25 Σεπ 2013

Επίμονοι δημοκράτες


—του Γιάννη Παπαθεοδώρου για τη στήλη Ανώμαλα ρήματα
Η στήλη αυτή, σχεδόν μονότονα, επαναλάμβανε όλο το καλοκαίρι πως ο κίνδυνος της φασιστικής βίας είναι ante portas.

 Η πρόσφατη δολοφονία ενός νέου ανθρώπου έφερε στην επιφάνεια όλο το δίκτυο της χρυσαυγίτικης εξτρεμιστικής δράσης. Έγινε σε όλους επιτέλους – και γνωρίζω την τραγική φόρτιση του επιρρήματος – φανερό πως η Χρυσή Αυγή δεν είναι απλώς ένα αντισυστημικό αντιμνημονιακό κόμμα αλλά μια εγκληματική οργάνωση, με τοπικά δίκτυα και πληρωμένα «συμβόλαια θανάτου» που ποντάρει στην αποσταθεροποίηση του πολιτεύματος και την κοινοβουλευτική εκτροπή.

Η φραστική καταδίκη της δολοφονίας δεν αρκεί πια για να καλύψει το πραγματικό κενό της πολιτικής, μέσα σε μια ανάπηρη δημοκρατία που ψελλίζει γραφικά στερεότυπα για την ανιστόρητη «θεωρία των δύο άκρων» και τις αόριστες επικλήσεις του «δημοκρατικού τόξου». Η ρητορική καταδίκη της Χρυσής Αυγής τέλειωσε μαζί με το άλλοθι του Μνημονίου. Περικοπές στη δημοκρατία δεν υπάρχουν. Είναι ώρα για δράση. Αλλά για να δράσουμε, πρέπει πρώτα να συμφωνήσουμε  για το πλαίσιο των δράσεων.

Πολλοί είναι εκείνοι που, τις τελευταίες μέρες, υποστηρίζουν –συνήθως «από τα αριστερά»– πως το μέτωπο απέναντι στη Χρυσή Αυγή προϋποθέτει την αλλαγή της μνημονιακής πολιτικής, ακριβώς επειδή η κρίση οδηγεί στην εξαθλίωση και τη βίαια έκφραση της κοινωνίας. Είναι μια «μισή αλήθεια», που μπορεί να λειτουργήσει τελείως αποπροσανατολιστικά, αυτές τις δύσκολες ώρες.

Πρώτον γιατί «η κρίση ήρθε για να μείνει» και δεύτερον γιατί, ακόμη και μέσα στην κρίση, η δημοκρατία δεν χρειάζεται και κυρίως δεν μπορεί να ανέχεται μαυροντυμένους Ρομπέν Των Φτωχών. Η πολιτική αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής πρέπει να γίνει με τρόπο με πολιτικό και όχι με αφελείς προσευχές για το «τέλος των Μνημονίων».

 Όσοι θεωρούν πως το πρόβλημα με τη Χρυσή Αυγή ταυτίζεται με το πρόβλημα του Μνημονίου, απλώς επαναλαμβάνουν το κλασικό λάθος του χυδαίου οικονομισμού που παραγνωρίζει τον πολιτισμικό εκφασισμό της κοινωνίας.
Κακά τα ψέματα.

Η ιδεολογική προετοιμασία της Χρυσής Αυγής ήταν ήδη και πάντα εδώ∙ ο νεοελληνικός εθνικισμός είχε επιμελώς κατασκευάσει τα υλικά της «ελληνικής ιδιαιτερότητας», η θεωρία της «ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης» είχε ακραιφνώς εκπαιδεύσει το πολιτικό της ακροατήριο απέναντι στην «ξένη επέμβαση», ο πασοκικός αυριανισμός είχε προγραμματικά συμβάλει στον ηθικοπολιτικό εκβαρβαρισμό, η νεοφιλελεύθερη διάλυση του δημόσιου συμφέροντος είχε σιωπηρά εκθρέψει λογής λογής συντεχνίες και συμμορίες.

Το καταλυτικό στοιχείο ήταν η συνολική απαξίωση του πολιτικού συστήματος, που ρίζωσε πολιτισμικά κυρίως μέσα στην κοινωνία της κρίσης και της διακινδύνευσης, επιτρέποντας την ανάδυση αυτού που ο Νίκος Πουλαντζάς που κάποτε είχε προσφυώς και επιτυχώς ονομάσει «συγκεχυμένη αναγέννηση του νέο-εθνικισμού».

Η Χρυσή Αυγή είναι το απότοκο όλων αυτών των εθνολαϊκιστικών πολιτισμικών παραδειγμάτων και παραδόσεων –στην πιο εξτρεμιστική βέβαια εκδοχή τους–, ακριβώς επειδή ξαναβάζει στο παιχνίδι της αντιμνημονιακής συνθήκης το σκηνικό του φόνου και το φόρο του αίματος.
Ας αφήσουμε επομένως τα δάκρυα, τις ρητορείες και τις κορώνες.

Η Χρυσή Αυγή, με έναν ορισμένο τρόπο, ήταν ήδη εδώ πολύ πριν δούμε στον καθρέφτη το πρόσωπο του τέρατος. Την είχαμε συνηθίσει –και μας είχε συνηθίσει– μέσα από τις αργές διαδικασίες μιας παράξενης πολιτισμικής οικειότητας που αποτυπωνόταν στις συνωμοσιολογικές θεωρίες για την πολιτική, στο λόγο του μίσους, στη διαρκή σύγχυση ανάμεσα στον πολιτικό αντίπαλο και στον «ταξικό εχθρό».

Αυτό που δεν κατάλαβε εγκαίρως η αριστερά –σε ορισμένες τουλάχιστον εκδοχές της–, ήταν πως οι ιδεολογικές συγκρούσεις, οι πολιτικές αντιπαραθέσεις και οι κοινωνικοί αγώνες μπορούν να ανθήσουν μόνο σε μια ακμαία και θωρακισμένη δημοκρατία.

Τζογάροντας και η ίδια ευκαιριακά στον λαϊκισμό τοποθέτησε τα «πολιτικά λεφτά» της αρχικά στον αντισυστημισμό και αργότερα στη στρατηγική της έντασης: η «χούντα», τα «πραξικοπήματα» και ο «δωσιλογισμός» προφέρονται πλέον σχεδόν υποχρεωτικά από κάθε αριστερό αντιμνημονιακό πολίτη που σέβεται τον εαυτό του.

Αυτό βεβαίως δεν τοποθετεί την αριστερά – και μάλιστα την αξιωματική αντιπολίτευση-, στα «άκρα» αλλά την αποδυναμώνει καθοριστικά σε μια στιγμή που, δυστυχώς ή ευτυχώς, είναι η ώρα της θωράκισης της δημοκρατίας.

 Η μηδενική ανοχή ωστόσο απέναντι στους νεοναζί προϋποθέτει τη σταθερή προσήλωση στην «επίμονη νομιμότητα», χωρίς αστερίσκους για τη βία. Πόσο και κυρίως πόσοι είμαστε έτοιμοι να συμφωνήσουμε σε αυτό ; Εξηγούμαι.

Σήμερα, περισσότερο παρά ποτέ, η κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει ανάγκη από ένα νέο «μέτωπο λογικής», μια στοιχειώδη –έστω κλασικού τύπου– κρατική καταστολή και μια θεμελιώδη πολιτισμική απονομιμοποίηση της Χρυσής Αυγής.

Πρέπει να τσακίσουμε τους φασίστες εκεί που πραγματικά είναι οι ρίζες τους: στις γειτονιές, στα σχολεία, στη Βουλή, στο ραγισμένο μιντιακό καθρέφτη της δημοκρατίας μας. Δεν έχουμε πολλά όπλα∙ παρά μόνο τους «επίμονους δημοκράτες» που θα πειστούν πως ο συνταγματικός πατριωτισμός είναι το πρώτο αλλά και τελευταίο καταφύγιο αυτής της ευάλωτης πολιτείας. Και στην υπόθεση αυτή πρέπει να στρατευτούμε όλοι. Χωρίς αστερίσκους.
Πηγή :  Ανώμαλα ρήματα

to synoro blog

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...