Το 2003, παραμονές της αμερικανικής εισβολής στο Ιράκ, η Γηραιά
Ήπειρος εμφανιζόταν διχασμένη: η Γαλλία και η Γερμανία αρνούνταν να
συνταχθούν με τις επιλογές της Ουάσιγκτον και εμφανίζονταν στη διεθνή
σκηνή ευθυγραμμισμένες με τη Μόσχα, ενώ στην απέναντι πλευρά όρθωνε το
ανάστημά της προς τα ιδρυτικά μέλη της Ε.Ε. (με την κατάλληλη ενθάρρυνση
και από τη Βρετανία”) η “νέα Ευρώπη”, όπως την αποκάλεσε με ικανοποίηση
ο τότε υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Donald Rumsfeld, των χωρών του πρώην
ανατολικού μπλοκ.
Μία δεκαετία μετά, οι ισορροπίες είχαν αλλάξει δραματικά: η Βρετανία αυτο-περιθωριοποιούνταν, παρασυρμένη από τον ευρωσκεπτικισμό, η Γαλλία έχανε κάθε πρόσχημα ισότιμης σχέσης με την Γερμανία, οι ΗΠΑ αδυνατούσαν να πείσουν το Βερολίνο να συμβάλλει τα δέοντα στην διεθνή ανάκαμψη και στην κοινή ασφάλεια, ενώ η “νέα Ευρώπη” ξεπερνούσε την ιστορική καχυποψία προς τους γείτονες, που την έκανε να κοιτά προς τον αγγλοσαξονικό κόσμο, και ενσωματωνόταν οικονομικά και πολιτικά στην γερμανική σφαίρα επιρροής. Αντίθετα, η ρωσο-γερμανική συνεργασία (με κορυφαία συμβολική στιγμή την ανάληψη της προεδρίας της κοινοπραξίας για τον αγωγό Nord Stream από τον Gerhardt Schroeder ευθύς μόλις εγκατέλειψε την καγκελαρία), διαρκώς εμπεδωνόταν. Αντί για τα “βαρίδια” της Νότιας Ευρώπης, το Βερολίνο ανακάλυπτε έναν κόσμο ευκαιριών προς Ανατολάς.
Η κρίση της Ουκρανίας ανατρέπει αυτή τη δυναμική, “δηλητηριάζοντας” την γερμανο-ρωσική σχέση. Ο πρώτος λόγος για αυτό είναι αντικειμενικός, εφόσον στις πεδιάδες του Δνείπερου συναντιούνται και συγκρούονται δύο διαφορετικά σχέδια ολοκλήρωσης: το ευρω-ενωσιακό υπό γερμανική ηγεσία και το ευρασιατικό που προωθεί ο Vladimir Putin. Το Κρεμλίνο διαμηνύει ρητά, όπως το έγραψε την περασμένη εβδομάδα ο Sergey Lavrov, ότι η ευρω-ρωσική συνεργασία προϋποθέτει “την ισοτιμία, τον αμοιβαίο σεβασμό και την αναγνώριση του δικαιώματος των χωρών του μετασοβιετικού χώρου να αναπτύξουν τις δικές τους δομές ενοποίησης”.
Το γεγονός αυτό εξηγεί την έως τώρα επιφυλακτική σ τάση του Βερολίνου ως προς την επιβολή κυρώσεων σε βάρος Ουκρανών κυβερνητικών αξιωματούχων, αλλά και το γεγονός ότι ακόμη και στην κλιμάκωση της κρίσης η Angela Merkel καταφεύγει στην τηλεφωνική επικοινωνία με τον Putin, όπως έπραξε την Τετάρτη. Ενώ η Ουάσιγκτον επέλεξε εξαρχής την κλιμάκωση της αντιπαράθεσης με το Κίεβο, η Ε.Ε. επιχειρούσε να κρατήσει ανοιχτές τις γέφυρες με αλλεπάλληλες μεσολαβητικές αποστολές κοινοτικών αξιωματούχων, ώστε να μην αυτο-αποκλεισθεί από τις ουκρανικές εξελίξεις. Άλλωστε η υποκλαπείσα αθυρόστομη συνδιάλεξη της Αμερικανίδας υφυπουργού Εξωτερικών Vicroria Nuland με τον Αμερικανό πρεσβευτή στο Κίεβο, πέρα από την αγανάκτηση που προκάλεσε στο Βερολίνο (εφάμιλλη αυτής που πυροδότησαν οι αποκαλύψεις Snowden για την παρακολούθηση του κινητού τηλεφώνου της καγκελαρίου από την NSA) απέδειξαν ότι οι δύο πλευρές έχουν διαφορετική ατζέντα για την επόμενη μέρα στην Ουκρανία. Σχεδιάζοντας καταλεπτώς τη σύνθεση μιας μελλοντικής ουκρανικής κυβέρνησης η Nuland επέμενε ότι ο εκ των ηγετών της αντιπολίτευσης Vitaly Klitshko πρέπει “να μείνει σπίτι του και να κάνει τα μαθήματά του”…
Η αναζωπύρωση της βίας στο κέντρο του Κιέβου τα τελευταία 24ωρα, με πρωταγωνιστή τους ανεξέλεγκτους παραστρατιωτικούς της “Δεξιάς Πτέρυγας” αιφνιδίασε το Βερολίνο και το έφερε να σέρνεται στην υιοθέτηση κυρώσεων αμφίβολης χρησιμότητας ως προς την εκτόνωση της κατάστασης, αλλά πολιτικά πολύ σημαντικών. Οι υψηλοί τόνοι από πλευράς του Βρετανού υπουργού Εξωτερικών, William Hague, του Σουηδού (πλην άκρως ατλαντιστή) ομολόγου του, Karl Bildt και του ίδιου του (άρτι αφιχθέντος από τη Ουάσιγκτον) Francois Hollande διαμόρφωσαν το κλίμα πριν καν την διερευνητική αποστολή στο Κίεβο των υπουργών Εξωτερικών του “τριγώνου της Βαϊμάρης” (Γαλλία, Γερμανία και την Πολωνία) και την προγραμματισμένη για το απόγευμα της Πέμπτη συνεδρίαση του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων των “28”.
Το ίδιο πρωί, η επίθεση ομάδας διαδηλωτών εναντίον αστυνομικών δυνάμεων που αποχωρούσαν από την Πλατεία Ανεξαρτησίας του Κιέβου, απειλούσε την “εκεχειρία” που είχε επιτευχθεί μετά από 26 νεκρούς και έθεταν εν αμφιβόλω την χρησιμότητα του όποιου συμβιβασμού μπορεί να προκύψει μεταξύ της κυβέρνησης και της θεσμικής αντιπολίτευσης της Ουκρανίας.
Με τους Ουκρανούς εθνικιστές να αρχίζουν συγκροτούν παράλληλες κρατικές δομές στα δυτικά της χώρας, η κατάσταση αρχίζει και θυμίζει ανησυχητικά την γιουγκοσλαβική κρίση, όπου οι διεθνείς ανταγωνισμοί (Γερμανία υπέρ της Κροατίας, Γαλλία αρχικά υπέρ της Σερβίας και ΗΠΑ υπέρ των Βόσνιων Μουσουλμάνων) επιδείνωσαν και παρέτειναν τις εσωτερικές αντιθέσεις, “αποδεικνύοντας” την αδυναμία της Ευρώπης να διαχειρισθεί τα του οίκου της ερήμην της Ουάσιγκτον…
: capital.gr
Μία δεκαετία μετά, οι ισορροπίες είχαν αλλάξει δραματικά: η Βρετανία αυτο-περιθωριοποιούνταν, παρασυρμένη από τον ευρωσκεπτικισμό, η Γαλλία έχανε κάθε πρόσχημα ισότιμης σχέσης με την Γερμανία, οι ΗΠΑ αδυνατούσαν να πείσουν το Βερολίνο να συμβάλλει τα δέοντα στην διεθνή ανάκαμψη και στην κοινή ασφάλεια, ενώ η “νέα Ευρώπη” ξεπερνούσε την ιστορική καχυποψία προς τους γείτονες, που την έκανε να κοιτά προς τον αγγλοσαξονικό κόσμο, και ενσωματωνόταν οικονομικά και πολιτικά στην γερμανική σφαίρα επιρροής. Αντίθετα, η ρωσο-γερμανική συνεργασία (με κορυφαία συμβολική στιγμή την ανάληψη της προεδρίας της κοινοπραξίας για τον αγωγό Nord Stream από τον Gerhardt Schroeder ευθύς μόλις εγκατέλειψε την καγκελαρία), διαρκώς εμπεδωνόταν. Αντί για τα “βαρίδια” της Νότιας Ευρώπης, το Βερολίνο ανακάλυπτε έναν κόσμο ευκαιριών προς Ανατολάς.
Η κρίση της Ουκρανίας ανατρέπει αυτή τη δυναμική, “δηλητηριάζοντας” την γερμανο-ρωσική σχέση. Ο πρώτος λόγος για αυτό είναι αντικειμενικός, εφόσον στις πεδιάδες του Δνείπερου συναντιούνται και συγκρούονται δύο διαφορετικά σχέδια ολοκλήρωσης: το ευρω-ενωσιακό υπό γερμανική ηγεσία και το ευρασιατικό που προωθεί ο Vladimir Putin. Το Κρεμλίνο διαμηνύει ρητά, όπως το έγραψε την περασμένη εβδομάδα ο Sergey Lavrov, ότι η ευρω-ρωσική συνεργασία προϋποθέτει “την ισοτιμία, τον αμοιβαίο σεβασμό και την αναγνώριση του δικαιώματος των χωρών του μετασοβιετικού χώρου να αναπτύξουν τις δικές τους δομές ενοποίησης”.
Το γεγονός αυτό εξηγεί την έως τώρα επιφυλακτική σ τάση του Βερολίνου ως προς την επιβολή κυρώσεων σε βάρος Ουκρανών κυβερνητικών αξιωματούχων, αλλά και το γεγονός ότι ακόμη και στην κλιμάκωση της κρίσης η Angela Merkel καταφεύγει στην τηλεφωνική επικοινωνία με τον Putin, όπως έπραξε την Τετάρτη. Ενώ η Ουάσιγκτον επέλεξε εξαρχής την κλιμάκωση της αντιπαράθεσης με το Κίεβο, η Ε.Ε. επιχειρούσε να κρατήσει ανοιχτές τις γέφυρες με αλλεπάλληλες μεσολαβητικές αποστολές κοινοτικών αξιωματούχων, ώστε να μην αυτο-αποκλεισθεί από τις ουκρανικές εξελίξεις. Άλλωστε η υποκλαπείσα αθυρόστομη συνδιάλεξη της Αμερικανίδας υφυπουργού Εξωτερικών Vicroria Nuland με τον Αμερικανό πρεσβευτή στο Κίεβο, πέρα από την αγανάκτηση που προκάλεσε στο Βερολίνο (εφάμιλλη αυτής που πυροδότησαν οι αποκαλύψεις Snowden για την παρακολούθηση του κινητού τηλεφώνου της καγκελαρίου από την NSA) απέδειξαν ότι οι δύο πλευρές έχουν διαφορετική ατζέντα για την επόμενη μέρα στην Ουκρανία. Σχεδιάζοντας καταλεπτώς τη σύνθεση μιας μελλοντικής ουκρανικής κυβέρνησης η Nuland επέμενε ότι ο εκ των ηγετών της αντιπολίτευσης Vitaly Klitshko πρέπει “να μείνει σπίτι του και να κάνει τα μαθήματά του”…
Η αναζωπύρωση της βίας στο κέντρο του Κιέβου τα τελευταία 24ωρα, με πρωταγωνιστή τους ανεξέλεγκτους παραστρατιωτικούς της “Δεξιάς Πτέρυγας” αιφνιδίασε το Βερολίνο και το έφερε να σέρνεται στην υιοθέτηση κυρώσεων αμφίβολης χρησιμότητας ως προς την εκτόνωση της κατάστασης, αλλά πολιτικά πολύ σημαντικών. Οι υψηλοί τόνοι από πλευράς του Βρετανού υπουργού Εξωτερικών, William Hague, του Σουηδού (πλην άκρως ατλαντιστή) ομολόγου του, Karl Bildt και του ίδιου του (άρτι αφιχθέντος από τη Ουάσιγκτον) Francois Hollande διαμόρφωσαν το κλίμα πριν καν την διερευνητική αποστολή στο Κίεβο των υπουργών Εξωτερικών του “τριγώνου της Βαϊμάρης” (Γαλλία, Γερμανία και την Πολωνία) και την προγραμματισμένη για το απόγευμα της Πέμπτη συνεδρίαση του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων των “28”.
Το ίδιο πρωί, η επίθεση ομάδας διαδηλωτών εναντίον αστυνομικών δυνάμεων που αποχωρούσαν από την Πλατεία Ανεξαρτησίας του Κιέβου, απειλούσε την “εκεχειρία” που είχε επιτευχθεί μετά από 26 νεκρούς και έθεταν εν αμφιβόλω την χρησιμότητα του όποιου συμβιβασμού μπορεί να προκύψει μεταξύ της κυβέρνησης και της θεσμικής αντιπολίτευσης της Ουκρανίας.
Με τους Ουκρανούς εθνικιστές να αρχίζουν συγκροτούν παράλληλες κρατικές δομές στα δυτικά της χώρας, η κατάσταση αρχίζει και θυμίζει ανησυχητικά την γιουγκοσλαβική κρίση, όπου οι διεθνείς ανταγωνισμοί (Γερμανία υπέρ της Κροατίας, Γαλλία αρχικά υπέρ της Σερβίας και ΗΠΑ υπέρ των Βόσνιων Μουσουλμάνων) επιδείνωσαν και παρέτειναν τις εσωτερικές αντιθέσεις, “αποδεικνύοντας” την αδυναμία της Ευρώπης να διαχειρισθεί τα του οίκου της ερήμην της Ουάσιγκτον…
: capital.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου