Ο Γιάννης Βρούτσης κουνάει το δάχτυλο, θέλοντας να βγάλει και τ’ άλλο μάτι. Προφανώς, όχι το δικό του. Τον ενδιαφέρει μόνο αυτό που απέμεινε σε μισθωτούς και συνταξιούχους μετά το μεσοπρόθεσμο μνημονιακό φορτίο που εναπόθεσε στην πλάτη τους. Σοβαρός, μεστός και συνεργάσιμος, ιδίως όταν πρόκειται να συνδιαλλαγεί με τους πιστωτές.
του Άγγελου Προβολισιάνου
Ο Τομεάρχης Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης της Νέας Δημοκρατίας ισχυρίστηκε πρόσφατα πως ο συνδικαλιστικός νόμος και το απαράδεκτο -όπως ανέφερε- υπουργικό βέτο για τις ομαδικές απολύσεις θα κοστίσουν δις στη χώρα, αφού οι κυβερνητικές ιδεοληψίες κατά τη διαπραγμάτευση για τα εργασιακά παρακωλύουν την αξιολόγηση.
Στο σχήμα ιεράρχησης του κ. Βρούτση, τα χρήματα προηγούνται έναντι των συνδικαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων. Το απέδειξε στην πράξη άλλωστε, όντας υπουργός. Δικαίωμά του, επίσης, να υπερασπίζεται συνειδητά το ΔΝΤ και όχι τους εργαζόμενους, ακόμα κι αν η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων, που συστάθηκε από κοινού με τους δανειστές, «δεν βλέπει ανάγκη για αυστηρότερους κανόνες» αναφορικά με τον συνδικαλιστικό νόμο. Ο Γιάννης Βρούτσης, όμως, τις βλέπει.
Αυτοπροσδιορίζεται ως σκιώδης υπουργός Εργασίας, αλλά αρνείται να αποσαφηνίσει τη στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης ως προς την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Ζήτημα - «αγκάθι» για το κλείσιμο της β’ αξιολόγησης, με το Ταμείο να παραμένει αδιάλλακτο και τους ευρωπαίους εταίρους να κρατούν κλειστό το στόμα τους στο Χίλτον, παρά την υπονόμευση του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Βέβαια, υπάρχει εξήγηση για τη σιωπή του τομεάρχη. Ήταν ο υπουργός που τις κατάργησε το 2012.
Η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα δεν ήταν εύκολο εγχείρημα. Ήθελε πείσμα και νεοφιλελεύθερο μεράκι. Ο Γιάννης Βρούτσης συγκέντρωνε όλα τα χαρακτηριστικά. Οξυδερκής, ετοιμόλογος λαϊκιστής στα όρια του επιτρεπτού και νεοφιλελεύθερος. Πολύ νεοφιλελεύθερος για την ακρίβεια.
Ας πάμε όμως στα υπουργικά του πεπραγμένα. Ο τομεάρχης με το βαρύγδουπο τίτλο εφάρμοσε ένα πρωτοφανές -για τα ευρωπαϊκά χρονικά- μείγμα μέτρων, με κύριο στόχο τη μείωση του εργατικού κόστους. Η μνημονιακή ανταγωνιστικότητα στην αγορά εργασίας συντελέστηκε μέσα από ορδές ανέργων, με τους εργοδότες να βουτούν το χέρι στο πάρκινγκ των εξαθλιωμένων, πετώντας τους σε minijobs, ευέλικτες μορφές εργασίας ή στη σύγχρονη ανασφάλιστη δουλεία. Με χειρουργική ακρίβεια κατακερμάτισε το εργατικό δίκαιο και αποδιάρθρωσε τις εργασιακές σχέσεις, εξαϋλώνοντας τη συνδικαλιστική οντότητα, όποια κι αν ήταν. Ουσιαστικά, οι εργασιακές σχέσεις σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα υποβαθμίζονταν σταδιακά, σαν πλάστιγγα που έγερνε πότε από τη μία και πότε από την άλλη, μέχρι να ολοκληρωθεί η συνολική υποβάθμιση.
Για να μην μακρηγορούμε, επί ημερών Βρούτση μπήκε ταφόπλακα στις συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και η Εθνική Συλλογική Σύμβαση καταργήθηκε. Το μέτρο αυτό δεν υφίσταται σε κανένα άλλο κράτος - μέλος της ΕΕ, με την πρωτοβουλία του κ. Βρούτση να μας ανάγει αυτομάτως σε εργασιακά πειραματόζωα. Από τότε, ο κατώτατος μισθός θεσπίζεται μέσω υπουργικής απόφασης και η δική του ήταν να τον μειώσει κατά 22%. Δεν έμεινε εκεί ο κ. Βρούτσης, αλλά υλοποίησε και τη μισθολογική διάκριση για τους νέους κάτω των 25, γνωστή και ως υποκατώτατος μισθός. Παράλληλα, αναστάλθηκαν μισθολογικές ωριμάνσεις και επιδόματα, ενώ μειώσεις συντάξεων και εφάπαξ δεν ξέφυγαν από το στόχαστρο του τότε υπουργού.
Ο κοινωνικός αντίκτυπος των πεπραγμένων Βρούτση ήταν άμεσος και με πολλαπλασιαστική δεινότητα. Στατιστικές μελέτες σημείωναν πως το 2014 το ποσοστό της ανεργίας υπερέβαινε το ιστορικό ανώτατο ποσοστό που καταγράφηκε στα τέλη της δεκαετίας του 50', όταν βρισκόταν σε έξαρση η εξωτερική μετανάστευση. Επιπρόσθετα, ο συνδυασμός των μέτρων του πρώτου και του δεύτερου μνημονίου καταβαράθρωσαν το μέσο μισθό στην Ελλάδα, με τους εργοδότες να εκμεταλλεύονται το έλλειμμα συνδικαλιστικής προστασίας, ζητώντας επαναδιαπραγμάτευση με τους εργαζομένους σε ατομικό πλέον επίπεδο. Και πάλι, όμως, παρά τις νεοφιλελεύθερες προσπάθειες του Γιάννη Βρούτση, η Ελλάδα παρέμενε μία από τις πλέον μη ανταγωνιστικές χώρες της Ευρωζώνης και αντί να αξιοποιεί τους νέους επιστήμονες, τούς κούναγε το μαντίλι όταν εκείνοι ξενιτεύονταν για να βιοποριστούν με αξιοπρέπεια.
Πλέον, οι ίδιοι οι εργοδότες και οι εκπρόσωποι της αγοράς ζητούν να επανέλθουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις και η αρχή της επεκτασιμότητας για να τελειώσει ο αθέμιτος ανταγωνισμός που προκλήθηκε από την εξατομικευμένη διαπραγμάτευση στην αγορά εργασίας. Ο Γιάννης Βρούτσης, όμως, προτιμά την υπάρχουσα κατάσταση.
Τα δεδομένα στις εργασιακές σχέσεις δεν έχουν αλλάξει επί ΣΥΡΙΖΑ και αναμφισβήτητα η πενιχρή μείωση της ανεργίας δεν αποτελεί επιχείρημα απέναντι στις συνθήκες εργασιακού μεσαίωνα. Ωστόσο, υπάρχει μία ειδοποιός διαφορά. Η διαπραγμάτευση για την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, της αρχής της επεκτασιμότητας και της ευνοϊκότερης ρύθμισης, σε συνδυασμό με την άρνηση για οποιοδήποτε άλλο παζάρι περιστολής εργασιακών και συνδικαλιστικών κεκτημένων. Σημεία που αν κερδηθούν στη β' αξιολόγηση, θα οχυρώσουν τους μισθωτούς από το τσαλαπάτημα απολαβών και δικαιωμάτων.
Τι κι αν η υπουργός Εργασίας της Γερμανίας ζητά να λάβει τέλος στην Ελλάδα το ιδιότυπο ευρωπαϊκό πείραμα εργοδοτικής ασυδοσίας, ο τομεάρχης της αξιωματικής αντιπολίτευσης δηλώνει πρόθυμος να δώσει στους δανειστές ό,τι έχει απομείνει από αυτή την εργασιακή καρικατούρα. Ο Γιάννης Βρούτσης αποπειράθηκε να αλυσοδέσει μία γενιά και τώρα κουνάει το δάχτυλο για τα αποτελέσματα των δικών του υπογραφών. Απ' ό,τι φαίνεται, αν και κρεμασμένος στα μανταλάκια της συλλογικής συνείδησης, προτιμά να μιλά για σχοινί.
Πηγή : http://www.koutipandoras.gr/
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου