Την ετυμολογία 10 λέξεων, που καθημερινά ακούμε ή διαβάζουμε στον τουρισμό, αναλύει στη Ροδιακή ο φιλόλογος κ.Αλέξανδρος Ν.Κατσαράς.
Ξενοδοχείο: η λέξη ξενοδόχος (ήδη υπήρχε στον Όμηρο ως ξεινοδόκος) δήλωνε αρχικά τη στάση απέναντι στον ξένο, την υποδοχή και την αποδοχή του, που κατέληγε στη φιλοξενία κατ’ οίκον. Αργότερα (στη μεσαιωνική περίοδο) η λέξη αναφέρονταν σ’ αυτόν που επαγγελματικά παρείχε φιλοξενία σε ξένους (κυρίως κατάλυμα και φαγητό), τον ιδιοκτήτη ξενοδοχείου.Η λέξη ξενοδοχείο σήμαινε στα αρχαία χρόνια το πανδοχείο, το οίκημα που ήταν ειδικά εξοπλισμένο για να προσφέρει (επί πληρωμή) στέγη και μερικές φορές τροφή. Τα παλιότερα ξενοδοχεία για τα οποία υπάρχουν πληροφορίες, εμφανίστηκαν σε σημεία που συγκεντρωνόταν αρκετός κόσμος όπως η Ολυμπία και η Επίδαυρος, για να παραστούν σε θρησκευτικές τελετές, σε αθλητικούς αγώνες και μεγάλες εμποροπανηγύρεις σε διάφορες εποχές του έτους.Ενώ οι επισκέπτες με φτωχά οικονομικά μέσα παρέμεναν σε σκηνές ή πρόχειρα στέγαστρα, οι ευπορότεροι και πιο γνωστοί, αν δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν την ιδιωτική φιλοξενία (που η θρησκεία θεωρούσε ιερή), έβρισκαν στέγη σε ειδικά κτήρια, που κατά κανόνα αποτελούνταν από σειρά χωριστών δωματίων πίσω από ένα ορθογώνιο περιστύλιο. Η αντίστοιχη λέξη hotel στα αγγλικά (όπως και hospital= νοσοκομείο) προέρχεται από τις λατινικές λέξεις hospes, που σήμαινε τον φιλοξενούμενο και hospitium, που σήμαινε την φιλοξενία και τον ξενώνα που μένουν οι φιλοξενούμενοι. Και οι 2 λατινικοί τύποι ανάγονται στον αιολικό τύπο έσπιος της λέξης εστία= το σπίτι
Τουρισμός: πολλοί θεωρούν πως η λέξη τουρισμός παράγεται από τις γαλλικές λέξεις tour και tourisme. Και όμως αυτές οι λέξεις είναι προϊόν δανεισμού από την αρχαία εργαλειομηχανή, τον τόρνο. Ο τόρνος ήταν (και είναι) μηχανή που χρησιμοποιείται για τη μορφοποίηση μετάλλου και ξύλου μέσω της σύσφιξης, του γυρίσματος και της περιστροφής του υλικού. Έτσι αυτή η αρχαία λέξη μέσω της Λατινικής (tornus και tornare =γυρίζω τον τροχό, τον τόρνο) έδωσε τις λέξεις tour-tourisme, όχι πια με την έννοια της περιστροφής, αλλά ως «περίπατος, βόλτα» και τελικά «ταξίδι, περιήγηση». Τουρίστας, δηλαδή είναι αυτός που επισκέπτεται μια περιοχή για λόγους αναψυχής και «γυρίζει» (όπως ο τόρνος) για να την γνωρίσει. Η λέξη τουρισμός χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 19ο αιώνα, για να δηλώσει τα ταξίδια ορισμένων Άγγλων στην Ευρώπη καθώς και τους περιηγητές του 19ου αιώνα. Επίσης το 1856 οργανώθηκε το πρώτο στην ιστορία διεθνές ταξίδι στην Ευρώπη από τον Thomas Cook.
Tαξίδι: η λέξη ταξίδι ξεκίνησε από τη λέξη τάξις που σήμαινε την πειθαρχημένη διάταξη, τον τρόπο παράταξης των στρατιωτών όταν επρόκειτο να ξεκινήσουν μια μάχη . Ταξίδιον (ή ταξείδιον) σήμαινε αρχικά το μικρό εκστρατευτικό σώμα και στην συνέχεια τη μετακίνηση του στρατιωτικού σώματος , την εκστρατεία. Σιγά-σιγά, η λέξη άρχισε να χρησιμοποιείται για να δηλώσει γενικά τις οργανωμένες μετακινήσεις και όχι μόνο τις στρατιωτικές, για να φτάσει στα μεσαιωνικά χρόνια στη σημερινή σημασία.
Ξεναγός: επαγγελματίας που ξεναγεί, δηλαδή συνοδεύει υπηκόους του κράτους του ή ξένους περιηγητές σε έναν τόπο, παρουσιάζοντας τους τα αξιοθέατα και εξηγώντας την ιστορία και τη σημασία τους, παρέχοντας στη διάρκεια της ξενάγησης έγκυρες πληροφορίες. Προέρχεται από την ελληνιστικό ρήμα ξεναγώ και το μεσαιωνικό ξεναγαγώ και ξεναγίζω που σήμαινε τότε (και μεταγενέστερα) το να καθοδηγείς έναν ξένο να βρει το δρόμο του κυριολεκτικά και μεταφορικά, να τον φιλοξενείς, συχνά να τον βοηθάς να επιβιώσει μέχρις ότου ενταχθεί πλήρως στην τοπική κοινωνία.Η ρίζα της λέξης ανάγεται στην ακόμα παλιότερη αρχαιοελληνική λέξη ξεναγός που σήμαινε τον επικεφαλής μισθοφορικών στρατευμάτων (ή των στρατευμάτων που προέρχονταν από συμμαχικές πόλεις) και στον ξεναγέτη, που παρείχε πληροφορίες και φιλοξενία σε έναν ξενοφερμένο. Από την αρχαία μέχρι την μεσαιωνική έννοια πιθανόν να μην υπήρξαν άλλες μεταβολές, γιατί φαίνεται πως στο Βυζάντιο η λέξη ξεναγός παρέμεινε σε χρήση από τους λόγιους ως επικεφαλής των μισθοφορικών στρατευμάτων, αλλά υπήρχε και η μετοχή "ξεναγῶν" , που σήμαινε εκείνον που διατηρούσε κατάλυμα τύπου ξενοδοχείου και δεχόταν ξένους.
Θέρετρο: το θέρετρο παράγεται από τη λέξη θέρος (καλοκαίρι) για αυτό κανονικά σημαίνει μέρος καλοκαιρινών διακοπών. Στην πράξη όμως η χρήση της λέξης έχει γενικευτεί και χρησιμοποιείται γενικά για τα μέρη των διακοπών. Στην ουσία ονομάζεται ο τόπος των διακοπών, του παραθερισμού όπως λέγονταν παλιότερα. Πρόκειται συνήθως για μέρος με ωραίο φυσικό περιβάλλον, το οποίο διαθέτει και διάφορες ανέσεις για τους επισκέπτες του.
Κρουαζιέρα: προέρχεται από την γαλλική λέξη croisiere = ο περίπλους, το κυκλικό ταξίδι που προκύπτει από το λατινικό crux= ο σταυρός ,ο πάσσαλος. Στις λατινογενείς γλώσσες λοιπόν η λέξη προέρχεται και έχει άμεση σχέση με την λέξη crusade (σταυροφορία). Αν και σήμερα με τον όρο κρουαζιέρα αναφερόμαστε σε ένα συνήθως παρατεταμένο ταξίδι αναψυχής, στο παρελθόν δεν ήταν έτσι τα πράγματα. Το «cruise» ήταν μια συγκεκριμένη στρατιωτική αποστολή. Ένα σκάφος αποκοπτόταν από τον υπόλοιπο στόλο προκειμένου να εντοπίσει τον εχθρό. Συνήθως έπρεπε να είναι ένα από τα γρηγορότερα σκάφη του στόλου, προκειμένου, αφού τον εντοπίσει να μπορεί να γυρίσει πίσω γρήγορα και να αναφέρει, χωρίς να συλληφθεί ή να βυθισθεί. Σε αυτήν την αρχική χρήση βλέπουμε ότι υπάρχει η έννοια του ταξιδιού χωρίς συγκεκριμένο προορισμό και πρόγραμμα.
Διακοπές: ετυμολογικά η λέξη διακοπές προέρχεται από το διά + κόπτω και σημαίνει πως «κόβω», σταματώ ό,τι έκανα πριν. Διακοπές λοιπόν, είναι μία περίοδος ή μία φάση στη ζωή μας, κατά την οποία σταματάμε την καθημερινή δραστηριότητα για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Ρεσεψιόν: οι ρίζες της βρίσκονται στην γαλλική λέξη reception = η λήψη, η υποδοχή, με αναγωγή στο λατινικό ρήμα recipio = ανακτώ, αναλαμβάνω, υποδέχομαι.
Μνημείο: αρχικά μνημείο χαρακτηριζόταν οποιοδήποτε οικοδόμημα ανεγείρονταν πάνω από το μνήμα (τάφο) νεκρού ή νεκρών προς τιμή και ανάμνηση αυτών. Ο όρος είναι αρχαιοελληνικός ως ουσιαστικοποιημένος τύπος του ουδετέρου του επιθέτου «μνημήιος» και «μνημείος». Οι λέξεις συνδέονται με την λέξη μνήμα και το ρήμα μιμνήσκομαι , με την έννοια ενός αντικειμένου που προκαλεί ανάμνηση προσώπου, ή γεγονότος.
Μουσείο: η σημερινή λέξη δημιουργήθηκε με επίδραση από το γαλλικό musee, το οποίο όμως ανάγεται στην αρχαιοελληνική λέξη μουσείον =ο χώρος ο αφιερωμένος στις Μούσες και στις τέχνες που αυτές αντιπροσωπεύουν. Κάθε ναός ή βωμός αφιερωμένος στις Μούσες ονομαζόταν μουσείον. Άρα η «κρυφή» ρίζα της λέξης είναι η λέξη Μούσα που συγγενεύει ετυμολογικά με το ρήμα μανθάνω= μαθαίνω.
Πηγή: rodiaki.gr
Ξενοδοχείο: η λέξη ξενοδόχος (ήδη υπήρχε στον Όμηρο ως ξεινοδόκος) δήλωνε αρχικά τη στάση απέναντι στον ξένο, την υποδοχή και την αποδοχή του, που κατέληγε στη φιλοξενία κατ’ οίκον. Αργότερα (στη μεσαιωνική περίοδο) η λέξη αναφέρονταν σ’ αυτόν που επαγγελματικά παρείχε φιλοξενία σε ξένους (κυρίως κατάλυμα και φαγητό), τον ιδιοκτήτη ξενοδοχείου.Η λέξη ξενοδοχείο σήμαινε στα αρχαία χρόνια το πανδοχείο, το οίκημα που ήταν ειδικά εξοπλισμένο για να προσφέρει (επί πληρωμή) στέγη και μερικές φορές τροφή. Τα παλιότερα ξενοδοχεία για τα οποία υπάρχουν πληροφορίες, εμφανίστηκαν σε σημεία που συγκεντρωνόταν αρκετός κόσμος όπως η Ολυμπία και η Επίδαυρος, για να παραστούν σε θρησκευτικές τελετές, σε αθλητικούς αγώνες και μεγάλες εμποροπανηγύρεις σε διάφορες εποχές του έτους.Ενώ οι επισκέπτες με φτωχά οικονομικά μέσα παρέμεναν σε σκηνές ή πρόχειρα στέγαστρα, οι ευπορότεροι και πιο γνωστοί, αν δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν την ιδιωτική φιλοξενία (που η θρησκεία θεωρούσε ιερή), έβρισκαν στέγη σε ειδικά κτήρια, που κατά κανόνα αποτελούνταν από σειρά χωριστών δωματίων πίσω από ένα ορθογώνιο περιστύλιο. Η αντίστοιχη λέξη hotel στα αγγλικά (όπως και hospital= νοσοκομείο) προέρχεται από τις λατινικές λέξεις hospes, που σήμαινε τον φιλοξενούμενο και hospitium, που σήμαινε την φιλοξενία και τον ξενώνα που μένουν οι φιλοξενούμενοι. Και οι 2 λατινικοί τύποι ανάγονται στον αιολικό τύπο έσπιος της λέξης εστία= το σπίτι
Τουρισμός: πολλοί θεωρούν πως η λέξη τουρισμός παράγεται από τις γαλλικές λέξεις tour και tourisme. Και όμως αυτές οι λέξεις είναι προϊόν δανεισμού από την αρχαία εργαλειομηχανή, τον τόρνο. Ο τόρνος ήταν (και είναι) μηχανή που χρησιμοποιείται για τη μορφοποίηση μετάλλου και ξύλου μέσω της σύσφιξης, του γυρίσματος και της περιστροφής του υλικού. Έτσι αυτή η αρχαία λέξη μέσω της Λατινικής (tornus και tornare =γυρίζω τον τροχό, τον τόρνο) έδωσε τις λέξεις tour-tourisme, όχι πια με την έννοια της περιστροφής, αλλά ως «περίπατος, βόλτα» και τελικά «ταξίδι, περιήγηση». Τουρίστας, δηλαδή είναι αυτός που επισκέπτεται μια περιοχή για λόγους αναψυχής και «γυρίζει» (όπως ο τόρνος) για να την γνωρίσει. Η λέξη τουρισμός χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 19ο αιώνα, για να δηλώσει τα ταξίδια ορισμένων Άγγλων στην Ευρώπη καθώς και τους περιηγητές του 19ου αιώνα. Επίσης το 1856 οργανώθηκε το πρώτο στην ιστορία διεθνές ταξίδι στην Ευρώπη από τον Thomas Cook.
Tαξίδι: η λέξη ταξίδι ξεκίνησε από τη λέξη τάξις που σήμαινε την πειθαρχημένη διάταξη, τον τρόπο παράταξης των στρατιωτών όταν επρόκειτο να ξεκινήσουν μια μάχη . Ταξίδιον (ή ταξείδιον) σήμαινε αρχικά το μικρό εκστρατευτικό σώμα και στην συνέχεια τη μετακίνηση του στρατιωτικού σώματος , την εκστρατεία. Σιγά-σιγά, η λέξη άρχισε να χρησιμοποιείται για να δηλώσει γενικά τις οργανωμένες μετακινήσεις και όχι μόνο τις στρατιωτικές, για να φτάσει στα μεσαιωνικά χρόνια στη σημερινή σημασία.
Ξεναγός: επαγγελματίας που ξεναγεί, δηλαδή συνοδεύει υπηκόους του κράτους του ή ξένους περιηγητές σε έναν τόπο, παρουσιάζοντας τους τα αξιοθέατα και εξηγώντας την ιστορία και τη σημασία τους, παρέχοντας στη διάρκεια της ξενάγησης έγκυρες πληροφορίες. Προέρχεται από την ελληνιστικό ρήμα ξεναγώ και το μεσαιωνικό ξεναγαγώ και ξεναγίζω που σήμαινε τότε (και μεταγενέστερα) το να καθοδηγείς έναν ξένο να βρει το δρόμο του κυριολεκτικά και μεταφορικά, να τον φιλοξενείς, συχνά να τον βοηθάς να επιβιώσει μέχρις ότου ενταχθεί πλήρως στην τοπική κοινωνία.Η ρίζα της λέξης ανάγεται στην ακόμα παλιότερη αρχαιοελληνική λέξη ξεναγός που σήμαινε τον επικεφαλής μισθοφορικών στρατευμάτων (ή των στρατευμάτων που προέρχονταν από συμμαχικές πόλεις) και στον ξεναγέτη, που παρείχε πληροφορίες και φιλοξενία σε έναν ξενοφερμένο. Από την αρχαία μέχρι την μεσαιωνική έννοια πιθανόν να μην υπήρξαν άλλες μεταβολές, γιατί φαίνεται πως στο Βυζάντιο η λέξη ξεναγός παρέμεινε σε χρήση από τους λόγιους ως επικεφαλής των μισθοφορικών στρατευμάτων, αλλά υπήρχε και η μετοχή "ξεναγῶν" , που σήμαινε εκείνον που διατηρούσε κατάλυμα τύπου ξενοδοχείου και δεχόταν ξένους.
Θέρετρο: το θέρετρο παράγεται από τη λέξη θέρος (καλοκαίρι) για αυτό κανονικά σημαίνει μέρος καλοκαιρινών διακοπών. Στην πράξη όμως η χρήση της λέξης έχει γενικευτεί και χρησιμοποιείται γενικά για τα μέρη των διακοπών. Στην ουσία ονομάζεται ο τόπος των διακοπών, του παραθερισμού όπως λέγονταν παλιότερα. Πρόκειται συνήθως για μέρος με ωραίο φυσικό περιβάλλον, το οποίο διαθέτει και διάφορες ανέσεις για τους επισκέπτες του.
Κρουαζιέρα: προέρχεται από την γαλλική λέξη croisiere = ο περίπλους, το κυκλικό ταξίδι που προκύπτει από το λατινικό crux= ο σταυρός ,ο πάσσαλος. Στις λατινογενείς γλώσσες λοιπόν η λέξη προέρχεται και έχει άμεση σχέση με την λέξη crusade (σταυροφορία). Αν και σήμερα με τον όρο κρουαζιέρα αναφερόμαστε σε ένα συνήθως παρατεταμένο ταξίδι αναψυχής, στο παρελθόν δεν ήταν έτσι τα πράγματα. Το «cruise» ήταν μια συγκεκριμένη στρατιωτική αποστολή. Ένα σκάφος αποκοπτόταν από τον υπόλοιπο στόλο προκειμένου να εντοπίσει τον εχθρό. Συνήθως έπρεπε να είναι ένα από τα γρηγορότερα σκάφη του στόλου, προκειμένου, αφού τον εντοπίσει να μπορεί να γυρίσει πίσω γρήγορα και να αναφέρει, χωρίς να συλληφθεί ή να βυθισθεί. Σε αυτήν την αρχική χρήση βλέπουμε ότι υπάρχει η έννοια του ταξιδιού χωρίς συγκεκριμένο προορισμό και πρόγραμμα.
Διακοπές: ετυμολογικά η λέξη διακοπές προέρχεται από το διά + κόπτω και σημαίνει πως «κόβω», σταματώ ό,τι έκανα πριν. Διακοπές λοιπόν, είναι μία περίοδος ή μία φάση στη ζωή μας, κατά την οποία σταματάμε την καθημερινή δραστηριότητα για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Ρεσεψιόν: οι ρίζες της βρίσκονται στην γαλλική λέξη reception = η λήψη, η υποδοχή, με αναγωγή στο λατινικό ρήμα recipio = ανακτώ, αναλαμβάνω, υποδέχομαι.
Μνημείο: αρχικά μνημείο χαρακτηριζόταν οποιοδήποτε οικοδόμημα ανεγείρονταν πάνω από το μνήμα (τάφο) νεκρού ή νεκρών προς τιμή και ανάμνηση αυτών. Ο όρος είναι αρχαιοελληνικός ως ουσιαστικοποιημένος τύπος του ουδετέρου του επιθέτου «μνημήιος» και «μνημείος». Οι λέξεις συνδέονται με την λέξη μνήμα και το ρήμα μιμνήσκομαι , με την έννοια ενός αντικειμένου που προκαλεί ανάμνηση προσώπου, ή γεγονότος.
Μουσείο: η σημερινή λέξη δημιουργήθηκε με επίδραση από το γαλλικό musee, το οποίο όμως ανάγεται στην αρχαιοελληνική λέξη μουσείον =ο χώρος ο αφιερωμένος στις Μούσες και στις τέχνες που αυτές αντιπροσωπεύουν. Κάθε ναός ή βωμός αφιερωμένος στις Μούσες ονομαζόταν μουσείον. Άρα η «κρυφή» ρίζα της λέξης είναι η λέξη Μούσα που συγγενεύει ετυμολογικά με το ρήμα μανθάνω= μαθαίνω.
Πηγή: rodiaki.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου