4 Απρ 2014

ΕΡΕΥΝΑ: «Υπάρχει φασιστικό ρεύμα στην ελληνική κοινωνία;»


 20 Μαρτίου 2014

Σίγουρα υπάρχει κάτι πιο βαθύ, που πρέπει να διερευνηθεί, γύρω από την άνοδο του εθνικισμού και της ακροδεξιάς στην Ευρώπη. Την ίδια στιγμή που η Ε.Ε. υποδέχεται ως θετικό γεγονός τη συμμετοχή ακροδεξιών ναζιστών στην κυβέρνηση της Ουκρανίας, στην Ελλάδα οδηγείται σε αποσύνθεση απ΄ό,τι φαίνεται ένα καθαρό ναζιστικό κόμμα που είχε πετύχει σημαντική κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Στην εξέλιξη της κίνησης αυτής, θεωρούμε σημαντικό να θέσουμε ένα ερώτημα: Τι ήταν αυτοί που ψήφισαν Χρυσή Αυγή; Υπάρχει φασιστικό ρεύμα σήμερα στην ελληνική κοινωνία; Η έρευνα της εταιρείας VPRC που παρουσιάζουμε σήμερα μέσα από την ιστοσελίδα του UNFOLLOW δίνει σημαντικές ενδείξεις καταλήγοντας σε δύο κρίσιμες υποθέσεις εργασίας.  
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από την εταιρεία VPRC τον Ιούλιο του 2013, πριν τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και ένα χρόνο μετά τις τελευταίες εθνικές εκλογές. Πρόκειται για ποσοτική έρευνα με χρήση δομημένου ερωτηματολογίου και με τη μέθοδο των τηλεφωνικών συνεντεύξεων σε πανελλαδικό αντιπροσωπευτικό δείγμα 1.000 ατόμων. Η έρευνα, ανάμεσα σε άλλα ερωτήματα για την κοινωνική και πολιτική κατάσταση, κατέγραψε μια πρώτη ένδειξη για την απήχηση των φασιστικών ιδεών. Με τη βοήθεια του ειδικού αναλυτή στατιστικών δεδομένων Νίκου Λέκκα, παλιού συνεργάτη της VPRC, μελετήσαμε προσεκτικά τα στοιχεία και καταλήξαμε σε ορισμένες υποθέσεις εργασίας. «Η κάθε έρευνα που βασίζεται σε ερωτηματολόγιο και δειγματοληπτικό έλεγχο πρέπει να προσεγγίζεται επιφυλακτικά ως προς τη γενίκευση των αποτελεσμάτων» υπογραμμίζει ο Λέκκας. «Τα αποτελέσματα επηρεάζονται σε σημαντικό βαθμό από την τρέχουσα πολιτική συγκυρία, καθώς και από το χρονικό σημείο που γίνεται η έρευνα. Ακόμα περισσότερο όταν, η έννοια του φασισμού είναι ένα ευαίσθητο πεδίο, που μπορεί να οδηγήσει σε απαντήσεις κοινωνικά αποδεκτές. Πάντα υπάρχει το ενδεχόμενο άγνωστος αριθμός ερωτηθέντων θέλοντας να είναι αρεστοί στο άτομο που τους κάνει τη συνέντευξη, να δίνουν απαντήσεις που γνωρίζουν ότι έχει δώσει και η πλειονότητα».
Ας έχει κατά νου ο αναγνώστης ότι τα αποτελέσματα της ανάλυσης, που παρουσιάζουμε σήμερα εδώ, δίνουν μία ένδειξη για την έκταση του φασιστικού ρεύματος στην ελληνική κοινωνία. Ασφαλώς, για να επαληθευτούν, στο σύνολό τους, αυτές οι υποθέσεις εργασίας, χρειάζεται περαιτέρω και σε βάθος διερεύνηση του φαινομένου και χρήση ποιοτικών και ποσοτικών ερευνητικών εργαλείων.



Επεξεργαστήκαμε τις απαντήσεις που δόθηκαν σε δύο από τα ερωτήματα της έρευνας. Τα ερωτήματα τέθηκαν ως εξής:
1. Υπάρχουν κάποιοι που πιστεύουν ότι ο ναζισμός – φασισμός στην προπολεμική Ευρώπη είχε και αρκετά θετικά στοιχεία. Εσείς προσωπικά συμφωνείτε με την άποψη αυτή;
2. Αν κατάφερνε ένα ναζιστικό – φασιστικό κόμμα να αναλάβει τη διακυβέρνηση μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες, θα ήταν μια εξέλιξη θετική, μάλλον θετική, μάλλον αρνητική ή αρνητική;

Στο πρώτο ερώτημα το 10.6% απάντησε ότι ο ναζισμός-φασισμός στην προπολεμική Ευρώπη είχε και αρκετά θετικά στοιχεία.
Στο δεύτερο ερώτημα το 10.2% αντιμετωπίζει θετικά ή μάλλον θετικά το ενδεχόμενο ένα ναζιστικό-φασιστικό κόμμα να αναλάβει τη διακυβέρνηση μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες.
Στο δεύτερο ερώτημα, η προσθήκη της φράσης «μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες» μάλλον μετριάζει την ισχύ του ερωτήματος, αλλά αυτό έγινε σκόπιμα για να διευκολυνθούν αυτοί που δεν ενοχλούνται από το πρώτο σκέλος του ερωτήματος.
Παρότι το ποσοστό που δίνει θετική απάντηση στα δύο ερωτήματα είναι σχεδόν το ίδιο, αυτό δεν σημαίνει ότι πρόκειται για τους ίδιους ερωτώμενους.
Επιλέξαμε, όμως, να αθροίσουμε αυτούς που απάντησαν θετικά είτε στη μία είτε στην άλλη ερώτηση, για να έχουμε μια ένδειξη ως προς τις ανώτατες τιμές της θετικής ή μάλλον θετικής προς το φασισμό τοποθέτησης. Προέκυψε λοιπόν ο παρακάτω πίνακας:

ΠΙΝΑΚΑΣ 1: Τάση προς το φασισμό
 pinakas 1
Δεν ονομάζουμε συνειδητούς ή πιθανούς φασίστες αυτούς που απάντησαν θετικά στα παραπάνω ερωτήματα, γιατί δεν θέλουμε να κατασκευάσουμε έναν απόλυτο διαχωρισμό των πολιτικών ταυτοτήτων με βάση ποσοτικές μετρήσεις. Θέλουμε να τονίσουμε τις διαβαθμίσεις που υπάρχουν μέσα σε ένα ακροατήριο, που δεν αποτελεί συγκροτημένη ομάδα φασιστών αλλά μια δεξαμενή ποικίλων συντηρητικών και αντιδραστικών ιδεολογικών και πολιτικών παραδοχών.
Αντιμετωπίζουμε, επίσης, εξαιρετικά επιφυλακτικά τα ευρήματα μιας ποσοτικής έρευνας. Αναζητάμε σε αυτά μια ένδειξη για τη διείσδυση των φασιστικών ιδεών στην ελληνική κοινωνία. Για αυτό το λόγο, επιλέξαμε τη διατύπωση «έχουν τάση προς το φασισμό». Για να εξαχθούν βαθύτερα συμπεράσματα, χρειάζεται μια σειρά ποιοτικών ερευνών. Ωστόσο, τολμάμε να διατυπώσουμε μια πρώτη υπόθεση εργασίας, με βάση και τις αποκλίσεις στατιστικού λάθους που σημειώνονται σε έρευνες με αναλόγου μεγέθους δείγμα.
Υπόθεση πρώτη: Υπάρχει στην κοινωνία ένα ρεύμα που υποδέχεται θετικά ή μάλλον θετικά τις ιδέες του φασισμού και η απήχησή του μπορεί να κυμαίνεται από 15% έως 20%.
Αυτό το ποσοστό είναι συμβατό με τα ευρήματα παλιότερων ερευνών δύο τουλάχιστον εταιρειών (της VPRC και της Public Issue) οι οποίες μετρούσαν τη δημοφιλία των πολιτικών αρχηγών και έδιναν ως ανώτατες τιμές της θετικής γνώμης για τον αρχηγό της Χρυσής Αυγής Ν. Μιχαλολιάκο ένα ποσοστό 18-20%. Περισσότερα για τη σχέση αυτής της υποθετικής κοινωνικής κατηγορίας που ονομάζουμε φασιστικό ρεύμα με τα πολιτικά κόμματα θα αναφερθούν παρακάτω.


Στη συνέχεια εστιάσαμε την προσοχή μας στα δημογραφικά στοιχεία όσων «έχουν τάση προς το φασισμό». Στους παρακάτω πίνακες δεν στεκόμαστε στο ποσοστό παρά μόνο όταν παρουσιάζει σημαντική διαφορά η στήλη Α από τη στήλη Β. Για παράδειγμα, στον πίνακα της ηλικίας, βλέπουμε ότι η στήλη Β έχει μεγαλύτερα ποσοστά από την Α στις ηλικίες 18-44 ετών. Αυτό μας δίνει μία ένδειξη ότι σε αυτές τις ηλικίες είναι πιο ενισχυμένη η κατηγορία Β («Έχουν τάση προς το φασισμό»).
Υψηλότερα ποσοστά στη συγκεκριμένη υποθετική κατηγορία δίνει το παρακάτω δημογραφικό προφίλ: Άνδρες, 35-44, απόφοιτοι Γυμνασίου/Λυκείου, αυτοαπασχολούμενοι, επαγγελματίες-βιοτέχνες, άνεργοι που έχουν ξαναδουλέψει.
ΠΙΝΑΚΑΣ 2: Ηλικία, Κατανομή σε ποσοστά
pinakas 2
Οι στατιστικοί έλεγχοι φανερώνουν ότι μπορούν να γίνουν γενικεύσεις σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια ότι άτομα που έχουν τάση προς το  φασισμό είναι ηλικίας 18-44 ετών, με μεγαλύτερη διαφοροποίηση στα στατιστικά κριτήρια να δείχνει η ηλικιακή κατηγορία 35-44 ετών.

ΠΙΝΑΚΑΣ 3: ΕκπαίδευσηΚατανομή σε ποσοστά
pinakas 3 


ΠΙΝΑΚΑΣ 4: ΕπάγγελμαΚατανομή σε ποσοστά
pinakas 4

Στον επόμενο πίνακα παρουσιάζεται η εκλογική συμπεριφορά που επέδειξαν οι δύο υποθετικές κατηγορίες στις εθνικές εκλογές του Ιουνίου του 2012. Τα ευρήματα εδώ είναι πολύ ενδιαφέροντα και επαληθεύουν την εγκυρότητα της διάκρισης των κατηγοριών, δίνουν μια ένδειξη της ορθής επιλογής των ερωτήσεων και της κατηγοριοποίησης που έχουμε κάνει.

ΠΙΝΑΚΑΣ 5: Προηγούμενη Ψήφος (Ιούνιος 2012)Κατανομή σε ποσοστά
pinakas 5
Σύμφωνα με την υποθετική κατηγορία που ελέγχουμε στη στήλη Β, αυτοί που έχουν τάση προς το φασισμό, ή είναι ανοιχτοί στη φασιστική ιδεολογία, δήλωσαν ότι ψήφισαν στις εθνικές εκλογές του Ιουνίου 2012 Νέα Δημοκρατία (21,3%) και Χρυσή Αυγή (14,2%), ενώ ένα σημαντικό ποσοστό τους δηλώνει ότι δεν ψήφισε (9,5%) ή έριξε άκυρο/λευκό (13,2%).  Από τον παραπάνω πίνακα παίρνουμε μία ένδειξη για την εγκυρότητα της κατηγοριοποίησης που έχουμε κάνει. Είναι ολοφάνερη η απόκλιση των ποσοστών της Χρυσής Αυγής στις δύο κατηγορίες. Στην πρώτη είναι σχεδόν ανύπαρκτη εκλογικά, και στη δεύτερη κατηγορία βρίσκεται στη δεύτερη θέση. Το ίδιο παρατηρούμε από την ανάποδη και στο ποσοστό του ΚΚΕ, που παίρνει μηδέν στην κατηγορία Β («Έχουν τάση  προς το φασισμό»)  και αντλεί το πανελλαδικό του ποσοστό στις εκλογές του Ιουνίου 2012 στην κατηγορία Α.
Για τη Νέα Δημοκρατία έχει μεγάλο ενδιαφέρον ο παραπάνω πίνακας  καθώς δείχνει ότι έχει ψηφοφόρους και στις δύο κατηγορίες, με τη στήλη Β να δίνει ένα μεγαλύτερο ποσοστό.
Προσοχή: Σε απόλυτους αριθμούς οι ψηφοφόροι της στήλης Α είναι πολύ περισσότεροι. Δηλαδή, είναι λάθος να διαβάσει κανείς ότι οι ψηφοφόροι της Νέας Δημοκρατίας είναι σχεδόν μοιρασμένοι στις δύο κατηγορίες.
Το μέγεθος του δείγματος είναι χαμηλό για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα στα κόμματα που έχουν κάτω από 4% στη μία ή στην άλλη στήλη. Βλέπουμε, όμως, και εδώ σαν τάσεις την ενίσχυση του ποσοστού των ΑΝΕΛ και του ΛΑΟΣ στη στήλη Β («Έχουν τάση προς το φασισμό») αλλά και την αντίστροφη τάση του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ, για τον οποίο υπάρχει, ωστόσο, μια ένδειξη στη στήλη Β («Έχουν τάση προς το φασισμό»),  όπου καταγράφει ένα ποσοστό της τάξης του 7%  – ένδειξη της πολυσυλλεκτικότητας του κόμματος ως αντιμνημονιακού, χωρίς υψηλή ιδεολογική συνοχή. Ισχύει και εδώ αυτό που αναφέραμε προηγουμένως για τη Νέα Δημοκρατία. Εν προκειμένω το 7% του 18% είναι ένα χαμηλό δειγματοληπτικά ποσοστό, που ωστόσο δίνει μία ένδειξη για αυτό που αναφέραμε – τη χαμηλή ιδεολογική συνοχή των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς η εναντίωση στο μνημόνιο δεν αποτελεί ιδεολογική τοποθέτηση.
Χαρακτηριστικά προτείνουμε να διαβαστεί και ο επόμενος πίνακας με τον ίδιο τρόπο. Προσέχοντας δηλαδή τη διαφορά στο ποσοστό του κάθε κόμματος μεταξύ της στήλης Α και της στήλης Β.

ΠΙΝΑΚΑΣ 6: Κόμμα το οποίο ανταποκρίνεται περισσότερο στις δικές τους ελπίδες / προσδοκίεςΚατανομή σε ποσοστά
pinakas 6  

Βλέπουμε και σε αυτό τον πίνακα να επαναλαμβάνεται η εικόνα που σχηματίζεται στη δήλωση της προηγούμενης ψήφου με τη ΝΔ, τους ΑΝΕΛ και τη Χρυσή Αυγή να σημειώνουν καλύτερες ποσοστιαίες επιδόσεις στους ερωτώμενους της κατηγορίας Β («Έχουν τάση προς το φασισμό»). Έτσι στην κατηγορία αυτή το 15,7% δηλώνει ότι η ΝΔ ανταποκρίνεται καλύτερα στις προσδοκίες του. Ενώ το 13,4% έχει ελπίδες και προσδοκίες από τη Χρυσή Αυγή. Και στην κατηγορία αυτή η πιο δημοφιλής απάντηση παραμένει «Κανένα κόμμα» (47,2%). Ωστόσο πρέπει να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη τιμή βρίσκεται 10 μονάδες πιο χαμηλά σε σχέση με την κατηγορία Α («Δεν έχουν τάση προς το φασισμό»).  Για τη Χρυσή Αυγή πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν ανταποκρίνεται σχεδόν καθόλου στις προσδοκίες πολιτών που έχουν απόσταση από τις φασιστικές ιδέες. Ενώ η ΝΔ ανταποκρίνεται στις προσδοκίες και των δύο κατηγοριών, με σαφώς ενισχυμένο ποσοστό στην κατηγορία εκείνων που έχουν τάση προς το φασισμό.
Χρειάζεται να επαναλάβουμε ότι σε απόλυτους αριθμούς οι ψηφοφόροι της στήλης Α είναι πολύ περισσότεροι. Δηλαδή, είναι λάθος να διαβάσει κανείς ότι οι ψηφοφόροι της Νέας Δημοκρατίας κλίνουν περισσότερο υπέρ των φασιστικών ιδεών. Ωστόσο από τους πίνακες 5 και 6 οδηγούμαστε στη δεύτερη βασική υπόθεση που αξίζει να καταγραφεί.
Υπόθεση δεύτερη: Οι πολίτες που έχουν τάση προς το φασισμό πολιτικά εκφράζονται κατά κύριο λόγο από το κόμμα της ΝΔ και από τη Χρυσή Αυγή. 
Στις παρακάτω «πίτες» φαίνεται ποιες είναι οι τάσεις στο εκλογικό σώμα που προτίμησε τα δύο κόμματα στις εκλογές του Ιουνίου του 2012. Συσχετίζοντας τις απαντήσεις που δείχνουν μία τάση προς το φασισμό με τις απαντήσεις στο ερώτημα της προηγούμενης ψήφου προκύπτει η παρακάτω εικόνα:
analogia 1

analogia 2
Είναι σαφής ο φασιστικός προσανατολισμός της εκλογικής βάσης της Χρυσής Αυγής, αλλά και η παρουσία ενός υπολογίσιμου 20% στην εκλογική βάση της Νέας Δημοκρατίας. Αριθμητικά αυτοί που έχουν τάση προς το φασισμό και ψήφισαν ΝΔ είναι περισσότεροι από εκείνους που έχουν τάση προς το φασισμό και ψήφισαν Χρυσή Αυγή. (Βλ. πίνακα 5.)
Θα είχε ενδιαφέρον να ερευνηθεί αν υπάρχει τάση μετακίνησης από τη Χρυσή Αυγή στη ΝΔ μετά τη δολοφονία Φύσσα και τη δικαστική έρευνα εναντίον του ακροδεξιού ναζιστικού κόμματος. Αν εξακολουθεί να παράγει πολιτική συμπεριφορά το δίπολο μνημόνιο-αντιμνημόνιο ή αν έχει εξασθενήσει, και πώς επιδρούν οι διώξεις της ηγεσίας της Χρυσής Αυγής στους ψηφοφόρους του κόμματος. Τέτοιες έρευνες προφανώς έχει παραγγείλει η ΝΔ για τους δικούς της λόγους. Ωστόσο πέρα από τη διερεύνηση της κίνησης των ψηφοφόρων, υπάρχει χώρος για σοβαρότερα ερωτήματα. Μπορούν να διερευνηθούν, για παράδειγμα, οι σχέσεις αυτού του ακροατήριου που έχει τάση προς το φασισμό με τα ΜΜΕ, η απήχηση ευρύτερα εθνικιστικών, ρατσιστικών ιδεών. 
Κλείνοντας, θέλουμε να τονίσουμε ακόμα μια φορά, ότι τα παραπάνω ευρήματα δεν μπορούν να δώσουν γενικευμένα συμπεράσματα παρά μόνο ενδείξεις. Επιλέξαμε να τα παρουσιάσουμε γιατί πιστεύουμε ότι δεν έχει ερευνηθεί το φαινόμενο της ανόδου της ακροδεξιάς και του φασισμού στις αναγκαίες διαστάσεις. Δεύτερον, πιστεύουμε ότι το εργαλείο της έρευνας πρέπει να αξιοποιηθεί, όχι μόνο από τα κόμματα και τα μέσα ενημέρωσης, αλλά από έναν σύγχρονο ενισχυμένο δημόσιο φορέα κοινωνικής και πολιτικής έρευνας, στον οποίο θα έχουν πρόσβαση ερευνητές, επιστημονικό και πολιτικό δυναμικό όλα τα πολιτικά κόμματα.

Πρωτογενές υλικό: VPRC
Ανάλυση: Ν. Λέκκας
Κείμενο, σχολιασμός:  Π. Φραντζής
Πηγή : 

to synoro blog

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...