Οι μυστικές διαπραγματεύσεις ΗΠΑ – Ε.Ε. για τη συμφωνία TTIP, η
οποία θα υποκαταστήσει την ισχύουσα νομοθεσία και θα κάνει νόμους του
κάθε ευρωπαϊκού κράτους τους κανόνες του ελεύθερου εμπορίου που έχουν
καθιερωθεί από τις πολυεθνικές
Το πρώτο ερώτημα είναι πόσο νόμιμο και πόσο ηθικό είναι μια χώρα να
σύρεται σε «ειδικό δικαστήριο» γιατί επέλεξε να αυξήσει τον κατώτατο
μισθό ή γιατί αποφάσισε να «παγώσει» τα τιμολόγια του νερού ή να θέσει
αυστηρά όρια για την εκπομπή αερίων από τις βιομηχανίες.
Όποιος απαντήσει ότι δεν είναι καθόλου νόμιμο και επ’ ουδενί ηθικό,
έχει χάσει από χέρι. Γιατί, σύμφωνα με τις επιταγές της Κομισιόν,
σύμφωνα με τα όσα εν κρυπτώ συζητούνται μεταξύ ΗΠΑ και Ευρωπαϊκής
Ένωσης, ο «νόμος του επενδυτή» και οι «κανονισμοί ασφαλείας των
πολυεθνικών» για τα τρόφιμα και τα φάρμακα έχουν πλεονέκτημα σε σχέση με
τις επιλογές ενός κράτους για την προστασία της δημόσιας υγείας και των
πολιτών του.
Το δεύτερο ερώτημα είναι πόσο δημοκρατικό είναι το μέλλον 500
εκατομμυρίων Ευρωπαίων να κρέμεται από 46 τεχνοκράτες – διαπραγματευτές,
ερήμην των κρατών – μελών και του Ευρωκοινοβουλίου.
Όποιος απαντήσει ότι δεν είναι καθόλου δημοκρατικό και πέρα από τις
αρχές της Ε.Ε., έχει χάσει και πάλι. Γιατί, σύμφωνα με τις επιταγές της
Κομισιόν, οι εκλεγμένοι ευρωβουλευτές, οι εκπρόσωποι των κυβερνήσεων,
οι οργανώσεις των πολιτών, οι συνδικαλιστικές ενώσεις, οι αγροτικοί
σύλλογοι κ.λπ., δεν έχουν λόγο στη νέα Ευρώπη.
Τα ερωτήματα δεν παραπέμπουν σε σενάριο επιστημονικής φαντασίας,
αφού από τον περασμένο Ιούλιο και κάτω από άκρα μυστικότητα ΗΠΑ και Ε.Ε.
διαπραγματεύονται για τη Διατλαντική Εμπορική και Επενδυτική Εταιρική
Σχέση (TTIP). Μια συμφωνία που, εάν επιτευχθεί, θα ορίζει τη μεγαλύτερη
ζώνη ελεύθερου εμπορίου στον πλανήτη. Μια συμφωνία που, εάν επιτευχθεί,
θα υποκαταστήσει την ισχύουσα νομοθεσία στις δυο πλευρές του Ατλαντικού
και θα κάνει νόμους του κάθε ευρωπαϊκού κράτους τους κανόνες του
ελεύθερου εμπορίου που έχουν καθιερωθεί από τις πολυεθνικές.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή βρίσκεται υπόλογη γιατί επέλεξε οι
διαπραγματεύσεις για μια συμφωνία που θα αλλάξει ό,τι ισχύει μέχρι
σήμερα στον τομέα των τροφίμων, των φαρμάκων, του Διαδικτύου, των
πολιτικών για την κλιματική αλλαγή, των κανονισμών για το τραπεζικό
σύστημα και ό,τι άλλο συνδέεται με το εμπόριο και τις επενδύσεις, να
γίνονται με άκρα μυστικότητα. Οργανώσεις πολιτών από την Ευρώπη και τις
ΗΠΑ απαιτούν διαφάνεια και λεπτομερή ενημέρωση για τις διαπραγματεύσεις
που γίνονται ανά τομέα. Το «Π» ανοίγει τον φάκελο και παρουσιάζει τα
επιχειρήματα των υπέρμαχων και των πολέμιων.
Η χούντα των επιχειρηματιών
Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της αμερικανικής κυβέρνησης και της
Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την υπογραφή της Διατλαντικής Εμπορικής και
Επενδυτικής Εταιρικής Σχέσης (TTIP) βρίσκονται στην τρίτη φάση και
αναμένεται να διαρκέσουν περίπου δύο χρόνια. Το κύριο χαρακτηριστικό
είναι ότι διεξάγονται κάτω από άκρα μυστικότητα, με αποτέλεσμα τα κράτη –
μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να μην γνωρίζουν στην πραγματικότητα
τι συζητείται πέρα από κάποιες γενικές αρχές. Είναι χαρακτηριστικό ότι
εκ μέρους της Κομισιόν έχει συγκροτηθεί ένα σώμα από 46 τεχνοκράτες –
διαπραγματευτές, οι οποίοι επί της ουσίας θα αποφασίσουν για το μέλλον
της Ευρώπης σε όλα τα επίπεδα.
Μετά τις αντιδράσεις που προκλήθηκαν στις Βρυξέλλες, η Κομισιόν
πρότεινε τη συγκρότηση μιας 14μελούς συμβουλευτικής ομάδας, η οποία,
όμως, δεν μπορεί να υποκαταστήσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Τι είναι όμως αυτή η συμφωνία; Πρόκειται για τη μεγαλύτερη ευκαιρία
για την ευημερία των λαών, όπως υποστηρίζουν οι υπέρμαχοι, ή για τη
«χούντα των επιχειρηματιών», όπως υποστηρίζουν οι ανά τον κόσμο
πολέμιοι; Και ακόμα, γιατί οι διαπραγματεύσεις είναι μυστικές και γιατί
προωθούνται με νύχια και με δόντια από το επιχειρηματικό λόμπι;
Ευημερία ή κατοχή;
Σύμφωνα με την Κομισιόν, η Διατλαντική Εμπορική και Επενδυτική
Εταιρική Σχέση (TTIP) είναι μια εμπορική συμφωνία ελεύθερου εμπορίου,
που αποσκοπεί στην άρση των φραγμών του εμπορίου (δασμοί, περιττές
κανονιστικές ρυθμίσεις, περιορισμοί των επενδύσεων κ.λπ.) σε ένα ευρύ
φάσμα οικονομικών τομέων, έτσι ώστε να καταστεί ευκολότερη η αγορά και η
πώληση αγαθών και υπηρεσιών μεταξύ της Ε.Ε. και των ΗΠΑ. Παράλληλα θα
διευκολύνει τις ευρωπαϊκές και αμερικανικές επιχειρήσεις στις επενδύσεις
τους.
Σύμφωνα με τους πολέμιους, η συμφωνία που θα καλύπτει όλους τους
τομείς, από τις προδιαγραφές φαρμάκων και τροφίμων μέχρι τη χρήση του
Διαδικτύου, τις πολιτικές για την προστασία του κλίματος και τους
κανονισμούς για τη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, την αποφυγή της
διαφθοράς, της φοροαπάτης και του ξεπλύματος μαύρου χρήματος, θα
υποκαταστήσει την ισχύουσα νομοθεσία στις δύο πλευρές του Ατλαντικού και
θα κάνει νόμους του κάθε ευρωπαϊκού κράτους τους κανόνες του ελεύθερου
εμπορίου που έχουν καθιερωθεί από τις πολυεθνικές.
Γιατί είναι μυστικές οι συνομιλίες;
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία δεν αρνείται ότι οι
διαπραγματεύσεις γίνονται κάτω από άκρα μυστικότητα, αυτό απαιτείται
γιατί, «προκειμένου οι εμπορικές διαπραγματεύσεις να είναι
αποτελεσματικές και πετυχημένες, χρειάζεστε έναν ορισμένο βαθμό
εμπιστευτικότητας, αλλιώς θα ήταν σαν να δείχνει ένας παίκτης τα χαρτιά
του στον άλλο σε παιχνίδι με την τράπουλα»!
Η Κομισιόν δεν απαντά, όμως, στο ερώτημα εάν θεωρεί αντίπαλο παίκτη
και τα κράτη – μέλη της Ένωσης, τα οποία σε όλη τη διαδικασία της
διαπραγμάτευσης είναι βαθιά νυχτωμένα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο
επίσημο κείμενο με τις γενικές αρχές της συμφωνίας η Κομισιόν αναφέρει
ότι «θα μεριμνήσει ώστε τα κράτη – μέλη - στο Συμβούλιο και το
Κοινοβούλιο - να είναι ενήμερα για τις εξελίξεις». Γιατί, όμως, η
Κομισιόν λέει ότι «θα μεριμνήσει» και δεν λέει ορθά κοφτά ότι οφείλει να
ενημερώνει τα κράτη – μέλη για όλα τα στάδια της διαπραγμάτευσης;
Όπως επισημαίνουν οι πολέμιοι, ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η
διαπραγμάτευση δεν συνάδει με τις δημοκρατικές αρχές της Ε.Ε. και όλες
οι αλλαγές στο σύνολο των κρίσιμων ζητημάτων που αφορούν 500 εκατομμύρια
πολίτες πρέπει να ρυθμιστούν με δημοκρατικό, ανοικτό και διαφανή τρόπο
με την άμεση συμμετοχή των εκλεγμένων εκπροσώπων αλλά και των εκπροσώπων
των συνδικάτων και της κοινωνίας των πολιτών.
Ένα άλλο ζήτημα είναι ότι επί της ουσίας οι διαπραγματευτές δεν
λογοδοτούν πουθενά. Μάλιστα, εκείνοι έχουν τη δικαιοδοσία για να
καταλήξουν σε συμφωνία, την οποία θα κληθούν να εγκρίνουν ή να
απορρίψουν το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Πιστεύει άραγε
κανείς ότι όταν οι διαπραγματευτές έχουν δώσει τα χέρια μπορεί κάτι να
αλλάξει; Πιστεύει άραγε κανείς ότι Συμβούλιο και Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
θα έχουν τον χρόνο να διαβάσουν μια συμφωνία εκατοντάδων χιλιάδων
σελίδων σε βάθος και στη λεπτομέρειά τους;
Υπόκλιση στον επενδυτή
Η Κομισιόν απροκάλυπτα τάσσεται υπέρ του δικαίου των επενδυτών,
αφού στο επίσημο ενημερωτικό κείμενο για τη συμφωνία αναφέρει τα εξής
καταπληκτικά:
■ «Το γεγονός ότι μια χώρα έχει ισχυρό νομικό σύστημα δεν εγγυάται πάντοτε την επαρκή προστασία των ξένων επενδυτών».
■ «Ένας επενδυτής διατρέχει τον κίνδυνο απαλλοτρίωσης από μια
κυβέρνηση (π.χ. μέσω κρατικοποίησης) ή μια κυβέρνηση μπορεί να θεσπίσει
νομοθεσία που να μηδενίζει την αξία της επένδυσής του, επιβάλλοντας, για
παράδειγμα, μια απότομη απαγόρευση ενός προϊόντος που παράχθηκε σε
εργοστάσιο που ανήκει σε έναν ξένο επενδυτή χωρίς την καταβολή
αποζημίωσης».
■ «Η συμπερίληψη των μέτρων για την προστασία των επενδυτών δεν
εμποδίζει τις κυβερνήσεις να θεσπίζουν νόμους, ούτε οδηγεί στην
κατάργηση νομοθεσίας. Μπορεί να οδηγήσει, το πολύ – πολύ, στην καταβολή
αποζημίωσης».
Το ξεβράκωμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο θέμα της συμφωνίας για
την επενδυτική εταιρική σχέση είναι και το πιο επικίνδυνο, αφού τα
προνόμια των πολυεθνικών θα αποκτήσουν επί της ουσίας την ισχύ νόμου και
οι πολυεθνικές θα μπορούν ανά πάσα στιγμή να σύρουν κράτη στη διεθνή
διαιτησία για διαφυγόντα κέρδη στην περίπτωση που τα κράτη ψηφίζουν
νόμους για την προστασία της δημόσιας υγείας, του περιβάλλοντος ή του
χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Στην ουσία η συμφωνία θα αποτελεί μια ρύθμιση – ομπρέλα για την
επίλυση των διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών. Μέχρι σήμερα οι
διαφορές αυτές λύνονταν στη διεθνή διαιτησία μόνον εάν υπήρχε διμερής
συμφωνία.
Ειδικά δικαστήρια
Τον όρο «ειδικά δικαστήρια» χρησιμοποίησε η «Le Monde Diplomatique»
σε έρευνα με τίτλο «Η διατλαντική συμφωνία, ένας τυφώνας που απειλεί
τους Ευρωπαίους» για να περιγράψει τι συνεπάγεται για τους πολίτες η
υπογραφή της συμφωνίας και η δυνατότητα μιας πολυεθνικής να σύρει στα
δικαστήρια ένα κράτος. Όπως επισημαίνεται στην έρευνα, «σε ένα τέτοιο
καθεστώς, οι επιχειρήσεις θα είναι σε θέση να βάζουν εμπόδια στις
πολιτικές υγείας, προστασίας του περιβάλλοντος ή ρύθμισης του
χρηματοπιστωτικού τομέα, ζητώντας αποζημιώσεις ενώπιον εξωδικαστικών
θεσμών. Αυτά τα ειδικά δικαστήρια θα συγκροτούνται από τρεις νομικούς
και θα έχουν τη δικαιοδοσία να καταδικάζουν τον φορολογούμενο πολίτη σε
βαριές αποζημιώσεις από τη στιγμή που η νομοθεσία της χώρας του θα
περιορίζει τα “μελλοντικά προσδοκώμενα κέρδη” μιας εταιρείας».
Να σημειωθεί ότι η πρακτική μέχρι σήμερα αυτών των «ειδικών
δικαστηρίων» που προβλέπονται από διμερείς εμπορικές και επενδυτικές
συμφωνίες είναι οδοστρωτήρας για το κράτος δικαίου. Όπως αποκάλυψαν σε
έρευνά τους τον Νοέμβριο του 2012 οι οργανώσεις Παρατηρητήριο της
Ευρώπης των Πολυεθνικών (Corporate Europe Observatory – CEO) και
Transnational Institute, μέσα σε δύο δεκαετίες έχει εγκαθιδρυθεί ένα
παντοδύναμο διεθνές επενδυτικό «καθεστώς» που, μέσα από την καθιέρωση
ενός θολού και δαιδαλώδους συστήματος προστασίας των επενδύσεων,
καταφέρνει να παγιδεύει τα κράτη και να κερδοσκοπεί θέτοντας το εταιρικό
κέρδος πάνω από τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη δημόσια υγεία και το
περιβάλλον, πάνω από την κυριαρχία των κρατών και το δικαίωμά τους να
νομοθετούν προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος. Εύκολα καταλαβαίνει
κανείς τι πρόκειται να συμβεί εάν ο «νόμος του επενδυτή» επιβληθεί σε
όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πολυεθνικές κατά κρατών
Ένα μικρό δείγμα της αποθέωσης των επενδυτών σε βάρος της
προστασίας των πολιτών είναι οι ακόλουθες αγωγές που έχουν κατατεθεί από
πολυεθνικές κατά κρατών, βασισμένες σε διμερείς συμφωνίες:
■ Η Philip Morris έχει στραφεί κατά της Αυστραλίας και της
Ουρουγουάης, βασιζόμενη στις διμερείς επενδυτικές συμβάσεις,
υποστηρίζοντας ότι η νομοθεσία κατά του καπνίσματος που έχουν υιοθετήσει
απειλεί τα κέρδη της.
■ Η εταιρεία ενέργειας Vattenfall έκανε αγωγή στην κυβέρνηση της
Γερμανίας ζητώντας 1,4 δισεκατομμύρια ευρώ αποζημίωση για τους
περιβαλλοντικούς όρους που επιβλήθηκαν για τη λειτουργία εργοστασίου
παραγωγής ενέργειας και 3,7 δισεκατομμύρια για διαφυγόντα κέρδη που
σχετίζονται µε τη λειτουργία δύο πυρηνικών εργοστασίων της εταιρείας
έπειτα από την απόφαση της Γερμανίας να προχωρήσει στη σταδιακή
κατάργηση της παραγωγής ενέργειας από πυρηνικά εργοστάσια.
■ Σαράντα εταιρείες προχώρησαν σε αγωγές δισεκατομμυρίων κατά της
Αργεντινής, γιατί «πάγωσε» τα τιμολόγια του νερού και του ηλεκτρισμού.
■ Ευρωπαϊκές εταιρείες κατέθεσαν πρόσφατα αγωγές κατά της Αιγύπτου
για την αύξηση του κατώτατου μισθού και κατά του Περού για νομοθεσία
που περιορίζει την εκπομπή αερίων.
Η σιωπή των ΜΜΕ στις ΗΠΑ
Ο κάθε λογικός άνθρωπος θα σκεφτόταν ότι μια συμφωνία που επηρεάζει
άμεσα τους πολίτες 12 χωρών και φέρνει δραματικές αλλαγές στον τομέα
της υγείας, των τροφίμων, των φαρμάκων, του περιβάλλοντος, του
Διαδικτύου, θα έπρεπε να βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα των ΜΜΕ. Για μια
ακόμα φορά, όμως, το θέμα και οι αντιδράσεις δεκάδων εκατομμυρίων
πολιτών έγινε γαργάρα.
Η πρωτοφανής σιωπή των ΜΜΕ καταγράφηκε σε σχετική έρευνα που έγινε
από την εταιρεία Media Matters και όπως προέκυψε τα δίκτυα ABC, NBC,
CBS, PBS, αγνόησαν σχεδόν παντελώς το θέμα της ΤΡΡ.
Συγκεκριμένα από την 1η Αυγούστου 2013 έως και τις 31 Ιανουαρίου
2014 στις τηλεοπτικές εκπομπές, όπως στο «Evening News» του CBS, το
«World News» του ABC και το «Nightly News» του NBC, δεν έγινε καμία
απολύτως αναφορά στο θέμα!
Στο PBS Newshour ένας και μόνο καλεσμένος έκανε αναφορά στο θέμα
λέγοντας απλώς ότι η ΤΡΡ θα βελτιώσει τις σχέσεις με τα ασιατικά κράτη!
Όπως επισημαίνει η Media Matters, η κάλυψη του γεγονότος από τα
κυρίαρχα μέσα μαζικής ενημέρωσης είναι δυσανάλογα μικρή σε σχέση με τη
βαρύτητά της, αφού οι χώρες που συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις
αντιπροσωπεύουν περίπου το 40% του παγκόσμιου ΑΕΠ και το 26% του
παγκόσμιου εμπορίου.
Αναβρασμός στην Αμερική
Η Συμφωνία Διατλαντικής Εμπορικής και Επενδυτικής Συνεργασίας
μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε. πατάει στα χνάρια της Συμφωνίας Συνεργασίας του
Ειρηνικού (Trans-Pacific Partnership, TPP), δηλαδή μεταξύ της
αμερικανικής κυβέρνησης και 11 χωρών του Ειρηνικού η οποία βρίσκεται σε
φάση έγκρισης από το Κογκρέσο.
Στις ΗΠΑ έχει αναπτυχθεί ένα τεράστιο κίνημα αντίδρασης με
περισσότερες από 550 οργανώσεις να έχουν υπογράψει επιστολή προς τα μέλη
του Κογκρέσου, με την οποία ζητούν να μην δώσουν «λευκή επιταγή» στον
εκάστοτε πρόεδρο των ΗΠΑ για την υπογραφή μονομερώς των Συμφωνιών
Ελεύθερου Εμπορίου.
Ο Μπάρακ Ομπάμα με πρόσχημα την πολυπλοκότητα των Συμφωνιών
Ελεύθερου Εμπορίου έχει ζητήσει από το Κογκρέσο να δώσει το «πράσινο
φως», ώστε αυτού του είδους οι συμφωνίες να γίνονται νόμος του κράτους
μόνο με την υπογραφή του προέδρου και όχι μετά την έγκρισή τους από το
Κογκρέσο.
Οι πολέμιοι της ΤΡΡ υπογραμμίζουν ότι πρόκειται για μια
αμφιλεγόμενη συμφωνία που προώθησαν οι πολυεθνικές, ενώ οι συνομιλίες
έγιναν κάτω από άκρα μυστικότητα. Όπως επισημαίνουν από τα έγγραφα που
έχουν διαρρεύσει, προκύπτει ότι η ΤΡΡ:
■ θα υπονομεύσει την επιβολή κανονισμών στον χρηματοπιστωτικό τομέα, που θα μπορούσαν να αποτρέψουν μια νέα κατάρρευση,
■ θα περιορίσει την ελεύθερη χρήση του Διαδικτύου,
■ θα διαλύσει κάθε προσπάθεια για την ανάπτυξη τοπικών αγορών – προϊόντων κ.λπ.,
■ θα περιορίσει τη χρήση των φθηνότερων γενόσημων φαρμάκων,
■ θα περιορίσει τους κανονισμούς για την ασφάλεια τροφίμων, τα μεταλλαγμένα, ακόμα και τα προϊόντα καπνού,
■ θα περιορίσει τις δράσεις για την κλιματική αλλαγή και τη μείωση του διοξειδίου του άνθρακα,
■ θα δώσει τη δυνατότητα στις εταιρείες να μηνύουν χώρες για
διαφυγόντα κέρδη στην περίπτωση που θεωρήσουν ότι ένας νόμος έρχεται σε
αντίθεση με τους όρους της ΤΡΡ.
600 συμβούλους έχουν τοποθετήσει οι πολυεθνικές στις αμερικανικές
αντιπροσωπείες που συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις με την Κομισιόν
46 είναι οι διαπραγματευτές εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
550 οργανώσεις στις ΗΠΑ ζήτησαν από το Κογκρέσο να μην επικυρώσει
τη συμφωνία για ζώνη ελεύθερου εμπορίου μεταξύ των χωρών του Ειρηνικού
(TPP)
3.000 επενδυτικές συμφωνίες μεταξύ κρατών υπογράφηκαν μόνο κατά το 2011
100 εκατομμύρια δολάρια ήταν οι εταιρικές απαιτήσεις κατά κρατών την περίοδο 2009-2010
8 εκατομμύρια δολάρια είναι το μέσο κόστος για μια νομική διαφορά ανάμεσα σε ένα κράτος και έναν επενδυτή
1.000 δολάρια την ώρα είναι η αμοιβή κάθε δικηγόρου που συμμετέχει στις ομάδες χειρισμού υποθέσεων κατά κρατών
3 δικηγορικές εταιρείες χειρίστηκαν το 2011 τις 130 από τις συνολικά 450 επενδυτικές συμφωνίες που έφτασαν σε διαιτησία
15 διαιτητές αποφάσισαν για το 55% όλων των γνωστών επενδυτικών συμφωνιών για τις οποίες υπήρξε νομική διαμάχη!
1,4 δισεκατομμύρια ευρώ ζήτησε το 2009 η εταιρεία ενέργειας
Vattenfall από τη Γερμανία ως αποζημίωση για τους περιβαλλοντικούς όρους
που επιβλήθηκαν για τη λειτουργία εργοστασίου άνθρακα της εταιρείας
3,7 δισεκατομμύρια ευρώ ζήτησε η ίδια εταιρεία το 2012 από τη
Γερμανία για διαφυγόντα κέρδη μετά την απόφαση της κυβέρνησης να
καταργήσει σταδιακά τα πυρηνικά εργοστάσια
Πηγή :