Γιώργος Καπόπουλος
Από την άνοιξη του 2010 και μετά, όταν χρειάσθηκε ένας ad hoc Μηχανισμός Διάσωσης για να μη χρεοκοπήσει η Αθήνα και αμέσως μετά συγκροτήθηκε το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) η στάση της Γερμανίας είναι σταθερή.
Κάθε περαιτέρω βήμα για συνολική θωράκιση της Ευρωζώνης, για στήριξη της επιστροφής στην ανάπτυξη και πολύ περισσότερο για τα απαγορευτικού ακόμη για το Βερολίνο κόστους βήματα προς την αμοιβαιοποίηση του δημόσιου χρέους των χωρών-μελών, αλλά και τη μεταφορά πόρων από τον Βορρά στον Νότο, θα πρέπει να συνοδεύεται από την εφαρμογή δρακόντειων μέτρων δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Σε αντίθετη περίπτωση διαμήνυε και διαμηνύει το Βερολίνο θα υπάρξει πολιτικό πρόβλημα, καθώς στη Γερμανία δεν πρόκειται να υπάρξει πλειοψηφική στήριξη σε μέτρα που χωρίς το σιδηρό πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και του Δημοσιονομικού Συμφώνου θα καταγραφούν από την κοινή γνώμη και την πολιτική ελίτ της χώρας ως μονομερής χαλάρωση.
Ετσι στις Συνόδους Κορυφής του 2011 και του 2012 η Μέρκελ πήρε την αποδοχή της περαιτέρω αυστηροποίησης της δημοσιονομικής πειθαρχίας, καθώς οι εταίροι της στον Νότο της Ευρωζώνης πίστευαν στην de facto εμπλοκή της Γερμανίας στη συνολική διάσωση-θωράκιση. Γαλλία, Ιταλία και Iσπανία υπέγραφαν δεσμεύσεις για συρρίκνωση των ελλειμμάτων που όλοι ήξεραν ότι έχουν απαγορευτικό κοινωνικό και πολιτικό κόστος στη λογική του? βλέποντας και κάνοντας.
Σε ό,τι αφορά τις χώρες της Περιφέρειας, Ελλάδα, Ιρλανδία και Πορτογαλία, το Βερολίνο είχε και έχει περιθώρια πολιτικής προσέγγισης στην κατεύθυνση της χαλάρωσης, καθώς το βοηθά η οδυνηρή σκληρή δημοσιονομική προσαρμογή και των τριών χωρών.
Η δημόσια όμως ομολογία προχθές από τη Γαλλία αλλά και η αναμενόμενη παρόμοια κίνηση από την προεδρεύουσα της Ε.Ε., Ιταλία, δημιουργούν πολιτικό πρόβλημα πρώτου μεγέθους για τη Μέρκελ και την κυβέρνηση Μεγάλου Συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών -Σοσιαλδημοκρατών στο Βερολίνο.
Με το Σύμφωνο Σταθερότητας και το Δημοσιονομικό Σύμφωνο μη εφαρμόσιμα στη δεύτερη και στην τρίτη οικονομία της Ευρωζώνης, η πίεση από τον Μ. Ντράγκι για λήψη μη σημαντικών μέτρων και οι ταυτόχρονες υποδείξεις από την επικεφαλής του ΔΝΤ Κρ. Λαγκάρντ, την κυβέρνηση των ΗΠΑ και τον ΟΟΣΑ προς τη Αγκ. Μέρκελ για στροφή στην ανάπτυξη, απαιτούν αθροιστικά από τη Γερμανία να αρνηθεί τον εαυτό της.
Να εγκαταλείψει de facto ό,τι κατοχύρωσε στο Μάαστριχτ, δηλαδή ένα ευρώ στις προδιαγραφές του μάρκου και ό,τι προσέθεσε ως προδιαγραφή σιδηράς δημοσιονομικής πειθαρχίας από την άνοιξη του 2010 μέχρι και σήμερα.
Μια παρόμοια στροφή ισοδυναμεί, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, με επιστροφή στον αρχικό στόχο της ΟΝΕ, όπως τον διατύπωσαν το 1989-90 οι Μιτεράν-Ντελόρ, τον έλεγχο δηλαδή της ηγεμονικής ισχύος μιας ενιαίας Γερμανίας στην Ευρώπη. Ετσι φθάνουμε πολύ κοντά σε ένα συνολικό αδιέξοδο στην Ε.Ε. – Ευρωζώνη.
Η σιδηρά δημοσιονομική πειθαρχία που επέβαλε το Βερολίνο αποδεικνύεται ανεφάρμοστη, αφού αποσάθρωσε την πολιτική σταθερότητα, την κοινωνική ειρήνη και πριμοδότησε όσο ποτέ άλλοτε τον ακροδεξιό λαϊκιστικό ευρωσκεπτικισμό.
Η Γερμανία για να αποδεχθεί την κατεύθυνση που της δείχνει ο Μ. Ντράγκι, αλλά και ο Γιούνκερ, δεν μπορεί να αποδεχθεί τη νομιμοποίηση μιας de facto χαλάρωσης. Δεν μπορεί όμως να αμφισβητήσει και να παρεμποδίσει τις επιλογές των Ολάντ-Βαλς και Ρέντσι γιατί πολύ απλά υπαγορεύονται από τη σκληρή πραγματικότητα.
Τέλος, σε αντίθεση με την αρχή της κρίσης, στη Γερμανία συνειδητοποιούν ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση εκτός μιας Ευρωζώνης, στο μεγαλύτερο μέρος της οποίας η δημοσιονομική σιδηρά πειθαρχία αποβάλλεται σαν ξένο μόσχευμα μη συμβατό με τον οργανισμό που το υποδέχθηκε.
: Ημερησία
Πηγή :
Από την άνοιξη του 2010 και μετά, όταν χρειάσθηκε ένας ad hoc Μηχανισμός Διάσωσης για να μη χρεοκοπήσει η Αθήνα και αμέσως μετά συγκροτήθηκε το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) η στάση της Γερμανίας είναι σταθερή.
Κάθε περαιτέρω βήμα για συνολική θωράκιση της Ευρωζώνης, για στήριξη της επιστροφής στην ανάπτυξη και πολύ περισσότερο για τα απαγορευτικού ακόμη για το Βερολίνο κόστους βήματα προς την αμοιβαιοποίηση του δημόσιου χρέους των χωρών-μελών, αλλά και τη μεταφορά πόρων από τον Βορρά στον Νότο, θα πρέπει να συνοδεύεται από την εφαρμογή δρακόντειων μέτρων δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Σε αντίθετη περίπτωση διαμήνυε και διαμηνύει το Βερολίνο θα υπάρξει πολιτικό πρόβλημα, καθώς στη Γερμανία δεν πρόκειται να υπάρξει πλειοψηφική στήριξη σε μέτρα που χωρίς το σιδηρό πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και του Δημοσιονομικού Συμφώνου θα καταγραφούν από την κοινή γνώμη και την πολιτική ελίτ της χώρας ως μονομερής χαλάρωση.
Ετσι στις Συνόδους Κορυφής του 2011 και του 2012 η Μέρκελ πήρε την αποδοχή της περαιτέρω αυστηροποίησης της δημοσιονομικής πειθαρχίας, καθώς οι εταίροι της στον Νότο της Ευρωζώνης πίστευαν στην de facto εμπλοκή της Γερμανίας στη συνολική διάσωση-θωράκιση. Γαλλία, Ιταλία και Iσπανία υπέγραφαν δεσμεύσεις για συρρίκνωση των ελλειμμάτων που όλοι ήξεραν ότι έχουν απαγορευτικό κοινωνικό και πολιτικό κόστος στη λογική του? βλέποντας και κάνοντας.
Σε ό,τι αφορά τις χώρες της Περιφέρειας, Ελλάδα, Ιρλανδία και Πορτογαλία, το Βερολίνο είχε και έχει περιθώρια πολιτικής προσέγγισης στην κατεύθυνση της χαλάρωσης, καθώς το βοηθά η οδυνηρή σκληρή δημοσιονομική προσαρμογή και των τριών χωρών.
Η δημόσια όμως ομολογία προχθές από τη Γαλλία αλλά και η αναμενόμενη παρόμοια κίνηση από την προεδρεύουσα της Ε.Ε., Ιταλία, δημιουργούν πολιτικό πρόβλημα πρώτου μεγέθους για τη Μέρκελ και την κυβέρνηση Μεγάλου Συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών -Σοσιαλδημοκρατών στο Βερολίνο.
Με το Σύμφωνο Σταθερότητας και το Δημοσιονομικό Σύμφωνο μη εφαρμόσιμα στη δεύτερη και στην τρίτη οικονομία της Ευρωζώνης, η πίεση από τον Μ. Ντράγκι για λήψη μη σημαντικών μέτρων και οι ταυτόχρονες υποδείξεις από την επικεφαλής του ΔΝΤ Κρ. Λαγκάρντ, την κυβέρνηση των ΗΠΑ και τον ΟΟΣΑ προς τη Αγκ. Μέρκελ για στροφή στην ανάπτυξη, απαιτούν αθροιστικά από τη Γερμανία να αρνηθεί τον εαυτό της.
Να εγκαταλείψει de facto ό,τι κατοχύρωσε στο Μάαστριχτ, δηλαδή ένα ευρώ στις προδιαγραφές του μάρκου και ό,τι προσέθεσε ως προδιαγραφή σιδηράς δημοσιονομικής πειθαρχίας από την άνοιξη του 2010 μέχρι και σήμερα.
Μια παρόμοια στροφή ισοδυναμεί, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, με επιστροφή στον αρχικό στόχο της ΟΝΕ, όπως τον διατύπωσαν το 1989-90 οι Μιτεράν-Ντελόρ, τον έλεγχο δηλαδή της ηγεμονικής ισχύος μιας ενιαίας Γερμανίας στην Ευρώπη. Ετσι φθάνουμε πολύ κοντά σε ένα συνολικό αδιέξοδο στην Ε.Ε. – Ευρωζώνη.
Η σιδηρά δημοσιονομική πειθαρχία που επέβαλε το Βερολίνο αποδεικνύεται ανεφάρμοστη, αφού αποσάθρωσε την πολιτική σταθερότητα, την κοινωνική ειρήνη και πριμοδότησε όσο ποτέ άλλοτε τον ακροδεξιό λαϊκιστικό ευρωσκεπτικισμό.
Η Γερμανία για να αποδεχθεί την κατεύθυνση που της δείχνει ο Μ. Ντράγκι, αλλά και ο Γιούνκερ, δεν μπορεί να αποδεχθεί τη νομιμοποίηση μιας de facto χαλάρωσης. Δεν μπορεί όμως να αμφισβητήσει και να παρεμποδίσει τις επιλογές των Ολάντ-Βαλς και Ρέντσι γιατί πολύ απλά υπαγορεύονται από τη σκληρή πραγματικότητα.
Τέλος, σε αντίθεση με την αρχή της κρίσης, στη Γερμανία συνειδητοποιούν ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση εκτός μιας Ευρωζώνης, στο μεγαλύτερο μέρος της οποίας η δημοσιονομική σιδηρά πειθαρχία αποβάλλεται σαν ξένο μόσχευμα μη συμβατό με τον οργανισμό που το υποδέχθηκε.
: Ημερησία
Πηγή :
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου