκνυε την ομοιότητά τους, θύμιζαν έντονα τις άκρες του σώματος εκείνων των μικρών, πεπλατυσμένων αστερίων που βλέπουμε αν τύχει να αναποδογυρίσουμε καμιά πέτρα του γιαλού.
«Πόσο μοιάζει το νησί με αστερία!» σκέφτηκα, και την επόμενη στιγμή το όνομα της μυστηριώδους Αστερίδας είχε καρφωθεί στη σκέψη μου. Ως επιφοίτηση ο συνειρμός της στιγμής, η αλήθεια ίσως, μου αποκαλύφθηκε εκείνο το πρωί.
Την ίδια ακριβώς εντύπωση είχε ίσως αποκομίσει, ένα αρχαίο πρωινό ο άγνωστος ονοματοθέτης της Αστερίδας. Σαν αστερίας του είχε φανεί το νησί όπως το περιέπλεε!
Στον όρμο Ντριβαλιές είναι χαρακτηριστικά τα δίδυμα λιμάνια που αναφέρονται στο κείμενο. Είναι αντικριστά και παρέχουν ασφάλεια με τους περισσότερους καιρούς. Δεν υπάρχουν σε άλλο νησί της ευρύτερης περιοχής αντικριστά λιμάνια, στον ίδιο όρμο
Εκ των υστέρων έμαθα ότι στην Ατοκο τοποθετούν την Αστερίδα και αρχαιολόγοι που ασχολούνται ενδελεχώς με το Ομηρικό ζήτημα. Κι αν η σημερινή Ιθάκη ταυτίζεται με την Ομηρική, τότε ποια είναι η Σάμη της εποχής του Οδυσσέα;
Η Λευκάδα με τα ψηλά βουνά ίσως; Η απόκρημνη ακτή της Αιτωλοακαρνανίας απέναντι; Η σύγχρονη Σάμη πάντως μόνο απόκρημνη δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, αφού πίσω της υπάρχουν λόφοι ήπιας κλίσης και πεδιάδες.
Αν τελικά το Ομηρικό Αστυ ταυτίζεται με τον μυκηναϊκό οικισμό στον Αϊ-Θανάση, στο βόρειο τμήμα της Ιθάκης, όπως ανακοίνωσε η Αρχαιολογική Σχολή Ιωαννίνων, η θέση της Ατόκου είναι ιδανική για να στηθεί ενέδρα σε εκείνον που φτάνει στην περιοχή από την Πύλο.
Και ταυτόχρονα είναι πολύ μακριά από το Αντρι, τον κόλπο στο νότιο άκρο του νησιού, όπου υποτίθεται πως βγήκε ο ειδοποιημένος από την Αθηνά Τηλέμαχος. Αρα, αποβιβαζόμενος εκεί, θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητος από το πόστο της ενέδρας των μνηστήρων.
Μπήκα στο άντρο με το δέος του εισερχόμενου σε ιερό. Ηταν στα μέσα Ιουνίου κι έξω από τη σπηλιά το νεοφερμένο καλοκαίρι λουλούδιαζε, μοσχομύριζε και τύλιγε με το εκτυφλωτικό του φως τα πάντα, εφήμερα και αιώνια. Ημουν ήδη προϊδεασμένος. Ανεβαίνοντας με τη μηχανή είχα συναντήσει μία γυναίκα μέσης ηλικίας, με ένα πολύχρωμο μαντίλι στο κεφάλι, παράδοξη στην όψη. Καθώς διασταυρωθήκαμε, με κοίταξε με βλέμμα βαθύ, αγέρωχο κι απόκοσμο. Επέστρεφε από τη σπηλιά. Εμοιαζε σαν «από αλλού».
Την προσπέρασα κι έφτασα στη σπηλιά, όμως χρειάστηκε να γυρίσω πίσω, δεν είχα μαζί μου φανάρι. Στο κατέβασμα δεν την ξανασυνάντησα, είχε χαθεί. Δεν είχαν περάσει 5 λεπτά από το αντάμωμά μας κι ήταν άφαντη, σε ένα δρόμο χωρίς διασταυρώσεις, περιτριγυρισμένο από λόγγους κι ακανθοφόρους αγρούς, πολλές δεκαετίες ακαλλιέργητους, εγκαταλειμμένους.
Μπήκα από την είσοδο των θνητών, τη βορινή. Μια νυχτερίδα φτερούγισε και κρύφτηκε στο βάθος του σπηλαίου.
Προχώρησα κι εισχώρησα στη σιγαλιά και στη μυστηριακή ατμόσφαιρα του ιερού. Οταν τα μάτια μου συνήθισαν στο ημίφως κι άρχισα να διακρίνω λεπτομέρειες, κοίταξα ολόγυρα το αχνόθαμπο σπήλαιο.
Τα πάντα ταίριαζαν στην ποιητική περιγραφή: Νοτιότερα της εισόδου των θνητών, ένα μικρό άνοιγμα στο θόλο του σπηλαίου, η «μπασιά των θεών».
Μακρόστενοι σταλακτίτες και σταλαγμίτες, «κροντήρια και λαγήνες από πέτρα». Σταλακτικοί σχηματισμοί μεγάλου μήκους, με βαθιές πτυχώσεις και αυλακώσεις, οι πέτρινοι αργαλειοί και τα σκουτιά, «θαμπώνεις που τα βλέπεις»... Νερά που ασταμάτητα έρεαν από τις απολήξεις των σταλακτιτών, οι «αστείρευτες βρυσομάνες».
Απέναντι από την είσοδο, στο βάθος του σπηλαίου, πέτρινος κύβος, με τέχνη πελεκημένος, με ένα κοίλωμα στην κορυφή. Βωμός κατά μία άποψη, με το κοίλωμα όπου έρεε το αίμα των ελαφιών και των ζαρκαδιών που αφιέρωναν οι ιερείς στο Θεό.
Βάση αγάλματος που δεν υπάρχει πια κατά μία άλλη, αγάλματος που πιθανώς αναπαριστούσε τον ίδιο τον Απόλλωνα. Εκλεισα τα μάτια κι αφέθηκα στη σιγαλιά στην κατανυκτική γαλήνη του τόπου.
Οταν τα ξανάνοιξα, αρκετή ώρα αργότερα, αντίκρισα το θαύμα: μια λαμπερή σφαίρα είχε εισέλθει από το άνοιγμα του θόλου, από την «μπασιά των θεών» και φώτιζε το χώρο του βωμού. Χρειάστηκε λίγη ώρα για να συνειδητοποιήσω ότι ήταν το φως του ήλιου που δημιουργούσε το φαινόμενο.
Το ιερό πυρ, το απολλώνιο φως τιμούσε το νυμφαίο άντρο και τούτη τη χρονιά, εκείνη τη στιγμή της ημέρας, εκείνη την εποχή του χρόνου, λίγες μέρες πριν από το θερινό ηλιοστάσιο, στο ύψιστο μεσουράνημα του ήλιου.
Ιδού, η είσοδος του Θεού του φωτός, λάμβανε χώρα μπρος στα θνητά μου μάτια!
Η σφαίρα διάνυσε μια μικρή διαδρομή στο πάτωμα, πλησιάζοντας προς τον βωμό, κι ύστερα χάθηκε. Λίγα λεπτά μόνο παρέμεινε στον χώρο. Την επομένη, έμεινε λίγο παραπάνω, προσεγγίζοντας τον κύβο όλο και πιο πολύ, όσο πλησίαζε η 21η Ιουνίου.
Υπέθεσα ότι το φως θα έλουζε την πέτρα ακριβώς τη στιγμή του θερινού ηλιοστασίου, κι ότι αυτή ίσως θα ήταν και η στιγμή της θυσίας, αν ήταν βωμός, ή της όποιας ιεροτελεστίας, αν επρόκειτο για άγαλμα. Τελικά, αυτό δεν συνέβη. Στο αποκορύφωμα του ηλιοστασίου, η σφαίρα πλησίασε τον βωμό κι έφτασε στο εγγύτερο σημείο, στο μισό μέτρο, αλλά δεν τον άγγιξε.
Πέρασε από επάνω του και χάθηκε ξανά. Υπέθεσα ότι είχε μετακινηθεί ελάχιστα, προκειμένου να ανασκαφεί το σημείο στο οποίο βρισκόταν, ένα σημείο όπου λαθρανασκαφείς ή αρχαιολόγοι θεώρησαν ότι θα μπορούσαν οι μύστες να είχαν τοποθετήσει αφιερώματα;
'Η δεν πρόκειται τελικά για βωμό, κι είναι πράγματι βάση αγάλματος; Αν υπήρχε άγαλμα επάνω στον πέτρινο κύβο, τότε πράγματι θα το έλουζε το φως, την ημέρα του θερινού ηλιοστάσιου.
Μετά τη βάρβαρη ανασκαφή Συμεώνογλου προ δεκαετίας, η οποία μάλιστα ελάχιστα απέδωσε, το σπήλαιο παραμένει μη επισκέψιμο, με ένα επικίνδυνο βάραθρο δεκάδων μέτρων να χάσκει στο κέντρο του. Είναι επιτακτική ανάγκη να αποκατασταθεί αυτός ο λατρευτικός χώρος, που συνδέει τη σημερινή εποχή και την Ιθάκη με το έπος και τους ομηρικούς χρόνους.
Το σπήλαιο των νυμφών Είναι και κάποια ελιά στενόφυλλη στου λιμανιού την κόχη, και δίπλα της γαλαζοσκότεινο, χαριτωμένο σπήλιο, ταμένο στις ξανθιές, τρισέβαστο, στις Νεροκόρες. Μέσα θωρείς κροντήρια και διπλόχερες λαγήνες - από πέτρα, και μέλισσες που μπαινοβγαίνουνε και τα κρινιά τους χτίζουν κι είναι αργαλειοί πετρένιοι τρίψηλοι, και υφαίνουν τα σκουτιά τους εκεί οι ξωθιές τ' αλικοπόρφυρα, θαμπώνεις που τα βλέπεις' και βρυσομάνες έχει αστέρευτες.
Από τις δυο μπασιές του τη βορινή μονάχα δύνανται να κατέβουν άνθρωποι' η άλλη είναι των θεών και στρέφεται κατά νοτιά' κανένας δεν την περνά θνητός' οι αθάνατοι μονάχα τη διαβαίνουν. Οδύσσεια Ν 100-115
Η Ομηρική Αστερίδα Είναι ένα βραχονήσι εκεί καταμεσής της θάλασσας η Ιθάκη από τη μια μεριά, η Σάμη απόκρημνη από την άλλη η Αστερίδα, όχι μεγάλη, με αντικριστά λιμάνια δίδυμα για τα καράβια ασφαλισμένα Οδύσσεια δ΄ 842-845
Kείμενο: Κωστής Γεωργάς
Πηγή : http://www.ethnos.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου