Του Λεωνίδα Βατικιώτη
Εντελώς αυθαίρετα και κινδυνολογικά αποδεικνύονται τα επιχειρήματα που επικαλούνται οι ελληνικές κυβερνήσεις για να δικαιολογήσουν την απροθυμία τους ακόμη και να διαπραγματευτούν με τους πιστωτές τη διαγραφή μέρους έστω του δυσθεώρητου δημόσιου χρέους.
Ποιο επιχείρημα προτάσσουν οι αξιωματούχοι των κυβερνήσεων Γ. Παπανδρέου, Λ. Παπαδήμου και Αντ. Σαμαρά σταθερά την τελευταία τριετία;
Ότι κάθε προσπάθεια διαφοροποίησης από τις επιλογές και τις επιταγές του Βερολίνου σχετικά με το δημόσιο χρέος αυτόματα θα προκαλούσε τη μήνιν του, καθώς θα του επέφερε οικονομικές ζημίες, και ως αντίποινα θα μας πέταγε έξω από την Ευρωζώνη.
Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει κανένα περιθώριο διαπραγμάτευσης και η πιστή υιοθέτηση των όρων που θέτουν η Άνγκελα Μέρκελ και οι πιστωτές είναι μονόδρομος για την Ελλάδα! Διαφορετικά, μας περιμένει η διεθνής απομόνωση και ο οικονομικός μαρασμός, σύμφωνα με τους κήρυκες της υποτέλειας και του ενδοτισμού.
Στην πραγματικότητα τίποτε από τα παραπάνω δεν ισχύει. Τα προηγούμενα επιχειρήματα αποδεικνύονται φύλλο συκής για να καλύψουν την εγκληματική υποχωρητικότητα των ελληνικών κυβερνήσεων και τη μετατροπή τους σε πειθήνια όργανα των πιστωτών.
Κι αυτό το συμπέρασμα προκύπτει με κάθε σαφήνεια από μελέτη που έδωσε πρόσφατα στη δημοσιότητα το γερμανικό Ίδρυμα Μπέρτελσμαν, το οποίο ανήκει και χρηματοδοτείται από τον ομώνυμο γερμανικό κολοσσό που δραστηριοποιείται στο χώρο των μέσων μαζικής ενημέρωσης, λειτουργώντας σε περισσότερες από 50 χώρες και απασχολώντας περισσότερους από 100.000 εργαζόμενους. Δεν πρόκειται, επομένως, για κάποιο ήσσονος σημασίας κέντρο.
Ποιο είναι το συμπέρασμα της έρευνας του; Εν συντομία, ότι τα οφέλη της Γερμανίας από την ύπαρξη της Ευρωζώνης είναι τόσο μεγάλα, που μπορεί εύκολα να απορροφήσει το κόστος μιας πιθανής διαγραφής ακόμη και του 60% του δημόσιου χρέους, μάλιστα όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και των τεσσάρων χωρών που πλήττονται από την κρίση χρέους, αν πρόκειται έτσι να διατηρήσει τη συνοχή της!
Υπάρχει επομένως εδώ και χρόνια τεράστιο περιθώριο διαπραγματεύσεων, το οποίο οι ελληνικές κυβερνήσεις ουδέποτε διερεύνησαν και ουδέποτε αξιοποίησαν, επιλέγοντας να οδηγήσουν τον ελληνικό λαό στην εξαθλίωση παρότι υπήρχαν άλλες λύσεις.
Ασύμφορη η επαναφορά του μάρκο
Οι ερευνητές του Μπέρτελσμσαν προσδιορίζουν σε τέσσερις τις σημαντικότερες επιπτώσεις που θα είχε μια πιθανή υιοθέτηση από τη Γερμανία από φέτος κιόλας, το 2013, ενός ανεξάρτητου εθνικού νομίσματος – πρόκειται για το «σενάριο του γερμανικού μάρκου».
Πρώτον, άνοδος του συναλλακτικού κόστους για τις γερμανικές επιχειρήσεις, καθώς θα πρέπει να προστατευτούν από τις διακυμάνσεις στη συναλλαγματική ισοτιμία του μάρκου, ενώ οι Γερμανοί πολίτες θα πρέπει να πληρώνουν επιπλέον ποσά για νομισματικές μετατροπές, τραπεζικές μεταβιβάσεις στο εσωτερικό της σημερινής Ευρωζώνης και τη νομισματική διαχείριση.
Υπ’αυτό το πρίσμα το ευρώ εξοικονομεί ποσά που σε ετήσια βάση ισούνται με το 0,5% του ΑΕΠ. Το 2013 αυτές οι εξοικονομήσεις θα φτάσουν τα 12 δις ευρώ, ενώ στο μέλλον, αν υιοθετούνταν το ευρώ, οι τιμές θα αυξάνονταν κατά 1,1%.
Η δεύτερη επίπτωση από την εισαγωγή του μάρκου σχετίζεται με την εξάλειψη της «διαφάνειας των τιμών», όπως αποκαλείται η σημερινή δυνατότητα σύγκρισης των τιμών χωρίς να μεσολαβεί ο παραμορφωτικός καθρέφτης των συναλλαγματικών ισοτιμιών μεταξύ διαφορετικών νομισμάτων.
Τα οφέλη που αποκομίζουν οι γερμανικές επιχειρήσεις είναι αναντίρρητα στο βαθμό που απολαμβάνουν το μοναδικό προνόμιο να προσφέρουν τις χαμηλότερες τιμές λόγω της υψηλότερης παραγωγικότητας και των οικονομιών κλίμακας που εκμεταλλεύονται.
Η τρίτη επίπτωση σχετίζεται με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες. Από το 1999 μέχρι σήμερα η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία στη Γερμανία έχει μειωθεί κατά 23%, όπως αναφέρεται στη μελέτη, ενώ η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία στην υπόλοιπη Ευρωζώνη έχει αυξηθεί κατά 7%.
Επομένως,πιθανή επανεισαγωγή του μάρκου θα οδηγήσει από τη μια σε ανατίμηση του κατά 23%, αυξάνοντας την τιμή των γερμανικών αγαθών και υπηρεσιών σε άλλες χώρες με αρνητικές επιπτώσεις για τις εξαγωγές της οικονομικής ατμομηχανής της Ευρώπης, ενώ από την άλλη θα οδηγήσει σε υποτίμηση του ευρώ κατά 7%, τονώνοντας έτσι τις εξαγωγές των υπόλοιπων χωρών της Ευρωζώνης, που τώρα κινούνται σε επίπεδα χαμηλότερα από εκείνα που τους αναλογούν.
Απ’ αυτή τη «μεροληψία» που εισάγει το ευρώ αξίζει να κρατήσουμε ότι οι γερμανικές εξαγωγές κεφαλαιοποιούν κέρδη που δεν τους ανήκουν, ενώ οι οικονομίες των άλλων χωρών στερούνται μεριδίων αγοράς και κατ’ επέκταση κερδών τα οποία δικαιούνται και θα εισέπρατταν αν δεν υπήρχε ο οδοστρωτήρας του ευρώ.
Κι αυτό είναι ένα συμπέρασμα το οποίο εξάγουν ερευνητές του κορυφαίου γερμανικού Ιδρύματος Μπέρτελσμαν, όχι πολέμιοι του ευρώ!
Η τέταρτη και τελευταία επίπτωση είναι η μόνη θετική για τη γερμανική οικονομία από μια πιθανή διάσπαση της Ευρωζώνης και την υιοθέτηση του μάρκου. Σχετίζεται με την πτώση των επιτοκίων δανεισμού σε σχέση με αυτά που επικρατούν σήμερα στην Ευρωζώνη. Ως αποτέλεσμα της μείωσης του κόστους δανεισμού θα μειωνόταν το κόστος παραγωγής και θα αυξάνονταν οι επενδύσεις.
Πάση θυσία παραμονή στο ευρώ
Άρα, η εισαγωγή του μάρκου θα στοιχίσει περίπου 170 δις ευρώ ή σχεδόν ένα ελληνικό ΑΕΠ. Το εισόδημα που θα εξανεμιστεί αν εισαχθεί το μάρκο, λόγω της συρρίκνωσης της ανάπτυξης, μεταξύ 2013 και 2025 θα ισούται με 1,2 τρις ευρώ.
Επιμερίζοντας αυτό το ποσό στους κατοίκους της Γερμανίας σημαίνει σωρευτική απώλεια 14.000 ευρώ για τον κάθε έναν. Τέλος, η απασχόληση, λόγω μικρότερης οικονομικής μεγέθυνσης, θα μειώνεται κατά 200.000 εργαζόμενους ετησίως. Μόνο το 2013, αν η Γερμανία αποχωρήσει από το ευρώ, η ανεργία θα αυξηθεί από 6,9% σε 7,4%.
Το συμπέρασμα που προκύπτει από το προηγούμενα είναι σαφές για τους ερευνητές του Μπέρτελσμαν, που κυρίως απευθύνονται στο εσωτερικό της Γερμανίας, όπου το 65% των ερωτηθέντων με βάση περσινή αντιπροσωπευτική έρευνα του ίδιου Ιδρύματος πιστεύει πως θα ζούσε καλύτερα αν εξακολουθούσε να υπάρχει το μάρκο.
Συνοψίζεται δε στα εξής, που αναφέρονται στη σελίδα 6 της έρευνας, στο κεφάλαιο με τίτλο «Πολιτικές συνέπειες»:
«Η Γερμανία δρέπει σημαντικά οφέλη από το ευρώ. Η συμμετοχή στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα οδηγεί σε μια τροχιά μεγέθυνσης που είναι σε κάθε περίπτωση υψηλότερη εκείνης που θα επιτυγχανόταν στην περίπτωση ενός ξεχωριστού νομίσματος. Χωρίς το ευρώ, το ετήσιο ποσοστό αύξησης του γερμανικού ΑΕΠ θα ήταν 0,5% χαμηλότερο. Ακόμη κι αν η Γερμανία και οι άλλες πιστώτριες χώρες πρέπει να παραγράψουν ένα σημαντικό μέρος των δανείων που έχουν δώσει στις υπερχρεωμένες χώρες της Νότιας Ευρώπης στο πλαίσιο των διαφόρων μέτρων διάσωσης του ευρώ, τα προτερήματα της Νομισματικής Ένωσης, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά στη Γερμανία, ξεπερνούν τα μειονεκτήματα»!
Το ταμείο, μάλιστα, είναι θετικό ακόμη κι αν υπολογιστεί ένα «κούρεμα» της τάξης του 60% για τέσσερις χώρες. Τότε η ετήσια μείωση του ΑΕΠ θα ανερχόταν στο 0,05%, αμελητέα ποσότητα μπροστά στο κόστος εξόδου της Γερμανίας από το ευρώ.
Δυνατότητα εκβιασμών
Ακόμη κι αυτό το σενάριο, με βάση μελέτη του Μπέρτελσμαν, η Γερμανία θα το δεχόταν προκειμένου να διασώσει το ευρώ! Στη διακριτική ευχέρεια της ελληνικής κυβέρνησης είναι επομένως αν θα το αξιοποιήσει ή αν για ακόμη μια φορά θα κινηθεί με το δόγμα «ό,τι είναι καλό για τη Γερμανία είναι και για την Ελλάδα»…
”Επίκαιρα”
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου