του system failure
Παρά το γεγονός ότι η στάση των ανθρώπων σε Ελλάδα και Ευρώπη
φαίνεται ότι αλλάζει, έστω αργά, απέναντι σε έννοιες που στο σχετικά
πρόσφατο παρελθόν θεωρούνταν σχεδόν ταμπού, όπως οι έννοιες της
συλλογικότητας και της αλληλεγγύης, το συστημικό κατεστημένο
χρησιμοποιεί όλα τα διαθέσιμα μέσα, προκειμένου να διατηρήσει αλώβητη
την κουλτούρα του ακραίου ατομικισμού και του ωμού οικονομικού
πραγματισμού.
Η κουλτούρα αυτή εξαπλώθηκε ταχύτατα τις τελευταίες τουλάχιστον δύο
δεκαετίες στην Ελλάδα και γενικότερα στον Δυτικό κόσμο – ίσως με
διαφορετική μορφή από χώρα σε χώρα λόγω τοπικών ιδιομορφιών
- εξυπηρετώντας στο ακέραιο τα συμφέροντα των οικονομικών ελίτ.
Ο
ακραίος ατομικισμός και ο οικονομικός πραγματισμός, δεν αποτέλεσαν απλώς
τα κύρια συστατικά μιας ιδιότυπης κουλτούρας, αλλά κατέληξαν να
αποτελούν τα βασικά δομικά στοιχεία του σύγχρονου ορθολογισμού των
Δυτικών κοινωνιών, κάτι που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε ως Δυτικό
νεο-ορθολογισμό.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης, η
γλώσσα του οικονομικού κυνισμού που διαδίδεται κατά κόρον από τα εγχώρια
μεγάλα ΜΜΕ, αναπαράγεται αυτόματα από την ίδια την κοινωνία, παρόλο που
για την κατάσταση στην Ελλάδα ευθύνεται σε πολύ μεγάλο βαθμό η
οικονομική ασυδοσία ορισμένων προνομιούχων, οι οποίοι όχι μόνο
παραμένουν στο απυρόβλητο, αλλά αντίθετα, σε πολλές περιπτώσεις βγαίνουν
και κερδισμένοι από την οικονομική κρίση και είναι αυτοί τελικά που
ελέγχουν τα συγκεκριμένα φερέφωνα. Στην κορυφή της πυραμίδας αυτών των
προνομιούχων βρίσκονται οι τραπεζίτες και μια επιχειρηματική και
πολιτική τάξη που ελέγχουν απόλυτα έως σήμερα τις εκάστοτε κυβερνήσεις.
Για παράδειγμα, ο εκφωνητής ή η εκφωνήτρια του κεντρικού δελτίου
ειδήσεων, ανακοινώνει, σχεδόν με μια ικανοποίηση, ότι ο τουρισμός έχει
ανέβει φέτος στην Ελλάδα λόγω των γεγονότων σε Τουρκία και Αίγυπτο,
αποκόπτοντας το γεγονός ότι κάποιοι άνθρωποι εκεί δυστυχούν, ή χάνουν
ακόμα και τη ζωή τους.
Η είδηση συνοδεύεται με κάποια απαραίτητα
διακοσμητικά, όπως στατιστικά στοιχεία για τον συνολικό αριθμό των
επισκεπτών κ.λ.π., ή διάφορες φράσεις-κλισέ, όπως για παράδειγμα “ο
τουρισμός είναι η βαριά βιομηχανία της Ελλάδας”, έτσι ώστε τα φερέφωνα
να μπορέσουν να δώσουν μια ψεύτικη ελπίδα ότι επίκειται κάποια
οικονομική ανάκαμψη και να αποπροσανατολίσουν το κοινό από τα νέα σκληρά
μέτρα λιτότητας που θα έρθουν, τις απολύσεις και την περαιτέρω διάλυση
των εργασιακών δικαιωμάτων και του κοινωνικού κράτους.
Έτσι, τελικά, παρόλο που η δραματική κατάσταση και ο θάνατος πολλών
ανθρώπων στις χώρες αυτές, είναι συχνά η πρώτη είδηση στα ίδια κανάλια,
το στερεότυπο που αναπαράγεται από την κοινωνία μέσα στη δίνη της
οικονομικής κρίσης, είναι το γεγονός ότι ο τουρισμός στην Ελλάδα
παρουσιάζει μια “ελπιδοφόρα” άνοδο, και αυτό είναι κάτι που συμβαίνει
μέσα από καθημερινές συζητήσεις, ακόμα και από ανθρώπους που δεν έχουν
τίποτα να κερδίσουν από την άνοδο του τουρισμού στην Ελλάδα, αλλά
αντίθετα, η οικονομική τους κατάσταση ενδέχεται να χειροτερέψει στο
άμεσο μέλλον.
Η γλώσσα του οικονομικού κυνισμού παίρνει πολλές μορφές και
κατακλύζει κυριολεκτικά τα κυρίαρχα μίντια. Ένα άλλο παράδειγμα είναι η
πρόσφατη δήλωση του Έλληνα υπουργού οικονομικών ο οποίος είπε ευθέως και
χωρίς περιστροφές ότι, αν δεν γίνουν οι πλειστηριασμοί για την πρώτη
κατοικία, θα καταρρεύσουν οι τράπεζες.
Και όλα αυτά, παρόλο που οι
τράπεζες έχουν λάβει ως τώρα πακτωλό δισεκατομμυρίων σε πακέτα στήριξης,
υποτίθεται για να μην καταρρεύσουν. Παρόλο που οι μεγαλομέτοχοι των
τραπεζών, παρά τις τεράστιες ευθύνες τους, έχουν διασωθεί και το χρέος
έχει μεταφερθεί στις πλάτες των φορολογουμένων, Ελλήνων και Ευρωπαίων.
Μέσα σ’εναν οικονομικό πόλεμο, όπου ο καθένας κοιτάει πως να
επιβιώσει, η γλώσσα του οικονομικού κυνισμού είναι ιδιαίτερα χρήσιμη.
Ένα άλλο τρανταχτό παράδειγμα, αποτελεί μια επιστολή που δημοσιεύτηκε
πρόσφατα στην ιστοσελίδα μεγάλης εφημερίδας που ανήκει στον μεγαλύτερο
δημοσιογραφικό οργανισμό της Ελλάδας. Η επιστολή γράφτηκε με αφορμή την
απόλυση 30 περίπου δημοσιογράφων από τον οργανισμό και την κήρυξη 24ωρης
απεργίας από τα συνδικαλιστικά όργανά τους.
Στην αρχή της επιστολής, ο συντάκτης και διν/της της εφημερίδας γράφει τα εξής:
“Πολλά μπορεί να πει κανείς για την κρίση στον Τύπο και στα ΜΜΕ. Να
αποδώσει ευθύνες, πολιτικές και άλλες, να κατηγορήσει εφημερίδες,
έντυπα, τηλεοπτικούς σταθμούς, ραδιόφωνα, ακόμη και στις νεότευκτες
ιντερνετικές εκδόσεις για μεροληπτική στάση και συμπεριφορά, για
ιδεολογική παραμόρφωση και αδυναμία αποτύπωσης των πραγματικών συνθηκών
στην Ελλάδα και στον κόσμο.
Να τα βάλει με τους ιδιοκτήτες που απήλαυσαν υπερκέρδη και δεν
φρόντισαν για τις κακές μέρες, με τους «μεγαλοδημοσιογράφους» που
τρελάθηκαν από τη δόξα των καλών ημερών και δεν έχουν μάτια να δουν την
σκληρή πραγματικότητα,με όσους τέλος πάντων τα υπηρέτησαν και τα
υπηρετούν χωρίς να αναλαμβάνουν τις αντικειμενικές ευθύνες που έχουν και
τις υποκειμενικές που πάντα υπάρχουν σε σχήματα που αποτυγχάνουν.
Ωστόσο, τα παραπάνω δεν συνιστούν λύση, ούτε απαντούν στο πρόβλημα
που η μεγάλη οικονομική κρίση δημιούργησε στο χώρο του Τύπου και των
ΜΜΕ.”
Ενώ στην ουσία ο συντάκτης παραδέχεται τις τεράστιες ευθύνες και τη
διαφθορά του μιντιακού κατεστημένου στην Ελλάδα, στο οποίο ανήκει και ο
συγκεκριμένος οργανισμός, στη συνέχεια απαιτεί λίγο-πολύ όλα αυτά να
διαγραφούν μονομιάς, καθώς όπως λέει “δεν συνιστούν λύση”. Έτσι, μέσα
στη δίνη της οικονομικής κρίσης, η ηθική και η απόδοση ευθυνών γίνονται
ένα είδος πολυτελείας, καθώς “δεν συνιστούν λύση” απέναντι στην
οικονομική κατάρρευση.
Και η επιστολή καταλήγει – πάντα με την χαρακτηριστική γλώσσα του οικονομικού κυνισμού – ως εξής:
“Μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν. Τα ΜΜΕ ή θα αυτοπεριορισθούν ή θα σβήσουν.
Καλώς ή κακώς, χωρίς δραστική περιστολή των δαπανών τους δεν έχουν καμία τύχη.
Οι δημοσιογράφοι και οι συνδικαλιστικές ενώσεις τους οφείλουν αν μη τι άλλο κατανόηση των συνθηκών.
Όταν κατανοηθούν οι συνθήκες θα βρεθούν και οι λύσεις. Αλλιώς ο αφανισμός πρέπει να θεωρείται νομοτελειακός.”
Που με λίγα λόγια μεταφράζεται ως εξής: “σταματήστε τις απεργίες
και αποδεχθείτε τις απολύσεις και την δραστική μείωση των μισθών, αλλιώς
θα μείνετε όλοι χωρίς δουλειά”.
Το έλλειμμα ηθικής στον Δυτικό νεο-ορθολογισμό αντικαθίσταται από
τον ωμό οικονομικό πραγματισμό. Έτσι, για παράδειγμα, οι κοινωνίες
δέχονται ορθολογικά ότι είναι καλό που ο τουρισμός πάει καλά άσχετα αν
κάποιοι άνθρωποι υποφέρουν ή πεθαίνουν, ότι οι τράπεζες δεν πρέπει με
κανένα τρόπο να καταρρεύσουν γιατί θα επέλθει το χάος, ή ακόμη και ότι
οι τραπεζίτες είναι από την φύση τους άπληστοι άρα είναι κατά κάποιο
τρόπο άτοπο να ασχολούμαστε με τις δικές τους ευθύνες, ή, ότι κάποιοι
πρέπει αναγκαστικά να απολυθούν για να μην απολυθούν όλοι.
Ο φόβος λοιπόν, είναι αυτός που επιβάλλει αυτή τη λογική.
Με
φράσεις κλισέ όπως “μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν”, η γλώσσα του
οικονομικού κυνισμού αποτρέπει τις κοινωνίες να φανταστούν και να
επιχειρήσουν έναν διαφορετικό τρόπο οργάνωσης, ασύμβατο με τα συμφέροντα
των οικονομικών ελίτ, αλλά συμβατό με τα συμφέροντα της πλειοψηφίας.
Όμως, η εκδίωξη της ηθικής από τον Δυτικό νεο-ορθολογισμό επιβάλει
έναν άλλου είδους φόβο: οποιοσδήποτε μιλάει για ηθική, ή “ακόμα
χειρότερα” δρα με βάση κάποιες ηθικές αρχές, θεωρείται αναχρονιστικός
και αφελής, εκτοπίζεται σταδιακά από κάθε κοινωνική δραστηριότητα και
συνήθως μένει στο περιθώριο απειλούμενος με μια οικονομική και άρα
βιολογική εξόντωση, αφού τελικά, τα πάντα κινούνται γύρω από αυτή τη
γλώσσα του οικονομικού κυνισμού.
Πηγή :
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου