Την προσθήκη αρκετών χιλιομέτρων χερσαίας, αλλά ακόμη περισσότερων κυβικών χιλιομέτρων θαλάσσιας ζώνης, στο Δίκτυο Προστατευόμενων Περιοχών Natura 2000 προτείνει το Υπουργείο Περιβάλλοντος, με βάση αποτελέσματα σχετικής μελέτης.
Σύμφωνα με το ΥΠΕΚΑ, έπειτα από αξιολόγηση της χώρας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έχει προκύψει ότι το Δίκτυο Natura 2000 της Ελλάδας χρειάζεται να συμπληρωθεί με νέες περιοχές ώστε να θεωρείται επαρκές σε ότι αφορά στην προστασία των τύπων οικοτόπων και των ειδών κοινοτικού ενδιαφέροντος, γεγονός, που έχει ήδη επισημανθεί εγγράφως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Με βάση μελέτη που χρηματοδοτήθηκε από το ΕΣΠΑ, αλλά και λοιπές τεκμηριωμένες μελέτες και χρησιμοποιώντας κατάλληλα κριτήρια, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας έχει καταλήξει σε πρόταση 100 νέων περιοχών Natura 2000, η οποία θα παραμείνει αναρτημένη στην ιστοσελίδα του ΥΠΕΝ μέχρι 22 Ιουλίου, προς διαβούλευση.
Οι προτάσεις αφορούν σε 68 Τόπους Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ), 32 Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) και 1 περιοχή που προτείνεται ταυτόχρονα ως ΤΚΣ και ΖΕΠ. Ορισμένες περιοχές προτείνονται ως επεκτάσεις υφιστάμενων και ορισμένες ως νέες περιοχές.
Οι προτάσεις αφορούν κατά κύριο λόγο στο θαλάσσιο τμήμα του Δικτύου Natura 2000. Σε ότι αφορά στις ΖΕΠ, βασικό άξονα της πρότασης αποτελούν οι Σημαντικές Περιοχές για τα Πουλιά της Ελλάδας (ΙΒΑ). Η επιλογή αυτή συνάδει με τη νομολογία του ΣτΕ που πρόσφατα σε απόφασή του αναγνώρισε καθεστώς θεσμικής προστασίας για τις περιοχές ΙΒΑ αντίστοιχο με αυτό των ΖΕΠ. Σε γενικές γραμμές χρησιμοποιήθηκε ως κριτήριο το αναφερόμενο στην Απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου της 25/10/2007 για την κάλυψη των χερσαίων ΙΒΑ από τις ελληνικές ΖΕΠ, ότι κάθε ΙΒΑ θα πρέπει να καλύπτεται από ΖΕΠ σε ποσοστό μεγαλύτερο από 50%.
Ωφέλιμη εφαρμογή περιβαλλοντικά φιλικών πολιτικών
Αξίζει να σημειωθεί, πως η προστασία των θαλασσίων περιοχών έχει κριθεί ανεπαρκής στη χώρα μας από την Ε.Ε. ενώ παράλληλα, ως προβληματική κρίνεται και η προστασία των υφιστάμενων περιοχών, ενταγμένων στο δίκτυο, λόγω της δυσλειτουργίας των φορέων διαχείρισης, που έχουν αναλάβει τη λειτουργία τους.
Μάλιστα, από εκθέσεις, που έχουν εκπονηθεί από την Ε.Ε., έχει διαπιστωθεί, πως αντίθετα με τις «φωνές», που υποστηρίζουν, ότι η ένταξη περιοχών στο δίκτυο ζημιώνει, σε επιχειρηματικό επίπεδο, η προστασία της βιοποικιλότητας είναι ένας σημαντικός παράγοντας για την ανάπτυξη πράσινης οικονομίας και τη δημιουργία θέσεων εργασίας αλλά και βασική προϋπόθεση για μία οικολογικά και κοινωνικά βιώσιμη ανάπτυξη. Προς επίρρωσιν των παραπάνω, μια πρόσφατη μελέτη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι το κόστος της μη εφαρμογής της υπάρχουσας νομοθεσίας για το περιβάλλον και των μελλοντικών στόχων της βιοποικιλότητας είναι € 50 δις/έτος.
Ειδικά για την περίπτωση της Ελλάδας, η Καθηγήτρια Βιολογίας στο ΑΠΘ και πρόεδρος της Επιτροπής «Φύση 2000», κ. Δέσποινα Βώκου, είχε στο παρελθόν επισημάνει, ότι υπάρχει έλλειμμα στη θεσμική θωράκιση των προστατευόμενων περιοχών, περιορισμένη πολιτική και διοικητική στήριξη των φορέων διαχείρισης, ενώ η φύλαξη των προστατευόμενων περιοχών είναι επίσης ένα θέμα για το οποίο πρέπει να υπάρξει σοβαρή μέριμνα. Παράλληλα είχε υπογραμμίσει την ανάγκη λειτουργικής αναδιάρθρωσης του εθνικού συστήματος προστατευόμενων περιοχών, αλλά αφού προσδιοριστούν ανάγκες και στόχοι και όχι με βιαστικά και αυθαίρετα κριτήρια.
Περαιτέρω μέριμνα για τη Βαρβαρούσα
Σύμφωνα με τις προτάσεις του Υπουργείου Περιβάλλοντος, σχετικά με την επέκταση του Δικτύου, περιλαμβάνονται και περιοχές των Κυκλάδων.
Όσον αφορά στη Σύρο ειδικότερα, προτείνεται η αύξηση της υφιστάμενης προστατευόμενης έκτασης, που ξεκινά από το όρος του Σύριγγα, έως την παραλία, μέσω της προσθήκης της μικρής βραχονησίδας της Βαρβαρούσας, για την προστασία του προστετευόμενου είδους χλωρίδας, Silene holzmannii.
Όπως αιτιολογείται στην εισήγηση, θα μπορούσε να συζητηθεί η κατά παρέκκλιση των γενικών κανόνων υιοθέτηση της πρότασης, λόγω της εξαιρετικά μικρής έκτασης της προσθήκης, αλλά και λόγω του ότι οι βραχονησίδες αποτελούν περιοχές με ενδιαφέροντα οικολογικά χαρακτηριστικά εξαιτίας της απομόνωσης και της περιορισμένης όχλησης. Εάν υιοθετηθεί, αυξάνεται η έκταση της περιοχής ΕΖΔ Όρος Σύριγγας έως παραλία κατά 0,0046km2.
Επέκταση προστατευόμενων περιοχών στις Κυκλάδες
Οι περισσότερες από τις εκτάσεις στις Κυκλάδες, προστίθενται ή επεκτείνονται, προκειμένου να προστατευθούν οι οικότοποι, τύπου 1120 και 1180, με τον τελευταίο, να εντάσσεται με την παρούσα πρόταση, πρώτη φορά στο Δίκτυο.
Η εξάπλωση του τύπου οικοτόπου προτεραιότητας 1120 (εκτάσεις θαλάσσιας βλάστησης με ποσειδωνίες) στην ελληνική επικράτεια είναι ιδιαίτερα ευρεία, με την έκτασή του να υπολογίζεται (βάσει μοντελοποίησης και γνώμης ειδικών) στα 2.422 km2, ενώ η έκταση του εντός των ορίων των ΕΖΔ του υπάρχοντος δικτύου NATURA 2000 εκτιμάται μεταξύ 600 και 800 km2. Το υπάρχον Εθνικό Δίκτυο Natura 2000 κρίνεται ανεπαρκές ως προς την Ευνοϊκή Κατάσταση Διατήρησης της έκτασης των οικοτόπων 1120. Για το λόγο αυτό, από τη μελέτη κρίνεται σημαντική η επέκταση του Δικτύου, μέσω της δημιουργίας νέων ή/και επέκτασης ήδη υπαρχόντων ΕΖΔ, για αύξηση της έκτασης του τύπου οικοτόπου.
Ταυτόχρονα, το υφιστάμενο Δίκτυο NATURA 2000 δεν περιλαμβάνει καθόλου τοποθεσίες με Τ.Ο. 1180 (υποθαλάσσιους σχηματισμούς δημιουργούμενους από εκπομπές αερίων). Δεδομένης της σπανιότητας και σημασίας των ιδιαίτερων αυτών πυθμένων, κρίνεται σημαντική η ένταξη των περιοχών αυτών εντός δικτύου. Προτάθηκαν πέντε περιοχές, με βασικά κριτήρια επιλογής την παρουσία υποθαλάσσιων δομών κυρίως σχετιζόμενων με διαφυγές θερμών αερίων.
Εάν υιοθετηθεί η πρόταση της μελέτης, το θαλάσσιο τμήμα του δικτύου Natura αυξάνεται κατά περίπου ένα τετραγωνικό χιλιόμετρο (1.079,54km2), ενώ το θαλάσσιο τμήμα, θα αυξηθεί περίπου κατά 87,38km2.
Για τους σκοπούς της προστασίας των οικοτόπων 1120 και 1180, προτείνεται η ένταξη του κεντρικού ορεινού όγκου και της παράκτιας θαλάσσιας ζώνης της Άνδρου, η θαλάσσια περιοχή της Σαντορίνης, η Βόρεια Μήλος και τα Γλαρονήσια, καθώς και η παράκτια ζώνη στα δυτικά του νησιού.
Ειδικότερα, η ένταξη των περιοχών της Άνδρου κρίνεται απαραίτητη για την προστασία των λιβαδιών ποσειδωνίας, των υφάλων, των θαλάσσιων σπηλαίων και των αμμοσύρσεων.
Για την προστασία της μεσογειακής φώκιας, προτείνεται η ένταξη στο δίκτυο της παράκτιας και θαλάσσιας ζώνης της Βορείου Ανάφης, καθώς στην περιοχή καταγράφηκε ένας αριθμός 6 θαλασσίων σπηλαίων, από τις οποίες 4 κατάλληλες για αναπαραγωγή. Κατά τη διάρκεια των δυο τελευταίων ετών καταγράφηκε σημαντική αναπαραγωγική δραστηριότητα με μια μέση ετήσια παραγωγή 6 νεογέννητων, ενώ ο αριθμός των ατόμων μεσογειακής φώκιας υπολογίστηκε σε τουλάχιστον 20 άτομα.
Για την προστασία της ορνιθοπανίδας προστίθεται η θαλάσσια περιοχή ανάμεσα στην Αμοργό και τις Μικρές Κυκλάδες, το ανατολικό και βόρειο τμήμα, οι γύρω νησίδες και η θαλάσσια περιοχή της Ανάφης, καθώς επίσης οι νησίδες στη θαλάσσια περιοχή της Πάρου, η Νότια Αντίπαρος και η θαλάσσια περιοχή.
Πηγή : http://www.koinignomi.gr/